Saturday, March 5, 2016

Πῶς μποροῦμε ν’ ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ( Ἁγίου Ἰννοκεντίου Μόσχας )


Σημείωση δική μας: Ὁ ἅγιος μᾶς ὁμιλεῖ γιά τήν ἀπόκτηση μέ τήν ἔννοια τῆς ἐνεργοποίσης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δηλαδή τῆς βαπτισματικῆς θεοποιοῦ Θείας ΧάρηςΕισαγωγικά.
Ὁ ἅγιος Ἰννοκέντιος (Βενιαμίνωφ, 1707-1879), εἶναι μία λαμπρὴ ἱεραποστολικὴ καὶ ἀρχιερατικὴ μορφὴ τῆς ρωσικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Ἀφοῦ ἀφιέρωσε σαράντα πέντε ὁλόκληρα χρόνια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του στὸν εὐαγγελισμὸ τῶν εἰδωλολατρικῶν ἐθνοτήτων τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς, τὰ δεκαεπτὰ ὡς ἱερέας (1823-1840) καὶ τὰ εἴκοσι ὀκτὼ ὡς ἐπίσκοπος Καμτσάτκας, Κουρίλων καὶ Ἀλεουτίων Νήσων (1840-1868), ἀνῆλθε στὸν μητροπολιτικὸ θρόνο τῆς Μόσχας (1868), ὅπου παρέμεινε ὡς τὴν ὀσιακὴ κοίμησή του, τὸ 1879, ἐπιτελώντας ἕνα μεγαλόπνοο καὶ ἐντυπωσιακὸ ποιμαντικὸ ἔργο. Τὸ 1077 ἀνακηρύχθηκε ἐπίσημα ἅγιος ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας.

Ἀνάμεσα στὰ συγγραφικὰ πονήματα τοῦ ἁγίου Ἰννοκεντίου περιλαμβάνεται καὶ τὸ μικρὸ ἀλλὰ περίφημο ἔργο του «Ὑπόδειξη τοῦ δρόμου πρὸς τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Τὸ βιβλίο αὐτό, μία συνοπτικὴ ὀρθόδοξη κατήχηση, γνώρισε καταπληκτικὴ ἐπιτυχία. Στὴ Ρωσία, ὡς τὸ 1917, ἔφτασε τὶς 47 ἐκδόσεις. Στὰ ἑλληνικὰ ἔχουν γίνει, ἀπὸ τὸ 1843 μέχρι σήμερα, τουλάχιστον πέντε διαφορετικὲς μεταφράσεις του, ὁρισμένες ἀπ’ αὐτὲς μὲ ἐπανειλημμένες ἐκδόσεις.
Πῶς μποροῦμε ν’ ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα
Τὰ γνωστὰ καὶ ἀποτελεσματικὰ μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν ἱερῶν Γραφῶν καὶ τὴν πείρα τῶν μεγάλων ἅγιων, εἶναι τὰ ἑξῆς:
Ἡ καθαρὴ καρδιὰ καὶ τὸ ἁγνὸ σῶμα.
Ἡ ταπεινοφροσύνη.
Ἡ ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ.
Ἡ προσευχή.
Ἡ καθημερινὴ αὐταπάρνηση.
Ἡ ἀνάγνωση καὶ ἀκρόαση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Τὰ μυστήρια της Ἐκκλησίας μας καὶ κατεξοχὴν ἡ θεία κοινωνία.
Κάθε πιστὴ ψυχὴ μπορεῖ νὰ γεμίσει μὲ Ἅγιο Πνεῦμα, ἂν καθαριστεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴ φιλαυτία καὶ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πάντα ὁλόγυρά μας καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ μπεῖ μέσα μας. Ἀλλὰ οἱ κακές μας πράξεις μας περιβάλλουν σὰν ἰσχυρὸ πέτρινο τεῖχος καὶ τ’ ἁμαρτήματά μας σὰν ἄγριοι φρουροὶ Τὸ διώχνουν μακριά μας καὶ δὲν Τὸ ἀφήνουν νὰ μᾶς πλησιάσει.
Κάθε ἁμαρτία διώχνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Πιὸ μισητές, ὅμως, Τοῦ εἶναι ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἡ πορνεία καὶ ἀπὸ τὶς ψυχικὲς ἡ ὑπερηφάνεια. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ τέλεια καθαρότητα, δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ κατοικήσει σὲ ἄνθρωπο μολυσμένο μὲ ἁμαρτίες. Πῶς νὰ μείνει στὴν καρδιά μας, ὅταν αὐτὴ εἶναι γεμάτη μὲ μέριμνες, ἐπιθυμίες καὶ πάθη;
Ἂς δοῦμε, λοιπόν, πιὸ ἀναλυτικὰ τὰ μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.


1. Ἂν θέλουμε νὰ μὴ χάσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ πήραμε στὸ βάπτισμα, ἤ, ἂν τὸ χάσαμε, νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε πάλι, ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε καρδιὰ καθαρὴ καὶ σῶμα ἁγνό, ἀμόλυντο δηλαδὴ ἀπὸ κάθε σαρκικὴ ἁμαρτία.
Καρδιὰ καὶ σῶμα πρέπει νὰ εἶναι ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ σ’ ὅποιον ἔχει καθαρὴ καρδιὰ καὶ ἀμόλυντο σῶμα, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ μπεῖ καὶ θὰ κυριέψει τὴν ψυχή του. Φτάνει νὰ μὴν ἔχει ἀποθέσει ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς τὴν ἐλπίδα του στὰ καλά του ἔργα καὶ νὰ μὴν καυχιέται γι’ αὐτά, νὰ μὴ νομίζει δηλαδὴ ὅτι δικαιωματικὰ πρέπει νὰ λάβει τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σὰν ἀμοιβὴ ποὺ τοῦ χρωστάει ὁ Θεός.
Ἂν ἐσὺ εἶχες τὴν ἀτυχία νὰ κηλιδώσεις τὴν καρδιά σου καὶ νὰ φθείρεις τὸ σῶμα σου μὲ τὴν ἁμαρτία, ἀγωνίσου νὰ καθαριστεῖς μὲ τὴ μετάνοια. Πάψε ν’ ἁμαρτάνεις, μετανόησε μὲ συντριβὴ καὶ ἄρχισε νὰ ζεῖς μὲ περισσότερη προσοχή. Ἔτσι θ’ ἀξιωθεῖς ν’ ἀπολαύσεις τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.


2. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ σίγουρα μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἅγιου Πνεύματος εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη.
Ἔστω κι ἂν εἶσαι ἄνθρωπος τίμιος, καλός, δίκαιος καὶ σπλαχνικός, ἔστω κι ἂν τηρεῖς ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, νὰ θεωρεῖς παντοτινὰ τὸν ἑαυτό σου σὰν ἕναν ἀνάξιο δοῦλο Του, σὰν ἕνα ἐργαλεῖο στὰ χέρια Του, ἐργαλεῖο μὲ τὸ ὅποιο Ἐκεῖνος ἐνεργεῖ. Ἄλλωστε, φτάνει μία πιὸ προσεκτικὴ ματιὰ στὰ καλά μας ἔργα, ἀκόμα καὶ στὶς μεγαλύτερες ἀρετές μας, γιὰ νὰ δοῦμε πόσο λίγο ἀξίζουν νὰ λέγονται χριστιανικὲς ἀρετές. Πόσες φορές, λ.χ., δίνουμε ἐλεημοσύνη, ἂν ὄχι ἀπὸ ματαιοδοξία καὶ φιλαυτία, ὁπωσδήποτε ὅμως ἀπὸ ἰδιοτέλεια, σὰν τοκογλύφοι, ἐλπίζοντας δηλαδὴ ὅτι γιὰ ἕνα νόμισμα ποὺ δώσαμε στὸν φτωχό, θὰ πάρουμε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἑκατὸ ἢ χίλια;
Ταπεινοφροσύνη εἶναι καὶ κάτι ἄλλο, τὸ νὰ ὑπομένεις καρτερικὰ καὶ ἀγόγγυστα ὅλες τὶς θλίψεις, λύπες καὶ δυστυχίες, θεωρώντάς τες σὰν τιμωρία γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου. Νὰ μὴ λές, Ἀλίμονο στὴ συμφορά μου!”, ἀλλὰ “Καὶ λίγα εἶναι τοῦτα γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου!”. Καὶ νὰ ζητᾶς ἀπὸ τὸ Θεό, ὄχι τόσο νὰ σὲ ἀπαλλάξει ἀπὸ τὶς δοκιμασίες, ὅσο νὰ σοῦ δώσει δύναμη γιὰ νὰ τὶς ὑπομένεις.


3. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μποροῦμε νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε ἐπίσης μὲ τὴν ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεὸς μιλάει πολὺ καθαρά, μὲ τρόπο σαφὴ καὶ κατανοητό. Ἔτσι μποροῦμε ν’ ἀκοῦμε τὴ φωνή του σὲ κάθε τόπο καὶ χρόνο καὶ περίσταση. Φτάνει μόνο νὰ ἔχουμε αὐτιὰ γιὰ ν’ ἀκοῦμε. Εἶσαι λ.χ., δυστυχισμένος; Σὲ ἀδίκησε κάποιος; Πέθανε ἕνας συγγενής σου; Εἶσαι ἄρρωστος, λυπημένος ἢ μελαγχολικὸς χωρὶς καμιὰ φανερὴ αἰτία, ὅπως συμβαίνει συχνὰ σὲ ὅλους μας; Σ’ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις μπορεῖς ν’ ἀκούσεις τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ σοῦ λέει νὰ συνέλθεις καί, ἀντὶ νὰ στηρίζεσαι στοὺς ἀνθρώπους ἢ νὰ ζητᾶς παρηγοριὰ στὶς διασκεδάσεις καὶ τὰ ξεφαντώματα, νὰ γυρίσεις μετανοημένος σ’ Αὐτόν, νὰ ζητήσεις παρηγοριὰ καὶ βοήθεια μόνο ἀπ’ Αὐτόν.
Ἂν πάλι καλοπερνᾶς, ἂν ἔχεις ἄφθονα ἀγαθὰ καὶ καμιὰν ἀνάγκη, ἂν οἱ ὑποθέσεις σου ὅλες ἐξελίσσονται θετικά, ἂν δὲν γνωρίζεις πόνο καὶ θλίψη, ἀλλὰ μόνο χαρά, καὶ μάλιστα χαρὰ πνευματική, ὅλα τοῦτα εἶναι τοῦ Θεοῦ φωνή, ποὺ σὲ παρακινεῖ ν’ ἀγαπᾶς μ’ ὅλη σου τὴν καρδιὰ τὸν Εὐεργέτη σου, νὰ Τὸν εὐχαριστεῖς μ’ ὅλη σου τὴ δύναμη καὶ νὰ μὴν ξεχνᾶς, ὅταν ἀπολαμβάνεις τ’ ἀγαθὰ αὐτοῦ τοῦ κόσμου, νὰ βοηθᾶς καὶ τοὺς δικούς Του ἄσημους ἀδελφούς, δηλαδὴ τοὺς φτωχούς. Νὰ μὴν ξεχνᾶς ἀκόμα, πῶς τὰ ἀληθινὰ ἀγαθὰ καὶ ἡ αἰώνια χαρὰ βρίσκονται στὸν οὐρανὸ καὶ προέρχονται ἀπ’ Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ κάθε ἀγαθοῦ καὶ κάθε χαρᾶς.
Ἂν εἶναι παρανομία ἡ περιφρόνηση ἑνὸς ἐπίγειου ἄρχοντα, πόσο μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶναι ἡ περιφρόνηση τοῦ οὐράνιου Βασιλιᾶ! Ἂν δὲν προσέξουμε, μπορεῖ ὁ Θεός, μετὰ τὶς ἀναρίθμητες ὀχλήσεις καὶ τὶς ἐπανειλημμένες προσκλήσεις Του, νὰ μᾶς ἐγκαταλείψει σὰν πεισματάρικα παιδιά. Θὰ μᾶς ἀφήσει τότε νὰ κάνουμε ὅ,τι θέλουμε. Ἀλλὰ μετὰ ἀπ’ αὐτὸ ὁ νοῦς μας λίγο-λίγο θὰ σκοτιστεῖ τόσο πολύ, ὥστε καὶ οἱ φοβερότερες ἀκόμη ἁμαρτίες δὲν θὰ μᾶς φαίνονται παρὰ ἀναπόφευκτες ἀδυναμίες τῆς ἀνθρώπινης φύσεώς μας. Ὅσο, λοιπόν, ὠφέλιμο καὶ σωτήριο εἶναι τὸ ν’ ἀκοῦμε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, τόσο ἐπικίνδυνο καὶ καταστροφικὸ εἶναι τὸ νὰ μὴν τῆς δίνουμε σημασία.


4. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Τὸ παίρνουμε ἀκόμα μὲ τὴν προσευχή. Εἶναι ὁ πιὸ ἁπλὸς καὶ ἀποτελεσματικὸς τρόπος, ποὺ μπορεῖ νὰ τὸν χρησιμοποιεῖ ὁ καθένας μας ὁποιαδήποτε ὥρα.
Ὅπως γνωρίζουμε, ἡ προσευχὴ εἶναι ἐξωτερικὴ καὶ ἐσωτερική. Ὅποιος προσεύχεται κάνοντας γονυκλισίες, κάνει ἐξωτερικὴ προσευχή. Καὶ ὅποιος μὲ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του ἀπευθύνεται στὸ Θεὸ πασχίζοντας νὰ Τὸν ἔχει ἀκατάπαυστα στὸ λογισμό του, κάνει ἐσωτερικὴ προσευχή.
Ὅλοι ξέρετε ποιὸς ἀπὸ τοὺς δυὸ αὐτοὺς τρόπους προσευχῆς εἶναι ὁ πιὸ καλός, ὁ πιὸ καρποφόρος, ὁ πιὸ εὐάρεστος στὸν Κύριο. Ξέρετε, ἐπίσης, ὅτι μποροῦμε νὰ προσευχόμαστε παντοῦ καὶ πάντοτε, ἀκόμα καὶ τότε ποὺ μᾶς καταβάλλει ἡ ἁμαρτία. Μποροῦμε νὰ προσευχόμαστε καὶ ὅταν δουλεύουμε καὶ ὅταν ξεκουραζόμαστε, τὶς γιορτὲς καὶ τὶς καθημερινές, ὄρθιοι, καθιστοὶ ἢ ξαπλωμένοι.
Ἐδῶ χρειάζεται νὰ σᾶς πῶ μόνο, ὅτι, μολονότι ἡ ἐσωτερικὴ προσευχὴ εἶναι τὸ πιὸ ἰσχυρὸ μέσο γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς θείας χάριτος, δὲν πρέπει ν’ ἀφήνουμε καὶ τὴν ἐξωτερικὴ προσευχή, καὶ μάλιστα τὴν κοινὴ θεία λατρεία. Πολλοὶ λένε: “Γιατί νὰ πάω στὴν ἐκκλησία; Μπορῶ καὶ στὸ σπίτι νὰ προσευχηθῶ. Ἐκεῖ περισσότερο ἁμαρτάνεις παρὰ προσεύχεσαι”. Ἀλλὰ τί τοὺς κάνει, νομίζετε, νὰ μιλοῦν ἔτσι; Ἡ καλή τους γνώση ἢ ἡ ὀρθή τους κρίση; Καθόλου! Ἀπεναντίας, ἡ τεμπελιὰ καὶ ὁ ἐγωισμός τους. Εἶναι ἀλήθεια, βέβαια, ὅτι μερικὲς φορὲς συμβαίνει, δυστυχῶς, νὰ εἴμαστε μέσα στὴν ἐκκλησία καὶ ν’ ἁμαρτάνουμε. Αὐτό, ὅμως, δὲν γίνεται ἐπειδὴ ἤρθαμε στὴν ἐκκλησία, μὰ ἐπειδὴ ἤρθαμε μὲ διάθεση ἀκατάλληλη, ὄχι γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε, μὰ γιὰ ἄλλα! Καὶ γιὰ νὰ πεισθεῖτε, κοιτάξτε ἐκείνους πού, μὲ τὶς παραπάνω προφάσεις, δὲν ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Μήπως προσεύχονται στὸ σπίτι τους; Κάθε ἄλλο!
Εἴπαμε πρίν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, δὲν μπορεῖ νὰ προσευχηθεῖ ἀληθινά. Πράγματι, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ κανεὶς ὅπως πρέπει, χρειάζεται πολὺς κόπος, μεγάλος ἀγώνας. Δὲν εἶναι δυνατὸν ἀμέσως ἢ ἔστω σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα νὰ κατευθύνει τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του στὸ Θεό. Ἀλλά, ὅμως, τί ἀποκτιέται στὸν κόσμο τοῦτο εὔκολα, γρήγορα καὶ ἄκοπα; Ποιὰ τέχνη, ποιὰ ἐπιστήμη, ποιὰ πνευματικὴ παρηγοριά; Γι’ αὐτὸ νὰ προσεύχεσαι. Ἀκόμα κι ἂν στὴν προσευχή σου βλέπεις πολὺ κόπο καὶ καμιὰ εὐχαρίστηση, νὰ προσεύχεσαι μὲ ἐπιμέλεια καὶ ζῆλο. Νὰ συνηθίζεις τὸν ἑαυτό σου στὴν προσευχὴ καὶ τὴ συνομιλία μὲ τὸ Θεό. Νὰ προσπαθεῖς, ὅσο μπορεῖς, νὰ συμμαζεύεις καὶ νὰ ἐλέγχεις τὶς σκορπισμένες σου σκέψεις. Ἔτσι, σιγὰ σιγά, ἡ προσευχή σου θὰ γίνεται ὅλο καὶ πιὸ εὔκολη. Θ’ ἀρχίσεις κι ἐσὺ νὰ αἰσθάνεσαι μία γλυκειὰ παρηγοριά. Καὶ ἂν κάνεις εἰλικρινὴ προσπάθεια, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, βλέποντας τὴν ἀγωνιστικότητά σου καὶ τὴ γνησιότητα τοῦ πόθου σου, γρήγορα θὰ σὲ βοηθήσει. Καὶ ἀφοῦ μπεῖ μέσα σου, θὰ σοῦ διδάξει τὴν ἀληθινὴ προσευχή.
Ὁ Θεὸς μᾶς ζητάει νὰ προσευχόμαστε ἀδιάκοπα (Α’ Θεσσ. 5:17). Πολλοὶ λένε: “Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ προσευχόμαστε ἀδιάκοπα, ἀφοῦ ζοῦμε στὸν κόσμο; Ἂν ἀσχοληθοῦμε μόνο μὲ τὴν προσευχή, πότε θὰ ἐκπληρώσουμε τὶς ὑποχρεώσεις μας καὶ θ’ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὶς δουλειές μας;”.
Δὲν μποροῦμε, βέβαια, νὰ κάνουμε ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἐξωτερικά, νὰ στεκόμαστε δηλαδὴ πάντοτε σὲ στάση προσευχῆς, γιατί πρέπει καὶ νὰ δουλέψουμε καὶ πολλὲς ἄλλες ἀνάγκες μας νὰ ἱκανοποιήσουμε. Ὅποιος, ὅμως, συναισθάνεται τὴν ἐσωτερική του φτώχεια, δὲν θὰ πάψει νὰ προσεύχεται, ὅ,τι κι ἂν κάνει. Ὅποιος θερμὰ ποθεῖ νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, θὰ βρεῖ τὴν εὐκαιρία καὶ τὸ χρόνο νὰ προσεύχεται, τόσο ἐσωτερικὰ ὅσο καὶ ἐξωτερικά. Ἀκόμα κι ὅταν ἐργάζεται βαριὰ καὶ ἀκατάπαυστα, θὰ βρεῖ καιρὸ νὰ μιλήσει στὸ Θεό. Δὲν βρίσκει καιρὸ νὰ προσευχηθεῖ μόνο ἐκεῖνος ποὺ δὲν θέλει νὰ προσευχηθεῖ.
Μερικοὶ πιστεύουν ὅτι προσευχὴ μπορεῖ νὰ γίνεται μόνο ἀπὸ βιβλία. Καλὸ εἶναι, βέβαια, ἂν μπορεῖς, νὰ ἱκετεύεις καὶ νὰ δοξολογεῖς τὸ Θεὸ μὲ τὰ λόγια τῶν ψαλμῶν καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων. Ἄν, ὅμως, εἶσαι ἀγράμματος, τότε φτάνει νὰ μάθεις τὶς κυριότερες προσευχές, μὲ πρώτη τὴν Κυριακὴ προσευχή, δηλαδὴ τὸ «Πάτερ ἡμῶν». Σ’ αὐτὴ τὴν προσευχή, ποὺ μᾶς τὴν παρέδωσε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ἀναφέρονται ὅλες οἱ ἀνάγκες μας. Ἄν, πάλι, οἱ περιστάσεις δὲν ἐπιτρέπουν νὰ προσευχηθεῖς γιὰ ἀρκετὴ ὥρα, τότε λέγε μερικὲς ἁπλὲς καὶ σύντομες προσευχές, ὅπως, «Κύριε, ἐλέησον», «Θεέ μου, βοήθησέ με», «Κύριε, συγχώρεσέ με», «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν».


5. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἅγιους πατέρες εἶπε: ” Ἂν θέλεις ἡ προσευχή σου ν’ ἀνεβεῖ κατευθείαν στὸ Θεό, δῶσε της δυὸ φτερά, τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐλεημοσύνη “. Κυρίως μ’ αὐτὲς τὶς δυὸ πρακτικὲς ἀρετὲς πραγματοποιεῖται ἡ καθημερινὴ αὐταπάρνηση.
Νηστεία γενικὰ καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἐγκράτεια καὶ ὁ αὐστηρὸς μετριασμὸς στὴ χρήση τῆς τροφῆς.
Σκοπὸς τῆς νηστείας εἶναι νὰ ταπεινώσει καὶ νὰ ἐλαφρύνει τὸ σῶμα, κάνοντάς το ἔτσι πιὸ ὑπάκουο στὴν ψυχή.
Γιατί ἕνα χορτάτο καὶ παχύσαρκο σῶμα ζητάει εὐκολίες καὶ ἀνέσεις, μᾶς κάνει ράθυμους καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ συλλογιζόμαστε τὸ Θεό. Δένει τὴν ψυχή, τὴν πνίγει, τὴν κάνει ὅ,τι θέλει.
Ἀλλὰ νηστεύοντας σωματικά, πρέπει συνάμα νὰ νηστεύεις καὶ ψυχικά: Νὰ φυλᾶς τὴ γλώσσα σου ἀπὸ κάθε κακὸ ἢ ἀνώφελο λόγο. Νὰ κυριαρχεῖς στὶς ἐπιθυμίες σου. Νὰ ξεριζώνεις τὰ πάθη σου.
Ὅσο γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη, ἐμεῖς συνήθως ὀνομάζουμε ἔτσι τὴ βοήθεια ποὺ δίνουμε στοὺς φτωχούς. Δὲν εἶναι, ὅμως, μόνο αὐτή. Ἐλεημοσύνη εἶναι κάθε πράξη ἀγάπης καὶ εὐσπλαχνίας: Νὰ δώσει κανεὶς τροφὴ στὸν πεινασμένο, νὰ δώσει νερὸ στὸν διψασμένο, νὰ ντύσει τὸν γυμνό, νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν ἄρρωστο καὶ τὸν φυλακισμένο, νὰ φιλοξενήσει τὸν ἄστεγο, νὰ περιθάλψει τὸ ὀρφανὸ κ.λπ.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη σου ἀληθινή, ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ κάνεις χωρὶς νὰ καυχιέσαι, χωρὶς νὰ ζητᾶς τὸν ἔπαινο τῶν ἄνθρωπων καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη ἐκείνων ποὺ εὐεργετεῖς.


