Tuesday, November 29, 2016

θαύμα Παναγία ἡ Πορταΐτισσα



                  Ὁ πεινασμένος ὁδοιπόρος

Ἡ μονὴ τῶν Ἰβήρων εἶναι πολύ φιλόξενο μοναστήρι. Αὐτὸ ἀποδίδεται καὶ στὸ ἀκόλουθο περιστατικό:

Ἕνας φτωχός ἐργάτης, κουρασμένος ἀπὸ τὸν δρόμο, ἔφθασε τὸ μεσημέρι πεινασμένος στὴν πύλη τῆς μονῆς. Ζητήσε μόνο λίγο ψωμὶ ἀπὸ τὸν πορτάρη, γιατὶ βιαζόταν νὰ συνεχίσει τὴν πορεία του.

Ὁ πορτάρης, ἄγνωστο γιατί, δέν τοῦ ἔδωσε, ὁπότε ὁ φτωχός ἀναστέναξε βαθιὰ κι ἔφυγε νηστικός.

Ἀνεβαίνοντας πρός τίς Καρυές, σταμάτησε γιὰ λίγο στὴ σκιὰ ἑνός δέντρου. Λυπημένος καὶ κουρασμένος καθώς ἦταν, ξάπλωσε καταγῆς. Ξεφνικὰ ἀκούει βήματα νὰ πλησιάζουν. Ἀνασηκώνεται καὶ βλέπει κοντὰ του μιὰ γυναίκα μ ̓ ἕνα βρέφος στὴν ἀγκαλιά. Μέ ὕφος συμπαθητικὸ καὶ φωνὴ γλυκειὰ τὸν ἐρωτᾶ:

– Τί ἔχεις; Μήπως εἶσαι ἄῤῥωστος;

– Ὄχι, ἀπάντησε ἐκεῖνος, ἀλλα πεινῶ. Παρακάλεσα τὸν θυρωρὸ τῆς μονῆς Ἰβήρων νὰ μοῦ δώσει ψωμί, ἀλλὰ δέν μοῦ ἔδωσε.

– Ἄκου, παιδί μου. Δέν πρέπει νὰ παραπονεῖσαι γιὰ τὸν θυρωρό. Θυρωρός τῆς μονῆς αὐτῆς εἶμαι ἐγώ. Νὰ ἐπιστρέψεις ἀμέσως καὶ νὰ ζητήσεις ψωμὶ ἐκ μέρους μου. Κι ἂν δὲν σοῦ δώσουν, πλήρωσέ το μ ̓ αὐτὰ τὰ χρήματα. Σέ περιμένω ἐδῶ.

Λέγοντας αὐτὰ ἔδωσε στὸν ἐργάτη τρία φλουριά. Ἐκεῖνος, ἀνύποπτος γιὰ ὅσα ἔβλεπε καὶ ἄκουγε, ξεκίνησε γιὰ τὸ μοναστήρι. Χτύπησε τὴν πύλη καὶ κρατώντας ἐπιδεικτικὰ τὰ χρήματα ζήτησε καὶ πάλι ἀπὸ τὸν θυρωρὸ ψωμί, χωρίς νὰ παραλείψει ν ̓ ἀναφέρει τὴ συνομιλία μέ τὴ γυναίκα.

Ὅταν ἄκουσε ὁ μοναχός γιὰ γυναίκα καὶ εἶδε τὰ σπάνια νομίσματα, κατάλαβε ὅτι πρόκειται γιὰ θαῦμα.

Χτύπησε τὴν καμπάνα, συγκεντρώθηκαν οἱ ἀδελφοὶ καὶ ἄκουσαν μέ θαυμασμὸ τὸ παράδοξο γεγονός.

Διαπίστωσαν μάλιστα ὅτι τὰ νομίσματα ἐκεῖνα ἦταν ἀφιερωμένα πρίν ἀπὸ πολλὰ χρόνια στὴ θαυματουργὴ εἰκόνα. Βλέποντας ὅμως ἡ Παναγία τὴν ἀνάγκη τοῦ φτωχοῦ, τὰ παρέλαβε καὶ τοῦ τὰ ἔδωσε μέ μητρικὴ εὐσπλαχνία.

Οἱ μοναχοὶ μέ φόβο καὶ εὐλάβεια τὰ ἐπανέφεραν στὴν ἁγία εἰκόνα τῆς Πορταΐτισσας, ἡ ὁποία μέ τὸ θαῦμα αὐτὸ τοὺς δίδαξε τὴ μεγάλη ἀρετὴ τῆς φιλοξενίας.

Παναγία η Γερόντισσα-Εφέστιος Εικόνα της Ιεράς Μονής Κάτω Παναγιάς Άρτας

Η Κυρία Θεοτόκος κατά τον έξω χαρακτήρα και ήθος του σώματος ήτο σεμνή και σεβάσμια κατά πάντα, ολίγα και απαραίτητα λαλούσα, ήτο ογλήγορος εις το υπακούειν και ευπροσήγορος, ετίμα όλους και επροσκύνει, είχε το μέγεθος του σώματος μέσον και σύμμετρον, δεν επαρουσιάζετο εις κάθε άνθρωπον, ήτο μακράν από τόν γέλωτα και έξω από κάθε ταραχήν και θυμόν.
Το χρώμα του θεοδόχου Της σώματος ήτο όμοιο με το χρώμα του σιταριού.
Είχε ξανθάς τάς τρίχας της κεφαλής, είχεν οφθαλμούς πολλά ωραίους, χρωματισμένους με θείαν σεμνότητα, ωραισμένους με κόρας οξείς και όμοιας με τήν ελαίαν και καλλυνομένας με βλεφαρίδας φαιδροπρεπείς.
Είχε τα οφρύδια μαύρα, κυκλικώς σχηματισμένα.
Είχε τήν μύτην ομαλήν και ευθείαν.
Τα πανάμωμα χείλη Της ήτον ανθηρά, λάμποντα κοσμίως με ερυθρόν χρώμα και γέμοντα από την των λόγων γλυκύτητα.
Είχε το ιεροπρεπές πρόσωπον ολίγον μακρύ, είχε τάς θεοδόχους χείρας Της μακράς και τούς δακτύλους των χειρών μακρούς με λεπτότητα.
Ήτο ανυπερήφανος και είχε ταπείνωσιν υπερβάλλουσαν, εφόρει ρούχα φυσικώς χρωματισμένα, καθώς δηλούται από το άγιον μαφόριον, αυτόχροον υπάρχον.
Και δια να ειπούμεν καθολικώς, η Κυρία Θεοτόκος ήτο κατά τα εξωτερικά μέλη του σώματος γεμάτη τόση θείαν χάριν και σεβασμιότητα, ώστε όπου όστις έβλεπεν Αυτήν, ελάμβανε εις την ψυχήν του κάποιον φόβον και ευλάβειαν και χωρίς να Τήν ηξεύρη προτύτερα, εγνώριζεν από μόνον τόν εξωτερικόν χαρακτήρα Τηςότι Αύτη αληθώς εστί Μήτηρ Θεού.
Και ο Αρεοπαγίτης θείος Διονύσιος, από την πολλήν αγάπην που είχε πρός τόν Χριστόν, ακούσας ότι έζη σωματικώς η πανάμωμος Μήτηρ Αυτού, επήγε να Την ιδεί, και λοιπόν βλέπων τήν θείαν θεωρίαν και τήν θαυμάσιαν και βασιλικήν ωραιότητά Της, ίδών δε και τούς Αγγέλους ισταμένους τριγύρω Αυτής και Τήν εδορυφόρουν ως βασίλισσαν, ακούσας δε και τα ουράνια λόγια εκ του αγίου στόματός Της, εξέστη ομολογήσας ότι και μόνος ο σωματικός Αυτής χαρακτήρ και το είδος Της Τήν εμαρτύρουν ως εστί Μήτηρ Θεού κατ’ άλήθειαν.
Μεγαλείον και εξαίρετον ήτο εις μόνην τήν Θεοτόκον, διότι θεόθεν ήτο δεδωρημένον, ίνα γεννηθή εν τη Παλαιά Διαθήκη Παιδίον θήλυ κατ’ επαγγελίαν, και μάλιστα εκ τηςστείρας, της θεοπρομήτορος Άννης.
Γνωστόν όμως έστω ότι η Κυρία Θεοτόκος, δια τα μεγαλεία ως Της έδωκεν ό Θεός, εσυνερίζετο τρόπον τινά και εφιλοτιμείτο να αγωνίζεται και Αυτή μετά τήν Ανάληψιν του Υιού Της με προσευχάς, με γονυκλισίας και με κάθε είδος ασκήσεως.
Όθεν λέγεται λόγος ότι, από τάς συχνάς γονυκλισίας, όπου η Θεοτόκος εποίει, εβαθούλωσαν αι πλάκαι, επάνω εις τας οποίας τα γόνατα έκλινεν.

