Ένα συγκινητικό περιστατικό , που αποδεικνύει αφ’ ενός τη δύναμη και τη θεϊκή Χάρη που έχει η Παναγία μας και αφ’ ετέρου το πόσο την αγαπούν και Την σέβονται οι άγιοι Άγγελοι, συνέβη προσφάτως σε έναν Έλληνα ξενιτεμένο.
Μια συγγενής του πιστή και ευλαβής, όταν συναντηθήκαν, του έδωσε σαν ευλογία και φυλαχτό έναν Σταυρό, στο κέντρο του οποίου ήταν τοποθετημένη μια μικρή εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της Βαρνάκοβας.
Εκείνος με ευλάβεια την έβαλε στην τσέπη του για προστασία, γιατί είχε κάποια προβλήματα με την καρδιά του και οι γιατροί είχαν τοποθετήσει στο στήθος του βηματοδότη για την καλή λειτουργία της.
Μια μέρα, αιφνίδια, ο βηματοδότης χάλασε τόσο πολύ, που σχεδόν διαλύθηκε! Η καρδιά του έμεινε αβοήθητη και η ζωή του έσβηνε! Εκείνη τη μεγάλη στιγμή που βρέθηκε μεταξύ ζωής και θανάτου, είδε τί πραγματικά συμβαίνει στον πνευματικό κόσμο! Είδε τον άγιο Άγγελό του αλλά και το κακό πνεύμα, που με θράσος και μανία διεκδικούσε την ψυχή του. “Αυτός είναι δικός μου!”, φώναζε. Έφριξε ο άνθρωπος και απλώνοντας το χέρι του στην τσέπη του έπιασε τον Σταυρό με την εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και φώναξε “Παναγία μου!” Και τότε – πόση Χάρη στ’ αλήθεια έχει το άγιο όνομά Της! – ο άγιος Άγγελος άνοιξε διάπλατα τις φωτεινές φτερούγες του και στοργικά αλλά και με χαρά τον έκλεισε μέσα τους!… Η πίστη του και η ένθερμη επίκληση της Υπεραγίας Θεοτόκου άνοιξαν τη θύρα του θείου ελέους. Η καρδιά του άντεξε με θείο βηματοδότη, ώσπου να τον πάνε στο νοσοκομείο και να αντικαταστήσουν τον χαλασμένο βηματοδότη, τον ιατρικό. Παράταση ζωής του εδόθη άνωθεν, ασφαλώς για να καλλιεργηθεί βαθύτερα και να προετοιμαστεί καλύτερα για την αιωνιότητα, έτσι ώστε ο ανθρωποκτόνος αντίδικος να μην έχει κανένα δικαίωμα επ’ αυτού. Όχι μόνον επί του συγκεκριμένου ανθρώπου, αλλά και σε όλους. Είθε! «ΝΕΩΤΕΡΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΗ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑ & ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ» ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΜΟΝΑΣΤΙΚΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ ΔΩΡΙΔΑ 2007
Ήχος πλ. δ'. Τη υπερμάχω. Ορθοδοξίας τον αστέρα τον νεόφωτον, και Εκκλησίας το νεόδμητον προτείχισμα, ανυμνήσωμεν καρδίας εν ευφροσύνη δοξασθείς γαρ ενεργεία τη του Πνεύματος, αναβλύζει ιαμάτων χάριν άφθονον, τοις κραυγάζουσι
Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε.
Άνθρωπος ουρανόφρων, ανεδείχθης εν κόσμω, Νεκτάριε Χριστού Ιεράρχα (εκ γ') (Άγιε Ιεράρχα του Χριστού, πρέσβευε υπέρ ημών) ζωήν γαρ οσίαν διελθών, ακέραιος, όσιος και θεόληπτος, εν πάσιν εχρημάτισας εντεύθεν παρ’ ημών ακούεις:
Χαίρε, δι’ ου οι πιστοί υψούνται χαίρε, δι’ ου οι εχθροί θαμβούνται. Χαίρε, της σοφίας κρατήρ ο χρυσότευκτος χαίρε, της κακίας πρηστήρ ο νεότευκτος. Χαίρε, οίκος αγιώτατος ενεργείας θειϊκής χαίρε, βίβλος θεοτύπωτος πολιτείας της καινής. Χαίρε, ότι αρτίως ημιλλήθης αγίοις χαίρε ότι εμφρόνως εχωρίσθης της ύλης. Χαίρε λαμπρόν της πίστεως τρόπαιον χαίρε, σεπτόν της χάριτος όργανον. Χαίρε, δι' ου Εκκλησία χορεύει χαίρε, δι' ου νήσος Αίγινα χαίρει. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε.
Βλέμματι διανοίας, έτι ων νεανίας, κατώπτευσας την θείαν ακτίνα, υφ' ης καταλαμφθείς την ψυχήν, τω φωτί των θείων εντολών όσιε, ηρετίσω πορεύεσθαι, εκ νεότητος Χριστώ ψάλλων Αλληλούια
Γέγονας εν τη πόλει, Κωνσταντίνου θεόφρον, τω θείω ιθυνόμενος φόβω εν η τα κρείττονα μελετών, φρονήσεως θείας έμπλεως πέφηνας, ευφραίνων εν τοις λόγους σου τους εκβοώντάς σοι τοιαύτα:
Χαίρε, το κλήμα της αφθαρσίας χαίρε, το νέκταρ της αμβροσίας. Χαίρε, του Σωτήρος θεράπον θεόληπτε χαίρε, των πατέρων των πάλαι ομότροπε. Χαίρε, πέτρα νεοσμίλευτος νοητής οικοδομής χαίρε, στέφος τό νεόπλοκον Εκκλησίας της σεπτής. Χαίρε, ότι εφάνης ως νεόδρεπτον ρόδον χαίρε, ότι εδείχθης ως θεόδεκτον δώρον. Χαίρε, αστήρ ο νέος της πίστεως χαίρε, λαμπτήρ της δόξης του κτίσαντος. Χαίρε, ηθών ουρανίων ταμιείον χαίρε, σεπτών αρετών εκμαγείον. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε.
Δόξαν την της σοφίας, ολοτρόπως ποθήσας, και ταύτην εκ παιδός εκιτήσας, τον Χριστόν ικέτευες τυχείν, του καλλίστου εφετού θερμοίς δάκρυσι, και τυχών της εφέσεως, Νεκτάριε πιστώς εβόας Αλληλούια
Εύφρανας την ψυχήν σου, ως οι πάλαι πατέρες Βασίλειος συν τω Γρηγορίω, παιδευμάτων τη κτήσει σαφώς, εν Αθήναις μαθητεύσας Νεκτάριε διό τοις σοις χαρίσμασιν, ηδόμενοι σοι εκβοώμεν:
Χαίρε, φωτός ουρανίου τέκνον χαίρε, τερπνόν ευσέβειας δένδρον. Χαίρε, της του κόσμου απάτης υπέρτερος χαίρε, τη μεθέξει του κρείττονος ένθεος. Χαίρε, νους ο θεοφόρητος πλήρης θείων εννοιών χαίρε, άνθραξ θείου Πνεύματος πυρ ανάπτων νοερόν. Χαίρε, ότι αμέμπτως την ζωήν διανύεις χαίρε, ότι την πλάνην του Βελίαρ εκλύεις. Χαίρε, Χριστού δεχθείς την αγάπησιν χαίρε, καλών ενέγκας την άνθησιν. Χαίρε, πιστών νεοστήρικτον έρκος χαίρε, εχθρών καιριώτατον βέλος. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε.