6. Ἕνας ἄλλος τρόπος, μὲ τὸν ὅποιο μποροῦμε νὰ πάρουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι, ὅπως εἴπαμε, ἡ ἀνάγνωση καὶ ἀκρόαση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ἡ Ἅγια Γραφὴ εἶναι γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἕνα θησαυροφυλάκιο, ἀπ’ ὅπου μπορεῖ νὰ ἀντλήσει φῶς καὶ ζωή• φῶς, ποὺ φωτίζει καὶ σοφίζει, καὶ ζωή, ποὺ ζωογονεῖ καὶ παρηγορεῖ καὶ εὐφραίνει. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολυτιμότερα δῶρα τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, μία μεγάλη εὐεργεσία, ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ καθένας μπορεῖ νὰ ὠφεληθεῖ, φτάνει μόνο νὰ τὸ θελήσει. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἡ θεία σοφία, μία σοφία τόσο θαυμαστὴ καὶ ἐξαιρετική, ποὺ μπορεῖ νὰ τὴν κατανοήσει ὁ πιὸ ἁπλὸς κι ἀγράμματος ἄνθρωπος. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς πολλοὶ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, διαβάζοντας ἢ ἀκούγοντας τὴν Ἁγία Γραφή, ἔγιναν εὐσεβεῖς καὶ ἔλαβαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐνῶ ἀπεναντίας ἄλλοι, καὶ μάλιστα μορφωμένοι, μελετώντάς την, πλανήθηκαν καὶ χάθηκαν. Αὐτὸ ἔγινε, γιατί οἱ πρῶτοι τὴ διάβαζαν μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς, χωρὶς ὀρθολογιστικὰ ψιλολογήματα, ἐπιδιώκοντας νὰ πλουτίσουν ὄχι σὲ γνώση ἀνθρώπινη, ἀλλὰ σὲ χάρη καὶ δύναμη καὶ Πνεῦμα Θεοῦ, ἐνῶ οἱ δεύτεροι, νομίζοντας πῶς εἶναι σοφοὶ καὶ πῶς τὰ ξέρουν ὅλα, ζητοῦσαν στὴ Γραφὴ ὄχι τὴ δύναμη καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὴ σοφία τοῦ κόσμου.
 

7. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Τὸ ἀποκτοῦμε, τέλος, μὲ τὴ συμμετοχὴ στὰ ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ κατεξοχὴν μὲ τὴ θεία κοινωνία.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε: «Ὅποιος τρώει τὴ σάρκα μου καὶ πίνει τὸ αἷμα μου, εἶναι ἑνωμένος μαζί μου κι ἐγὼ μαζί του. Αὐτὸς ἔχει ζωὴ παντοτινή. Καὶ ἐγὼ θὰ τὸν ἀναστήσω τὴν ἔσχατη ἡμέρα» (πρβλ. Ἰω. 6:56-54). Ὅποιος, δηλαδή, ἄξια κοινωνεῖ τὰ ἅγια μυστήρια, ἑνώνεται μὲ τὸν Κύριο. Καὶ ὅποιος μὲ ἀληθινὴ μετάνοια, καθαρὴ καρδιά, θεῖο φόβο καὶ ἀκράδαντη πίστη παίρνει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου, παίρνει συνάμα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πού, μπαίνοντας στὸν ἄνθρωπο, τὸν ἑτοιμάζει νὰ δεχτεῖ καὶ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὸ Θεὸ Πατέρα, νὰ γίνει δηλαδὴ ναὸς καὶ κατοικητήριο τοῦ ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἀπεναντίας, ὅποιος κοινωνεῖ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἀνάξια, μὲ ψυχὴ ἀκάθαρτη, μὲ καρδιὰ γεμάτη κακία, ἐκδικητικότητα καὶ μίσος, ὄχι μόνο δὲν παίρνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ γίνεται προδότης, ὅπως ὁ Ἰούδας, καὶ σταυρώνει τὸ Χριστὸ γι’ ἄλλη μία φορά.
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτοὺς ποὺ ἄξια τὸ μεταλαβαίνουν, εἶναι τὸ φάρμακο ποὺ θεραπεύει κάθε ἀσθένεια καὶ κάθε ἀδυναμία. Καὶ ποιὸς ἀπὸ μᾶς εἶναι σὲ κατάσταση τέλειας ὑγείας; Ποιὸς δὲν χρειάζεται θεραπεία, ἀνακούφιση καὶ παρηγοριά;
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ τροφή μας στὸ δρόμο πρὸς τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μπορεῖ ποτὲ νὰ ξεκινήσει κανεὶς γιὰ μεγάλη καὶ κοπιαστικὴ πορεία χωρὶς τροφή;
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁρατὸ ἁγιαστικὸ μέσο, ποὺ μᾶς τὸ κληροδότησε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ μᾶς τὸ ἄφησε γιὰ τὸν ἁγιασμό μας. Ποιὸς δὲν θὰ ἤθελε νὰ γίνει μέτοχος σὲ μία τέτοια κληρονομιὰ καὶ ν’ ἁγιαστεῖ;
Μὴν ἀμελεῖτε, λοιπόν, νὰ πλησιάζετε στὸ Ποτήριο τῆς ζωῆς. Ἀλλὰ νὰ πλησιάζετε μὲ φόβο Θεοῦ καὶ πίστη. Ὅποιος ἀρνεῖται ἢ ἀμελεῖ νὰ κοινωνήσει, δὲν ἀγαπάει τὸ Χριστό, γι’ αὐτὸ οὔτε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ λάβει οὔτε στὴν οὐράνια βασιλεία θὰ μπεῖ.
Αὐτά, λοιπόν, εἶναι τὰ μέσα, μὲ τὰ ὅποια μποροῦμε ν’ ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα: καθαρὴ καρδιὰ καὶ ἁγνὴ ζωή, ταπεινοφροσύνη, ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, προσευχή, αὐταπάρνηση, μελέτη τῶν ἱερῶν βιβλίων, θεία κοινωνία.
Τὸ καθένα ἀπ’ αὐτὰ τὰ μέσα ἀρκεῖ, βέβαια, καὶ μόνο του γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Μὰ εἶναι πιὸ καλὸ καὶ πιὸ ἀποτελεσματικὸ νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε ὅλα μαζί. Τότε, χωρὶς καμιὰν ἀμφιβολία, θὰ λάβουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ θὰ γίνουμε ἅγιοι!
Τελειώνοντας, πρέπει νὰ ποῦμε, ὅτι, ἂν κάποιος ἀξιωθεῖ νὰ λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ στὴ συνέχεια πέσει σὲ ἁμαρτία, Τὸ διώχνει ἀπὸ μέσα του. Καὶ τότε, ὅμως, ἂς μὴν ἀπελπιστεῖ, ἂς μὴ νομίσει ὅτι χάθηκαν ὅλα. Ὅσο πιὸ γρήγορα μπορεῖ, ἂς προσπέσει στὸ Θεὸ μὲ θέρμη, μὲ μετάνοια, μὲ προσευχή. Καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἐπιστρέψει μέσα του.