Friday, November 25, 2016

Ἂς ξεριζώσουμε λοιπὸν τὶς κακὲς συνήθειες τῆς ψυχῆς μας ( Ὅσιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος )

«Ἂς μὴν κυριευόμαστε λοιπὸν ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ φόβο ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὰ πράγματα καὶ τὶς καταστάσεις τοῦ μάταιου αὐτοῦ κόσμου. Νὰ μὴν φοβόμαστε δηλαδὴ ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχει φόβος (Α´ Ἰωάν. 4:18). Γιατί ποιὸς ἀνθρώπινος φόβος μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τὸ θεῖο φόβο; Καὶ ποιὰ φθαρτὴ ἀνθρώπινη δόξα μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τὴν μεγαλοσύνη, τὴν ἀνέκφραστη δύναμη καὶ τὴν ἄφθαρτη δόξα τοῦ Θεοῦ;

Ἐπειδὴ ὅμως μᾶς παρασύρουν τὰ γήινα πράγματα, δὲν μποροῦμε, μὲ τὴ δύναμη τῆς πίστης καὶ τὸ φωτισμὸ τῆς γνώσης, νὰ προσηλώσουμε τὸ νοῦ μας στὰ ἀόρατα. Ἂν λοιπόν, ἔστω καὶ μόνο ἀπὸ τὴ θέα τῶν ὁρατῶν πραγμάτων ὁδηγούμαστε στὴν κατανόηση τῆς ἀνέκφραστης δύναμης τοῦ ἄφθαρτου Θεοῦ, ἂς σταθοῦμε ἐνώπιόν Του μὲ δέος καὶ ἄπειρο σεβασμό.

Ἂς γονατίσουμε λοιπὸν ἐνώπιόν Του κι ἂς κλάψουμε (Ψαλμ. 94, 6) μπροστὰ στὴν ἀγαθότητά Του, μιλώντας ἀπ᾿ τὴν καρδιά μας καὶ λέγοντας: «Ἐσὺ Κύριε, εἶσαι ὁ Θεός μας καὶ κανένας ἄλλος. Ἐνώπιόν Σου ἁμαρτήσαμε κι ἐνώπιόν Σου τώρα προσπίπτουμε. Ἂν Σὺ θελήσεις, νὰ μᾶς σώσεις Κύριε, κανένας δὲν μπορεῖ ν᾿ ἀναχαιτίσει τούτη τὴν ἀπόφασή Σου καὶ νὰ Σὲ δυσκολέψει».

Ὁ Κύριος εἶναι εὔσπλαχνος καὶ ἀγαθός. Κι ἂν ἀκόμα ἐμεῖς παρασυρθήκαμε καὶ ἁμαρτήσαμε ἀπὸ ἀπερισκεψία, ἂς φροντίσουμε νὰ θεραπευθοῦμε μὲ τὴν μετάνοια. Ἂν πάλι, ὡς ἄνθρωποι παρασυρθήκαμε ἀπὸ κάποιο πάθος, ἂς μὴν ἀπελπιστοῦμε ἐντελῶς, ἀλλὰ γνωρίζοντας Ποιὸς Θεός μας ἔχει προσκαλέσει καὶ ἔχοντας συναίσθηση τῆς κλήσης μας, ἂς ἀκούσουμε Ἐκεῖνον ποὺ λέει: «Μετανοεῖται, γιατί ἔφθασε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. δ´ 17).

Δὲν ὅρισε τὴν μετάνοια σὰν φάρμακο γιὰ κάποια μονάχα ἁμαρτήματα, ἀποκλείοντας κάποια ἄλλα. Γιὰ κάθε εἴδους τραῦμα τῆς ἁμαρτίας, γιὰ κάθε ἁμάρτημα πνευματικό, ὁ Μεγάλος Γιατρὸς τῶν ψυχῶν μας, μᾶς τὴν ἔχει σὰν φάρμακο χαρίσει.

Ἂς ξεριζώσουμε λοιπὸν τὶς κακὲς συνήθειες τῆς ψυχῆς μας. Ἀντὶ γιὰ τοὺς καυστῆρες ἂς μεταχειριστοῦμε τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, μὲ τὸν ὁποῖο θὰ μπορέσουμε νὰ ἀντικρούσουμε ὅλες τὶς ἄστοχες ἐπιθυμίες ποὺ φέρουν μέσα τοὺς τὰ ἀγκάθια τῆς ἁμαρτίας. Ἂς ἀντιταχθοῦμε μὲ τὸ συνετὸ λογισμό, σὲ αὐτὰ ποὺ μᾶς ὑπαγορεύουν οἱ φιλήδονοι λογισμοί, γιατὶ εἶναι γραμμένο: «Νὰ γίνεσθε ἅγιοι, γιατί ἐγὼ εἶμαι ἅγιος» (Α´ Πετρ. α´ 16).