Ζήλω θείω θεόφρον, των οσίων πατέρων, ποθήσας τον Ισάγγελον βίον εν Χίω ημφιάσω σεπτώς, των μοναχών το σχήμα το ουράνιον, και τον εχθρόν εγύμνωσας, εν τω ψάλλειν αεί Κυρίω: Αλληλούια
Ήκουσε προσευχής σου, ο Δεσπότης εξ ύψους, βοήσαντος αυτώ εκ καρδίας, και επέταξε τη θαλάσση και έστη εις αύραν ο κλύδων όσιε, θαυμάσαντες δε άπαντες, οι σωθέντες πιστώς εβόων:
Χαίρε, Θεού ο θείος θεράπων χαίρε, πηγή ποικίλων θαυμάτων. Χαίρε, Εκκλησίας φωστήρ ο νεόφωτος χαίρε των αγίων απάντων ισότιμος. Χαίρε, σκεύος πολυτίμητον ουρανίων δωρεών χαίρε, κήπος ο νεόβλαστος μακαρίων αρετών. Χαίρε, ότι θαλάσσης κατευνάζεις τον σάλον χαίρε, ότι τω λόγω απελέγχεις παν φαύλον. Χαίρε Χριστού το νέον εκλόγιον χαίρε, ηθών οσίων γεώργιον. Χαίρε, ζωής θιασώτης οσίας χαίρε, χαράς βραβευτής ουρανίας. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε
Θαυμαστός ανεδείχθης εν εσχάταις ημέραις, εν βίω ιεράρχα αγίω, των πάλαι αγίων την ζωήν, χαρακτηρίσας εμφανώς τοις τρόποις σου, και δοξασθείς τοις θαύμασι, κινδύνων σώζεις τους βοώντας: Αλληλούια
Ιεράρχης θεόφρων, εκλογή θεοκρίτω εδείχθης αληθώς εν Αιγύπτω, και της Πενταπόλεως ποιμήν, κατά Παύλον τον μέγαν ώφθης ένθεος διό την πολιτείαν σου, εθαύμαζον πιστοί βοώντες:
Χαίρε, ο ένθους τη πολιτεία χαίρε, ο τύπος τη ευσεβεία. Χαίρε, των οσίων πατέρων εφάμιλλος χαίρε, ιερέων ο νέος διάκοσμος. Χαίρε, σκήνωμα πραότητος και αγάπης θησαυρός χαίρε, ιλαρότητος και ελέους χορηγός. Χαίρε, ότι εφάνης Εκκλησίας λαμπρότης χαίρε, ότι τυγχάνεις ευσεβούντων φαιδρότης. Χαίρε, εικών αρίστης βιώσεως χαίρε, τυχών σαφώς της θεώσεως. Χαίρε, κανών της αρχιερωσύνης χαίρε, λαμπτήρ της θεορρημοσύνης. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε
Κόσμος της εν Αιγύπτω, Εκκλησίας ωράθης, ως του ευαγγελίου εργάτης εντεύθεν των πιστών οι χοροί, υφηγητήν σε θείον Πάτερ κτησάμενοι, τα κρείττω επαιδεύοντο, βοώντες συν σοι τω Κυρίω: Αλληλούια
Λάμψας εν τη Ελλάδι, ως Απόστολος άλλος, λαμπρύνεις ευσεβών τας καρδίας, τω φέγγει των θείων διδαχών, και ταις ακτίσι του βίου σου όσιε διό τη ση λαμπρότητι, φωταγωγούμενοι βοώμεν
Χαίρε, το άστρον της Εκκλησίας χαίρε η σάλπιγξ της αληθείας. Χαίρε, Αποστόλων τον ζήλον κτησάμενος χαίρε, ιαμάτων την χάριν δεξάμενος. Χαίρε, ρήτωρ ενθεώτατος των ρημάτων της ζωής χαίρε, λόγου του της χάριτος ο σοφός υφηγητής. Χαίρε, ότι καθαίρεις ψυχικάς διαθέσεις χαίρε, ότι ρυθμίζεις καρδιών τας εφέσεις. Χαίρε, πιστών ο μέγας διδάσκαλος χαίρε, Χριστού ο μύστης ο άριστος. Χαίρε, πολλούς πειρασμούς υπομείνας χαίρε, ψυχάς προς Θεόν οδηγήσας. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε
Μέγας εν ιεράρχαις, και σοφοίς διδασκάλοις, ως μύστης ταπεινώσεως ώφθης διόπερ ως κλήρον πατρικόν, τας σας θεογράφους δέλτους κατέλιπες τη Εκκλησία άγιε, εν αις πιστώς εντρυφώντες, τω σε δοξάσαντι βοώμεν. Αλληλούια
Νέκταρ δικαιοσύνης, και ζωής θείας δρόσον, τη θεία επομβρία θεόφρον, οία νεφέλη πνευματική, εν αυχμώδει καιρώ ημίν επωμβρήσας ευφραίνων τας ψυχάς ημών, και διεγείρων του βοάν σοι:
Χαίρε, η δρόσος της θυμηδίας χαίρε, η αύρα της αφθαρσίας. Χαίρε, ο πηγάσας το ύδωρ της χάριτος χαίρε, ο εμφράξας το στόμα του δράκοντος. Χαίρε, έαρ αγιότητος εν χειμώνι νοητώ χαίρε, σέλας νεοφώτιστον εν τω σκότει τω δεινώ. Χαίρε, ότι συγχέεις ασεβών τας εννοίας χαίρε, ότι ευφραίνεις ευσεβών τας καρδίας. Χαίρε, λαών ορθοδόξων στήριγμα χαίρε, πολλών κακοδόξων σύντριμμα. Χαίρε, χορών κενολόγων η πτώσις χαίρε, πολλών ασθενούντων η ρώσις. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε
Ξένα θαύματα πάτερ, η ση θήκη πηγάζει, και σώζει τους εν πόνοις τελούντας διό τη ση αγία Μονή πανταχόθεν συρρέουσιν άνθρωποι, και λύτρωσιν, κομίζονται παρά σου βοώντες: Αλληλούια
Όρμον άκλυστον πάτερ, εν τη νήσω Αιγίνης, ανέδειξας την θείαν Μονήν σου, και εν ταύτη σεπτών μοναστριών κυβερνήτης σοφός εχρημάτισας Χριστώ γαρ ταύτας όσιε, σοφώς ωδήγησας βοώσας:
Χαίρε, ο νους ασκήσεως θείας χαίρε, αδάμας της καρτερίας. Χαίρε, ταπεινώσεως έμψυχον άγαλμα χαίρε, καθαρότητας θείον θησαύρισμα. Χαίρε, απαθείας έσοπτρον και αγνείας λαμπηδών χαίρε, εγκράτεια τέμενος και ταμείον αρετών. Χαίρε, ότι διέπεις εν Θεώ την Μονήν σου χαίρε, ότι παρέχεις πάσι την αρωγήν σου. Χαίρε, λαμπρός της Αιγίνης έφορος χαίρε, πιστών αντιλήπτωρ έτοιμος. Χαίρε, πολλούς εκ κινδύνων αρπάσας χαίρε, εχθρού την οφρύν κατασπάσας. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε.
Πλήρης χάριτος θείας και οσμής ουρανίας, η θήκη των λειψάνων σου πέλει, εν οις ου μόνον η ση Μονή, αλλά και πάσα η Αίγινα γάνυται, και πάντες αγιάζονται, τη τούτων χάριτι βοώντες: Αλληλούια
Ρείθρα βλύζουσι θεία, τα σεπτά σου οστέα, πλούσια δωρεά ουρανία, ιαμάτων εσαεί πολλών, και νοσημάτων τον ρύπον εκπλύνουσι διό σου εκπληττόμενοι, ην εύρες δόξαν εκβοώμεν:
Χαίρε, το ρείθρον των ιαμάτων χαίρε η λύσις των νοσημάτων. Χαίρε, πανταχού ο προφθάνων καλούμενος χαίρε, ο κατ' όναρ και ύπαρ φαινόμενος. Χαίρε, βρύσις η πολύρρυτος συμπαθείας πατρικής χαίρε βότρυς ο γλυκύτατος ευφροσύνης ψυχικής. Χαίρε, ότι καρκίνου χαλεπόν παύεις πάθος χαίρε, ότι δαιμόνων καταλύεις το θράσος. Χαίρε, σοφών ματαίων η σύγχυσις χαίρε, πιστών η άρρηκτος σύναψις. Χαίρε, δι' ου ιεράρχαι κοσμούνται χαίρε, δι' ου μωρολόγοι τροπούνται. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε.
Σκέπην σε και προστάτην, πας πιστός ονομάζει, τυχών της παρά σου βοηθείας τις γαρ καλέσας σε ευλαβώς, και ουκ έτυχε της σης Πάτερ χάριτος; άπασι γαρ τάχιστα, τας αιτήσεις δίδως εν τω κράζειν: Αλληλούια
Των πολλών σου θαυμάτων, εις την σύμπασαν κτίσιν, εξήλθε θεοφόρε ο φθόγγος. Συ γαρ τοις εγγύς και τοις μακράν, τάχος επιφαίνη βοηθών άγιε, και σώζεις κινδυνεύοντας, και προΐστασαι των βοώντων:
Χαίρε, ο μέγας εν θαυμασίοις χαίρε, ο ένδοξος εν αγίοις. Χαίρε, ο αρτίως κυρώσας τα πρόπαλαι χαίρε των αρχαίων πατέρων ομόστεφε. Χαίρε, θρίαμβος της πίστεως, έπαλξις των ευσεβών χαίρε έκφανσις της χάριτος, έκπληξις των ασεβων. Χαίρε, ότι εμφαίνεις αληθείας την δόξαν χαίρε, ότι εμφράττεις ανομίας το στόμα. Χαίρε, χαρά πιστών και κραταίωμα χαίρε, ψυχών κλονουμένων έδρασμα. Χαίρε, δι' ου ο Χριστός εδοξάσθη χαίρε, δι' ου ο Σατάν κατησχύνθη. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε.