ΠΗΓΗ.Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ . Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου

Χαιρετισμοί Ὁσίου Παχωμίου ἐν Χίῳ


Κοντάκιον. χος πλ. δ΄. Τ περμάχ.
Τν ωμαλέον, πρν εέξαπτον κα ετολμον, τς Χίου γόνον, θεία χάρις ν λλοίωσε, κα νέδειξε φωστρα τν μονοτρόπων, ς σπηλαίου Προβατείου ρους σέμνωμα κα ταμεον παθείας εφημήσωμεν πόθ κράζοντες· Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Ο Οκοι.
γγελος ν τ Χί διαλάμψας σκήσει, Παχώμιε τρισμάκαρ, δείχθης (κ γ΄ ), Προβατείου το ρους φανός, κα τριν Πατέρων ερς Σκήτεως δομήτωρ παμφαέστατος· διό σοι κβομεν πίστει·
Χαρε, τς Χίου βλαστς θεος·
χαρε, σίου γνος τύπος.
Χαρε, στρ τς λάτης πάμφωτος·
χα
ρε, φωστρ ρετς τρισμέγιστος.
Χαρε, ργανον τς χάριτος το Κυρίου επρεπές·
χαρε, διστον χρηστότητος ον ντως εανθές.
Χαρε, Σκήτεως , θείας ν σπηλαί δομήτωρ·
χαρε, πόλεως νω θεοφόρος οκήτωρ.
Χαρε, Χριστο θεράπων θερμότατος·
χα
ρε, χθρο μανίας λεθρος.
Χαρε, πυρσς τν Χον πυρσεύων·
χαρε, σκηπτς τν χθρν κατακαίων.

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Βλάστημα τς λάτης, το νθνος τς Χίου, Παχώμιε, ρτίως ζύγων, κατεκόσμησας σ ρετ, κα σκληραγωγί τς σαρκς τάγματα, ανοντα τν Θεάνθρωπον κα πίστει κραιφνε βοώντα·

λληλούϊα.

Γάνυται σος σπαργάνοις μυρίπνοος Χίος, κα χαίρει το Χριστο κκλησία, σος καμάτοις πρς διαγωγήν, ν Χριστ ρίστην, πάτερ Παχώμιε, κα πάντες ο φιλόσιοι τιμντές σε πιστς βομεν·
Χαρε, μύστης Χριστο γάπης·
χαρε, λέτης χθρο πάτης.
Χαρε, κκλησίας νεόφυτον νθισμα·
χαρε, παθείας νεόφωτον πύρσευμα.
Χαρε, τι νεπτέρωσας τν σν νον πρς ορανν·
χαρε, τι κατεμίσησας πν γεδες κα φθαρτόν.
Χαρε, τν ρθοδόξων μοναστν κοσμιότης·
χα
ρε, εσεβοφρόνων δηγς κα προστάτης.
Χαρε, σίων νέον γλάϊσμα·
χαρε, πατέρων Χίου τ σέμνωμα.
Χαρε, κινυρ Θεο τς σοφίας·
χαρε, λύρα τς θεογνωσίας·
                                                   
                        Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Δύναμιν πιδείξας ν Κωνσταντινουπόλει, νεότητος παράτολμον πάτερ, δι᾿ κούσιον φόνον ερκτ νεκλείσθης, νθα τ Χριστ δωκας πόσχεσιν, Παχώμιε, Ατ εαρεστσαι ψάλλων·

λληλούϊα.


δραμες κουσίως μετ τν κ δεσμν σου, δραπέτευσιν ες Τόπους γίους, ος γίασαν πόδες Χριστο, κα μονν το Σάββα το σεπτο κησας, ν τ σχμα λαβες, ζύγων νν θερμς βοώντων·
Χαρε, μισήσας γεώδη πάντα·
χαρε, ποθήσας θερμς τ θεα.
Χαρε, Δεξις το ψίστου λλοίωσις·
χαιρε, νοερς προσευχς ποτύπωσις.
Χαρε, τι ξ γκλήματος νεδύθης το βυθο·
χαρε, τι κ συστήματος νεστήθης χοϊκο.
Χαρε, Πνεύματος θείου σωθες συνεργεία·
χαρε, το Παρακλήτου λυτρωθες πιπνοία.
Χαρε, κρατρ κιρνν μεταμέλειαν·
χαρε, πρηστήρ καίων τν γνοιαν.
Χαρε, ανς σωστικς μετανοίας·
χαρε, παγς τς χθίστου μανίας·

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Ζήλ Χριστο γάπης πυρπολούμενος πσαν κατέστειλας ρμν το σαρκίου κα νέτεινας νον προσευχας σας διαλείπτοις πρς Ατόν, σιε Παχώμιε, κραζες κάστοτε ν κατανύξει·

λληλούϊα.