Ἔτσι, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Σωτῆρα μας Θεοῦ, θὰ ἐπιτύχουμε τὴν ἄφθαρτη ζωή. Ὁ Κύριος γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ καὶ τὴν εἰλικρινῆ μετάνοιά μας θὰ συγχωρέσει καὶ θὰ παραγράψει τὶς ἁμαρτίες μας, γιατί εἶναι ἐλεήμων καὶ εὔσπλαχνος.

Κι ἂν κάποιος ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἔχουν τὴν ἐντύπωση πῶς ἔχουν κοπιάσει περισσότερο στὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀρετή, γογγύσει, γιὰ τὴ μεγάλη εὐσπλαχνία τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ, -ἐπειδὴ τάχα ἐπειδὴ μπήκαμε στὴ δουλειὰ πολὺ ἀργά, μᾶς πληρώνει τὸ ἴδιο μὲ τοὺς πρώτους- θὰ δώσει γιὰ μᾶς ἀπολογία ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος καὶ Δημιουργὸς καὶ θὰ πεῖ: «Φίλε, δὲν σὲ ἀδικῶ. Δὲν ἔχεις μαζί μου συμφωνήσει νὰ ἐργαστεῖς γιὰ ἕνα δηνάριο; Πάρε ὅ,τι ἔχουμε συμφωνήσει καὶ πήγαινε στὸ καλό. Ἐγὼ θέλω νὰ δώσω σὲ τοῦτον ποὺ ἦρθε τελευταῖος στὴ δουλειά, ὅ,τι ἀκριβῶς ἔδωσα καὶ σὲ σένα τοῦ πρώτου» (Ματθ. κ´ 13-14).

Ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ κρίνει καὶ δικαιώνει. Ποιὸς μπορεῖ νὰ βγεῖ μπροστά Του καὶ νὰ μᾶς καταδικάσει; (Ρωμ. η´ 34).

Σ᾿ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν».

Wednesday, November 16, 2016

Ικετήριος Κανών θείας Μεταλήψεως


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α´. Τὸν συνάναρχον Λόγον.



Εὐσπλαγχνίᾳ θαῤῥήσας τῇ ἀμετρήτῳ Σου, ὁ ἐραστὴς ἁμαρτίας καὶ πονηρῶν λογισμῶν, κράζω· Σῶτερ μὲ φιλάνθρωπε ὑπόδεξαι, ὡς τὸν Τελώνην τὸν Ληστήν, καὶ τὸν Ἄσωτον ταχύ, εἰς κόλπους Σου τοὺς τιμίους, διὰ τῶν Σῶν Μυστηρίων, τῶν παναχράντων Μεταλήψεως



Ὁ Κανῶν φέρει τήνδε τὴν ἀκροστιχίδα.

 ΑΝΟΙΞΟΝ ΜΟΙ ΠΥΛΑΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ, ΣΩΤΕΡ. X. Μ. Μ.



ᾨδὴ α´. Ἦχος πλ. δ΄. Ὑγρὰν διοδεύσας.



Ἀσώτως τὸν βίον μου, δαπανῶν ὁ φιλαμαρτήμων, φεῦ ὀργίλος καὶ ἀκρατής, τῇ Σῇ σπεύδω Σῶτερ θείᾳ σκέπῃ, ἵνα ῥυσθῶ ἐξ ὀνύχων τοῦ δράκοντος.



Νεκρὸν ἔργων πράξεων λογισμῶν, ἁγνῶν Πανοικτίρμον, πέλοντά με καὶ ἀρετῶν, ἀνάστησον θείᾳ μεταλήψει, τῶν ζωτικῶν καὶ φρικτῶν Μυστηρίων Σου.



Οὐδεὶς προσερχόμενος τῶν βροτῶν, ἄξιως ἐσθίει σάρκα, Σῶτερ Σὴν ἱεράν, καὶ πίνει τὸ πάντιμόν Σου αἷμα, ὑπὲρ ἡμῶν ὁ προθύμως ἐξέχεας.



Θεοτοκίον.



Ἱλέωσαι Δέσποινα καὶ ἐμοί, τὸν θεῖον σοῦ Τόκον, καὶ σὸν δοῦλον τὸν εὐτελῆ, βιῶσαι ἀξίωσον ἀμέμπτως, τὸν Μυστηρίοις σεπτοῖς προσερχόμενον.



ᾨδὴ γ´. Οὐρανίας ἁψῖδος.



Ξενωθέντα με Σῶτερ, Σῆς δαψιλοῦς χάριτος, καὶ συγκοινωνήσαντα ἔργοις, φαύλοις εἰς βόρβορον, μὴ μὲ ἀπώσῃ τὸν Σόν, ῥερυπωμένον οἰκέτην, ἀλλὰ Δείπνου μέτοχον, Σοῦ νῦν μὲ ποίησον.



Ὁ πιστοὺς ἁγιάζων, διὰ τοῦ Σοῦ σώματος, καὶ τοῦ αἵματός Σου τοῦ θείου, Σῶτερ εὐΐλατε, ἁγίασόν με τὸν νῦν, ἐπιποθοῦντα ἀπαύστως, δι᾿ Αὐτῶν ἐκτρέφεσθαι, τάλανα δοῦλόν Σου.



Νὺξ παθῶν με συνέχει, καὶ χαλεπὴ Κύριε, δίνη λογισμῶν ἀκαθάρτων, καταποντίζει με, ἀλλὰ θαῤῥῶν οἰκτιρμοῖς, τοῖς Σοῖς προσέρχομαι πόθῳ, Μυστικῷ τῷ Δείπνῳ Σου, καὶ κράζω· σῶσόν με.



Θεοτοκίον.



Μὴ στερήσῃς με Μῆτερ, τῆς τοῦ σεπτοῦ Τόκου σου, θείας κοινωνίας ἐν δόμοις, ἀνῶ λαμπρότητος· διόπερ μεταλαβεῖν, τῶν ἱερῶν Μυστηρίων, νῦν με καταξίωσον, σαῖς παρακλήσεσιν.



ᾨδὴ δ´. Εἰσακήκοα, Κύριε.



Ὁδοδείκτης πρὸς θέωσιν, γένοιτό μοι Σῶτερ τῶν Μυστηρίων Σου, τῶν ἀχράντων ἡ μετάδοσις, νοῦν ἡ ἀνυψοῦσά μου ὑλόφρονα.



Ἵνα σβέσω τὸν καύσωνα, τῶν ἀμπλακημάτων μου Σῶτερ κράζω Σοι· δρόσον πέμψον μοι Θεάνθρωπε, διὰ τῶν ἁγίων Μυστηρίων Σου.



Παμβεβήλου τὰ βέλεμνα, ἵνα ἀποκρούσω ἀσπίς μοι γένοιτο, ἡ μετάληψις Σοῦ σώματος, Ζωοδότα καὶ Σοῦ θείου αἵματος.



