Sunday, May 29, 2016

Η ειρήνη και η Χάρη του Θεού ( Αγιου Σιλουανού του Αθωνίτη )


 Όλοι επιθυμούν την ειρήνη, μα δεν ξέρουν πώς να την αποκτήσουν . Ο Μέγας Παΐσιος κυριεύθηκε από θυμό και παρακάλεσε τον Κύριο να τον ελευθερώσει από αυτό το πάθος. Ο Κύριος εμφανίστηκε σ’ αυτόν και του είπε : «Παΐσιε , αν θέλεις να μην οργίζεσαι, μην επιθυμείς τίποτε, μη κρίνεις και μη μισήσεις κανένα και θα έχεις την ειρήνη». Έτσι κάθε άνθρωπος που κάνει το θέλημά του να υποχωρεί έναντι του Θεού και των ανθρώπων, θα είναι πάντα ειρηνικός στην ψυχή. Όποιος όμως αγαπά να κάνει το θέλημά του, αυτός δεν θάχει ειρήνη .

Ψυχή που παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού υποφέρει εύκολα κάθε θλίψη και κάθε ασθένεια· γιατί τον καιρό της ασθένειας παραμένει στη θέα του Θεού και προσεύχεται : «Κύριε, Συ βλέπεις την ασθένειά μου. Εσύ ξέρεις πόσο αμαρτωλός και αδύνατος είμαι· βοήθησέ με να υπομένω και να ευχαριστώ την αγαθότητά Σου». Και ο Κύριος ανακουφίζει τον πόνο και η ψυχή αισθάνεται την εγγύτητα του Θεού και μένει κοντά στον Θεό γεμάτη χαρά και ευγνωμοσύνη.

Αν υποστείς καμιάν αποτυχία, σκέψου : «Ο Κύριος βλέπει την καρδιά μου και αν είναι θέλημά Του, όλα θα είναι για το καλό το δικό μου και των άλλων». Έτσι η ψυχή σου θα έχει πάντα ειρήνη. Αλλ’ αν αρχίζει κανείς να παραπονείται: αυτό δεν είναι καλό, εκείνο δεν είναι όπως πρέπει, τότε ποτέ στην ψυχή του δεν θα υπάρχει ειρήνη, έστω κι αν νηστεύει και προσεύχεται πολύ. …

… Ο Κύριος μας αγαπά κι έτσι μπορούμε να μη φοβόμαστε τίποτε, εκτός από την αμαρτία· γιατί εξαιτίας της αμαρτίας χάνεται η χάρη και χωρίς την χάρη του Θεού ο εχθρός παρασύρει την ψυχή, όπως παρασύρει ο άνεμος τα ξερά φύλλα ή τον καπνό. …

… Το κατόρθωνε γιατί αγαπούσε τον λαό και δεν έπαυε να προσεύχεται γι’ αυτόν:

«Κύριε, δώσε την ειρήνη Σου στον λαό Σου».

«Κύριε, δώσε στους δούλους Σου το Πνεύμα Σου το Άγιο, για να θάλπει τις ψυχές τους με την αγάπη Σου και να τους οδηγεί σ’ όλη την αλήθεια και σε κάθε αγαθό»….

… Έτσι, προσευχόμενος συνεχώς για τον λαό, διαφύλασσε την ειρήνη της ψυχής, ενώ εμείς την στερούμαστε, γιατί δεν υπάρχει μέσα μας αγάπη για τον λαό. Οι Άγιοι Απόστολοι και όλοι οι Άγιοι ποθούσαν την σωτηρία του λαού και, όταν βρίσκονταν ανάμεσα σ’ ανθρώπους, προσεύχονταν διακαώς γι’ αυτούς. Το Άγιο Πνεύμα τους έδινε τη δύναμη ν’ αγαπούν τον λαό. Κι εμείς, αν δεν αγαπούμε τον αδελφό, δεν θα έχομε ειρήνη. …

… Ο Όσιος Παΐσιος ο Μέγας προσευχόταν για ένα μαθητή του που αρνήθηκε τον Χριστό. Ενώ λοιπόν προσευχόταν, του εμφανίστηκε ο Κύριος και του είπε :«Παΐσιε, για ποιόν παρακαλείς; Δεν ξέρεις πως μ’ έχει αρνηθεί;» Ο Παΐσιος όμως συνέχιζε να λυπάται τον μαθητή του και τότε του είπε ο Κύριος : «Παΐσιε, έγινες όμοιος με μένα στην αγάπη».

Έτσι αποκτάται η ειρήνη και εκτός απ’ αυτόν δεν υπάρχει άλλος δρόμος. …

…Ψυχή αμαρτωλή, αιχμάλωτη στα πάθη, δεν μπορεί να έχει ειρήνη και χαρά εν Κύριο, έστω κι αν έχει όλα τα πλούτη της γης, έστω κι αν βασιλεύει σ’ όλο τον κόσμο. Αν σ’ ένα τέτοιο βασιλιά, την ώρα που διασκεδάζει σε συμπόσιο με τους πρίγκιπές του καθισμένος στο θρόνο του δοξασμένος, αν του πούμε ξαφνικά: «Βασιλιά, πεθαίνεις σε λίγο», τότε η ψυχή του θα ταραζόταν, θα έτρεμε από το φόβο και θα έβλεπε την αδυναμία του .

Πόσοι όμως υπάρχουν φτωχοί, αλλά πλούσιοι σε αγάπη για τον Θεό, που αν τους έλεγαν:«Τώρα πεθαίνεις», θα απαντούσαν ειρηνικά :«Ας γίνει το θέλημα του Κυρίου. Ας είναι δοξασμένος ο Κύριος, γιατί με θυμήθηκε και θέλει να με πάρει εκεί, όπου πρώτος μπήκε ο ληστής»….

…Δόξα Σοι, Κύριε, γιατί τώρα έρχομαι σε Σένα και θα βλέπω αιώνια με ειρήνη και αγάπη το Πρόσωπό Σου. Το ιλαρό, πράο βλέμμα Σου αιχμαλώτισε την ψυχή μου και αυτή λιώνει για Σένα». …

…Αν όμως συνηθίσουμε να προσευχόμαστε θερμά για τους εχθρούς μας και να τους αγαπούμε, θα παραμείνει για πάντα η ειρήνη στις καρδιές μας.

Δεν μπορεί να έχει ειρήνη η ψυχή, αν δεν μελετά μέρα και νύχτα τον νόμο του Θεού. Γιατί αυτός ο νόμος γράφτηκε από το Πνεύμα του Θεού και το Πνεύμα του Θεού πηγαίνει από τη Γραφή στην ψυχή. Κι η ψυχή αισθάνεται γλυκύτητα και ευχαρίστηση γι’ αυτό και δεν θέλει πια ν’ αγαπά τα επίγεια, γιατί η αγάπη για τα επίγεια ερημώνει τον νου. Η ψυχή τότε καταλαμβάνεται από αθυμία, αγριεύει και παύει να προσεύχεται. Κι ο εχθρός, βλέποντας πως η ψυχή απομακρύνθηκε από τον Θεό, την σαλεύει και εύκολα συγχύζει τον νου με διάφορους άτακτους λογισμούς κι έτσι περνά ολόκληρη τη μέρα και δεν μπορεί να βλέπει καθαρά τον Κύριο.