σχυνας γωγή σου θεαρέστω ρτίως, Παχώμιε, τ γένος νθρώπων, τν πτερνίζοντα κα σκητν θεοφόρων φθης ερν κτυπον· δι σ μακαρίζοντες βομέν σοι ξιόχρεως·
Χαρε, λύχνος φωτς ΰλο·
χαρε, στλος λαο τς Χίου.
Χαρε, θείου Σάββα μονς νδιαίτημα·
χαρε, τς λάτης εὐῶδες κβλάστημα.
Χαρε, τι νεπτέρωσάς σου τν νον πρς ορανόν·
χαρε, τι κατεπάτησας σ σκήσει τν χθρόν.
Χαρε, νασκούμενων θεαρέστως τ εχος·
χαρε, τν κλονουμένων διάσειστος στλος.
Χαρε, λαμπς Θεο γαπήσεως·
χαρε, ψεκς ψυχν κατανύξεως.
Χαρε, σαρκς κατατήξεως κέρας·
χα
ρε, φανς μετανοίας κα σέλας·

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Θείαν τρβον νύσας ρετς πρς τν κτσιν, Παχώμιε, κα νψιν ν μάνδρ το θεόφρονος Σάββα, κανν ταπεινοφροσύνης κα εχς πέφηνας κειμήλιον τ Κτίσαντι νυχθήμερον ψάλλων μνον·

λληλούϊα.

ασμε κτησίας, προσευχς, παθείας, Παχώμιε, κα πάντων νύλων ποτάξεως, θείαις δμας τς πακος σου εσεβες ηφρανας ρντας σιότητα το βίου σου κα κβοντας·
Χαρε, πάτης σαυτν μακρύνας·
Χαρε, τς λης τν νον χωρίσας.
Χαρε, φωτομορφν γγέλων μόζηλος·
χαρε, τν σίων πατέρων μόστεφος.
Χαρε, φλόγα δεξάμενος ν ψυχ ζωοποιόν·
χαρε, πάντα παρωσάμενος π γς δι Χριστόν.
Χαρε, το Προβατείου το σπηλαίου οκήτωρ·
χαρε, το φιλοσίου δήμου ντως κοσμήτωρ.
Χαρε, πατρ ζύγων θειότατος·
χα
ρε, νρ ν πσι θεόληπτος
Χαρε, πολλος πρς τν νίκην λείφων·
χαρε, πιστος πρς τν πόλον θύνων.

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Κπον χρηστοηθείας σν ψυχν ναδείξας κα εοσμον γάπης λειμνα πρς Θεν κα πλησίον, σεπτ σκητά, τ όδα τς δμ νθησας, Παχώμιε, κα ηφρανας τν Χίων τος χορος ψαλλόντων·

λληλούϊα.

Λάμπων πακος σου τας κτσι σκοτίαν, σκέδασας θελήματος τάχος το οκείου σο κα τς σοφς ήσεις Γέροντός σου, σκητ σιε, ς νάματα θεόβλυτα, δέξω, θεν σοι βομεν·
Χαρε, εκν γωνιζομένων·
χαρε, κανν τν νασκούμενων.
Χαρε, νήσου Χίου νέος διάκοσμος·
χαρε, το ψίστου γάπης θρίαμβος.
Χαρε, τι καθηγίασας Χίον σ διαγωγ·
χαρε, τι πευλόγησας μονάζουσας ν ατ.
Χαρε, τι κλάμπεις ρετν σου κτσιν·
χα
ρε, τι βραβεύεις σθένος σ τος τιμσι.
Χαρε, τρυφν μισήσας τν έουσαν·
χαρε, χλν λάσας σκοτίζουσαν.
Χαρε, εχς βάθρον κα παθείας·
χαρε, βαλβς τν πιστν σωτηρίας·

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Μέγιστε τν ρτίως ν τ Χί λαμψάντων, Παχώμιε, σίων πατέρων, πιστρέψας ες νσον τν σν ρους Προβατείου τ σεπτν σπήλαιον κατκησας, τ δύσβατον, Κυρί σιγήτως ψάλλων·

λληλούϊα.

Νέας μον
ς κτιτόρων, ωάννου, Νικήτα, σεπτέ, κα ωσήφ, νεδείχθης ζηλωτς πόνων σκητικν κα οκήτωρ ντρου το ατν, σιε Παχώμιε, πόμενος· δι σοι ν χορ βομεν·
Χαρε, κμν τς γκρατειας·
χαιρε, κώδων τς μετανοίας.
Χαρε, κοινοβίων σεπτν τ θεμέλιον·
χαρε, ορανίων χαρίτων κυάθιον.
Χαρε, ριστος διδάσκαλος Νεκταρίου το σεπτο·
χαρε, σάπφειρος πολύτιμος μονοτρόπων το χορο
Χαρε, κόσμον ξ πνου αθυμίας γειρν·
χαρε, στρον τν τρβον ορανν δεικνύων.
Χαρε, σίων νέων πόδειγμα·
χαρε, πατέρων νήψεως γαλμα.
Χαρε, πρς πόλον πιστν κατευθύντωρ·
χαιρε, μερόπων ταχς παρακλήτωρ·

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε,

Ξύλου παπολαύεις τς ζως ν τ πόλ, μο σν φίλ σ Νεκταρί, κα ν σκάμματι πνευματικ μαθητ, λείπτ, πάτερ Παχώμιε, κα ποδηγ πρς θέωσιν, μεθ᾿ ο διαλείπτως ψάλλεις·

λληλούϊα.

σιε θεοφόρε, σος τιμίοις δρσιν νήγειρας ναν ν λάτ, σ πατρίδι, τ πανσθενουργ κα σεπτ Τριάδι, μάκαρ Παχώμιε,
συμπολιτν σου στόματα νοίγων κβοάν σοι πόθ·
Χαρε, Τριάδος ερομύστης·
χαρε, πάντων κ βλάβης ύστης.
Χαρε, σιότητος θεον σφράδιον·
χαρε, γιότητος μπνουν κειμήλιον.
Χα
ρε, βάσις θείας πίστεως το Χριστο νεοπαγής·
χαρε, πασις το λάστορος πηρείας π γς.
Χαρε, τν ν τ Χί εσεβν εφροσύνη·
χαρε, τν πλανωμένων κα κακν φροσύνη.
Χαρε, πυρσς λαμπρς γρηγόρσεως·
χαρε, φρουρς μονν σο θεόσδοτος.
Χαρε, πατρίδος τς σς εεργέτης·
χαιρε, Τριάδος σεπτς πηρέτης·

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Πέλαγος το παρόντος διαπλεύσας σίως, Παχώμιε θεόσοφε, βίου, κ τς δίνης νόμων παθν σοι τν προστρεχόντων τς ψυχς σωσας κα ρμον πρς χείμαστον κατηύθυνας τος μελδοντας·

λληλούϊα.