Θεοτοκίον.



Ὑπερόπτην Πανάχραντε, δεῖξον τῶν προσύλων με καὶ ἰκάνωσον, Μυστηρίοις με προσέρχεσθαι, τοῖς σεπτοῖς ἀξίως ὁ τρισδύστηνος.



ᾨδὴ ε´. Φώτισον ἡμᾶς.



Λάμπρυνον στολήν, τῆς ψυχῆς μου Σῶτερ κράζω Σοι, ἵνα Δείπνου Σου μετάσχω τοῦ φρικτοῦ, καὶ εἰσέλθω εἰς σκηνὰς ἀγαλλιάσεως.



Ἅγνισον ἡμᾶς, τῇ μεθέξει τῶν ἀχράντων Σου, Μυστηρίων Ζωοπάροχε Χριστέ, ὁ δωρούμενος ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.



Σῶτερ ἀγαθῶν, φρέαρ γένοιτο ἀκένωτον, ἡ μετάληψις τῶν Σῶν ζωοποιῶν, Μυστηρίων φιληδόνῳ νῦν οἰκέτῃ σου.



Θεοτοκίον.



Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, μέλλοντά μὲ νῦν προσέρχεσθαι, τοῖς ἀχράντοις Μυστηρίοις μολυσμοῦ, τῆς σαρκὸς καὶ τῆς ψυχῆς εὐχαῖς σου κάθαρον.



ᾨδὴ στ´. Τὴν δέησιν, ἐκχεῶ.



Εἰς ἄφεσιν, τῶν πολλῶν πταισμάτων μου, ἡ μετάληψις τῶν Σῶν Μυστηρίων, τοῦ παναχράντου Σου σώματος Σῶτερ, καὶ τοῦ τιμίου Σου αἵματος γένοιτο, καὶ εἰς ἑξάληψιν παθῶν, χαλεπῶς τρυχομένων με Κύριε.



Τὸ πάντιμον, σῶμά Σου καὶ αἷμά Σου, γενηθήτω μοι Παντάναξ πῦρ φλέγον, παθῶν ἐκκαῖον παντοίων τριβόλους, καὶ ἁμαρτίας ζοφώδους τὰ φρύγανα, ἵνα ψυχῆς μου ἐν τῇ γῇ, σωτηρίας βλαστήσωσι λείρια.



Ἀφάνισον, λογισμοὺς ἀτάκτους μου, ἐνθυμήσεις μυαρὰς καὶ προλήψεις, τοῦ μετὰ φόβου καὶ πίστεως Σῶτερ, προσερχομένου νῦν τλήμονος δούλου Σου, πρὸς τὴν μετάληψιν τῶν Σῶν, Μυστηρίων φιλεύσπλαγχνε Κύριε.



Θεοτοκίον.



Νενέκρωμαι, οἴμοι παραπτώμασι, Κοσμοσώτειρα καὶ πράξεσι φαύλαις, ἀλλὰ θαῤῥῶν μητρικῇ παῤῥησίᾳ, τῇ σῇ κραυγάζω· ἡ θεία μετάληψις, τῶν Μυστηρίων σου Υἱοῦ, εἰς ζωὴν γένοιτό μοι ἀθάνατον.



ᾨδὴ ζ´. Οἱ ἐκ τῆς Ἰουδαίας.



Οἶδα Σῶτερ οἰκτίρμον, ὅτι μεταλαμβάνω, Σοῦ θείου σώματος, καὶ αἵματος τιμίου, τοῦ Σοῦ ὁ πολυτλήμων, ἀναξίως πλὴν δέομαι· εἰς φωτισμόν μοι αὐτά, τὰ ἅγια γενέσθω.



Ἱκανὸς Παντεπόπτα, οὐκ εἰμί Σε ξενίσαι, ἀλλ᾿ὡς φιλάνθρωπος, ἐν τῇ ἐμῇ σκηνῶσαι, ψυχῇ ἐπειδὴ βούλῃ, νῦν θαῤῥῶν Σοι προσέρχομαι, βοῶν· ὡς πόρνην ποτέ, δακρύουσάν με δέξαι.



Ἄνες ἄφες Οἰκτῖρμον, καὶ συγχώρησον δούλῳ, τῷ ἀναξίῳ Σου, καὶ πάριδέ μου ὅσα, ἐν γνώσει καὶ ἀγνοίᾳ, παραπτώματα ἥμαρτον, Σοὶ λόγοις ἄγαν πικροῖς, καὶ παρανόμοις ἔργοις.



Θεοτοκίον.



Στεναγμοὺς τῆς καρδίας, τοῦ σοῦ δούλου Παρθένε, τῷ θείῳ Τόκῳ σου, προσάγαγε καὶ σῶσον, εὐχαῖς σου ἐκ θανάτου, αἰωνίου τὸν σπεύδοντα, νῦν τοῖς σεπτοῖς σοῦ Υἱοῦ, καὶ θείοις Μυστηρίοις.



ᾨδὴ η´. Τὸν Βασιλέα.



Συνέτισόν με, καὶ δεῖξον Πνεύματος θείου, οἰκητήριον τὸν κοινωνήσαι, Σοῦ τῶν Μυστηρίων, ἐπιποθοῦντα Σῶτερ.



Ὡς τὸν Τελώνην, μετανοήσαντα Σῶτερ, οὐκ ἐστέρησας τῆς χάριτός Σου, οὕτω Μυστηρίων, τῶν Σῶν μὴ μὲ στερήσῃς.



Τῆς συνηθείας, τῆς πονηράς μου καὶ φαύλης, εἰς ἔμποδιον Σῶτερ γενέσθω, Σοῦ τῶν Μυστηρίων, τῶν ἱερῶν ἡ λῆψις.



Θεοτοκίον.



Ἐσκοτισμένης, ψυχῆς μου φῶς Θεοτόκε, φώτισόν μου καρδίας τὰς κόρας, τοῦ νῦν προσιόντος, τοῖς θείοις Μυστηρίοις.



ᾨδὴ Θ´. Κυρίως Θεοτόκον.



Ῥυπώδη τῆς ψυχῆς μου, κάθαρον χιτῶνα, ἵνα ἐν ταῖς τῶν Ἁγίων λαμπρότησι, τῶν Σῶν εἰσέλθω ὁ τάλας, Χριστὲ φιλάνθρωπε.



Χαρᾶς ἀτελευτήτου, κοινωνὸν Σὸν δοῦλον, τὸν προσερχόμενον νῦν καταξίωσον, τοῖς Μυστηρίοις τοῖς θείοις Υἱὲ τοῦ Κτίσαντος.



Μακρόθυμε τῆς δόξης, Κύριε ὁ θέλων, πάντας σωθῆναι ἀνθρώπους τοῦ Δείπνου Σου, νῦν κοινωνόν με οἰκέτην τὸν Σὸν παράλαβε.