Φλέγεις την των δαιμόνων, φρυγανώδη μανίαν, πυρί των ιερών σου θαυμάτων, και ταχύ βοηθών τοις πιστοίς, χαλεπών νόσων σβεννύεις τον καύσωνα, ιώμενος τους πάσχοντας, βοώντας σοι εν κατανύξει:
Χαίρε, η ρώσις των ασθενούντων χαίρε η λύσις των δαιμονώντων. Χαίρε, πυρεσσόντων τελεία απάλλαξις χαίρε παρειμένων ταχεία ανόρθωσις. Χαίρε, ότι εν τω φρέατι ύδωρ βρύεις δαψιλές χαίρε, ότι επευλόγησας Αίγιναν ταις σαις ευχαίς. Χαίρε, ο διανοίξας την Θεού ευσπλαχνίαν χαίρε, ο διαλύσας την δεινήν ανομβρίαν. Χαίρε, πηγή πηγάζουσα χάριτας χαίρε, λαμπάς φωτίζουσα άπαντας. Χαίρε, Μονής της σεπτής σου κοσμήτορ χαίρε, των σων υμνητών αντιλήπτορ. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε.
Χάρις του Παρακλήτου, δαψιλώς εξεχύθη, τη θήκη των σεπτών σου λειψάνων όθεν ως αείρρυτος πηγή, αναβλύζει απαύστως τα ιάματα, και αρδεύει Νεκτάριε, θείοις νάμασι τους βοώντας: Αλληλούια
Ψάλλων παναρμονίως, τον τρισάγιον ύμνον, Θεώ συν τοις χοροίς των αγγέλων, επίβλεψον άνωθεν ημίν, και δίδου πανάγιε τα αιτήματα, τοις πίστει σοι προστρέχουσι, και ου παύουσι του βοάν σοι:
Χαίρε, ο γόνος της Σηλυβρίας χαίρε, το κλέος της Εκκλησίας. Χαίρε, της Αιγίνης το μέγιστον καύχημα χαίρε, της Ελλάδος απάσης ωράισμα. Χαίρε, τύπος και υπόδειγμα των σεπτών ιεραρχών χαίρε, σκέπη διάσωσμα ευλαβών μοναζουσών. Χαίρε, της Εκκλησίας εωσφόρος ο νέος χαίρε, της ευσέβειας θεοδώρητον σθένος. Χαίρε, δι' ου παθών καθαρθήσομαι χαίρε, δι' ου Θεώ προσαχθήσομαι. Χαίρε, πιστών ο προστάτης εν πάσι χαίρε καμού πρεσβευτής προς Πλάστην. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε.
Ω θεσπέσιε Πάτερ, ορθοδόξων λαμπρότης, Νεκτάριε Χριστού Ιεράρχα (εκ γ') ( Άγιε Ιεράρχα του Χριστού, πρέσβευε υπέρ ημών) τω θρόνω του Κυρίου παρεστώς, αίτει ημίν των πταισμάτων άφεσιν και την θείαν οικείωσιν, ως αν τω Σωτήρι βοώμεν Αλληλούια
Άνθρωπος ουρανόφρων, ανεδείχθης εν κόσμω, Νεκτάριε Χριστού Ιεράρχα, ζωήν γαρ οσίαν διελθών, ακέραιος, όσιος και θεόληπτος, εν πάσιν εχρημάτισας εντεύθεν παρ’ ημών ακούεις.
Χαίρε, δι’ ου οι πιστοί υψούνται χαίρε, δι’ ου οι εχθροί θαμβούνται. Χαίρε, της σοφίας κρατήρ ο χρυσότευκτος χαίρε, της κακίας πρηστήρ ο νεότευκτος. Χαίρε, οίκος αγιώτατος ενεργείας θειϊκής χαίρε, βίβλος θεοτύπωτος πολιτείας της καινής. Χαίρε, ότι αρτίως ημιλλήθης αγίοις χαίρε ότι εμφρόνως εχωρίσθης της ύλης. Χαίρε λαμπρόν της πίστεως τρόπαιον χαίρε, σεπτόν της χάριτος όργανον. Χαίρε, δι' ου Εκκλησία χορεύει χαίρε, δι' ου νήσος Αίγινα χαίρει. Χαίροις, Πάτερ Νεκτάριε.
Και αύθις το ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ
Ήχος πλ. δ'. Τη υπερμάχω. Ορθοδοξίας τον αστέρα τον νεόφωτον, και Εκκλησίας το νεόδμητον προτείχισμα, ανυμνήσωμεν καρδίας εν ευφροσύνη δοξασθείς γαρ ενεργεία τη του Πνεύματος, αναβλύζει ιαμάτων χάριν άφθονον, τοις κραυγάζουσι
Ό Κύριος λέει ότι ό καθένας από μας πρέπει να σηκώσει τον δικό του σταυρό.
Τι σημαίνει αυτό; Ποιος είναι αυτός ό σταυρός; Για τον καθένα ό σταυρός είναι διαφορετικός και αυστηρά προσωπικός, διότι για τον καθένα ό Θεός έχει ετοιμάσει τον δικό του σταυρό.
Έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε ποιος είναι ό δικός μας σταυρός, να ξέρουμε ότι έχουμε σηκώσει εκείνο ακριβώς τον σταυρό πού μας προτείνει ό Θεός. Είναι πολύ επικίνδυνο να επινοούμε σταυρούς για τον εαυτό μας. Και αυτό δυστυχώς το βλέπουμε συχνά.
Για την πλειοψηφία των ανθρώπων ο Θεός έχει ετοιμάσει τον σταυρό της ζωής μέσα στον κόσμο, τον σταυρό της οικογενειακής και της κοινωνικής ζωής.
Αλλά πολλές φορές άνθρωπος πού αποφάσισε να αρνηθεί τον εαυτό του και να ακολουθήσει στην ζωή του την οδό του Χριστού δεν πετυχαίνει τίποτα επειδή επινοεί για τον εαυτό του σταυρό πού του φαίνεται πιο σωστός. Νομίζει, παραδείγματος χάριν, ότι για να σωθεί πρέπει να γίνει μοναχός ή να πάει στην έρημο.
Αυτόν όμως το δρόμο ό Θεός τον ετοίμασε για πολύ λίγους, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν σταυρό πού οι ίδιοι ούτε καν τον θεωρούν σταυρό και όταν τον σηκώνουν δεν καταλαβαίνουν ποιο βάρος έχουν στους ώμους τους.
Ποιο σταυρό έχουν οι περισσότεροι;
Έναν σταυρό απλό, όχι τέτοιο πού σήκωσαν οι άγιοι μάρτυρες και πού σήκωναν όλη τη ζωή τους οι όσιοι πατέρες στην έρημο. Εμείς έχουμε άλλο σταυρό.
Ή ζωή μας, ή ζωή όλων των ανθρώπων, είναι θλίψη και πόνος. Και όλες αυτές οι θλίψεις στην κοινωνική και την οικογενειακή ζωή μας είναι ο σταυρός μας.
Ό αποτυχημένος γάμος, ή ανεπιτυχής επιλογή του επαγγέλματος, δεν μας προκαλούν αυτά πόνο και θλίψη; Δεν πρέπει ό άνθρωπος πού τον βρήκαν αυτές οι συμφορές να τις υπομένει; Οι σοβαρές ασθένειες, ή περιφρόνηση, ή ατιμία, ή απώλεια της περιουσίας, ή ζήλεια των συζύγων, ή συκοφαντία και όλα γενικά τα κακά πού μας κάνουν οι άνθρωποι, όλα αυτά δεν είναι ό σταυρός μας;
Ακριβώς αυτά είναι ό σταυρός μας, σταυρός για την μεγαλύτερη πλειοψηφία των ανθρώπων. Αυτές είναι οι θλίψεις πού υποφέρουν οι άνθρωποι και όλοι μας πρέπει να τις σηκώνουμε, αν και οι περισσότεροι δεν το θέλουν. Άλλα ακόμα και οι άνθρωποι πού μισούν τον Χριστό και αρνούνται να ακολουθήσουν το δρόμο του και αυτοί ακόμα σηκώνουν το δικό τους σταυρό του πόνου.
Κοντάκιον. Ήχος πλ. Δ . Τη Υπερμάχω. Ως του Κυρίου χαριτόβρυτον μονάστριαν, και εν ταυτώ θερμήν απόστολον και Μάρτυρα, ευφημούμέν σε εν ύμνοις επινικίοις, και τιμώμεν την σην μνήμην ασμενέστατα, επιρραίνοντες τοις άνθεσι και κράζοντες: Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Άσματα αναμέλπω, σοι καλλίστη παρθένων, σεμνή Παρασκευή χριστομάρτυς: (εκ γ ), εναθλήσασα γαρ ευθαρσώς, και θαυμάτων ακτίσι, σοφή λάμπουσα, φαιδρύνεις τους υμνήτορας, και πόθω ευφημείν προάγεις.