εύμασι σν δρώτων Κωνταντίν Μεγάλ, δόμησας σεπτν παρθεννα, ν τ Χί, ν ο χοροί, εσεβν παρθένων κλινς Κύριον, Παχώμιε, δοξάζουσι κα σοι πανευλαβς βοσι·
Χαρε, σιος ν πατράσι·
χα
ρε, πάμφωτος ν στράσι.
Χαρε, φωταυγείας τς θείας μάρυγμα·
χαρε, μετανοίας εὐῶδες κατάλυμα.
Χαρε, στλος γιότητος ληθς νεοφανς·
χαρε, πύργος πιγνώσεως το Θεο νεοπαγής.
Χαρε, θείων γώνων κριβς ποφήτης·
Χαρε, νέων ζύγων πρς τ κρείττω λείπτης.
Χαρε, φωστρ ΰλν λλάμψεων·
χαρε, δοτρ παντοίων άσεων
Χαρε, μόζηλων θείων πατέρων·
χαρε, συνόμιλος τν ρχαγγέλων.

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Στήριγμα μονοτρόπων κα πιστν νήσου Χίου, Παχώμιε, δεινς κλονουμένων, βακτηρία σν λόγων σοφν κα νουθεσιν σου πλανν, γιε, στήριξας κα πιθες ατος ν κατανύξει κράζειν·
λληλούϊα.

Τν ματαίων φροντίδων ποφθες περόπτης, Παχώμιε, ν χρόνοις σχάτοις, πεθύμεις ν βί τ σ πάντα τ ν πόλ κα ε μένοντα· δι σ μακαρίζοντες κραυγάζομεν φωνας ασίαις·
Χαρε, πλοτος τς παθείας·
χαρε, τ μένος τς πειθείας.
Χαρε, ποθήσας ν βί τ ἄῤῥευστα·
χαρε, διδάξας ν κόσμ τ κρείττονα.
Χαρε, νέκταρ σιότητος τρυγήσας δαψιλς·
χαρε, μαρ θείας γνώσεως νατείλας ληθς.
Χαρε, τν ψυχοτροφν κμαγεον γώνων·
χαρε, τν χριστωνύμων ποδηγέτης πρς πόλον.
Χαρε, Χριστο δοχεον τς χάριτος·
χαρε, Ατο εκλείας συμμέτοχος.
Χαρε, πιστν νήσου Χίου τ κλέος·
χαρε, μν τν τιμώντων σ σθένος.

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

μνοις Χριστν δοξάζων σθενείας ν κλίν, Παχώμιε, δεινς σθενείας, καθυπέμεινας λγη καλς χων Νεκταρίου τς εχάς, γιε, το θαυμαστο παυσίπονον, μεθ᾿ ο σοι κβομεν πίστει·

λληλούϊα.

Φς, Παχώμιε θεε, νεαυγς κκλησίας, σφράγισας ν Χί τς κόρας, χοϊκν φθαλμν σου, λαμπρέ, να διανοίξς ν δμ δώμασιν, ατάς· διό, Παχώμιε, κραυγάζομεν ο σοι κέται·
Χαρε, χθονς πατρας λαμπρότης·
χαρε, παντς πιστοί; κοσμιότης.
Χαρε, τν σίων τν νέων συνόμιλος·
χαρε, τν πατέρων τν πάλαι σότιμος.
Χα
ρε, βάθος δυσαντίβλεπτον προσευχς καρδιακς·
χαρε, στέφος θεοκόσμητον σαγγέλου βιοτς.
Χαρε, τι τάφης ες τν Σκήτην Πατέρων·
χαρε, τι φωτίζεις τος χορος μονοτρόπων.
Χαρε, κτς Θεο γαθότητος·
χαρε, παγς παγκάκου λάστορος.
Χαρε, λαμπρς ταπεινώσεως τόμος·
χα
ρε, δεινς τν παθν ιζοτόμος·

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Χαρε, τν μονοτρόπων θεοφύτευτον δένδρον, Παχώμιε, κα ον εὐῶδες διακρίσεως, πομονς, προσευχς, νηστείας, ρετς, νήψεως κα κρας ταπεινώσεως, κραυγάζοντες Χριστ βομεν·

λληλούϊα.

Ψάλλοντες εχαρίστ γλώσσ πάντες καμάτους, ος τλης πρς τελείωσιν, Χίου νέε φύλαξ κα θεε φρουρέ, σς πιζητομεν προσευχάς, σιε Παχώμιε, πρς Κύριον κα κράζομεν ν ελαβεί·
Χαρε, σίων εκοσμία·
χαρε, τν Χίων εδοξία.
Χα
ρε, εσεβν παραστάτης κα πρόμαχος·
χαρε, σεβν τς φαυλότητος νειδος.
Χαρε, τι κατεπάτησας το σαρκίου δονάς·
χαρε, τι πεπόθησας ορανν λαμπρς σκηνάς.
Χαρε, ρμος ν βί γαληνς ποντουμένων·
χαρε, δόμος γάπης ληθς τρυχομένων.
Χαρε, λειμν μυρίπνοος νήψεως·
χαρε, εκν ψυχς καθαρότητος.
Χαρε, ταχς κετν σου κέστωρ·
χαρε, θερμς εσεβν παρακλήτωρ·

Χαίροις, μάκαρ Παχώμιε.

Παχώμιε, σκεος διαυγς Παρακλήτου, τς Χίου νεαυγέστατον σέλας, (κ γ΄) κλνον ος τας μν προσευχας, τν νευφημούντων σν σεπτν σκησιν, κα νυμνούντων σμασν φαιδρος τν γιάσαντά σε·
λληλούϊα.