Θεοτοκίον



Μαρία τοῦ Σωτῆρος, καὶ Θεοῦ καθέδρα, μεταλαβεῖν τὸν σὸν δοῦλον ἀξίωσον, τῶν Μυστηρίων τῶν θείων Θεογεννήτρια.



Δίστιχον.



Ὡς τὸν Ἄσωτον μετανοοῦντα, Οἰκτῖρμον,



δέξαι, Κύριε, Σὸν δοῦλον Χαραλάμπη.



ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΤΩ ΜΟΝΩ ΑΛΗΘΙΝΩ ΘΕΩ ΗΜΩΝ



(Ποίημα Χαραλάμπους Μπούσια)

Sunday, November 13, 2016

Προσευχή μετά την Θεία Κοινωνία

 
Ὦ Πανάγιε Σωτῆρά μου, λογιάζω μέσα μου, τί λόγια νὰ εὕρω διὰ νὰ σὲ χαιρετίσω, καὶ ποῖον χάρισμα, νὰ σὲ κάμω διὰ νὰ σοὶ εὐχαριστήσω, καθὼς πρέπει· ἀμὴ τίποτε δὲν εὑρίσκω, ὅπου νὰ εἶναι ἄξιον διὰ σὲ τὸν Θεὸν καὶ Πλάστην μου· μόνον γίνομαι ἐξεστηκώς, πῶς ἐδόθη τοῦτο τὸ μέγα Μυστήριον εἰς ἐμὲ τὸν ἀνάξιον. Ὦ μεγαλοδύναμε Θεέ, καὶ Πλάστη μου, καὶ Πατέρα μου αἰώνιε, εὐχαριστώ σοι, ὅπου μὲ ἠξίωσες νὰ χορτάσω πολλάκις, ὡς καὶ τὴν σήμερον τὴν Σάρκα καὶ τὸ Αἶμά Σου. Χριστέ μου πολυέλεε, παρακαλῶ σε νὰ μὴ τιμωρηθῶ ὡς ἀνάξιος, ἀλλὰ νὰ συγχωρηθῶ ὡσὰν μωρὸς καὶ ἀνόητος. Κάμε, Δέσποτά μου, νὰ μὴ λείψῃ ἡ χάρις Σου ποτὲ ἀπὸ ἐμέ· δός μοι ταύτας τὰς θεϊκὰς ἀρετὰς νὰ τὰς ἔχω, πίστιν, ἐλπίδα, ἀγάπην, φρόνησιν, ὑπομονήν, παρθενίαν, ταπείνωσιν, καθαρότητα, καὶ τὸ περισσότερον, φώτισιν, διὰ νὰ γνωρίζω τὰ θελήματά Σου, θέλησιν, διὰ νὰ τὰ κάμνω, δύναμιν, διὰ νὰ ἀντιστέκωμαι εἰς ὅλα τὰ κακά, ὅπου μὲ πολεμοῦσι, καὶ νὰ στερεώνομαι εἰς ὅλα τὰ καλά, ὅπου μοὶ πρέπουσι, καὶ σὲ ἀρέσκουσιν. Ὦ Θεέ μου, λυπήσου με, καὶ μὴ μὲ ἀφήσῃς νὰ ξεπέσω πλέον εἰς τὰ πρῶτά μου πταίσματα. Διότι ἐγὼ σὲ τάσω, πῶς εἶναι ὅλη μου ἡ γνώμη καὶ ἡ θέλησις εἰς τὴν ἐξουσίαν Σου, καὶ δὲν θέλω εὔγῃ πλέον ποτέ, μὲ τὴν βοήθειάν Σου, ἀπὸ τὴν ὐπακοήν Σου. Ἀμήν.
(Ἱ. Μ. Ξηροποτάμου) 

Friday, November 11, 2016

Παρακλητικός κανόνας εις τους Αρχαγγέλους και Αρχιστρατήγους ΜΙΧΑΗΛ και ΓΑΒΡΙΗΛ



Ὁ Ἱερεύς: Εὐλογητός ὁ Θεός ἠμῶν πάντοτε, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.
Ὁ Ἀναγνώστης: Ἀμήν.
Δόξα σοί, ὁ Θεός ἠμῶν, δόξα σοί.
Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καί ζωῆς χορηγός, ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἠμίν καί καθάρισον ἠμᾶς ἀπό πάσης κηλίδος καί σῶσον, Ἀγαθέ τάς ψυχᾶς ἠμῶν.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Παναγία τριάς, ἐλέησον ἠμᾶς. Κύριε ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἠμῶν. Δέσποτα, συγχώρισον τάς ἀνομίας ἠμίν. Ἅγιε, ἐπισκεψε καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἠμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου. Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανό καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἠμίν σήμερον, καί ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν, καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.


Ψαλμός ρμβ΄ (142)

Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι την δέησίν μου εν τη αληθεία σου, εισάκουσον μου εν τη δικαιοσύνην σου. Και μη εισέλθεις εις κρίσιν μετά του δούλου σου, ότι ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πας ζων. Ότι κατεδίωξεν ο εχθρός την ψυχήν μου, εταπείνωσεν εις γην την ζωήν μου. Εκάθισέ με εν σκοτεινοίς ως νεκρούς αιώνος, και ηκηδίασεν επ' εμέ το πνεύμα μου, εν εμοί εταράχθη η καρδίαν μου. Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοις έργοις σου, εν ποιήμασι των χειρών σου εμελέτων. Διεπέτασα προς σε τας χείρας μου, η ψυχή μου ως γη άνυδρός σοι. Ταχύ εισάκουσόν μου, Κύριε, εξέλιπε το πνεύμα μου. Μη αποστρέψεις το πρόσωπόν σου απ' εμού, και ομοιωθήσομαι τοις καταβαίνουσιν εις λάκον. Ακουστόν ποίησον μοι το πρωί το έλεός σου, ότι επί σοι ήλπισα. Γνωρισόν μοι κύριε, οδόν εν ή πορεύσομαι, ότι προς σε ήρα την ψυχήν μου. Εξελού με εκ των εχρών μου Κύριε, προς σε κατέφυγον, δίδαξόν με του ποιείν το θέλημά σου, ότι συ εί ο Θεός μου. Το Πνεύμα σου το αγαθόν οδηγήσει με εν γή ευθεία, ένεκεν του ονόματος σου, Κύριε, ζήσεις με. Εν τη δικαιοσύνην σου εξάξεις εκ θλίψεως την ψυχήν μου, και εν τω ελέει σου εξολοθρεύσεις τους εχθρούς μου. Και απολείς πάντας τους θλίβοντας την ψυχήν μου, ότι εγώ δούλός σου ειμί.
Καί εὐθύς ψάλλεται τετράκις ἐξ’ ὑπαμοιβῆς, μετά τῶν οἰκείων στίχων:
Ήχος δ΄
Θεός Κύριος και επέφανεν ημίν. ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.
Στιχ. α΄.
Εξομολογείσθε τω Κυρίω, και επικαλείσθε το όνομα το άγιον αυτού.
Θεός Κύριος και επέφανεν ημίν. ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.
Στιχ. β΄.
Πάντα τα έθνη εκύκλωσάν με και τω ονόματι Κυρίου ημυνάμην αυτούς.
Θεός Κύριος και επέφανεν ημίν. ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.
Στιχ. γ΄.
Παρά Κυρίου εγένετο αύτη, και έστι θαυμαστή εν οφθαλμοίς ημών.
Θεός Κύριος και επέφανεν ημίν. ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.

Ήχος δ΄ ( Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ)
Τους Πρωτοστάτας Ουσιών των αΰλων, και καταυγάζοντας φωτί πάσαν Κτίσιν, της Τρισηλίου δόξης και Θεότητος, άπαντες τιμήσωμεν, Αρχαγγέλους τους θείους, προς αυτούς κραυγάζοντες, εν ψυχή τεθλιμμένη, ω Ταξιάρχαι αΰλων Ουσιών, πάσης ημάς περιστάσεως ρύσασθε.
Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι.
Των ουρανίων στρατιών Αρχιστράτηγοι, δυσωπούμεν υμάς, ημείς οι ανάξιοι, ίνα ταις υμών δεήσεσι τειχίσητε ημάς, σκέπη των πτερύγων της αύλου υμών δόξης, φρουρούντες ημάς προσπίπτοντας, εκτενώς και βοώντας. Εκ των κινδύνων λυτρώσασθε ημάς, ως Ταξιάρχαι των άνω Δυνάμεων.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Θεοτοκίον.
Ου σιωπήσομεν, ποτέ, Θεοτόκε, τας δυναστείας Σου λαλείν οι ανάξιοι, εί μη γαρ Συ προίστασο πρεσβέβουσα, τις ημάς ερρύσατο, εκ τοσούτων κινδύνων: Τις δε διεφύλαξεν εως νύν ελευθέρους; Ουκ αποστώμεν, Δέσποινα , εκ Σου, σους γαρ δούλους σώζεις αεί, εκ παντοίων δεινών.

Ψαλμός Ν΄ (50)

Ελέησον με, ο Θεός, κατά το μέγα Έλεός Σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών Σου, εξάλειψον το ανόμημά μου. Επί πλείον πλύνον με από της ανομίας μου και από της αμαρτίας μου καθάρισόν με. Ότι την ανομίαν μου εγώ γινώσκω, και η αμαρτία μου ενώπιόν μου εστι δια παντός. Σοι μόνω ήμαρτον και το πονηρόν ενώπιόν Σου εποίησα, όπως αν δικαιωθείς εν τοις λόγοις Σου, και νικήσης εν τω κρίνεσθαί Σε.

Ιδοί γαρ εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου. Ιδού γαρ αλήθειαν ηγάπησας, τα άδηλα κσι τα κρύφια της σοφίας Σου εδήλωσας μοι. Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθήσομαι, πλυνείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ακουτιείς μοι αγαλλίασιν και ευφροσύνην, αγαλλιάσονται οστέα τεταπεινομένα. Απόστρεψον το πρόσωπόν Σου από των αμαρτιών μου και πάσας τας ανομίας μου εξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός, και πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου. Μη απορρίψης με από του προσώπου Σου, και το πνεύμα Σου το άγιον μη αντανέλης απ’ εμού. Απόδος μοι την αγαλλίασιν του σωτηρίου Σου, και πνεύματι ηγεμονικώ στηριξόν με . Διδάξω ανόμους τας οδούς Σου, και ασεβείς επί Σε επιστρέψουσι. Ρύσαι με εξ αιμάτων ο Θεός, ο Θεός της σωτηρίας μου, αγαλλιάσεται η γλώσσα μου την δικαιοσύνην Σου. Κύριε, τα χείλη μου ανοίξεις, και το στόμα μου αναγγελεί την αίνεσίν Σου. Ότι ει ηθέλησας θυσίαν, έδωκα αν, ολοκαυτώματα ουκ ευδοκήσεις. Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινομένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει. Αγάθυνον, Κύριε , εν τη ευδοκίαν Σου την Σιών, και οικοδομηθήτω τα τείχη Ιερουσαλήμ. Τότε ευδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, αναφοράν και ολοκαυτώματα. Τότε ανοίσουσιν επί το θυσιαστήριόν Σου μόσχους.

Είτα ο κανών
Ωδή α΄. Υγράν διοδεύσας

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών
Αγίων Αγγέλων ως αρχηγοί, και της θεοπτίας απολαύοντες τηλαυγώς, τον Αγαθοδότην και Σωτήρα υπέρ ημών καθικεταύσατε.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών

Απαύστως δοξάζουσι σε πιστώς, Ασωμάτων Δήμοι, ενηδόμενοι κάλλει τω σω, και τη ακορέστω αίγλη, Σώτερ, αυτών πρεσβείαις ημάς κατοικτείρησον.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι

Βιαίοις κρατούμενοι πειρασμοίς, υμίν ως προστάταις καταφεύγομεν οι πιστοί, Αρχάγγελοι θείοι, τον Δεσπότην εκτενώς εκδυσωπήσατε.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν

Θεοτοκίον.
Γενού μοι, Παρθένε, καταφυγή, λιμήν τε και τείχος, και προστάτις η τον Θεόν, εν σαρκί τεκούσα, Θεομήτωρ, τον λυτρωτήν και Πανοικτήρμονα.

Ωδή γ΄. Ουρανίας αψίδος.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών
Δωρεαίς πολυτρόποις, Αγγελικών τάξεων, οία Ταξιάρχαι, κοσμούμενοι, Αρχιστράτηγοι, καθωραΐσατε, τας του Χριστού Εκκλησίας, θεϊκαίς λαμπρότησι, ταις προστασίαις υμών.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών
Δωρεάς με αγίας, ως συμπαθείς Άγγελοι, νυν καταξιώσαι τον ευσυμπάθητον δυσωπήσατε, τρόπους ασπλάχνους γαρ, και μοχθηρούς κεκτημένον, μετανοίας τρόποις με ανακαλέσατε.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι
Ευδοκίας εν όπλω, το των Πιστών πλήρωμα, δόξης Ουρανίου τω κάλλει νυν στεφανούμενοι, εκ περιστάσεως, ως ευκλεείς παραστάται, του Θεού λυτρώσασθε, θείοι Αρχάγγελοι.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν
Θεοτοκίον.
Ζωής της ακηράτου, θεία σκηνή γέγονας, μόνη εξ αιώνος φανείσα, Παρθενομήτωρ, Αγνή, διό Πανάμωμε, τον εν σκιά του θανάτου, προς ζωήν οδήγησον.

