Ο άνθρωπος συμβουλεύει τον πλησίον του καθώς γνωρίζει. Ο Θεός πάλι ενεργεί σ’ αυτόν που ακούει ανάλογα με την πίστη του.
Ο άνθρωπος που μακροθυμεί, έχει πολλή φρόνηση. Το ίδιο κι εκείνος που τεντώνει το αυτί του για να ακούει λόγους πνευματικής σοφίας.
Μην αρνείσαι να μαθαίνεις, κι ας τυχαίνει να ξέρεις πάρα πολλά. Γιατί αυτό που μπορεί να οικονομήσει ο Θεός, είναι πολύ πιο ωφέλιμο από τη δική μας φρόνηση.
Αυτός που θέλει να σηκώσει το σταυρό του και να ακολουθήσει το Χριστό, πρέπει πρώτα-πρώτα να επιδιώξει την αληθινή γνώση και μάθηση, εξετάζοντας ακατάπαυστα τους λογισμούς του και μεριμνώντας συνεχώς για τη σωτηρία του και ρωτώντας τους δούλους του Θεού, που έχουν το ίδιο φρόνημα και αγωνίζονται τον ίδιο αγώνα μ’ αυτόν, έτσι ώστε να μην αγνοεί πού και πώς βαδίζει και να μην προχωράει μέσα στο σκοτάδι χωρίς λύχνο να του φέγγει.
Γιατί εκείνος που βαδίζει ιδιόρρυθμα, χωρίς καθοδήγηση κάποιου, σκοντάφτει συχνά και πέφτει σε πολλούς λάκκους και παγίδες του πονηρού και πλανιέται πολύ και κοπιάζει πολύ και μπαίνει σε πολλούς κινδύνους και δεν γνωρίζει τι τέλος θα έχει. Γιατί δεν είναι λίγοι εκείνοι που πέρασαν από πολλούς κόπους και ασκήσεις και κακοπάθειες και που υπέφεραν πολλούς μόχθους για το Θεό, αλλά η ιδιορρυθμία, η αδιακρισία και η έλλειψη πνευματικής βοήθειας από τον πλησίον έκαναν τους τόσους κόπους τους, ανίσχυρους και μάταιους.
Γι’ αυτό, αν είναι δυνατόν, πρέπει κανείς να φροντίζει και να αγωνίζεται να είναι συνεχώς μαζί με ανθρώπους που έχουν πνευματική γνώση, με σκοπό, αν ο ίδιος δεν έχει φωτισμό αληθινής γνώσεως, βαδίζοντας μαζί με εκείνον που έχει, να μην περπατάει στο σκοτάδι, να μην κινδυνεύει από βρόχια και παγίδες και να μην πέφτει πάνω στα νοητά θηρία, που ζουν στο σκοτάδι και που αρπάζουν και αφανίζουν όσους περπατούν μέσα σ’ αυτό χωρίς τον νοητό λύχνο του θείου λόγου.
του αββά Μάρκου,
Μικρός Ευεργετινός
Ο άνθρωπος που μακροθυμεί, έχει πολλή φρόνηση. Το ίδιο κι εκείνος που τεντώνει το αυτί του για να ακούει λόγους πνευματικής σοφίας.
Μην αρνείσαι να μαθαίνεις, κι ας τυχαίνει να ξέρεις πάρα πολλά. Γιατί αυτό που μπορεί να οικονομήσει ο Θεός, είναι πολύ πιο ωφέλιμο από τη δική μας φρόνηση.
Αυτός που θέλει να σηκώσει το σταυρό του και να ακολουθήσει το Χριστό, πρέπει πρώτα-πρώτα να επιδιώξει την αληθινή γνώση και μάθηση, εξετάζοντας ακατάπαυστα τους λογισμούς του και μεριμνώντας συνεχώς για τη σωτηρία του και ρωτώντας τους δούλους του Θεού, που έχουν το ίδιο φρόνημα και αγωνίζονται τον ίδιο αγώνα μ’ αυτόν, έτσι ώστε να μην αγνοεί πού και πώς βαδίζει και να μην προχωράει μέσα στο σκοτάδι χωρίς λύχνο να του φέγγει.
Γιατί εκείνος που βαδίζει ιδιόρρυθμα, χωρίς καθοδήγηση κάποιου, σκοντάφτει συχνά και πέφτει σε πολλούς λάκκους και παγίδες του πονηρού και πλανιέται πολύ και κοπιάζει πολύ και μπαίνει σε πολλούς κινδύνους και δεν γνωρίζει τι τέλος θα έχει. Γιατί δεν είναι λίγοι εκείνοι που πέρασαν από πολλούς κόπους και ασκήσεις και κακοπάθειες και που υπέφεραν πολλούς μόχθους για το Θεό, αλλά η ιδιορρυθμία, η αδιακρισία και η έλλειψη πνευματικής βοήθειας από τον πλησίον έκαναν τους τόσους κόπους τους, ανίσχυρους και μάταιους.
Γι’ αυτό, αν είναι δυνατόν, πρέπει κανείς να φροντίζει και να αγωνίζεται να είναι συνεχώς μαζί με ανθρώπους που έχουν πνευματική γνώση, με σκοπό, αν ο ίδιος δεν έχει φωτισμό αληθινής γνώσεως, βαδίζοντας μαζί με εκείνον που έχει, να μην περπατάει στο σκοτάδι, να μην κινδυνεύει από βρόχια και παγίδες και να μην πέφτει πάνω στα νοητά θηρία, που ζουν στο σκοτάδι και που αρπάζουν και αφανίζουν όσους περπατούν μέσα σ’ αυτό χωρίς τον νοητό λύχνο του θείου λόγου.
του αββά Μάρκου,
Μικρός Ευεργετινός