Όποιος έχει μέσα του την ειρήνη του Αγίου Πνεύματος, σκορπίζει ειρήνη και στους άλλους. Όποιος όμως έχει μέσα του πνεύμα κακό, σκορπά και στους άλλους το κακό ….

…Ο θυμώδης άνθρωπος υποφέρει ο ίδιος μεγάλο μαρτύριο από πονηρό πνεύμα, εξαιτίας της υπερηφάνειας του. Ο υφιστάμενος, όποιος κι αν είναι, πρέπει να το καταλαβαίνει και να προσεύχεται για τον ψυχικά άρρωστο προϊστάμενό του και τότε ο Κύριος, βλέποντας την υπομονή του, θα του δώσει άφεση αμαρτιών και αδιάλειπτη προσευχή. Είναι μεγάλο έργο ενώπιον του Θεού το να προσεύχεται κανείς γι’ αυτούς που τον αδικούν και τον προσβάλλουν. Εξαιτίας αυτού θα του δώσει ο Κύριος τη χάρη και θα γνωρίσει με το Άγιο Πνεύμα τον Κύριο. Κι έτσι θα υπομείνει τότε, χάριν του Κυρίου, με χαρά όλες τις θλίψεις και θα του δώσει ο Κύριος αγάπη για όλο τον κόσμο και θα επιθυμεί ολόψυχα το καλό για όλους και θα προσεύχεται για όλους όπως για την ψυχή του.

Ο Κύριος μας έδωσε την εντολή ν’ αγαπούμε τους εχθρούς και όποιος αγαπά τους εχθρούς εξομοιώνεται με τον Κύριο. Η αγάπη για τους εχθρούς δεν είναι δυνατή παρά μόνο με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό, μόλις σε προσβάλει κανείς, προσευχήσου γι’ αυτόν στο Θεό κι έτσι θα διατηρήσεις την ειρήνη του Θεού στη ψυχή σου . …

…Αν κάποιος ως προϊστάμενος αναγκαστεί να δικάσει έναν άλλο για κάποιο παράπτωμα, πρέπει να παρακαλεί τον Κύριο να του δώσει συμπάσχουσα καρδιά, την οποία αγαπά ο Κύριος, και τότε θα κρίνει σωστά. Αν κρίνει όμως λαμβάνοντας υπόψη μόνο τα έργα του υποδίκου, τότε θα πέσει σε λάθη και δεν θ’ αρέσει στον Κύριο .

Πρέπει να κρίνει κανείς με σκοπό τη διόρθωση του ανθρώπου και συνεπώς είναι ανάγκη να συμπονά ο δικαστής κάθε ψυχή, κάθε πλάσμα και κτίσμα του Θεού και να έχει καθαρή συνείδηση σ’ όλες τις πτυχές της ζωής του και τότε θα βρει βαθιά ειρήνη στην ψυχή και τον νου ….

…Αν γνώριζαν οι βασιλιάδες και οι κυβερνήτες των λαών την αγάπη του Θεού, δεν θα έκαναν ποτέ πόλεμο. Ο πόλεμος προέρχεται από τις αμαρτίες και όχι από την αγάπη. Ο Κύριος μας δημιούργησε κατά την αγάπη Του και μας παρήγγειλε να ζούμε με αγάπη.

Αν οι άρχοντες τηρούσαν τις εντολές του Κυρίου και ο λαός και οι υπήκοοι υπάκουαν με ταπείνωση, θα υπήρχε μεγάλη ειρήνη και αγαλλίαση πάνω στη γη. Εξαιτίας όμως της φιλαρχίας και της ανυπακοής των υπερήφανων υποφέρει όλη η οικουμένη ….



Η ΧΑΡΗ

…Καλότυχοι εμείς, οι ορθόδοξοι χριστιανοί, γιατί μας αγαπά πολύ ο Κύριος και μας δίνει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Και με το Άγιο Πνεύμα βλέπομε την δόξα του Κυρίου. Για να φυλάμε όμως τη χάρη, οφείλομε ν’ αγαπούμε τους εχθρούς και σ’ όλες τις στενοχώριες μας να ευχαριστούμε το Θεό ….

…Για να έχει τη χάρη, πρέπει να είναι εγκρατής σε όλα ο άνθρωπος: στις κινήσεις, στην ομιλία, στην όραση, στους λογισμούς, στην τροφή. Για κάθε είδους εγκράτεια βοηθάει η μελέτη του λόγου του Θεού, όπως λέγει η Γραφή : «ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσετε ο άνθρωπος, αλλ’ επί ρήματι εκπορευομένου δια στόματος Θεού».

Η Οσία Μαρία η Αιγύπτια πήρε με τα δάκτυλά της λίγους κόκκους σιτάρι από τον Άγιο Ζωσιμά και είπε :«Αρκετό με τη χάρη του Θεού». Πρέπει να μάθομε να τρώμε όσο γίνεται λιγότερο -αλλά με διάκριση κι αυτό, ανάλογα με την εργασία μας ….

… Ω , πώς είναι ασθενική η ψυχή μου και δεν έχει δυνάμεις, για ν’ ανεβώ στον Κύριο και να σταθώ μπροστά Του με ταπείνωση, να κλαίω μέρα και νύχτα ! Ψυχή που γνώρισε τον Θεό, τον Δημιουργό και Ουράνιο Πατέρα της, δεν βρίσκει ανάπαυση στη γη. Και συλλογίζεται η ψυχή: «Όταν θα εμφανισθώ στον Κύριο, θα ικετεύσω το έλεός Του για όλο το γένος των χριστιανών» . Και ταυτοχρόνως σκέφτεται :«Όταν δω το αγαθό Του Πρόσωπο, τότε δεν θα μπορέσω από τη χαρά μου ν’ αρθρώσω λέξη. Γιατί ο άνθρωπος από την πολλή αγάπη δεν μπορεί να μιλήσει». Αλλά και πάλι σκέφτεται: «Θα προσεύχομαι για όλο το ανθρώπινο γένος, για να επιστρέψουν όλοι οι άνθρωποι στον Κύριο και ν’ αναπαυθούν κοντά Του, γιατί η αγάπη του Θεού «πάντας θέλει σωθήναι» ….

… Όποιος τηρεί όλες τις εντολές, η καρδιά του θα αισθάνεται πάντα τη χάρη, έστω και λίγο. Η χάρη όμως αφαιρείται εξαιτίας της ματαιοδοξίας, ακόμη κι εξαιτίας ενός μόνον υπερήφανου λογισμού. Μπορεί να νηστεύει κανείς πολύ, να προσεύχεται πολύ, να κάνει πολλά καλά· αν όμως υπερηφανεύεται γι’ αυτά, θα γίνει όμοιος με κύμβαλο που αλαλάζει, αλλά μέσα είναι αδειανό. Η κενοδοξία ερημώνει από τη χάρη την ψυχή και χρειάζεται πολλή πείρα και μεγάλος αγώνας για να νικήσεις αυτό το πάθος . …

…Πώς να λησμονήσουμε τον Κύριο, εφόσον Αυτός είναι μέσα μας; Και οι Απόστολοι κήρυτταν στους λαούς : «Μορφωθήτω ο Χριστός εν υμίν» ….

…Ο Όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ ήταν είκοσι επτά ετών όταν είδε τον Κύριο και Τον αγάπησε τόσο η ψυχή του, ώστε από τη γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος άλλαξε ολόκληρος. Μετά όμως, καταλαβαίνοντας ότι δεν είχε πια εκείνη τη χάρη, βγήκε στην έρημο και καθόταν επί τρία έτη σε μια πέτρα προσευχόμενος : «Ο Θεός ίλεως γενού μοι τω αμαρτωλό». …

…Οι άνθρωποι εκτιμούν υπερβολικά τις γήινες επιστήμες ή τη γνωριμία με κάποιον επίγειο βασιλιά και χαίρονται όταν κάνουν παρέα μαζί του· αλλά αληθινά μεγάλο είναι μόνο το να γνωρίζομε με το Άγιο Πνεύμα τον Κύριο και το θέλημά Του….

…Πόσο μεγάλο έλεος! Ο Κύριος θέλει να βρισκόμαστε κοντά σ’ Αυτόν και στον Πατέρα και η ψυχή μας αισθάνεται πως ο Κύριος είναι κοντά μας.

Αλλά τί έχουμε κάνει, Κύριε, για Σένα ή σε τί Σε ευχαριστήσαμε, ώστε να θέλεις, να είσαι μέσα μας και εμείς κοντά Σου; Εμείς Σε σταυρώσαμε με τις αμαρτίες μας και Σύ θέλεις να είμαστε μαζί Σου; Ω, πόσο μεγάλο έλεος έδειξες σ’ εμένα! Σ’ εμένα, που μου αξίζει ο Άδης και τα βάσανά του, Εσύ δίνεις τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ….
 

Αρχιμ. Σωφρονίου, «Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

Η διακονία των αγγέλων ( Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς )



Η διακονία των αγγέλων είναι διττή: στον ουρανό να δοξολογούν το Θεό και στη γη να μεταφέρουν τις εντολές του Θεού στους ανθρώπους. Η λέξη «άγγελος» σημαίνει αγγελιαφόρος. Δε σταματούν μέρα και νύχτα να δοξολογούν το Θεό λέγοντας: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος ο Θεός ο παντοκράτωρ, ο ην και ο ων και ο ερχόμενος» (Αποκ. δ’ 8). Κι ο απόστολος Παύλος λέει πως είναι «λειτουργικά πνεύματα, εις διακονίαν απο­στελλόμενα διά τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν» (Εβρ. α’ 14).

Λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Μερικά από αυτά τα νοερά πνεύματα στέκονται μπροστά στο μεγάλο Θεό και άλλα συνεργάζονται για τη συντήρηση όλου του κόσμου». Και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρει: «Είναι δυνατοί, έτοιμοι να εκπληρώσουν το θέλημα του Θεού και, σαν λεπτά πνεύματα που είναι, εμφανίζονται στη στιγμή οπουδήποτε, όπου τους στέλνει ο Θεός».

Η πρώτη φορά που αναφέρεται άγγελος στην Αγία Γραφή, ένα χερουβίμ, ήταν όταν ο Αδάμ και η Εύα εξορίστηκαν από τον κήπο της Εδέμ (τον επίγειο παράδεισο). Τότε ο Θεός έβαλε τα χερουβίμ με τη φλόγινη ρομφαία «την στρεφομένην φυλάσσειν την όδόν του ξύλου της ζωής» (Γεν. γ΄ 24).

Στη συνέχεια αναφέρουμε διάφορους τρόπους με τους όποιους διακονούν οι άγγελοι:

α). Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τους αγγέλους κατά πρώτον ως αγγελιαφόρους καλών ειδήσεων. Δύο φορές εμφανίστηκε άγγελος στην Άγαρ, τη δούλα του Αβραάμ, και την παρηγόρησε επειδή η κυρία της η Σάρα της συμπεριφερόταν σκληρά: «ιδού, συ εν γαστρί έχεις και τέξη υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Ισμαήλ, ότι επήκουσε κύριος τη ταπεινώσει σου» (Γεν. ιστ’ 11).

Ο Ισμαήλ έγινε ό γενάρχης των Ισμαηλιτών, των Αράβων, που ονομάζονται και Αγαρηνοί.

Τρεις άγγελοι εμφανίστηκαν στη δρυ του Μαμβρή μ’ ένα μήνυμα στον άτεκνο Αβραάμ πως θ’ αποκτήσει γιό, κάτι που έγινε την επόμενη χρονιά(πρβλ. Γεν. ιη’ 10). Έτσι γεννήθηκε ο Ισαάκ, ο γενάρχης των Ιουδαίων.

Όταν ο Αβραάμ ήταν έτοιμος να θυσιάσει το μονογενή του υιό, όπως του είχε δώσει εντολή ο Θεός για να δοκιμάσει την πίστη του, άγγελος κατέβηκε από τον ουρανό και τον εμπόδισε από την πράξη της θυσίας. Είπε ο άγγελος: «νυν γαρ έγνων ότι φοβή συ τον Θεόν» (Γέν. κβ’ 12). Ο ίδιος ο Θεός όμως αργότερα έδωσε το μονογενή Του Υιό, τον Κύριο Ιησού Χριστό, «ως πρόβατον επί σφαγήν» για να μας σώσει (πρβλ. Εφεσ. ε’ 2).

β). Οι άγγελοι σώζουν τους ανθρώπους του Θεού. Στη διεφθαρμένη πόλη των Σοδόμων ζούσε ένας άνθρωπος του Θεού, ο Λώτ. Όταν τα Σόδομα καταδικάστηκαν για να καταστραφούν, ο Θεός έστειλε δύο αγγέλους για να σώσουν το Λώτ και την οικογένεια του (πρβλ. Γέν. ιθ’ 1 -22).

Κάποιος άγγελος έσωσε τον Ιακώβ από την εκδίκηση του αδελφού του Ησαύ (πρβλ. Γέν, λβ’ 1). Πριν από το θάνατό του ο Ιακώβ μίλησε για τον άγγελο που τον έσωσε: «ο άγγελος ο ρυόμενός με εκ πάντων των κακών» (Γεν. μη’ 16).

Ένας άγγελος έσωσε από θάνατο τους τρεις παίδες στη Βαβυλώνα, στη μέση της καιομένης καμίνου όπου τους είχαν ρίξει επειδή αρνήθηκαν να προσκυνήσουν τα είδωλα αντί για τον αληθινό Θεό (πρβλ. Δαν. γ’ 12-30). Σε κάθε ακολουθία του όρθρου οι ειρμοί έβδομος και όγδοος του κανόνα μας θυμίζουν το καταπληκτικό αυτό γεγονός.

Ένας άγγελος επίσης έσωσε το Δανιήλ μέσα στο λάκκο των λεόντων όπου τον έριξαν λόγω της δυνατής πίστης του στον ένα Θεό. Τα λιοντάρια όμως συμπεριφέρθηκαν σαν αρνιά. Κι ο Δανιήλ είπε στον ξαφνιασμένο βασιλιά Δαρείο: «ο Θεός μου απέστειλε τον άγγελον αυτού, και ενέφραξε τα στόματα των λεόντων, και ουκ ελυμήναντό με, ότι κατέναντι αυτού ευθύτης ευρέθη εμοί» (Δαν. στ’ 22).

γ). Οι άγγελοι είναι εκτελεστές των εντολών του Θεού. Θ’ αναφέρουμε λίγα μόνο περιστατικά:

Η πόλη των Σοδόμων επιδιδόταν στα χειρότερα κακά (ομοφυλοφιλία, σοδομισμός). Ο Κύριος έστειλε δυό αγγέλους για να σώσουν το μόνο δίκαιο άνθρωπο στα Σόδομα: τον Λωτ. Εκείνοι πήγαν στον Λωτ και τον πίεσαν να φύγει από την πόλη αυτή, γιατί «ημείς απόλλυμεν τον τόπον τούτον». Και κατέστρεψαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα με «θείον και πυρ παρά Κυρίου εξ ουρανού» (Γέν. ιθ’ 12-25).

Ο βασιλιάς Δαβίδ, αν κι ήταν μεγάλος υμνητής του Θεού, αμάρτησε κάποτε ενώπιον του Κυρίου του.

Ο Θεός έστειλε έναν άγγελο με γυμνό ξίφος στο χέρι του «και έπεσον εξ Ισραήλ εβδομήκοντα χιλιάδες ανδρών», ίσαμε να μετανοήσει ο Δαβίδ και να ζητήσει το έλεος του Θεού (Α’ Παραλ, κα’ 1-17).

Ο βασιλιάς της Ασσυρίας Σενναχηρείμ πολιόρκησε την Ιερουσαλήμ με πολύ ισχυρό στρατό. Τόσο αυτός όσο κι οι στρατηγοί του βλασφήμησαν τον Κύριο και Θεό και κάλεσαν το βασιλιά Εζεκία και το λαό του να παραδοθούν. Ο Εζεκίας όμως προσκύνησε το Θεό και προσευχήθηκε στο ναό και τότε «εξήλθεν άγγελος Κυρίου και ανείλεν εκ της παρεμ­βολής των Ασσυρίων εκατόν ογδοηκονταπέντε χιλιάδας». Αυτά έγιναν τη νύχτα. Και «το πρωί εύρον πάντα τα σώματα νεκρά» (Ήσ. λζ’ 36). Κι ο βασιλιάς Σενναχηρείμ γύρισε στη Νινευή, όπου τον σκότωσαν οι γιοί του.

Ο ιερός Ψαλμωδός, που γνώριζε από την ιστορία και από την προσωπική του εμπειρία το ρόλο που παίζουν οι άγγελοι στη ζωή ενός άνθρωπου αλλά κι ενός έθνους, λέει: «παρεμβάλει άγγελος Κυρίου κύκλω των φοβούμενων αυτόν και ρύσεται αυτούς» (Ψαλμ. λγ’ 8). Και σ’ άλλο σημείο αναφέρει: «ου προσελεύσεται προς σε κακά και μάστιγξ ουκ εγγιεί εν τω σκηνώματί σου. Ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου του διαφυλάξαι σε εν πάσαις ταις οδοίς σου· επί χειρών αρούσι σε, μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου» (Ψαλμ. 90, 10-12).

«Ευλογείτε τον Κύριον πάντες οι άγγελοι αυτού δυνατοί ισχύι ποιούντες τον λόγον αυτού του ακούσαι της φωνής των λόγων αυτού» (Ψαλμ. ρβ’ )
Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς

Tuesday, May 24, 2016

Γιατί δεν πρέπει να φεύγουμε από την Εκκλησία μόλις ακούμε το ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !!!!!


              
Μια τέτοια μέρα η Παναγιά κατέβη από τους ουρανούς για να γιορτάσει Ανάσταση μαζί με τους πιστούς.
Κόσμος πολύς ήταν εκεί κ ευφράνθη η ψυχή της που έβλεπε τόσους πιστούς που ετίμουν το παιδί της.
Ευωδιάζει η Εκκλησιά, λιβάνι, κερί ,μέλι, ψάλλουν ιερείς, ψάλλουν πιστοί, ψάλλουν κ οι αγγέλοι.
Κ φαίνονται να ναι όλοι τους πολύ συγκινημένοι, οι περισσότεροι απ αυτούς είναι κ δακρυσμένοι.


Κ έτσι ο ορθρος προχωρεί κ ακούγεται σαφώς ο ιερεύς που προσκαλέι <<Δεύτε λάβετε φώς!>>.
όλοι λαμπάδες άναψαν κ έγινε ένα πανόραμα κ χύθηκε παντού το φως ωσάν να βλέπεις όραμα.


Όλου του κλήρου άρχισε σε λίγο το ξεκίνημα να βγούν έξω από το ναό, να δώσουνε το μήνυμα.
<<Χριστός Ανέστη>> ακούστηκε να ψάλλει ο Δεσπότης
<<Χριστός Ανέστη>> σώθηκε όλη η Ανθρωπότης.
Τότε η χαρά, η συγκίνηση φτάνει στο κατακόρυφο.
Ηχούν καμπάνες γιορτινά, φιλιά, ευχές κ θόρυβος.
Κ αφού οι ιερείς έξι φορές είπαν <<Χριστός Ανέστη>> έγινε αυτό που η Παναγιά, είδε κ εξανέστη.


Κ το τροπάριο έλεγε <<Σκόρπισαν οι εχθροί Του κ αυτοί που δεν χαρήκανε για την Ανάστασή Του. Κ όπως χάνεται ο καπνός χαθήκαν απ εμπρός του, γιατί χαρά μόνο γ αυτούς ήταν ο θάνατός Του. Έτσι απολούνται οι αμαρτωλοί κ αυτοί που Τον μισούνε, οι δίκαιοι αγάλλονται μένουν να ευφρανθούνε>>.


Κ ενώ ο Δεσπότης έψαλε τα τόσο αυτά μεγάλα, ξεκίνησαν οι χριστιανοί να φεύγουνε τρεχάλα.
Όλα τα φώτα σκόρπισαν να έμειναν τόσοι μόνο που προκαλούσανε ντροπή, αγανάκτηση κ πόνο.
Η Παναγιά μας σάστισε, έβλεπε κ απορούσε, να καταλάβει δεν μπρεί, τον Άγγελο ρωτούσε.


<<Άγγελε, σε παρακαλώ ρώτησε κ έλα πέ μου αυτοί που φεύγουν βιαστικοί, που πάνε εξήγησέ μου.
Πώς στη γιορτή δεν θέλουνε μαζί μας να καθήσουν για να δοξάσουν το Χριστό κ να Τον προσκυνήσουν?
Στην Σταύρωση όλοι έμειναν, στον τάφο Του με δάκρυ, μυρολούλουδα έρραναν όλοι απ άκρη σ΄άκρη.
Κ τώρα που τελείωσαν πια του Χριστού τα πάθη, φεύγουνε, την Ανάσταση μόλις που έχουν μάθη?
Μην είναι εκείνοι οι εχθροί που θέλαν το κακό Του, αυτοί που Τον προδώσανε, Τον στείλαν στον σταυρό Του, που Τον μισούν κ βλασφημούν τ αγιο ονομά Του?
Πήγαινε Άγγελε να δεις μην είναι του Πιλάτου?>>
Ο Άγγελος γονάτισε κ στων ματιών την άκρη, είδε η Θεοτόκος μας να του κυλά ένα δάκρυ.

<<Συγχώρα με Βασίλισσα, μήτηρ-ποιητού των όλων, γιατί αυτά που με ρωτάς θα σε γεμίσουν πόνο.
Απ το ναό όλοι αυτοί που φεύγουν μακρυά Του είναι γιατί ο διάβολος έκανε τη δουλειά του.
Κ εις το σπίτι βιαστικοί τρέχουνε για να φτάσουν τη μαγειρίτσα τη ζεστή να φάνε, να χορτάσουν>>.
Η Δέσποινά μας τ άκουσε όλα αυτά πικραμένη κ για την ανθρωπότητα είπε πολύ λυπημένη.

<<Πώς θα τολμήσω στο Θεό γ αυτούς να μεσιτέψω όταν στον πόνο, στον καημόι ζητούν να τους συντρέξω?
Δια βρώσεως εξώσθη ο Αδάμ του Παραδείσου, πάλι για βρώση Ανθρωπε βαραίνεις τη ψυχή σου?>>


http://orthognosia.blogspot.ca/

Sunday, May 22, 2016

Χαιρετισμοί εις τον Πανάγιον Τάφον



Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄.

Τῷ ζωοδόχῳ καὶ σεπτῷ Κυρίου μνήματι, νῦν παρεστῶτες εὐλαβείᾳ οἱ ἀνάξιοι, σὺν Ἀγγέλοις προσαγάγωμεν θείους ὕμνους, ἵν’ ὡς ἔχον ἁγιότητα ἀσύγκριτον, ἁγίασῃ καὶ ἡμᾶς τούτῳ προσπίπτοντας, καὶ κραυγάζοντας· Χαῖρε μνῆμα τρισόλβιον.

Ἄγγελοι ἀοράτως ᾀεὶ φόβῳ κυκλοῦσι Χριστοῦ τὸν παμμακάριστον Τάφον (ἐκ γ΄), καὶ τοῦτον ὡς θρόνον θεοπρεπῆ καὶ πηγὴν φωτὸς βλέποντες, ἐξίστανται καὶ ἵστανται, μελῳδοῦντες πρὸς αὐτὸν τοιαῦτα·

Χαῖρε, Χριστοῦ ὁλόφωτον μνῆμα·

χαῖρε, ἐχθροῦ νοητοῦ τὸ πῆμα.

Χαῖρε, γῆς ἁπάσης τὸ μόνον ἀπάνθισμα·

χαῖρε, Ὀρθοδόξων πάντων τὸ ἀγλάϊσμα.

Χαῖρε τράπεζα βαστάζουσα, ὥσπερ θῦμα τὸν Χριστόν·

χαῖρε κρήνη ἡ βλυστάνουσα, τοῖς πιστοῖς τὸν ἱλασμόν.

Χαῖρε, ὅτι ἐν μέσῳ οἰκουμένης τυγχάνεις·

χαῖρε, ὅτι τῆ δόξῃ οὐρανὸν ὑπερβάλλεις.

Χαῖρε, ζωῆς ἀθανάτου κάτοχε·

χαῖρε, πηγὴ ἀφθαρσίας πάροχε.

Χαῖρε, ἐν ᾧ ἐκηδεύθη ὁ Κτίστης·

χαῖρε, δι’ οὗ ἐφωτίσθη ἡ κτίσις.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.

Βλέπων Ἀριμαθαίας ὁ βλαστός, ὅτι ἔχει ἀδήλως τὸ ἄφευκτον χρεὼν τοῦ θανάτου, ἐν τῷ κήπῳ τάφον ἑαυτῷ καινὸν ἡτοίμασεν, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Σταυροῦ σε νεκρὸν καθελών, Κύριε, σεπτῶς ἐν αὐτῷ σπεύδει κηδεῦσαί σε, βοῶν σοι πόθῳ·

Ἀλληλούϊα.

Γνώσει θείᾳ ἐπέγνω Ἰωσήφ, ὁ εὐσχήμων, τὸ μέγας τῆς σταυρώσεως ἔργον. Διὸ καὶ Πιλάτῳ προσελθὼν ἔφησε· Δός μοι τὸ ἄχραντον τοῦ Κυρίου σῶμα. Ὡς δὲ ᾐττήσατο καὶ ἔλαβε, τῷ καινῷ μνημείῳ ἐναπέθετο, κραυγάζων πρὸς τὸν Τάφον οὕτω·

Χαῖρε, παθῶν τοῦ Σωτῆρος τέλος·

χαῖρε, πιστῶν χαρμόσυνον μέλος.

Χαῖρε ἀφθαρσίας, βροτῶν ἐργαστήριον·

χαῖρε ἀνταρσίας, ἐχθρῶν ἀμυντήριον.

Χαῖρε οὐρανὲ ἐπίγειε, Θεοῦ θρόνον ἐκτυπῶν·

χαῖρε τόπε ἐπουράνιε, ὅν Θεὸς ὤφθη οἰκῶν.

Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις ἡ ζωήῤῥυτος κρήνη·

χαῖρε, ὅτι ἐγένου τοῦ Χριστοῦ θεία κλίνη.

Χαῖρε, Σιὼν τῆς ἄνω, ἀνάκτησις·

χαῖρε πιστῶν, βεβαία ἀνάκλησις.

Χαῖρε κρατήρ, πλήρης θεολογίας·

χαῖρε λυτήρ, πάσης ἀμφιλογίας.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.

Δύναμίν σου τὴν θείαν Ἰωσὴφ κεκτημένος ἀπέβαλε τὸν φόβον Ἑβραίων. Καὶ Σταυροῦ τὸ σῶμα τὸ σὸν καθελών, σὺν τῷ Νικοδήμῳ σμυρναλόη Χριστὲ ἤλειψε. Μεθ’ οὗ σεπτῶς κηδεύσας σε, ἔψαλλεν ἐν πόθῳ·

Ἀλληλούϊα.

Ἔχουσα ἡ Παρθένος, ἐν ψυχῇ τὴν ῥομφαίαν τῆς λύπης, Συμεὼν ὡς προέφη, τῷ τάφῳ τοῦ Υἱοῦ παρεστῶσα γοερῶς ἔκλαιε, καὶ τοῦτον καταβρέχουσα τοῖς δάκρυσιν, ἐπεβόα ταῦτα·

Χαῖρε, δι’ οὗ ἡ χαρὰ προῆλθε·

χαῖρε, δι’ οὗ ἡ φθορὰ παρῆλθε.

Χαῖρε, εὐσεβῶν βάσις τε καὶ στήριγμα·

χαῖρε, δυσσεβῶν πτῶσίς τε καὶ σύντριμμα.

Χαῖρε Τάφε παμμακάριστε, τοῦ Υἱοῦ μου τοῦ Χριστοῦ·

χαῖρε θάλαμε τερπνότατε, τοῦ Νυμφίου νοητοῦ.

Χαῖρε, καὶ γὰρ συνέσχες τὸν συνέχοντα πάντα·

χαῖρε, οὐ γὰρ κατέσχες τὸν συνέχοντα πάντα.

Χαῖρε ἀστήρ, ἐκφαίνων τὸν ἥλιον·

χαῖρε φωστήρ, αὐγάζων ὑφήλιον.

Χαῖρε πυρὸς ἀπροσίτου, δοχεῖον·

χαῖρε φωτὸς ἀνεσπέρου, ταμεῖον.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.

Ζάλην ἔχουσαι λύπης μυροφόροι γυναῖκες, οὐκ ἤθελον τοῦ τάφου ἀποστῆναι. Τὴν χαρὰν γὰρ ἐν ἑαυτῷ ἔκρυπτε, διὸ καὶ παννύχιον συνθρηνεῖ τῇ μητρὶ τοῦ Ἰησοῦ ἔσπευδον, ἀλλ’ ἵνα κατὰ νόμον σαββατίσωσιν, ὑπέστρεψαν βοῶσαι οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ἤκουσαν χριστοκτόνοι, σοῦ Χριστὲ προειπόντος αὐτοῖς, ὡς ἐκ νεκρῶν ἐγερθήσῃ, καὶ δραμόντες πρὸς Πιλάτον, ᾔτησαν σὸν Τάφον σφραγισθῆναι, καὶ τῇ κουστωδίᾳ τηρηθῆναι, ἀλλ’ ἡμεῖς τούτῳ παριστάμενοι, ἐκβοῶμεν πόθῳ·

Χαῖρε, τὸ μεῖζον προσκυνημάτων·

χαῖρε, τὸ βλύζον ῥεῖθρα θαυμάτων.

Χαῖρε κλονουμένων, ἀκλόνητον ἕρεισμα·

χαῖρε Ἐκκλησίας, τὸ ἄσειστον ἕδρασμα.

Χαῖρε κράτος τῆς θεότητος, ἀπαστράψαν ὑπὸ γῆν·

χαῖρε πλήρωμ’ ἁγιότητος, ἁγιάσαν πᾶσαν γῆν.

Χαῖρε, τοὺς κοπιῶντας ἁγίους, ὁ στηρίζων·

χαῖρε, πεφορτισμένους πιστούς, ἀνακουφίζων.

Χαῖρε, δι’ οὗ Ἑβραῖοι ἐξώσθησαν·

χαῖρε, δι’ οὗ ἔθνη ἐκληρώθησαν.

Χαῖρε, τοῦ ᾅδου ἧττα καὶ πικρία·

χαῖρε, τῶν βροτῶν πάντων σωτηρία.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.

Θεομάχοι ὀφθέντες, Xριστοκτόνοι ὑπῆρξαν τῷ φθόνῳ οἱ λαοὶ τῶν Ἑβραίων. Οἵ καὶ σφραγίσαντες τὸν Τάφον, κύκλῳ σε κουστωδίᾳ ὡς νεκρὸν ἐφύλαττον, καὶ πλάνον ἐδυσφήμουν σε μακρόθυμε, μὴ συνέντες λέγειν·

Ἀλληλούϊα.

Ἴδον φῶς οἱ τηροῦντες, οὐρανόθεν ἀστράψαν, ἀῤῥήτως ἐν τῷ Τάφῳ Κυρίου. Καὶ τὸν λίθον ἐκ τούτου σεισμῷ ἀποκυλισθέντα θεασάμενοι, ἐξέστησαν καὶ ἔφριξαν ὡς νεκροὶ γενόμενοι. Τῷ δὲ Τάφῳ Κεντηρίων ἔφη·

Χαῖρε, ἡ δόξα τῶν σωζομένων·

χαῖρε, ἐλπὶς τῶν ἀπηλπισμένων.

Χαῖρε, χριστωνύμου λαοῦ τὸ κραταίωμα·

χαῖρε, πενομένων ἀκένωτον δώρημα.

Χαῖρε ὅτι ἐγκατῴκισται, ἡ θεότης ἐπὶ σοί·

χαῖρε ὅτι ἐγκαλλώπισται, τῆς Σιὼν βάρις ἐν σοί.

Χαῖρε ὁ πάντα, ῥύπον ἐκ ψυχῶν ἀποπλύνων·

χαῖρε ὁ πάντα, βέλη τοῦ ἐχθροῦ ἀπαμβλύνων.

Χαῖρε, δι’ οὗ ἐλύθη κατάκρισις·

χαῖρε, δι’ οὗ ἐδείχθη ἀνάστασις.

Χαῖρε, ἐν ᾧ εὐσεβεῖς βεβαιοῦνται·

χαῖρε, ἐν ᾧ δυσσεβεῖς καθαιροῦνται.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.

Κήρυκες γεγονότες οἱ τηροῦντες τὸν Τάφον, ὑπέστρεψαν εἰς πόλιν ἁγιαν, ἀπαγγέλλοντες τρανῶς Ἰουδαίοι ἅπασιν, ἅπερ ἐν τῷ Τάφῳ ἐναργῆ εἶδον θαύματα, ἀλλ’ αὐτοὶ κενὰ πάλιν φθόνῳ ἐμελέτησαν, καὶ οὐ συνῆκαν λέγειν·

Ἀλληλούϊα.

Λάμψας ἀπὸ τοῦ Τάφου φωτισμὸν εὐφροσύνης, ἐδίωξας τὸ σκότος τῆς λύπης. Καὶ γὰρ ἀναστὰς τριήμερος, πᾶν Σῶτερ ἀπὸ γῆς ἀφεῖλες δάκρυον, ἡμεῖς δ’ οἱ φωτισθέντες τῷ σῷ Τάφῳ χαρμοσύνως ἐκβοῶμεν ταῦτα·

Χαῖρε χαρά, γένους τῶν ἀνθρώπων·

χαῖρε φθορά, ἐχθρῶν πολυτρόπων.

Χαῖρε τῶν ἐν νόσοις, ἴαμα σωτήριον·

χαῖρε τῶν ἐν ἅδου ψυχῶν, ἱλαστήριον.

Χαῖρε σοὶ γὰρ ἐνεδύθημεν, γυμνωθέντες τῷ Ἀδάμ·

χαῖρε σοὶ γὰρ ἠφθαρτίσθημεν, νεκρωθέντες τῷ Σατάν.

Χαῖρε, ὅν περ τὸ κῆτος Ἰωνᾶ, εἰκονίζει·

χαῖρε, ὅν περ ὁ λάκκος Ἰωσήφ, σαφηνίζει.

Χαῖρε χωλῶν, σφυρὰ ἀνορθούμενος·

χαῖρε καλῶν, πλημμύραν δωρούμενος.

Χαῖρε, πληρῶν εὐσεβεῖς εὐωδίας·

χαῖρε, ζωγρῶν δυσσεβεῖς ἐξ ἁγνοίας.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.

Μάτην οἱ τῶν Ἑβραίων ἐμελέτησαν δῆμοι, τὴν ἔγερσιν Χριστοῦ ἀθετῆσαι. Εἰ γὰρ καὶ ἱκανὰ τοῖς στρατιώταις ἔδωκαν ἀργύρια, ἀλλ’ ὁ Λογγῖνος ταύτην τρανῶς ἐκήρυττεν, ἀφόβως κράζων·

Ἀλληλούϊα.

Νέαν ἔδειξεν χάριν, ἀναστὰς ἐκ τοῦ Τάφου, Χριστὸς ἡμῖν τοῖς ὑπ’ αὐτοῦ φωτισθεῖσι, νεκρῶν προσδοκᾷν ἀνάστασιν, ζωὴν τ’ αἰῶνος μέλλοντος, καὶ φῶς ἄληκτον. Οὗ περ τὸν Τάφον βλέποντες, ἐν πόθῳ μελῳδοῦμεν οὕτω·

Χαῖρε, ἀνάστασις πεπτωκότων·

χαῖρε, ἡ ἄφεσις ἐπταικότων.

Χαῖρε ὁ πηγάζων, πᾶσι τὴν εὐσέβειαν·

χαῖρε ὁ σκεδάζων, ἐθνῶν τῆν δυσσέβειαν.

Χαῖρε ὅτι ἐμπιπλώμεθα, ἐν σοὶ πᾶσιν ἀγαθοῖς·

χαῖρε ὅτι ποτιζόμεθα, τῶν χειμάῤῥων σῆς τρυφῆς.

Χαῖρε ὅν εἰκονίζει, ἡ σεπτὴ κολυμβήθρα·

χαῖρε οὗ περ ἐκβλύζει, τῶν χαρίτων τὰ ῥεῖθρα.

Χαῖρε, ἐν ᾧ ἐτάφη ἀθάνατος·

χαῖρε, δι’ οὗ ἠλάθη ὁ θάνατος.

Χαῖρε, δι’ οὗ φωταυγεῖται ἡ κτίσις·

χαῖρε, δι’ οὗ προσκυνεῖται ὁ ῥύστης.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.

Ξένον θαῦμα ἰδοῦσαι, ἐξενίζοντο λίαν πρωὶ αἱ Μυροφόροι ἐλθοῦσαι, ὁ γὰρ πρὸς τῇ θύρᾳ ὤν τοῦ Τάφου μέγας σφόδρα λίθος, τῷ φρικτῷ σεισμῷ ἀποκεκύλισται. Ἄγγελος δ’ ἐν τούτῳ ἐπεκάθητο, ταύταις βοῶν τό·

Ἀλληλούϊα.

Ὅλος χαρὰ ὑπάρχων, καὶ πηγὴ εὐφροσύνης, τό· Χαίρετε Μυροφόροι, ἔφης. Αἱ δὲ τοὺς σοὺς παναχράντους πόδας κρατήσασαι, σεπτῶς ἐν δάκρυσιν ἠσπάζοντο, καὶ πόθῳ πρὸς τὸν Τάφον εἶπον·

Χαῖρε, παράκλησις τῶν πενθούντων·

χαῖρε, ἡ ῥῶσις τῶν ἀσθενούντων.

Χαῖρε Ἀποστόλων, παγκόσμιον κήρυγμα·

χαῖρε ὑμνογράφων, φωτισμὸς καὶ στήριγμα.

Χαῖρε, ὅτι τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ διατρανοῖς·

χαῖρε, ὅτι τὴν κατάπτωσιν τοῦ Ἀδὰμ ἐπανορθοῖς.

Χαῖρε τῶν ἀπιστούντων, ὁ ταχὺ ἀναιρέτης·

χαῖρε τῶν δυσπιστούντων, ὁ γλυκὺς ὁδηγέτης.

Χαῖρε, ἐν ᾧ εὐσεβεῖς ἀγείρονται·

χαῖρε, δι’ οὗ καὶ νεκροὶ ἐγείρονται.

Χαῖρε χαρά, ὑλικῶν καὶ ἀΰλων·

χαῖρε ἀρά, ἐθνικῶν καὶ βεβήλων.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.

Πᾶσα τάξις Ἀγγέλων κατεπλάγη ἰδοῦσά σε Σῶτερ, ἐν τῷ Τάφῳ ὑπνοῦντα. Τῇ δὲ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστάντα θεοπρεπῶς βλέψασα, βροτοῖς τε τὸν παράδεισον ἀνθ’ ᾅδου δωρησάμενον, ἔψαλλε βοῶσα·

Ἀλληλούϊα.

Ῥήματα τῶν ἐν Τάφῳ καθημένων Ἀγγέλων ἀκούσασαι Μυροφόροι κόραι, ὡς Τάφου ἐξανέστης λεγόντων, ἅπασαι Σωτήρ, χαρᾶς ἐπλήσθησαν, καὶ τούτῳ προσεφώνουν πόθῳ·

Χαῖρε, τὸ κῦδος θεολογίας·

χαῖρε, ὁ πλοῦτος Σιὼν ἁγίας.

Χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων θαῦμα πολυΰμνητον·

χαῖρε, τῶν δαιμόνων τραῦμα πολυθρήνητον.

Χαῖρε σάλπιγξ ἐκτρανώσασα, εὐσεβείας τὴν ἰσχύν·

χαῖρε θάλασσα ποντίσασα, ἀσεβείας τὴν πληθύν.

Χαῖρε, ὅν περ τὰ στίφη τῶν Ἀγγέλων κυκλοῦσι·

χαῖρε, ὅν περ τὰ πλήθη τῶν βροτῶν προσκυνοῦσι.

Χαῖρε, δι’ οὗ ὁ πεσὼν ἀνίσταται·

χαῖρε, ἐν ᾧ ἡ Ἄγαρ ἐξίσταται.

Χαῖρε λυτήρ, τῶν δεινῶν παθημάτων·

χαῖρε δοτήρ, θεϊκῶν χαρισμάτων.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.

Σῶσαι θέλων ἐξ ᾅδου τῶν ἀνθρώπων τὸ γένος, κατῆλθες τῇ ψυχῇ μέχρι τούτου. Καὶ τὰ μὲν καταχθόνια, τῇ ἀστραπῇ τῆς σῆς θεότητος, φωτὸς ἐπλήσθησαν, οἱ δὲ ῥυσθέντες ἅπαντες σὺν Προφήταις καὶ Δικαίοις ἔψαλλον, βοῶντες οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Τάφῳ ὁ Ἰωάννης, σὺν τῷ Πέτρῳ δρομαῖοι ἐπέστησαν πρωὶ ἐν σκοτίᾳ, καὶ διὰ τοῦ ἐν αὐτῷ θείου φωτὸς ἰδόντες τὰ ὀθόνια, καὶ τὸ σουδάριον χωρὶς τούτων, ἔνδον κείμενα, χαρᾶς πολλῆς ἐπλήσθησαν θαυμάσαντες, καὶ πρὸς τοῦτον εἶπον·

Χαῖρε, ψυχρὰς καρδίας θερμαίνων·

χαῖρε, ὁδοὺς πιστοῖς ὑπεμφαίνων.

Χαῖρε, ὁ πληρώσας φωτὸς θείου σύμπαντα·

χαῖρε, ὁ τρανώσας εὐσεβείας τὰ σήμαντρα.

Χαῖρε ἔσοπτρον οὐράνιον, θεῖον φῶς ἀντανακλῶν·

χαῖρε γνῶσιν ὁ δωρούμενος, γνώσεων θεαρχικῶν.

Χαῖρε ὁ διανοίας, τῶν ἐν σκότει φωτίζων·

χαῖρε ὁ τὰς καρδίας, τῶν ἐν δίψει δροσίζων.

Χαῖρε, δι’ οὗ πάντα ἐκαινίσθησαν·

χαῖρε, δι’ οὗ τύποι κατηργήθησαν.

Χαῖρε, ἐν ᾧ ἐμωράνθη σοφία·

χαῖρε, ἐν ᾧ ἐσοφίσθη μωρία.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.


Ὕμνον ὄρθου βαθέος σοὶ ὀρθρίζοντες Σῶτερ, προσφέρομεν θερμῶς ἀντὶ μύρων, προσκυνοῦντες φόβῳ σοῦ τὸν ζωηφόρον Τάφον, βασιλεῦ Ἅγιε, ὅν ἔδειξας ἡμῖν πηγήν, Λόγε, χαρίτων σου, τοῖς σοὶ βοῶσιν·

Ἀλληλούϊα.

Φωτοφόρον σὸν Τάφον, ὑπὲρ ἥλιον Σῶτερ, ἀνατείλαντα γῆθεν, ἰδοῦσα ἐν χαρᾷ ἡ Ἑλένη, πεσοῦσα προσεκύνησε πόθῳ, καὶ θάμβους πλησθεῖσα σὲ ἀνύμνει, ἐκβοῶσα πρὸς τὸν Τάφον ταῦτα·

Χαῖρε, χαρὰ καὶ ἐλπὶς τοῦ κόσμου·

χαῖρε, τὸ φῶς ψυχῆς καὶ νοός μου.

Χαῖρε ὀρθοδόξων βασιλέων, καύχημα·

χαῖρε Πατριαρχῶν εὐσεβῶν, στεφάνωμα.

Χαῖρε ὅτι σὲ κηρύττουσιν, εὐσεβεῖς ἀρχιερεῖς·

χαῖρε ὅτι σὲ δοξάζουσιν, εὐλαβῶς οἱ ἱερεῖς.

Χαῖρε, κανὼν καὶ τύπος ἀρετῆς μοναζόντων·

χαῖρε, σκέπη καὶ τύπος τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων.

Χαῖρε στρατοῦ πιστοῦ, τὸ περίφραγμα·

χαῖρε ἡμῶν πάντων, τὸ ἐπίγραμμα.

Χαῖρε νοητῆς ἀμπέλου, τὸ μνῆμα·

χαῖρε τῆς αὐτῆς, πολύκαρπον κλῆμα.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.


Χαίρουσα τῇ εὑρέσει σου, ὦ πάντιμε Τάφε, ἡ θεία βασιλὶς ἡ Ἑλένη, περικαλλῆ μέγιστον ναὸν περὶ σὲ ἀνῳκοδόμησεν, ἡμεῖς δ’ ἀεὶ κυκλοῦντές σε, τῷ ἐν σοὶ ταφέντι μέλπομεν·

Ἀλληλούϊα.

Ψάλλοντες γηθοσύνως, ἀνυμνοῦμέν σε πόθῳ, ὦ Τάφε τοῦ Χριστοῦ φωτοδότα, ὁ γὰρ τῷ παντὶ ἀχώρητος θεάνθρωπος Κύριος, ἐν σοὶ ταφεὶς τριήμερος, ἡγίασεν, ἐδόξασε, καὶ ἅπαντας ἐδίδαξεν ἐκβοᾷν σοι οὕτω·

Χαῖρε, ἀῤῥήτου βουλῆς τὸ πέρας·

χαῖρε, ἀήττητον πιστῶν κέρας.

Χαῖρε θεολόγων κλεινῶν, ἡ προκήρυξις·

χαῖρε διδασκάλων σεπτῶν, ἡ κατήχησις.

Χαῖρε, ὅτι ὁ ἀχώρητος ἐχωρήθη ἔνδον σοῦ·

χαῖρε, ὅτι καὶ τριήμερος ἐξανέστη ἀπὸ σοῦ.

Χαῖρε θεογνωσίας ποταμούς, ὁ ἐκχέων·

χαῖρε θεοσεβείας τὰς πηγάς, ὁ προχέων.

Χαῖρε λαῷ ἐν βαρεῖ, αἰνούμενος·

χαῖρε πιστῷ ἱερεῖ, ὑμνούμενος.

Χαῖρε, πιστοῖς κλείσας ᾅδου τὸ χάσμα·

χαῖρε, αὐτοῖς γεγονὼς καινὸν ᾄσμα.

Χαῖρε Μνῆμα τρισόλβιον.

Ὤ Θεοῦ Θεὲ Λόγε, ὁ ἀχώρητος φύσει ἐν πάσῃ Ζωοδότα, τῇ κτίσει, πῶς τούτῳ ἐχωρήθη τῷ Τάφῳ; (ἐκ γ΄) Ἀλλ’ οὖν τὰς λιτὰς ἡμῶν πρόσδεξαι εὔσπλαγχνε καὶ αἰωνίου λύτρωσαι κολάσεως τοὺς σοὶ βοῶντας·

Ἀλληλούϊα.

Ἐκ τοῦ· ΣΙΩΝΙΤΙΣ ΥΜΝΩΔΟΣ Ἤ ΜΕΛΩΔΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΙΟΙ ΥΜΝΟΙ.

Οὕς ψάλλομεν περιερχόμενοι καὶ λιτανεύοντες εἰς τὰ ἐντὸς τοῦ πανιέρου ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως πανσέβαστα Προσκυνήματα καὶ θεῖα Παρεκκλήσια.