Ωδή δ΄. Εισακήκοα Κύριε.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών


Η Δυάς η πρωτεύουσα, της των Αρχαγγέλων νυν ομηγύρεως, τους προστρέχοντας τη σκέπη σου, εκ παντός κινδύνου, ελευθέρωσον.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών
Θεωροί της λαμπρότητος, της Θεαρχικής και Αγαδοδότητος, Αρχιστράτηγοι, υπάρχοντες, δούλους τους υμών δεινών λυτρώσασθε.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι
Ιεραίς εν δεήσεσιν, εύροιμι υμάς συλλήπτορας Άγγελοι, την ψυχήν μου ενισχύοντας, και τον λογισμόν μου καταυγάζοντας.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν
Θεοτοκίον.
Ιερώς σε δοξάζουσι, τα των Ασωμάτων θεία στρατεύματα, Θεομήτωρ Πανακήρατε, τον γαρ Κτίστην τούτων απεκύησας.

Ωδή ε΄. Φώτισον ημάς.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών
Κύκλω του Θεού, παρεστώτες, Αρχιστράτηγοι, και ταις εκείθεν πηγαζούσαις αυγαίς, λελαμπρυσμένοι τους υμών οικέτας διασώσατε.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών
Λύτρωσιν ημίν, δωρηθήναι ικετεύσατε, τον Δεσπότην και Θεόν ημών, ως παραστάται της βροτών απολυτρώσεως.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι
Μύστας της σεπτής, και αρρήτου Σώτερ δόξης σου, τους Αρχιστρατήγους υπέστησας, τους σους ουν δούλους δι’ αυτόν νυν διαφύλαξον.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν
Θεοτοκίον.
Μύρον μυστικόν, ονομάζομέν σε, Πάναγνε, ως γεννήσασαν Θεόν εν σαρκί, τον τα ευώδη αναβρύοντα χαρίσματα.

Ωδή στ΄. Την δέησιν.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών
Νυν θρόνω τω φοβερώ παρίστασθαι, ακλινώς αξιωθέντες, Θεόπται, και του φωτός της Αγίας Τριάδος, επαπολαύειν πρεσβεύσατε Άγγελοι, ρυσθήναι εκ των πειρασμών, τους τη σκέπη υμών καταφεύγοντας.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών
Ξηράνατε των παθών σηπεδόνα και των νόσων κοπάσατε τον σάλον, συν τούτοις δε, ω Αρχάγγελοι θείοι, και τα της Πίστεως σκάνδαλα παύσατε, και ρύσασθε πάντας ημάς ταις λιταίς υμών πάσης αιρέσεως.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι
Οι άγιοι Ταξιάρχαι Αγγέλων, παρεστώτες εσαεί τη Τριάδι, και των φρικτών και αρρήτων αυτόπται, ως όντες , πάντας, Αρχάγγελοι, ρύσασθε, κινδύνων τε και πειρασμών, ταις υμών ικεσίαις δεόμεθα.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν
Ο έμψυχος του Σωτήρος θάλαμος, ο λαμπραίς της Παρθενίας ακτίσι, φωτοειδώς ώσπερ κρίνος εκλάμπων, της ακανθώδους εν μέσω συγχύσεως, η Πάναγνος και ευπρεπής, Θεοτόκος Παρθένος δοξάζεται.

Εκ νόσων και εκ παντοίων κινδύνων ρύσασθε Ταξιάρχαι, τους πιστώς τελούντας υμών την Σύναξιν, ως φύλακες Ορθοδόξων προστάται.
Θεοτοκίον.
Άχραντε, η διά λόγου τόν Λόγον ανερμηνεύτως, επ' εσχάτων των ημερών τεκούσα δυσώπησον, ως έχουσα μητρικήν παρρησίαν.

Κοντάκιον.

Αρχιστράτηγοι Θεού, Λειτουργοί θείας δόξης, των ανθρώπων οδηγοί και Αρχηγοί Ασωμάτων, το συμφέρον ημίν πρεσβεύσατε, και το μέγα έλεος, ως των Ασωμάτων Αρχιστράτηγοι.

«Προκείμενον»

Ο ποιών τους Αγγέλους αυτού Πνεύματα, και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα.
Στίχ.: Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον, Κύριε ο Θεός μου εμεγαλύνθης σφόδρα.

Ευαγγέλιον. Εκ του κατά Λουκάν (10, 16-21)
Είπεν ο Κύριος τοις εαυτού Μαθηταίς. Ο ακούων υμών εμού ακούει, και ο αθετών υμάς, εμέ αθετεί, ο δε εμέ αθετών, αθετεί τον αποστείλαντά με. Υπέστρεψαν δε οι Εβδομήκοντα μετά χαράς, λέγοντες· Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω ονόματι σου. Είπεν δε αυτοίς· εθεώρουν τον Σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα. Ιδού δίδωμι υμίν την εξουσίαν του πατείν επάνω όφεων και σκορπίων, και επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού, και ουδέν υμάς ου μη αδικήση. Πλήν εν τούτω μη χαίρετε, ότι τα πνεύματα υμίν υποτάσσεται· χαίρετε δε ότι τα ονόματα υμών εγράφη εν τοις ουρανοίς. Εν αυτή τη ώρα ηγαλλιάσατο τω πνεύματι ο Ιησούς και είπεν· εξομολογούμαι σοι, Πάτερ, Κύριε του ουρανού και της γης, ότι απέκρυψας ταύτα από σοφών και συνετών, και απεκάλυψας αυτά νηπίοις· ναι, ο Πατήρ, ότι ούτως εγένετο ευδοκία έμπροσθέν σου.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι
Ταις των Ασωμάτων πρεσβείες Ελεήμον, εξάληψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν
Ταις της Θεοτόκου πρεσβείες Ελεήμον, εξάληψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Προσόμοιον
Στίχ. Ελέησον με, ο Θεός, κατά το μέγα Έλεός Σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών Σου, εξάλειψον το ανόμημά μου

Παύασατε την έφοδον, ω Πρωτοστάται Αγγέλων, Μιχαήλ θαυμάσιε, Γαβριήλ θειότατε, των αιρέσεων, και ταχύ σώσατε, εκ νόσων παντοίων, και τον σάλον διαιρέσεων, καταπραύνατε, και κιδύνων ρύσασθαι και των θλίψεων, λιταίς υμών, Αρχάγγελοι, πάντας τους υμάς αναμέλποντας, και τη θεία σκέπη, υμών προσπεσφευγότας ευλαβώς, και των δεινών της κολάσεως, θείοι Νόες σώσατε.

Ωδή ζ΄. Οι εκ της Ιουδαίας.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών
Πολυποίκιλον χάριν, Αρχιστράτηγοι θείοι, υμίν δεδώρηται, ο πάντων ευεργέτης, ού νυν την Εκκλησίαν, διασώτατε ψάλλουσαν· ο των Πατέρων ημών, Θεός ευλογητός εί.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών.
Ρώμη του Παντεπόπτου, δυναμούμενοι πάντα, της γής τα πέρατα, τρανώς περισκοπείτε, και πάντας τους εν πίστει περισώζετε ψάλλοντας· ο των Πατέρων ημών, Θεός ευλογητός εί.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι
Συν Αΰλοις Αγγέλοις, των πιστών αι χορείαι δεύτε τιμήσωμεν, την αίσιον ημέραν, της μνήμης εκτελούντες, των Θεού Αρχαγγέλων πιστώς, και εκβοώντες αυτοίς, ρύσασθε ημάς νόσων.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν
Σωτηρίας λιμένα, Θεοτόκε Παρθένε, σε νυν γνωρίζοντες, του βίου τους κινδύνους, εκφεύγομεν και ζάλας, τω Υιώ σου κραυγάζοντες· ο των Πατέρων ημών, Θεός ευλογητός εί.

Ωδή η΄. Τον Βασιλέα.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών.
Τους παραστάτας και υμνωδούς της αφράστου, Αρχαγγέλους δόξης σου προσδέχου, σε νυν δυσωπούντας, υπέρ ημών, Παντάναξ.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών.
Ύμνους απαύστως, ω Αρχάγγελοι θείοι, τω Θεώ προσφέροντες των όλων, μέμνησθε των πίστει υμάς υμνολογούντων.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι
Φώτα, ω θείοι Αρχιστράτηγοι, όντες, της θεότητος παρακαλούμεν πάντας, φωτός Ουρανίου εμπλήσατε και δόξης.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν
Θεοτοκίον.
Φαεινοτάταις σου αστραπαίς, Θεομήτωρ, τους πιστώς ειδότας σε φαιδρύνεις, την τιμιωτέραν των Ουρανίων Νόων.

Ωδή θ΄. Κυρίως Θεοτόκον.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών.
Χορείας Ασωμάτους, νυν την Εκκλησίαν, δι’ αρετής μιμουμένην συ λάμπρυνον, περιτειχίζων, Παντάναξ, αυτήν Αγγέλοις σου.

Άγιοι Αρχάγγελοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών.
Ψυχών την σωτηρίαν, Θεού Ταξιάρχαι, πάσιν υμίν τοις τιμώσι δωρήσασθε, την φαιδροτάτην ημών και θείαν πανήγυριν.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι
Ως φύλακας του Κόσμου, και των Ορθοδόξων, και Αρχιστράτηγοι θείων δυνάμεων, ρύσασθε νόσων ημάς και κακώσεως.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν
Θεοτοκίον.
Ως Λυκαυγές ως όρθρος, πάσι τοις εν σκότει εξανατείλασα, Άχραντε, πρέσβευε Χριστώ, φωτίσαι τους εν πίστει αεί υμνούντας σε.

Άξιον εστιν ως αληθώς μακαρίζειν Σε την Θεοτόκον, την αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών.

Την τιμιωτέραν των Χερουβίμ, και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σερουφείμ, την αδιαφθόρως, Θεόν Λόγον τεκούσαν. την όντως Θεοτόκον, Σε μεγαλύνομεν.

Και τα ακόλουθα Μεγαλυνάρια

Σκέπε, φρούρει, φύλαττε, σαις λιταίς, Αρχάγγελε θείε, Αστραπόμορφε Μιχαήλ, τους πίστει σε τιμώντας και γεραίροντας πόθω, ως πρώτον των Αγγέλων και Αρχιστράτηγον.

Πάρεσο προστάτης πάσιν ημίν, εν παντί τω βίω και εν ώρα τη φοβερά, του πικρού θανάτου, βοήθει θείε Νόε, Αρχάγγελε Κυρίου Μιχαήλ αξιύμνητε.

Ξυνωρίς αοίδιμε, και Δυάς, άυλε και θεία, διασώσατε τους πιστώς, υμάς ευφημούντας, εκ παντίων κινδύνων, Αρχάγγελοι Κυρίου, Μιχαήλ και Γαβριήλ.

Αρχάγγελοι, Άγγελοι και Αρχαί, Δυνάμεις και Θρόνοι, Κυριότητες, Σεραφείμ, σεπταί Εξουσίαι και Χερουβείμ οι θείοι, υπέρ ημών τον Κτίστην καθικετεύσατε.
Θεοτοκίον.
Την υψηλοτέραν των Ουρανών, και καθαρωτέραν λαμπηδόνων ηλιακών, την λυτρωσαμένην, ημάς εκ της κατάρας, την Δέσποιναν του Κόσμου, ύμνοις τιμήσωμεν.
Τό Τρισάγιον.
Άγιος ο Θεός, άγιος Ισχυρός, άγιος Αθάνατος ελέησον ημάς.
Άγιος ο Θεός, άγιος Ισχυρός, άγιος Αθάνατος ελέησον ημάς.
Άγιος ο Θεός, άγιος Ισχυρός, άγιος Αθάνατος ελέησον ημάς.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι,
 και νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Παναγία Τριάς, ελέησον ημάς. Κύριε, ιλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών. Δέσποτα, συγχώρησον τας ανομίας ημίν. Άγιε, επίσκεψαι και ίασαι τας ασθενείας ημών ένεκεν του ονόματός σου. Κύριε, ελέησον. Κύριε ελήσον. Κύριε ελέησον.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι.
Και νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς αγιασθήτω το όνομά σου . Ελθέτω η βασιλεία σου. Γεννηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επίτης γης. Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον. Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών. Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού.

Ότι σου εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Των ουρανίων στρατιών Αρχιστράτηγοι, δυσωπούμεν υμάς, ημείς οι ανάξιοι, ίνα ταις υμών δεήσεσι τειχίσητε ημάς, σκέπη των πτερύγων της αΰλου υμών δόξης, φρουρούντες ημάς προσπίπτοντας, εκτενώς και βοώντας. Εκ των κινδύνων λυτρώσασθε ημάς, ως Ταξιάρχαι των άνω
Δυνάμεων Απόλυσις και ψάλλομεν τα εξής.
Ήχος β΄ (Ότε εκ του ξύλου)

Δεύτε εν ωδαίς Πνευματικαίς, Νόων Ασωμάτων των θείων, Αρχιστρατήγους κλεινούς, πόθω ανυμνήσωμεν προς αυτούς λέγοντες· Μιχαήλ υπερένδοξε και Γαβριήλ θείε, σώσατε Πανάγιοι, τους Ορθοδόξους ημάς, νόσων τε παθών και κινδύνων, ταις λιταίς υμών, θείοι Νόες, και προς τρίβους σωτηρίας οδηγήσατε

Δέσποινα πρόσδεξαι, τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς, από πάσης ανάγκης και θλίψεως.

Την πάσαν ελπίδα μου, εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξον με υπό την σκέπην σου.

Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν.