Wednesday, January 20, 2016

Απαιτώ, Παναγία μου, το παιδί μου να γίνει καλά.


Το θαύμα, που θα εξιστορηθεί τώρα, δυστυχώς, όπως έδειξαν τα πράγματα, δεν έγινε κατ᾿ ευδοκίαν Θεού αλλά κατ᾿ απαίτησιν κάποιας μητέρας, που θεώρησε η δυστυχής τη δική της γνώμη και επιθυμία πιο σωστή από τη Θεία απόφαση που είχε ληφθεί για το καλό του παιδιού της. Γι᾿ αυτό και μπαίνοντας στην εκκλησία της Παναγίας μαζί με άλλους συμπροσκυνητάς, διότι είχε έρθει με πούλμαν από ένα μεγάλο χωριό του νομού Αχαΐας, φώναζε.

―Απαιτώ, Παναγία μου, το παιδί μου να γίνει καλά.

Όταν της υπεδείχθη ότι δεν πρέπει να λέη στην Παναγία «απαιτώ», εκείνη είπε·


―Το απαιτώ, γιατί το παιδί μου είναι 28 χρονών και έχει μικρό παιδάκι και οι γιατροί είπαν ότι σε 15 μέρες θα πεθάνη, γιατί έχει ολικό καρκίνο.

Όσοι την άκουσαν να προσεύχεται κατ᾿ αυτό τον τρόπο, προσπάθησαν να την συμβουλεύσουν· της είπαν, πως στην προσευχή πρέπει να παρακαλούμε και όχι να απαιτούμε, γιατί ο Θεός, ο πραγματικός πατέρας των ανθρώπων, αγαπά το πλάσμα Του απείρως περισσότερο ακόμη κι από μία μάνα. Επί πλέον της είπαν ν᾽ αφήσει το παιδί της στα χέρια της Παναγίας να το σώσει, γιατί Εκείνη δίνει τη βοήθειά της κατά το συμφέρον του κάθε ανθρώπου. Αυτή όμως, δυστυχώς, πιο εξαγριωμένη φώναζε·

―Απαιτώ, απαιτώ, Παναγία μου, το παιδί μου να γίνει καλά!!

Δεν ήθελε να καταλάβει πως κανείς δεν πρέπει να απαιτεί, γιατί η Παναγία, σαν στοργική Μάνα, ξέρει καλύτερα απ᾽ όλους μας τι είναι καλύτερο πρώτα για την σωτηρία της ψυχής μας. Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός μάς έδωσε το υπόδειγμα της σωστής προσευχής· «Πάτερ μου, ει δυνατόν εστι, παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο, πλην ουχ ως εγὼ θέλω, αλλ’ ως συ» (Ματθ. 26,39) Την τελευταία απόφαση την αφήνουμε στην αλάνθαστη και σωτήρια κρίση του Θεού.

Μετά από ένα περίπου χρόνο, κάποιος από τους προσκυνητάς που είχαν έρθει με την εν λόγω μητέρα, ξαναήλθε να προσκυνήσει την Χάρη Της και έλεγε μεγαλοφώνως μπροστά στην εικόνα της Παναγίας·

―Παναγία μου, το θέλημά Σου να γίνεται, μα το κακό που είδα στο χωριό μου!…

Όταν ρωτήθηκε τι έγινε στο χωριό του, απάντησε και διευκρίνισε πότε είχε έρθει και για ποιο περιστατικό μιλούσε. Αναφερόταν στην περίπτωση της κυρίας που φώναζε το «απαιτώ». Τότε η ηγουμένη τον ρώτησε·

―Τι έγινε ο γιος της κυρίας;

―Έγινε καλά, αλλά τώρα δεν υπάρχει ούτε αυτός ούτε οι γονείς του.

Στην απορία «γιατί;» ο προσκυνητής απήντησε με θλίψη·

―Όταν ο γιος της έγινε καλά, πήγε σ᾽ ένα νυχτερινό κέντρο και συνδέθηκε με την εκεί τραγουδίστρια. Έφυγε από το σπίτι του και έμενε στην τραγουδίστρια.

Οι γονείς του, που στενοχωρούντο για την παράνομη αυτή συμπεριφορά του, όταν τον συναντούσαν τον συμβούλευαν να αλλάξη τακτική.

―Δεν κάνει, παιδί μου, του έλεγαν· έχεις νέα γυναίκα και μικρό παιδί, γύρισε σπίτι σου.

Επειδή όμως ο γιος ενωχλείτο από τις συμβουλές των γονέων του, μια μέρα που θύμωσε πολύ εναντίον τους, πήρε το κυνηγετικό του όπλο (γιατί ήταν και κυνηγός) σκότωσε τη μάνα του και τον πατέρα του και εν συνεχεία αυτοκτόνησε!

Όσοι άκουσαν το περιστατικό έφριξαν. Μητροκτόνος, πατροκτόνος και αυτόχειρας!

Δεν ήταν απείρως καλύτερα να φύγη με έναν φυσιολογικό θάνατο, και μάλιστα εξιλεωτικό, όπως γίνεται όταν υπομένει ο ασθενής την αρρώστια του; Η Παναγία δεν ήξερε καλύτερα; Η σαρκική του μάνα απαιτούσε την υγεία του σώματος και αγνοούσε τον κίνδυνο του χαμού της ψυχής του παιδιού της, που τώρα είναι αιώνιος. Ενώ η στοργική Παναγία, γνωρίζοντας τον κίνδυνο, προσπάθησε να το εξιλεώση με την αρρώστια, για να σωθή η ψυχή του. Η παράλογη απαίτηση της μάνας το κατεδίκασε αιωνίως. Είθε με απόλυτη εμπιστοσύνη να αναθέτουμε κάθε πρόβλημά μας, χωρίς υποδείξεις λύσεως, στην Παναγία· και Εκείνη, να πιστεύουμε απόλυτα, ό,τι επιτρέψει θα είναι και η καλύτερη λύση των προβλημάτων μας κατά το «γενηθήτω το θέλημά Σου».

Αυτά είναι τα τέσσερα μεγάλα αμαρτήματα των γυναικών!


Ένας δαιμονισμένος ομολόγησε ότι όταν ξόρκιζε ο Πνευματικός το δαιμόνιο για να βγει από τον πάσχοντα, το ρώτησε να του πει ποιοι κολάζονται περισσότερο οι άνδρες ή οι γυναίκες, τότε ο δαίμων απάντησε οι γυναίκες.

Για τέσσερα αμαρτήματα που κάμνουν οι γυναίκες κολάζονται περισσότερο, του είπε ο δαίμων.

Πρώτον, διότι στολίζονται και ομορφαίνουν το σώμα τους με χρώματα, για να δείχνουν ωραιότερες από την φυσική ευπρέπεια που τους έδωσε ο Πλάστης.

Δεύτερον, για τις μαντείες που κάμουν και γοητεύουν και χύνουν κάρβουνα και ρίχνουν κλήρους για να δουν τη μοίρα τους.

Τρίτον, για την καταλαλιά που κάμουν όχι μόνο στα σπίτια αλλά και στην εκκλησία και δεν προσέχουν στις ιερές ακολουθίες.

Τέταρτον και χειρότερον, διότι δεν εξομολογούνται καλά, αλλά λέγουν μόνο λίγα και για τον τύπο ότι δήθεν εξομολογήθηκαν. Και έτσι κοινωνούν αναξίως και κολάζονται.

*ΑΓΑΠΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ, ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ, Ε – Ν ΒΕΝΕΤΙΑ 1851, σ. 196.