Χαίρε, πιστών ευσεβών τεκνίον χαίρε, Θεού προσφιλές θρονίον. Χαίρε, της αγάπης η σάλπιγξ η εύφθογγος χαίρε, της Παρθένου η δούλη η άμωμος. Χαίρε, άνωθεν η σκέπουσα ορθοδόξων αικισμούς χαίρε, δάκρυα η παύουσα και βροτείους στεναγμούς. Χαίρε, ότι υπάρχεις των ομμάτων προστάτις χαίρε, ότι την τρίβον μοναζούσαις χαράττεις. Χαίρε, εχθρού το θράσος συντρίψασα χαίρε, Χριστού τω κράτει νικήσασα. Χαίρε, της Ρώμης ωράϊσμα θείον χαίρε, της λώβης ταχύ ιατρείον. Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Βλάστημα ούσα θείον προσευχής σων γονέων, Αγάθωνός τε και Πολιτείας, ηρδεύθης ευλαβείας κρουνώ, και ηυξήθης εις δένδρον Αγνή πάγκαλον, τοκήες δε τερπομένοις σαις χάρισι, Κυρίω εμελώδουν. Αλληλούϊα.
Γέλως και παρρησία, απωλείας τα ρείθρα, ψυχή σου ουκ εισήλθον θεόφρον αλλ’ ωμίλεις παρθένοις σεπταίς, και μελέταις Γραφών τον καιρόν ήνυες, υπόδειγμα τυγχάνουσα ημίν, τοις ευλαβώς φωνούσι.
Χαίρε, ψυχή η χαριεστάτη χαίρε, ημίν οσία φιλτάτη. Χαίρε, εντρυφής ορθοδόξου ασκήσεως χαίρε, ηρωος και αξία της κλήσεως. Χαίρε ένθεον εκσφράγισμα ιεράς αποστολής χαίρε, κλέος και οσφράδιον ισαγγέλου βιοτής. Χαίρε, νεάνις η θεοτίμητος χαίρε, ξοάνοις η απροσκύνητος. Χαίρε, η δας των σεμνών διαγόντων χαίρε, χαρά των αεί σοι βοώντων: Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Δόξη των επικήρων, ουδαμώς ενικήθης, αγνή Παρασκευή χριστοφόρε, αλλ’ ελπίδι της άνω ζωής, τα του βίου τερπνά θεωρείς σκύβαλα, πλουτίζουσα θειότατα, και πόθω τον Θεόν υμνούσα. Αλληλούϊα.
Επομένη τοις λόγοις, σου Αχράντου Νυμφίου, γονέων σου σεπτών εκδημίαν, εκλαμβάνεις ως θείαν φωνήν, και παρέχεις τον πλούτον βροτοίς πένησι΄ διο σου το φιλόδωρον γεραίροντες, πανευλαβώς φωνούμεν.
Χαίρε, της άνω σοφίας πλήρης χαίρε, ψυχής ενθέως μονήρης. Χαίρε, αηδών ασματίσασα Ύψιστον χαίρε, μοναστών καταδείξασα χάριτας. Χαίρε, όλβον σου η νείμασα ενδεέσιν αδελφοίς χαίρε, άφθαρτα βαλάντια σχούσα εν τοις Ουρανοίς. Χαίρε, ότι ανδρεία εν δεινοίς ανεφάνης χαίρε, ότι αχλύν κατεσπάσω της πλάνης. Χαίρε, δρομεύ Μαρτύρων πολύνικε χαίρε, λαμπάς αγνείας φωτόλαμπρε. Χαίρε, πυξίς οδηγούσα προς Κτίστην χαίρε ακτίς βιοτής υπέρ φύσιν. Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Ζήλω των ουρανίων, εγκλεισθείσα Σεμνείω, κλεινή Παρασκευή αθλοφόρε, υπετάγης φρονίμω νοΐ, και ασκήσεως πόνους φαιδρώς ήνεγκας, λατρεύουσα τον Κύριον, και άσμασι πυκνοίς βοώσα:
Αλληλούϊα.
Ήχθης χάριτι θεία, εις το ύψος αγάπης, ποθείν του μαρτυρίου το στέφος, και αιτείς Προεστώσης ευχήν, του Κυρίου τον λόγον λαλείν ένθεσι, και πλάνης αποσπάσασθαι λαούς, τους νυν σε ανυμνούντας.
Χαίρε, η αύρα παραμυθίας χαίρε, η νάβλα γνώσεως θείας. Χαίρε, των φρονίμων παρθένων συνώνυμε χαίρε, των αχράντων Αγγέλων συνόμιλε. Χαίρε, Σχήμα το ισάγγελον ασπασθείσα ποθητώς χαίρε, σκέπη και κραταίωμα των τιμώντων σε πιστώς. Χαίρε, ακουτισθείσα φωνημάτων αρρήτων χαίρε, αξιωθείσα της τιμής των προκρίτων. Χαίρε, πιστών πανεύοσμον λείριον χαίρε, εμών ομμάτων κολλύριον. Χαίρε, μολπή αγαπήσεως θείας χαίρε, πνοή ακοιμήτου λατρείας. Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Θεοχάρακτον τρίβον, Αποστόλων βιούσα, ως άλλοτε πρωτόαθλος Θέκλα, των Ρωμαίων διήλθες την γην, και Ελλήνων τας πόλεις, δορκάς πάντιμε, Χριστόν ευαγγελίζουσα θερμώς και άδουσα εν πόθω. Αλληλούϊα.
Ισαπόστολον δράσιν, Αντωνίνος μαθών σου, επιτίθησι το φλόγιον κράνος, αλλά τη του Κυρίου βουλή, παντελώς αβλαβής αγνή έμεινας, πιστούς δε πάντας ώθησας, βοάν θαμβητικώς τοιαύτα.
Χαίρε, δορκάς χριστοποίμνης θεία χαίρε, οσμής σου νάρδος και ία. Χαίρε, μακαρία και έμφρον διδάσκαλε χαίρε, γλυκυτάτη Σωτήρος απόστολε. Χαίρε, φθέγματα κηρύττουσα εκ χειλέων καθαρών χαίρε, ψήγματα παρέχουσα εμπειρίας ασκητών. Χαίρε, ότι υπάρχεις της ειρήνης εργάτις χαίρε, ότι τυγχάνεις τεθλιμμένων προστάτις. Χαίρε, πιστών αγίων κατίσχυσις χαίρε, θεών του ψεύδους αφάνισις. Χαίρε, στακτή ορθοδόξου ανδρείας χαίρε, μομφή δειλιώσης καρδίας. Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Κύματα δαιμονώδη, αικισμών ανυποίστων, υπέμεινας πανώδυνε Κόρη, των τυράννων ζητούντων πυρί, και ξεσμοίς αποσπάσαι της σης πίστεως, αλλ’ ώσπερ θείον άγαλμα, ακλόνητος Χριστώ επηύχου. Αλληλούϊα.
Λάμψει σων θαυμασίων, πιστευσάντων χορεία, προσήλθον του Κυρίου τη ποίμνη, αυτοκράτορος δε τη οργή, εν βασάνοις πολλαίς την πνοήν έλιπον, και νυν λαμπροίς Σκηνώμασι, φωνούσιν ευγνωμόνως ταύτα.
Χαίρε, Χριστού αγνή καλλιμάρτυς χαίρε, ημών κανών τε και χάρτης. Χαίρε, ψευδωνύμους θεούς η εμπαίξασα χαίρε, των ειδώλων μορφάς κατάρρίψασα. Χαίρε, πάνσεπτος μονάστρια ταπεινή και ευπειθής χαίρε, ρόδον το πανεύοσμον και οσφράδιον ψυχής. Χαίρε, ότι ηδύνεις της ασκήσεως πόνον χαίρε, ότι συνθλίβεις τον εσμόν των δαιμόνων. Χαίρε, φερνή τω Χριστώ πολυτάλαντος χαίρε, ωδή εκλεκτή του Παντάνακτος. Χαίρε, βλαστέ της πρεσβύτιδος Ρώμης χαίρε, φρουρέ πάσης χώρας και κώμης. Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Μένουσα ως ο Παύλος, εν δεσμοίς μονωτάτη, Αγγέλου ηξιώθης της θέας, ος δεικνύς σοι παθών του Χριστού, τα σεβάσμια Παρασκευή σύμβολα, ανδρίζου έφη πάνσοφος, ίνα εις τον αιώνα κράζης. Αλληλούϊα.
Νόμισμα Μήτερ πέλεις, τιμαλφές εκκλησίας, σφραγίδα του Δεσπότου σου φέρον΄ και γαρ δοκιμασθείσα πυρί, και βασάνοις ποικίλαις, τρισένδοξε, ουδόλως συ ηλλοίωσαι, ακούουσα προς πάντων ταύτα.
Χαίρε, σφραγίς ιερών χαρίτων χαίρε, η κλεις δωρεών ακτίστων. Χαίρε, τανυσμόν τη σαρκί υπομείνασα χαίρε, τον ξεσμόν ανδρικώς καρτερήσασα. Χαίρε, άθλοις σου η φθάσασα τας δυσβάτους κορυφάς χαίρε, Μάρτυρας η σκέπουσα και ερήμου ασκητάς. Χαίρε, ότι εν πίσση τη ζεούση εβλήθης χαίρε, ότι ενθέως αβλαβής ετηρήθης. Χαίρε, πολλών νοσούντων η σώτειρα χαίρε, τυφλοίς το φαός η δότειρα. Χαίρε, δι’ ης η χρηστότης προήχθη χαίρε, δι’ ης μαγική ηφανίσθη. Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Όμματα Αντωνίνου, εν ελαίω και πίσση, αιτήσει τη αυτού επιχέεις, αλλ’ ευθύς ευσπλαγχνία πολλή, εδωρήσω Παρασκευή την ίασιν, διο ο άρχων έκθαμβος ησπάσατο σην πίστιν κράζων.
Χαίρε, το έαρ των δωρημάτων χαίρε, το φρέαρ των ιαμάτων. Χαίρε, των Ρωμαίων εσθλόν ακροθίνιον χαίρε, της αγάπης κηρύξασα ήλιον. Χαίρε, όργανον θεόπνοον το ευφραίνον ευσεβείς χαίρε, όμμα καθαρώτατον, κατανύγον δυσμενείς. Χαίρε, η ευλογούσα υμνητών σου τα πλήθη χαίρε, η εκνικώσα εναντίων τα στίφη. Χαίρε, μορφή σεπτή, και ακίβδηλος χαίρε, φωτί ψυχής η περίβλεπτος. Χαίρε, πιστή ευκλεής και αξία χαίρε, οσμή τοις βροτοίς ουρανία. Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Προ του τέλους σου πλάκα, βαρυτάτην σω στήθει, επέθηκαν Παρασκευή Μάρτυς, επιστάς δε νυκτί Ιησούς, εν φωτί και Αγγέλων λαμπροίς τάγμασιν, ευθέως σε ιάσατο: διο και εν χαρά προσήδες. Αλληλούϊα.
Ρώμη τη του Δεσπότου, υπερέβης γενναίως, την σύμφυτον θηλείαις δειλίαν, και δυνάμει του θείου Σταυρού, φοβερόν διέρρηξας ευχή δράκοντα, οι πάντες δε εξέστησαν και ήρξαντο εν θάμβει κράζειν.
Χαίρε, μονάστρια φωτοφόρος χαίρε, η Μάρτυς η στεφηφόρος. Χαίρε, χαλεποίς εν δεινοίς καρτερόψυχος χαίρε, αικισμοίς και ασκήσει καλλίνικος. Χαίρε, έδρασμα της χάριτος και αγάπης οικισμός χαίρε, πνεύματος πραότητος, και ειρήνης χορηγός. Χαίρε, ότι υπάρχεις μοναστών ποδηγέτις χαίρε, ότι τυγχάνεις τη Τριάδι ικέτης. Χαίρε, σεμνών παρθένων η άλυσις χαίρε, σκαιών πνευμάτων διάλυσις. Χαίρε, δι’ ης διερράγη ο δράκων χαίρε, δι’ ης κατεπλάγη ο άρχων Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Στέφος άφθαρτον κόρη, και θαυμάτων την χάριν, εδέξω ουρανόθεν αξίως, εις αντέκτισιν σων αρετών, και αγώνων πολλών εν σκληραίς μάστιξιν, ανθ’ ων και νυν δεδόξασαι, συνάθλοις σου κλεινοίς βοώσα. Αλληλούϊα.
Τη πανσέπτω σου Κάρα, τη κειμένη θεόφρον, Μονή των Ασωμάτων Πετράκη, καταφεύγομεν Παρασκευή, εξαιτούμενοι πάντες ευρείν έλεος, και ίασιν οράσεως, ως αν και γεγηθότες φώμεν.
Χαίρε, ομμάτων η θεραπεία χαίρε, θαυμάτων κρήνη η θεία. Χαίρε, φερωνύμων ναϊσκων ιδρύτια χαίρε, μονοτρόπων ροδώνων φυτεύτρια. Χαίρε, κάστρον το επτάπυργον ελπιζόντων εις Θεόν χαίρε, καύματι των θλίψεων η δροσίς η Αερμών. Χαίρε, ότι ευχή σου προς ομόνοιαν άγει χαίρε, ότι η χειρ σου θεραπεύει τα άλγη. Χαίρε, θερμοίς τη πίστει βοήθεια χαίρε, πτωχοίς διδούσα προμήθειαν. Χαίρε, το άγγος Θεού ευλογίας χαίρε, το άνθος τερπνής ευωδίας. Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Ύδωρ αθανασίας σον αγίασμα Μήτερ, και πάσης ασθενείας θεράπων΄ διο αγαλλομένω ποδί, τω τεμένει σου Παρασκευή σπεύδομεν, αιτούμενοι την κάθαρσιν ψυχής, εις το βοάν απαύστως. Αλληλούϊα.
Φυγαδεύσειας Μήτερ, πρεσβειών σου υσσώπω, δαιμόνων τας πικράς επηρείας΄και γαρ τας ψευδοθέους μορφάς, ατρομήτω χειρί κατά γης έρριψας, και έμφρονας κατέπληξας, οι εν χαρά εξύμνουν.
Χαίρε, το φέγγος εν νήψει ζώντων χαίρε, ο τρόμος των δαιμονώντων. Χαίρε, φρυκτωρέ ορθοδόξου ασκήσεως χαίρε, οδηγέ της πιστών κατηχήσεως. Χαίρε, ότι ώσπερ σφάγιον προσηνέχθης ιερόν χαίρε, ότι εν πασσάλω προσεδέθης εκ τριχών. Χαίρε, η καρφωθείσα δι’ αγάπην Κυρίου χαίρε, η πιεσθείσα δυσβαστάκτω φορτίω. Χαίρε, εν ασκητρίαις απόστολος χαίρε, εν αποστόλοις πανθαύμαστος. Χαίρε, μελών υποστάσα κακώσεις χαίρε, δαυλών η δεχθείσα φλογώσεις. Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Χαίρουσα ευφροσύνως, προς τον άνω Νυμφώνα, εισήλθες ω σεπτή καλλιμάρτυς, και πεσούσα Χριστού τοις ποσί, κατεφίλεις θερμώς, Παρασκευή πάντιμε, το στέφος καταθέτουσα Αυτώ, και έκθαμβος βοώσα. Αλληλούϊα.
Ψώμισόν με ω Μάρτυς, εκ Μονών ουρανίων, το μάννα αγαπήσεως θείας, ίνα όλη καρδία βοώ, Ιησού το γλυκύ και σεπτόν όνομα, και χάριν σου κηρύξαιμι αγνή, εν κατανύξει άδων.
Χαίρε, προπύργιον των ευσεβούντων χαίρε, ασπίς των φερωνυμούντων. Χαίρε, τους κατοίκους του Κρόκου η σώσασα χαίρε, Γερμανούς λαγωώ φυγαδεύσασα. Χαίρε, κόρη αιρετίσασα την κοιλάδα των Τεμπών χαίρε, Μάρτυς αφανίσασα δοξασίας των Νυμφών. Χαίρε, πλήθος θαυμάτων Ροδολίβω ποιούσα χαίρε, χάους απίστους ση πρεσβεία λυτρούσα. Χαίρε, του Μετεώρου προτείχισμα χαίρε, των δαιμονίων φρικίαμα. Χαίρε, πλουτούσα Χριστώ παρρησίαν χαίρε, των σων υμνητών προστασία. Χαίροις Παρασκευή καλλιπάρθενε.
Ω μονάστρια θεία, ακροθίνιον μέγα, παρθένων ευλαβών τω Υψίστω(εκ γ ) δεξαμένη ως άνθη αγρού, τα απλότεχνα τάδε εφύμνια, Τριάδι θεία πρέσβευε, σωθήναι τους συν σοι βοώντας.
Κοντάκιον Ήχος πλ. δ ́. Τη υπερμάχω Ως του Χριστού Μεγαλομάρτυρα παμμέγιστον, και της Παρθένου κατά πάντα φίλον γνήσιον, ανυμνούμέν σε, Γεώργιε στρατηλάτα. αλλ’ ως έχων εξ αυτής του Όρους άπασαν προστασίαν και ημάς αεί περίσωζε τους βοώντάς σοι·
Χαίροις Μάρτυς Γεώργιε.
Άγγελοι σούς αγώνας και τους άθλους ιδόντες, εθαύμασαν Γεώργιε Μάρτυς (γ ́)· άνθρωποι δε και των Ασωμάτων τάγματα, σε νικητήν συνέχαιρον· και έκθαμβος ο Μιχαήλ Αρχάγγελος, προς σε κραυγάζει ταύτα·
Χαίρε, ο μείζων εν αθλοφόροις· χαίρε, ο μέγας εν τοις ανθρώποις. Χαίρε, Καππαδόκων το άνθος το εύοσμον· χαίρε, Παλαιστίνης το κλέος το ένθεον. Χαίρε, Μάρτυς και υιός Μάρτυρος χριστιανού πατρός· χαίρε, ου τω τάφω ώρκισε μήτηρ σου Χριστώ μείναι πιστός. Χαίρε, ότι τω κάλλει ως Αρχάγγελος ώφθης· χαίρε, ότι εν ίππω αστραπή καθωράθης. Χαίρε, στρατού το έξοχον θέαμα· χαίρε, λαού θρύλος και ίνδαλμα. Χαίρε, Θεόν ο δοξάσας και Πλάστην· χαίρε, υπέρτερος πάντων εν πάσι· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Βλέπων σε στρατευθέντα, ο δεινός Αυτοκράτωρ, αξίωμα χαρίζει σοι μέγα, οπλίτα Γεώργιε· μη ειδώς Χριστού πιστόν σε ο άπιστος, Χιλίαρχον, εν τω στρατώ σε έθετο, τον ψάλλοντα τη Τριάδι· Αλληλούια.
Γνώσιν έχων ευθείαν, ο σοφός προς τα θεία, εγένετο γνωστός εν γη πάση· και την των Λασσαίων πόλιν έφιππος διελθών, τερατώδη δράκοντα απέκτεινε ο πάγκαλος, διό και παρ’ ημών ακούει·
Χαίρε, Ρωμαίων στρατού στρατάρχα· χαίρε, αδικουμένων μέγιστε προστάτα Χαίρε, της ανδρείας το έμψυχον άγαλμα· χαίρε, της αγνείας το έξοχον άρωμα. Χαίρε, ότι διεσπάραξας δράκοντα τον φοβερόν· χαίρε, ότι φήμην δέδωκας ήρωος παντί λαώ. Χαίρε, ος ελυτρώσω βασιλίδα θανάτου· χαίρε, ος απεσπάσω τον λαόν εκ βαράθρου. Χαίρε, πηγήν ο βλύσας τω λόγω σου· χαίρε, την γην πληρώσας πληρώσας θαυμάτων σου. Χαίρε, πτωχοίς τον σον πλούτον σκορπίσας· χαίρε, Εδέμ θησαυρούς ο συνάξας· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Δύναμις του Υψίστου, δυνατόν κατά πάντα, Γεώργιε έδειξέ σε, Μάρτυς· καταφρονών γαρ τιμών βασιλέως, αυτού την αθείαν ήλεγξας, και τον Χριστόν Θεόν εκήρυξας, μεγαλοφώνως κράζων· Αλληλούια.
Έφιππος εν πολέμοις, νίκης τρόπαια φέρεις, διό Τροπαιοφόρος εκλήθης· εν ειρκτή δε κατ’ όναρ Χριστός, φίλημά σοι δέδωκε στεφανώσας σε· δηλητήρια δε πιών και μείνας αβλαβής ακούεις παρ’ ημών τοιαύτα·
Χαίρε, Γεώργιε αθλοφόρε· χαίρε, αήττητε τροπαιοφόρε. Χαίρε, των Μαρτύρων ο πρώτος και μέγιστος· χαίρε, νικητής κατά πάντων θεόστεπτος. Χαίρε, ότι τρώσεις έφερες συ εν όλη σου σαρκί· χαίρε, ότι ενεκλείσθης εν ζοφώδει φυλακή. Χαίρε, ότι ετέρφθης τη Δεσπότου εμφανίσει· χαίρε, ότι εδέχθης χάριν τη Αυτού κατασπάσει. Χαίρε, εγγύς Χριστού ο ιστάμενος· χαίρε, Αυτού το θαρρος δεξάμενος. Χαίρε, δι’ Ον τας κολάσεις υπέστης· χαίρε, προς Ον παρ’ ελπίδι μετέστης· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Ζέων του θείου πόθου, ώσπερ λέων, ο Μάρτυς, προς τους αγώνας ώρμησεν μόνος· εκακουχήθη γαρ εν δίψη και λιμώ, και επί ξύλω τοις ποσί κατεπιέσθη, και πόνους υπομένων τρομερούς, εβόα ούτως· Αλληλούια.
Ήνεγκας την φρικώδη, του τροχού κακουχίαν, και όλος συ μία πληγή έστης, ω Γεώργιε, τοις ορώσί σε· αλλ’ ο θείος Άγγελος λύσας των δεσμών σε υγιή και ωραιότατον ως πριν έδειξεν τοις βοώσι·
Χαίρε, δαρθείς βουνεύροις το σώμα· χαίρε, τυφθείς κοντώ την γαστέρα. Χαίρε, ο τροχού υποστάς την δυσχέρειαν· χαίρε, ο Θεού εκδεξάμενος πρόνοιαν. Χαίρε, εν ασβέστου λάκκω εμβληθείς τω φλογερώ· χαίρε, αβλαβής ο μείνας ενδυσάμενος Χριστόν. Χαίρε, ο υπομείνας σιδηράς τε κρηπίδας· χαίρε, ο βηματίσας συν αυταίς ώσπερ γίγας. Χαίρε, αυτάς ποσί περιθέμενος· χαίρε, αυτών τους ήλους δεξάμενος. Χαίρε, πληγάς παντί τω σώματι ο εσχηκώς· χαίρε, τω Θεώ τον ύμνον και το αίμά σου προσενεγκών· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Θέλων αυτόκλητος ήλθον, και θνήσκω υπέρ Χριστού προθύμως εκραύγαζε τοις παρανόμοις ο γενναίος οπλίτης· σώμά μου ο παρέδωκα τω Ιησού, όλον μεληδόν κατακόψατε, νικά γαρ Χριστού ο πόθος της σαρκός τον πόνον εν τω ψάλλειν ούτως· Αλληλούια.
Ίδον οι παρεστώτες, θεοδώρητον θαύμα, γενόμενον διά σού αθλοφόρε· είδον ζωοθέντα νεκρόν, ον μετά ταφήν, και χρονίαν εν μνήματι κατάθεσιν, θανόντα προ Χριστού, ανέστησας ακούων παρά πάντων ούτως· Χαίρε, τον άρχοντα άδου νικήσας·
χαίρε, νεκρόν ευχή αναστήσας. Χαίρε, ούτος γαρ τον Χριστόν Θεόν εκήρυξε· χαίρε, ότι και αύθις πεσών προσεκύνησε. Χαίρε, ότι συ απέδειξας την ανάστασιν νεκρών· χαίρε, ο το δεσμωτήριον διδακτήριον ποιών. Χαίρε, ότι και λίθον δέχεταί σου το στήθος· χαίρε, ότι βασάνων υπομένεις το πλήθος. Χαίρε, δι’ ου Χριστός συνδοξάζεται· χαίρε, δι’ ου εχθρός μυκτηρίζεται. Χαίρε, Γεώργιε την γην ο ουρανώσας· χαίρε, τα ουράνια άθλοις σου ο εκθαμβώσας· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Κάτω, τους εις τα άνω του βωμού ισταμένους θεούς, τους μη θεούς, διά λόγου συνέτριψας· εις μόνος Θεός εστιν ο Χριστός, του εν τω ειδώλω δαίμονος ομολογούντος μεν, αλλά μηδέποτε βοώντος ούτως· Αλληλούια.
Λέλυται ο Διοκλητιανός της ελπίδος, και δίδωσι κατά του αγίου, και αυτής της βασιλίσσης Αλεξάνδρας, θανάτου την απόφασιν· και νυν ο μέγας του Χριστού πρωταθλητής, δέχεται χαίρων και ημών τον ύμνον, αναβοώντων πόθω·
Χαίρε, Γεώργιε χριστομάρτυς· χαίρε, συν τη Αλεξάνδρα αύθις. Χαίρε, βασιλέαν ελέγξας τον άθεον· χαίρε, βασιλίδος ο δείξας το φιλόθεον. Χαίρε, ότι ξίφος έκοψεν την ωραίαν κεφαλήν· χαίρε, ότι στέφος είληφας άφθαρτον εν ουρανοίς. Χαίρε, ότι το σώμά σου καταλέλοιπας εν γη· χαίρε, ότι το πνεύμά σου έδωκας Θεού χειρί. Χαίρε, δι’ ο οικείς τα ουράνια· χαίρε, δι’ ο φρουρείς τα επίγεια. Χαίρε, δι’ ου εκ κινδύνων λυτρούμεθα· χαίρε, δι’ ου ευφροσύνης πληρούμεθα. Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Μέγαν σοι ωκοδόμησε ναόν, Κωνσταντίνος ο Μέγας, τω σω τάφω εν Λύδδα· εν ω κατετέθη θεία χάριτι, η ση αγία σορός, προς ον ενατενίζοντες, λατρείαν νυν προσφέρομεν Θεώ και ύμνον, τον χερουβικόν· Αλληλούια.
Νυν, πανένδοξε Μάρτυς, η λαμπρά εορτή σου, δις του έτους τελείται, στρατάρχα· εν αίς, άρχοντες, λαός και άπασαι φυλαί της γης, προστρέχοντες τοις σοίς ναοίς, βοώσιν εν αγαλλιάσει ούτως·
Χαίρε, λαμπρόν της χάριτος έαρ· χαίρε, θνητών αθάνατον νέκταρ. Χαίρε, Εκκλησίας δόξα και θρίαμβος· χαίρε, ευσεβών βασιλέων υπέρμαχος. Χαίρε, ότι τη κοιμήσει σου έαρ χαίρει και σκιρτά· χαίρε, ότι την μετάθεσιν του σκήνους σου χειμών ορά. Χαίρε, ο αγιάζων την περίοδον πάσαν· χαίρε, ο καταυγάζων την περίγειον πάσαν. Χαίρε, δι’ ου σκιρτώσι φιλέορτοι· χαίρε, εν ω θρηνούσιν οι δαίμονες. Χαίρε, χαράς ο τρυφών ουρανίου· χαίρε, ημάς ο πληρών παντός θείου· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Ξένα σου Μάρτυς φαίνει, τα τεράστια πάντα, Γεώργιε, και λίαν φρικώδη· τον γαρ δαίμονα προστάζει σου δεσμοίς κρατείς αμετάθετον, ταπεινώσας τον υπερήφανον, τον μη ταπεινούμενον και τω Θεώ κραυγάζειν ούτως· Αλληλούια.
Όλος απενεκρώθη, ο το τόξον ευθύνας, του βλάψαι την εικόνα σου, Μάρτυς, εν τω ναώ σου Σαρακηνός, ου το βέλος προς εαυτόν επέστρεψεν· συ δε τούτον ανέστησας, φρικτώ θαύματι, σοι βοώντα·
Χαίρε, ναού σου η ευκοσμία· χαίρε, στρατού σου η πανοπλία. Χαίρε, των απίστων το τραύμα Γεώργιε· χαίρε, των πιστών το θαύμα μυριόνικε. Χαίρε, ότι πανταχού ηγέρθη σοι σεβάσμιος ναός· χαίρε, ότι ση σεπτή εικών υπάρχει εν παντί Θεού ναώ. Χαίρε, τον φονευθέντα ασεβή ο αναστήσας· χαίρε, ο τον δυσσεβούντα Μάρτυρα Χριστού ποιήσας. Χαίρε, ο δούς τω μεν αναζώωσιν· χαίρε, ο δούς τω δε την συγχώρησιν. Χαίρε, ο ομοιάζων τη ψυχή σου Αγγέλοις· χαίρε, ο υπερβάλλων τους πολλούς εν τω κάλλει· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Πάσα τάξις Αγγέλων, και πιστών Ορθοδόξων, δοξάζει σε και απίστων, Μάρτυς· και τα σα θαυμάσια σοφέ, και την προς Θεόν παρρησίαν βλέπουσα, βοά εν παντί τόπω προς Αυτόν και μετά σού απαύστως· Αλληλούια.
Ρύσαι, παντός κινδύνου, τους ημάς σε καλούντας, και δέχου τας ημών ικεσίας, ως εδέξω των απανταχού της Οικουμένης εν αιχμαλωσία, θρήνους και δάκρυα, ούς ως συμπαθής ηλευθέρωσας, ακούων παρά πάντων ούτως·
Χαίρε, ο Άγγελος εν ανθρώποις· χαίρε, ο ένυλος εν Αγγέλοις. Χαίρε, ο κατορθώσας τελειότητος μέτρον· χαίρε, ο επιφθάσας αγιότητος ύψος. Χαίρε, ότι πολλούς έσωσας αιχμαλώτους αθλητά· χαίρε, ότι τούτους έπλησας της ενθέου σου χαράς. Χαίρε, ο θριαμβεύσας κατ’ εχθρών εν πολέμοις· χαίρε, ο ταπεινώσας τον εχθρόν θείοις έργοις. Χαίρε, ο εν πολέμου τη τέχνη ανίκητος· χαίρε, ο εν πάσι τοις άθλοις ακαταγώνιστος. Χαίρε, ελπίς και χαρά αιχμαλώτων· χαίρε, ισχύς και στοργή αδυνάτων· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Σώσον, Θεέ μου σούς δούλους, δι’ εμού, τους τιμώντάς με, ο Μάρτυς Γεώργιος κράζει· και ως Άγγελος, ως αστραπή εν ίππω λευκώ, διατρέχων γην και ουρανούς, προφθάνει πάντας πανταχού, κραυγάζων εν θριάμβω ούτως· Αλληλούια.
Τέρπεται ο ναός σου, ο σεπτός τη ση δόξη, θαυμάτων τε δεικνύμενος κρήνη· ουκ έστιν γαρ ου γη ουδέ θάλασσα, ου πόλις ουκ έρημος, ένθα των θαυμάτων οι κρουνοί, ουχ υπερβλύζουσι τοις εκβοώσι μετά δέους ταύτα·
Χαίρε, το άστρον της εκκλησίας· χαίρε, το άνθος αθανασίας. Χαίρε, ποταμός των θαυμάτων αένναος· χαίρε, ιατρός των νοσούντων ο εύσπλαγχνος. Χαίρε, σώματος ωραιοτάτου υπεριδών όντως αγνέ· χαίρε, ψυχής σου αθανάτου επιμελησάμενος σοφέ. Χαίρε, υπερασπίζων τους πιστούς εν ανάγκαις· χαίρε, ο εκφοβίζων τους απίστους πολλάκις. Χαίρε, ο προκρίνας της ζωής υπέρ Χριστού τίμιον θάνατον· χαίρε, ο κερδίσας δόξαν την παρ’ Αυτού την αθάνατον. Χαίρε, το βλέπειν τοις τυφλοίς ο χαρίζων· χαίρε, τοις νοσούσιν θείαν ίασιν δίδων· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Ύμνος μέγας σοι πρέπει, τω κοινώ ευεργέτη, Γεώργιε, του κόσμου προστάτα· συ γαρ ου λείπεις φρουρείν και σκέπειν εκ παντοίων κινδύνων και θλίψεων, τους σε ποθούντας Άγιε, και αδοντας εν τω ναώ σου ούτως· Αλληλούια.
Φέροντες Μάρτυς νυν άνθη τη θαυματουργώ σου εικόνι, θερμώς ευχαριστούμέν σοι πάντες· και μεν τω θείω σου ναώ, υμνούμεν την σην δόξαν θεοδόξαστε, εν δε τη μνήμη Μάρτυς των θαυμάτων σου, θάμβει βοώμεν ούτως·
Χαίρε, ο πρόμαχος όρους Άθω· χαίρε, αείρροος κρήνη θαυμάτων. Χαίρε, του στρατού σου ο μέγας ταξίαρχος· χαίρε, του λαού σου ο θείος ειρήναρχος. Χαίρε, ο εν ευγενεία γένους σου διακριθείς· χαίρε, της μονής Ζωγράφου εν τω Άθω ο λαμπτήρ. Χαίρε, ο θαυμαστώσας σου αγίαν εικόνα· χαίρε, ο αποστείλας μοναχοίς δώρον μέγα. Χαίρε, ο δούς ημίν ρώσιν σώματός τε και ψυχής χαίρε, ο δούς ημίν γνώσιν ένθεον και θαυμαστήν. Χαίρε, τους πάσχοντας Μάρτυς ο προφθάνων· χαίρε, πρεσβείαν Θεώ ο προσάγων· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Χάριν θείαν πλουτήσας, ω Γεώργιε μάκαρ, ο μέγιστος ημών αντιλήπτωρ, Χριστώ πρέσβευε υπέρ ημών, των προσκυνούντων οίκόν σου σεπτόν Άγιε, ποιείν Αυτού το θέλημα εν φόβω πάντοτε, ίνα κράξωμεν ούτως· Αλληλούια.
Ψάλλοντές σου τον ύμνον, εν αγίω ναώ σού, Γεώργιε, βοώμέν σοι πάντες· τω Θεώ μη παύση του αιτείν των πταισμάτων άφεσιν, μετάνοιαν, ειρήνην τε σοίς δούλους, τοις βοώσί σοι, μεγαλομάρτυς· Χαίρε, ο άρχων Καππαδοκίας·
χαίρε, ο μύστης της θεαρχίας. Χαίρε, των εν Άθω μονών προιστάμενος· χαίρε, των εν θλίψει αεί παριστάμενος. Χαίρε, άνω συν Δημητρίω παραστάτης του Χριστού· χαίρε, κάτω των δυνάμεων ο προστάτης του στρατού. Χαίρε, υπέρ των όλων τω Θεώ ικετεύων· χαίρε, ο των σων δούλων εκτενώς προστατεύων. Χαίρε, αγίων ο προφιλέστερος· χαίρε, Μαρτύρων ο ενδοξότερος. Χαίρε, των στρατευομένων ο γενναίος προστάτης· χαίρε, φωτός τρισηλίου ο ενθεώτατος λάτρης· Χαίρε, Μάρτυς Γεώργιε.
Ω Γεώργιε Μάρτυς, πρωτοστράτηγε του Βασιλέως Χριστού και δόξα στρατού σου· (γ ́) προσδεξάμενος την προσφοράν ημών, εκ παντοίων ρύσαι κινδύνων τους υμνούντάς σε και εκ πάσης ανομίας, τους Θεώ βοώντας· Αλληλούια.
Καί πάλιν το Κοντάκιον
Ως του Χριστού Μεγαλομάρτυρα παμμέγιστον, και της Παρθένου κατά πάντα φίλον γνήσιον, ανυμνούμέν σε, Γεώργιε στρατηλάτα. αλλ’ ως έχων εξ αυτής του Όρους άπασαν προστασίαν και ημάς αεί περίσωζε τους βοώντάς σοι·
Έχουμε μια προσωπική μαρτυρία, της αείμνηστης γερόντισσας Μακρίνας, μοναχής, από την Πορταριά του Βόλου, που την διηγείτο τακτικά. Την άκουσα και γω, προσωπικά, παρουσία και άλλων χριστιανών.
Μια νεαρά σχετικώς κυρία, είχε υποστεί κάποιο εγκεφαλικό επεισόδιο με αποτέλεσμα να παραλύσει τελείως από τη μέση και κάτω, και ελαφρά από τη δεξιά της πλευρά. Το μυαλό της, όμως, και η ομιλία της δεν πειράχτηκαν καθόλου… Από τη γερόντισσα Μακρίνα, αυτή η συγκεκριμένη κυρία είχε μάθει, πριν από τέσσερα - πέντε χρόνια, την ευχή και επικαλείτο συνεχώς, όχι μόνο το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, αλλά και της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Έτσι, κατάκοιτη και ακίνητη, όπως ήταν, με το ελεύθερο αριστερό της χέρι, έκαμε συνέχεια κομποσχοίνι στο όνομα της Παναγίας, λέγοντας και φωνάζοντας με πόνο και θέρμη «Υπεραγία Θεοτόκε, βοήθει μοι».
«Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον με».
«Παναγία μου, σώσε με, είμαι αμαρτωλή».
Ύστερα από αρκετές ημέρες συνεχών επικλήσεων, ω του θαύματος θα ανακράζαμε όλοι μαζί, παρουσιάστηκε ένα βράδυ την ώρα που ήτο ξυπνητή, και απευθυνόταν προς την Παναγία με το κομποσχοινάκι της, παρουσιάστηκε Εκείνη ολόλαμπρη μπροστά της.
Φωτεινή σαν τον ήλιο. Και είχε τέτοια ομορφιά που θαμπώθηκε, όχι μόνον από την θεϊκή ακτινοβολία της, αλλά και από την απερίγραπτη ωραιότητά της. Το ανάστημά της ήτο μεγαλοπρεπέστατο, ουράνιο και ακατάληπτο.
Ενώ πίσω της εφαίνοντο πολύ καθαρά ένα πλήθος από τάγματα αγγέλων και αρχαγγέλων. Ταυτόχρονα είχε την ορατή αίσθηση ότι με τη θεία της παρουσία η Παναγία σκέπαζε ολόκληρο τον κόσμο.
Και μέσα στο ιερό δέος της, τον θαυμασμό και την κατάπληξή της, άκουσε την ουράνια φωνή Της να την ρωτάει. - Τι θέλεις να σου κάνω, Μαρία, παιδί μου; - Μαρία την λέγανε. Και η άρρωστη αλλά η ευλαβής εκείνη χριστιανή, χωρίς δισταγμό, Της απάντησε: - Θέλω να γυρίζω από το ένα πλευρό στο άλλο, γιατί είμαι παράλυτη απ’ τη μέση και κάτω, και δεν μπορώ. Κουράστηκε η πλάτη μου απ’ την ακινησία. Ιδιαιτέρως, όμως, θέλω να σωθώ. Τη σωτηρία μου ποθώ, γι’ αυτό και Σε φωνάζω.
Και η Υπεραγία Θεοτόκος, η γλυκυτάτη Παναγία μας, που συμπονάει με τους πόνους μας και τα βάσανά μας, της απάντησε: - Αυτά θα σου τα δώσω. Και, γι’ αυτό ήλθα, επειδή με φωνάζεις κάθε μέρα, απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ. Γιατί θέλω να με φωνάζετε! Να με φωνάζετε συνεχώς. Και 'γω ακούω και έρχομαι. Θέλω να με φωνάζεις, της είπε. Θέλω να με φωνάζετε όλοι σας, όλοι οι χριστιανοί, αυτό εννοούσε τώρα.
Πλημμύρισε, όχι μόνον το δωμάτιο από την υπέρλαμπρη φωτοχυσία της, και το ουράνιο άρωμά της, αλλά και ολόκληρο το σπίτι της. Όλα τα μέλη της οικογένειάς της, κατά την μαρτυρία της αείμνηστης γερόντισσας, έζησαν αυτό το ολοζώντανο θαύμα.
Η δε ουράνια αυτή ευωδία παρέμεινε διάχυτη για μέρες μέσα στο σπίτι, και ιδιαίτερα στο δωμάτιο της άρρωστης. Το πρόσωπο της Μαρίας έλαμπε από την πολλή χάρη που έλαβε. Και όχι μόνον άρχιζε να κινεί το σώμα της, και να γυρίζει πλευρό με ευκολία, αλλά σε λίγες μέρες έγινε τελείως καλά και σηκώθηκε υγιεστάτη.
Εγώ όμως δεν θα μείνω στο καταπληκτικό αυτό θαύμα της θείας παρουσίας της Υπεραγίας Θεοτόκου, ούτε στο θαύμα της θεραπείας της άρρωστης. Αλλά θα παραμείνω σ’ αυτά που είπε η Παναγία μας, η Μητέρα όλων μας. Τι είπε; «Θέλω να με φωνάζετε». «Θέλω να με επικαλείσθε. Και ’γω ακούω και έρχομαι. Θέλω να με φωνάζετε. «Υπεραγία Θεοτόκε βοήθησέ με», «Υπεραγία Θεοτόκε σώσε με», «Υπεραγία Θεοτόκε σώσε το παιδί μου», και ό,τι άλλο νομίζετε ότι μπορείτε να φωνάξτε απ’ το βάθος της καρδιάς σας, αυτό που μας πονάει συνήθως περισσότερο.
…Ήταν προχωρημένο το απόγευμα και είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Πλησίαζε η ώρα , που το Μοναστήρι θα έκλεινε τις πύλες του, όταν ήρθε βιαστικός ο τελευταίος προσκυνητής. Ένας αρκετά νέος άντρας ,από την γειτονική κωμόπολη. Αφού προσκύνησε, γεμάτος συγκίνηση είπε: - Στην Παναγία μας έχω μεγάλη ευγνωμοσύνη. Με γιάτρεψε διπλά και μ’ έσωσε. Και με δυο λόγια διηγήθηκε την πράγματι συγκινητική περίπτωσή του: - Εγώ δούλευα σαν μπαρ-μαν σ’ ένα ξενοδοχείο και δυστυχώς συνήθισα το ποτό. Επί 17 χρόνια ήμουν συνέχεια μεθυσμένος! Τελικά το οινόπνευμα μου προξένησε κύρωση στο συκώτι. Με πήγαν στο Νοσοκομείο σε κακή κατάσταση. Ο θάνατος ήταν πλέον κοντά! Τότε μέσα σ’ αυτήν τη δυσκολία που ζούσα και στον κίνδυνο, γιατί η συνήθεια δεν με άφηνε να το κόψω, θυμήθηκα την Παναγία , που τόσες φορές είχα προσκυνήσει στη Βαρνάκοβα και Της είπα απλά αλλά με την καρδιά μου αυτά τα λόγια: - Παναγία μου, Σε παρακαλώ, ελευθέρωσέ με από το πάθος του ποτού και σώσε με… Κι Εκείνη με άκουσε αμέσως. Μου δυνάμωσε τη θέλησή μου και όταν αντιμετώπιζα τις αντιδράσεις του οργανισμού από την έλλειψη του ποτού, είπα στην καρδιά μου, που είχε τρελλή ταχυπαλμία: - Αν θέλεις, σπάσε! Τουλάχιστον να πεθάνω ξεμέθυστος! Πράγματι, σε λίγο η καρδιά μου ηρέμησε. Μετά από αυτό ήλθε αμέσως το τελικό δώρο: τελεία αποστροφή προς το ποτό. Ενώ άλλοι παλεύουν πολύ χρόνο, για να γίνει η αποτοξίνωση. Και το δεύτερο δώρο; Το κατεστραμμένο συκώτι θεραπεύθηκε τελείως! Τώρα πια είμαι ελεύθερος και υγιής. Πώς να μην Την ευγνωμονώ; Όταν αργότερα έμαθε πως μερικά από τα θαυμαστά της Παναγίας θα γραφτούν σε βιβλίο, παρακάλεσε να γραφή ένα μήνυμά του ειδικά προς τους νέους ανθρώπους, σαν συμπέρασμα της πικρής εμπειρίας του: “Οι στιγμές της χαράς, όταν είσαι ελεύθερος από εξαρτήσεις και ζεις σωστά, όπως θέλει ο Θεός, είναι απείρως περισσότερες από τις λίγες και ψεύτικες χαρές , που δίνει η ζωή της αμαρτίας, φίλοι μου…”
Από το βιβλίο: «ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΑΝΑΓΙΑ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑ»