Wednesday, December 27, 2017

Το φως το της γνώσεως… Λόγος στη Γέννηση του Χριστού – Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας.

Από την αρχαιότατη εποχή της ιστορίας της ανθρωπότητας η θρησκευτική συνείδηση όλων των λαών βρισκόταν σ’ ένα φοβερό σκοτάδι. Και αυτό ήταν φυσικό, επειδή ήταν αδύνατον για τον πεπερασμένο ανθρώπινο νου να βρει την λύση των δυσκολότατων προβλημάτων για την καταγωγή του κόσμου και τις πηγές του καλού και του κακού. Χρειαζόταν η θεία αποκάλυψη. Αυτή μόνο θα μπορούσε να δώσει την απάντηση. Υπήρχε μόνο ένας εκλεκτός λαός του Θεού, ο λαός του Ισραήλ, στον οποίο η αποκάλυψη δόθηκε ακόμα από την αρχαιότατη εποχή της ιστορίας του.

Αλλά και αυτός ο εκλεκτός λαός του Θεού, όπως και κάθε άλλος λαός, αποτελούσε μία μάζα, την οποία η Αγία Γραφή ονομάζει «λαόν της γης» (Δ΄ Βασ. 15, 5). Μία άλλη όμως πολύ πιο μικρή ομάδα των αληθινά εκλεκτών του Θεού, εκείνη των προπατόρων και «πάντων των απ’ αιώνος Θεώ ευαρεστησάντων, από Αδάμ άχρι και Ιωσήφ του μνήστορος της Υπεραγίας Θεοτόκου», τιμά η Αγία μας Εκκλησία τις δύο Κυριακές, οι οποίες προηγούνται της Γεννήσεως του Χριστού. Μόνο αυτοί οι εκλεκτοί του Θεού κρατούσαν την θεία αποκάλυψη ενώ «ο λαός της γης» πολύ συχνά παρασυρόταν στην ειδωλολατρεία και δεν διέφερε πολύ από τους άλλους λαούς, που βρίσκονταν στο σκοτάδι και οι οποίοι δεν έλαβαν από τον Θεό καμμία αποκάλυψη.

Οι περισσότεροι από σας δεν γνωρίζουν την ιστορία των θρησκευμάτων, γι’ αυτό θα σας πω με δύο λόγια μέχρι ποιού σημείου ανοησίας και σκοτισμού έφτασαν οι λαοί, οι οποίοι με τις δικές τους δυνάμεις προσπαθούσαν να κατανοήσουν τα βαθύτερα μυστήρια της θρησκείας. Από τους αρχαίους λαούς, οι πιο πολιτισμένοι ήταν οι Αιγύπτιοι. Παρά ταύτα την πρώτη θέση στην θρησκεία τους κατείχε η λατρεία των ζώων. Φορείς της θείας δυνάμεως και άξιοι τιμής θεωρούνταν ο ταύρος Άπις, η αγελάδα, ο κροκόδειλος, η κατσίκα, η γάτα, ο πίθηκος, ο σκύλος, το γεράκι, ακόμα και ο ποντικός, το φίδι και ο βάτραχος, ακόμα και ο κάνθαρος.

Ο τεράστιος ποταμός Νείλος, ο οποίος διασχίζει όλη την Αίγυπτο, εθεωρείτο θεός. Ο βασιλιάς της Αιγύπτου ο Φαραώ εθεωρείτο και αυτός ότι κατάγεται από το γένος των θεών και ο ίδιος πρόσφερε θυσίες στον εαυτό του. Οι ψεύτικοι αυτοί θεοί εικονίζονταν με μορφή ανθρώπου και κεφάλι κάποιου από τα ιερά ζώα. Οι αρχαίοι αιγυπτιακοί ναοί κτίζονταν όχι ως τόποι προσευχής του λαού αλλά ως κατοικίες του ιερού ζώου.

Η λατρεία των ζώων απουσίαζε από την θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων και των Ρωμαίων. Οι πολυάριθμοι θεοί τους ενσάρκωναν στο πρόσωπό τους τη δύναμη, την αξία και τις καλύτερες ιδιότητες του ανθρώπου. Σ’ αυτούς όμως αποδίδονταν και όλα τα ανθρώπινα πάθη: αυτοί είχαν έχθρα μεταξύ τους, πόρνευαν, εκδικούνταν σκληρά τους εχθρούς τους, όπως το έκανε ο ανώτατος θεός του ελληνικού πανθέου ο Δίας, ο οποίος εκδικήθηκε τον Προμηθέα, ο οποίος του έκλεψε τη φωτιά και δίδαξε τους ανθρώπους να την μεταχειρίζονται.

Νομίζω ότι αυτά τα λίγα παραδείγματα από την ιστορία της αιγυπτιακής και της ελληνικής θρησκείας είναι ικανά για να καταλάβετε πόσο σκοτισμένη ήταν η θρησκευτική συνείδηση των λαών, οι οποίοι κατοικούσαν στη γη την εποχή εκείνη. Τότε συνέβη αυτό το σπουδαιότατο σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας γεγονός, το οποίο γιορτάζουμε αυτές τις μέρες -η κατά σάρκα Γέννηση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, του Υιού του Θεού, ο οποίος κατέβηκε από τους ουρανούς και εν-σαρκώθηκε εκ Πνεύματος Αγίου και Υπεραγίας Παρθένου Μαρίας.

Με την είσοδο του Χριστού στον κόσμο όλοι όσοι ζούσαν στο σκοτάδι και δεν γνώριζαν τον αληθινό Θεό, έλαβαν την θεία αποκάλυψη. Όλους τους φώτισε «το φως το της γνώσεως», όπως λέει το απολυτίκιο της μεγάλης σημερινής γιορτής: «Η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τω κόσμω, το φως το της γνώσεως».

Ας σκεφτούμε καλύτερα το νόημα του μεγάλου αυτού λόγου «το φώς το της γνώσεως». Μήπως πρόκειται για το φως της διανοίας; Όχι, όχι, το νόημα είναι πιο βαθύ. Δεν φωτίζεται η κάθε διάνοια από το φως το αληθινό. Ακόμα και ο θαυμάσιος νους των μεγαλυτέρων φιλοσόφων του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη δεν φωτίζονταν από το φως της αληθείας, ενώ η διάνοια μερικών άλλων φιλοσόφων ήταν τόσο σκοτισμένη, ώστε αρνούνταν και μεγάλες πνευματικές αλήθειες.

Ασύγκριτα μεγαλύτερη του ανθρώπινου νου είναι η διάνοια του διαβόλου και των αγγέλων του. Αλλά σίγουρα στερούνται αυτοί της οποιασδήποτε κοινωνίας με το φως και έτσι αποτελούν πηγή του βαθύτερου σκότους.

Η γνώση, λοιπόν, την οποία έφερε στον κόσμο ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το θείο φως, το οποίο φωτίζει τον κόσμο. Στο στενό σπήλαιο της Βηθλεέμ την μεγάλη εκείνη ημέρα της Γεννήσεως του Χριστού άναψε για μας το θείο αυτό φως, το οποίο όσο μεγάλωνε ο Χριστός, φτάνοντας σε μέτρο ηλικίας τελείου ανδρός, τόσο δυνατότερα έλαμπε και τελικά έφτασε στο σημείο να είναι η λάμψη του αμέτρητες φορές λαμπρότερη της λάμψης του ήλιου. Επειδή το φως του Θεανθρώπου Ιησού, ο οποίος είναι ο Ήλιος της Δικαιοσύνης είναι το θειο φως.

Στην Αγία Γραφή ο ίδιος ο Θεός και ο προαιώνιος Υιός Του ονομάζονται φως. Στην πρώτη καθολική επιστολή του ο απόστολος Ιωάννης ο Θεολόγος λέει: «Και αύτη εστίν η επαγγελία ην ακηκόαμεν υπ’ αυτού και αναγγέλλομεν υμίν, ότι ο Θεός φως έστι και σκοτία εν αυτώ ουκ εστίν ουδεμία» (Α΄ Ιω. 1,5). Και στο πέμπτο κεφάλαιο της ίδιας επιστολής γράφει: «Οίδαμεν δε ότι ο υιός του Θεού ήκει και δέδωκεν ημίν διάνοιαν ίνα γινώσκωμεν τον αληθινόν· και έσμεν εν τω αληθινώ, εν τω υιώ αυτού Ιησού Χριστώ, ούτός έστιν ο αληθινός Θεός και ζωή αιώνιος» (Α΄ Ιω. 5, 20).

Ο ίδιος ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός είπε: «Εγώ φως εις τον κόσμον ελήλυθα, ίνα πας ο πιστεύων εις εμέ εν τη σκοτία μη μείνη» (Ιω. 12, 46), Και άλλη μεγάλη αλήθεια για την ουσία του Θεού, μας αποκάλυψε ο Ιωάννης ο Θεολόγος, λέγοντας ότι «ο Θεός αγάπη εστί» (Α΄ Ιω. 4, 16).

Το φως, λοιπόν, της γνώσεως το οποίο έλαμψε στον εθνικό κόσμο με την ενσάρκωση του Υιού του Θεού από την Παρθένο Μαρία είναι ταυτόχρονα το επουράνιο φως της γνώσεως του Θεού που φανερώνει τις σημαντικότερες ιδιότητες της ουσίας Του, οι οποίες είναι το θείο φως και η υπερτέλεια αγάπη. Με την λαμπροφόρα διδασκαλία Του, την οποία πάντα επιβεβαίωνε με τα θαύματα, και με τις εντολές Του ο Κύριος Ιησούς Χριστός έδειξε ότι είναι ο Ήλιος της Δικαιοσύνης, και με το θάνατό Του πάνω στο φρικτό σταυρό φανέρωσε ότι είναι και απέραντη θεία αγάπη.

Ας διαβάσουμε και άλλη μια φορά το απολυτίκιο των Χριστουγέννων: «Η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τω κόσμω, το φως το της γνώσεως· εν αύτη γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες, υπό αστέρος εδιδάσκοντο, Σε προσκυνείν τον Ήλιον της δικαιοσύνης, και Σε γινώσκειν εξ ύψους Ανατολήν, Κύριε δόξα σοι».

Στην Ανατολή, σε μία μακρινή χώρα, όπου ζούσαν σοφοί, οι οποίοι ερευνούσαν την πορεία των άστρων και στην αγνωσία τους θεοποιούσαν τα ουράνια σώματα, έλαμψε το θείο φως. Οι μάγοι εντυπωσιάστηκαν από την εμφάνιση ενός πρωτοφανούς άστρου, το οποίο ακολουθούσε μία ασυνήθιστη πορεία και σαν κάπου να τους οδηγούσε. Μακρύς ήταν ο δρόμος και τελικά το άστρο σταμάτησε πάνω από ένα σπήλαιο της Βηθλεέμ, όπου είδαν οι μάγοι τον Ήλιο της Δικαιοσύνης, που φώτισε τον κόσμο και Τον προσκύνησαν. Ας ακολουθήσουμε και εμείς τους μάγους και ας πάμε μαζί τους με φόβο στο σπήλαιο της Βηθλεέμ και ας Του προσφέρουμε τις καθαρές και γεμάτες πίστη καρδιές μας. Αμήν.

Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας

Monday, December 25, 2017

Αφήστε το παρελθόν στο έλεος του Θεού, το παρόν στην Αγάπη Του, και το Μέλλον στην Πρόνοια Του." ( Αββάς Ησύχιος )

"Μερικοί βασανίζονται απο τριών ειδών προβλήματα.
Απο εκείνα που είχαν κάποτε, απο εκείνα που έχουν τώρα, και απο εκείνα που περιμένουν οτι θα έχουν.
Οι λύπες βέβαια θα έρθουν, αλλά τι θα κερδίσουμε αν βιαστούμε και τρέξουμε να τις προυπαντήσουμε; Θα έχουμε αρκετό καιρό να λυπηθούμε, οταν έρθουν. Στο μεταξύ, ας ελπίζουμε για καλύτερα πράγματα και ας μένουμε σταθεροί ώς το τέλος.
Αφήστε το παρελθόν στο έλεος του Θεού, το παρόν στην αγάπη Του, και το μέλλον στην Πρόνοια Του."

Αββάς Ησύχιος

Thursday, December 21, 2017

Θαύμα Παναγίας της Προυσιώτισσας και ο Γερμανός αξιωματικός

Το 1944 στον καιρό της Κατοχής, τότε που οι Ιταλοί και Γερμανοί πατούσανε τα ιερά χώματα του τόπου μας, συνέβη το εξής θαύμα στο Μοναστήρι του Προυσσού:

«Οι Γερμανοί σε μια εξόρμηση τους στα ορεινά μέρη της Ευρυτανίας θελήσανε να κλέψουνε το Μοναστήρι. Ένας Γερμανός αξιωματικός, ασεβής και απάνθρωπος, έβαλε φωτιά και έκαψε το ένα μετά το άλλο όλα τα συγκροτήματα των κελιών. Στο τέλος θέλησε να κάψει και την Εκκλησία, μέσα στην οποία φυλάσσεται από αιώνων η θαυματουργός εικών της Παναγίας.

Η Εκκλησία όμως παρά τις προσπάθειες του αξιωματικού και των άλλων Γερμανών, δεν έπαιρνε φωτιά. Εκείνος τότε επέμενε. Ήθελε σώνει και καλά να κάψει την Εκκλησία. Τότε έβαλε το χέρι της η Παναγία και τιμώρησε τον ασεβή. Ενώ λοιπόν στεκότανε στην αυλή της Εκκλησίας κι’ έδινε διαταγές για να την κάψει οπωσδήποτε, μια δύναμη αόρατη τον πέταξε με ορμή πάνω στο πλακόστρωτο! Το χτύπημα που έπαθε ήτανε μεγάλο. Όλοι τα χάσανε και συγκεντρώθηκαν γύρω στον αξιωματικό. Όλοι κατάλαβαν πως κάτι θαυμαστό συνέβαινε. Τον ανέβασαν έπειτα σε ζώο για να τον μεταφέρουν σε νοσοκομείο του Αγρινίου, αλλά στο δρόμο ξεψύχησε.

Το θαύμα είχε γίνει. Ο Ναός σώθηκε και η Παναγία τιμώρησε τον ασεβή αξιωματικό».

Monday, December 18, 2017

Ήμουν άθεη , επέστρεψα από την άλλη ζωή...



Ήμουν άθεη
(παρμένο από τη Ρωσία)
Επιστροφή από την άλλη ζωή


Ήμουν άθεη και έβριζα πολύ και φοβερά το Θεό. Ζούσα μέσα στη ντροπή και την πορνεία και ήμουν νεκρή στη γη. Όμως ο ελεήμων Θεός δεν άφησε να χαθώ, αλλά με οδήγησε στη μετάνοια.Στα1961 αρρώστησα από καρκίνο και ήμουν άρρωστη τρία χρόνια. Δεν έμενα ξαπλωμένη, παρά εργαζόμουνα και έκανα θεραπεία σε γιατρούς, ελπίζοντας να βρω θεραπεία. Τους τελευταίους έξη μήνες είχα τελείως αδυνατίσει, τόσο που ούτε νερό δεν μπορούσα να πιω. Μόλις το έπινα, αμέσως το έκανα εμετό. Τότε με πήγαν στο νοσοκομείο και επειδή ήμουν πολύ ενεργητική κάλεσαν ένα καθηγητή από τη Μόσχα και αποφάσισαν να με χειρουργήσουν. Μόλις μου άνοιξαν την κοιλιά, αμέσως πέθανα. Η ψυχή μου βγήκε από το σώμα και στέκονταν ανάμεσα σε δύο γιατρούς και εγώ με μεγάλο φόβο και τρόμο κοίταζα την αρρώστια μου. Ολόκληρο το στομάχι μου και τα έντερα μου ήταν προσβεβλημένα από καρκίνο. Στεκόμουνα και σκεπτόμουνα γιατί είμαστε δύο; Δεν είχα ιδέα ότι υπάρχει ψυχή. Οι κομμουνιστές μας φούσκωναν και μας δίδασκαν ότι η ψυχή και ο Θεός δεν υπάρχουν, ότι αυτό είναι μόνο επινόηση των παπάδων για να ξεγελάσουν το λαό και να τον κρατούν σε φόβο για κάτι που δεν υπάρχει. Βλέπω τον εαυτό μου που στέκεται και τον βλέπω πάλι πάνω στο χειρουργείο. Μου έβγαλαν έξω όλα τα εντόσθια και αναζητούσαν τονδωδεκαδάκτυλο. Αλλά εκεί υπήρχε μόνον πύον, τα πάντα ήταν κατεστραμμένα και χαλασμένα, τίποτε δεν ήταν υγιές. Οι γιατροί τότε είπαν: «αυτή δεν έχει με τι να ζήσει». Όλα τα έβλεπα με μεγάλο φόβο και τρόμο και πάλι σκεπτόμουνα: «Πώς και από πού είμαστε δύο;. Στέκομαι και ταυτόχρονα είμαι ξαπλωμένη; “Οι γιατροί τότε επέστρεψαν τα εντόσθιά μου όπως-όπως και είπαν ότι το σώμα μου πρέπει να δοθεί στους νέους ειδικευόμενους γιατρούς για διδασκαλία και το μετέφεραν στο νεκροστάσιο και εγώ πήγαινα κοντά τους και όλο και παραξενευόμουνα και σκεφτόμουνα πως και από πού είμαστε δύο. Εκεί με άφησαν ξαπλωμένη γυμνή, καλυμμένη ως το ύψος του στήθους με ένα σεντόνι. Μετά απ αυτό βλέπω ότι ήλθε ο αδελφός μου και έφερε το μικρό μου γιο. Ήταν έξι χρονών και ονομάζονταν Αντρούσκα (Αντρέι). Ο γιός μου πλησίασε το σώμα μου και με φίλησε στο κεφάλι .
Άρχισε να κλαίει και να λέει: «Μαμά, μαμά, γιατί πέθανες; Είμαι ακόμη μικρός, πως θα ζήσω χωρίς εσένα; Πατέρα δεν έχω και συ πέθανες! Εγώ τότε τον αγκάλιασα και τον φίλησα, αλλά αυτό δεν το αισθάνθηκε ούτε το είδε ούτε με πρόσεξε, αλλά κοίταγε το νεκρό μου σώμα. Έβλεπα επίσης πως έκλεγε ο αδελφός μου. Μετά απ αυτό, εγώ με μιας βρέθηκα στο σπίτι μου. Ήλθε η πεθερά μου από τον πρώτο μου γάμο, η μητέρα μου και η αδελφή μου. Τον πρώτο μου σύζυγο τον εγκατέλειψα γιατί πίστευε στο Θεό. Τότε άρχισε η διανομή των πραγμάτων μου. Εγώ ζούσα πλούσια και με πολυτέλεια και όλα αυτά τα απόκτησα με αδικία και με πορνεία.


Η αδελφή μου άρχισε να αφαιρεί τα πιο ωραία από τα πράγματά μου, ενώ η πεθερά ζητούσε να αφήσει και κάτι στο γιό μου. Η αδελφή μου δεν άφηνε τίποτε, αλλά επιπλέον άρχισε να εμπαίζει την πεθερά λέγοντας: «αυτό το παιδί δεν είναι από τον γιό σου και συ δεν του είσαι τίποτε». Μετά απ αυτό αυτές βγήκαν και έκλεισαν το σπίτι. Η αδελφή μου πήρε μαζί της και ένα μεγάλο μπόγο με πράγματα. Ενώ αυτές μάλωναν για τα πράγματά μου είδα γύρω μας να χορεύουν και να χαίρονται διάβολοι.
Ξαφνικά βρέθηκα στον αέρα και βλέπω σαν να πετώ με αεροπλάνο. Αισθάνομαι ότι κάποιος με συγκρατεί και ότι υψώνομαι όλο και πιο πολύ. Βρέθηκα πάνω από την πόλη ΜΠΑΡΝΑΟΥΛ. Μετά βλέπω ότι η πόλη χάθηκε . Έγινε σκοτάδι. Μετά απ αυτό άρχισε πάλι να έρχεται φως και στο τέλος φώτισε τελείως και το φως ήταν πάρα πολύ ισχυρό που δεν μπορούσα να το κοιτάξω. Με τοποθέτησαν σε μαύρη πλάκα ενάμιση μέτρου. Έβλεπα δένδρα με πολύ χοντρούς κορμούς και πανέμορφο ποικιλόχρωμο φύλλωμα. Ανάμεσα στα δένδρα υπήρχαν σπίτια και μάλιστα όλα καινούργια, αλλά δεν είδα ποιοι ζούσαν σ αυτά. Στην κοιλάδα αυτή είδα πλούσιο πράσινο χορτάρι και σκέφτηκα: που βρίσκομαι εγώ τώρα; Αν βρίσκομαι στη γη τότε γιατί δεν υπάρχουν εδώ επιχειρήσεις, εργοστάσια ούτε άλλα κτίρια, γιατί δεν υπάρχουν δρόμοι ούτε συγκοινωνία; Τι μέρος είναι ετούτο εδώ χωρίς ανθρώπους και ποιος τέλος πάντων ζει εδώ; Λίγο πιο πέρα είδα να περπατάει μια ωραία υψηλή γυναίκα με βασιλικά φορέματα κάτω από τα οποία φαίνονταν τα δάκτυλα των ποδιών.
Περπατούσε τόσο ανάλαφρα που από τα πόδια δεν λύγιζε ούτε το χορτάρι. Κοντά της πήγαινε ένας νεαρός που είχε ύψος ως τους ώμους της. Είχε κρυμμένο το πρόσωπο του με τα χέρια του και για κάτι έκλεγε πολύ και πικρά και παρακαλούσε, αλλά για ποιο λόγο δεν μπορούσα να ακούσω. Σκέφτηκα ότι είναι ο γιος της και μέσα μου διαμαρτυρήθηκα γιατί δεν τον λυπάται και δεν του εκπληρώνει το αίτημα. Αυτός έκλεγε και θρηνούσε και εκείνη δεν του εκπλήρωνε την αίτηση. (Σημείωση: Από όλα φαίνεται ότι αυτός ο νεαρός ήταν άγγελος φύλακας αυτής της νεκρής γυναίκας. Φαίνεται επίσης πόσο ενδιαφέρονται οι άγιοι άγγελοι για μας και τις ψυχές μας, αλλά εμείς δεν το βλέπουμε. Παραπέρα φαίνεται και αυτών το αίτημα είναι ανεκπλήρωτο, αν ο θάνατος μας βρει αμαρτωλούς και αμετανόητους). Όταν αυτοί με πλησίασαν, ο νεαρός έπεσε μπροστά στα πόδια της και άρχισε να την παρακαλεί εντονότερα και να οδύρεται και να της ζητεί κάτι. Εκείνη κάτι του απάντησε, αλλά δεν μπόρεσα να καταλάβω τι. (Σημείωση: Είχα την ευκαιρία και από άλλες πηγές να γνωρίσω πως και πόσο πικρά κλαίει ο άγ. Άγγελος φύλακας όταν αυτός που του δόθηκε για φύλαξη δεν υπακούει στην αγία Εκκλησία και στην αγία πίστη, χάνοντας την ψυχή του για πάντα). Όταν αυτοί με πλησίασαν ήθελα να τη ρωτήσω: «που βρίσκομαι;» Τη στιγμή εκείνη η γυναίκα αυτή σταύρωσε τα χέρια στο στήθος, ύψωσε τα μάτια προς τον ουρανό και είπε : «Κύριε, που θα πάει αυτή έτσι;». Εγώ τότε έτρεμα και μόλις τώρα κατάλαβα ότι είχα πεθάνει, ότι η ψυχή μου βρίσκονταν στον ουρανό και το σώμα έμεινε στη γη. Τότε άρχισα να κλαίω και να οδύρομαι και ακούω φωνή που λέει: «επιστρέψτε την στη γη για τις αγαθοεργίες του πατέρα της». Άλλη φωνή απάντησε: «βαρέθηκα την αμαρτωλή και διεφθαρμένη ζωή της. Εγώ ήθελα να την εξαφανίσω από προσώπου γης χωρίς μετάνοια, αλλά με παρακάλεσε γι αυτήν ο πατέρας της. Δείξε της το μέρος για το οποίο άξιζε». Αμέσως βρέθηκα στον Άδη. Τότε άρχισαν να έρπουν μέχρις εμένα φοβερά πυρακτωμένα φίδια με μακριές γλώσσες που ξερνούσαν φωτιά και άλλες αποκρουστικές βρωμιές. Η βρώμα ήταν αβάσταχτη. Αυτά τα φίδια τυλίχθηκαν γύρω μου και ταυτόχρονα από κάπου παρουσιάστηκαν σκουλήκια χοντρά ίσαμε το δάκτυλο με ουρές που κατέληγαν σε βελόνες και άγκιστρα. Αυτά έμπαιναν σε όλα τα ανοικτά μου μέρη, στα αυτιά, στα μάτια, στη μύτη, κ.λ.π. και έτσι με βασάνιζαν και εγώ κραύγαζα όχι με την φωνή μου. Αλλά εκεί δεν υπήρχε από πουθενά ούτε βοήθεια ούτε έλεος από κανένα. Εκεί είδα πως παρουσιάστηκε η γυναίκα που πέθανε από άμβλωση και άρχισε να παρακαλεί τον Κύριο για έλεος. ΑΥΤΟΣ της απάντησε: «εσύ στην γη δεν με αναγνώριζες, σκότωνες τα παιδιά στην κοιλιά σου και επί πλέον έλεγες στους ανθρώπους: δεν πρέπει να γεννάτε παιδιά, τα παιδιά είναι περιττά». Σε μένα δεν υπάρχουν, δεν υπάρχουν περιττά. Σε μένα υπάρχουν τα πάντα και για όλους αρκετά. Σε μένα ο Κύριος είπε: «Εγώ σου έδωσα την αρρώστια για να μετανοήσεις, αλλά εσύ με έβριζες ως το τέλος της ζωής και δεν Με αναγνώριζες και για τον λόγο αυτό και εγώ δεν σε αναγνωρίζω! Πως στη γη έζησες χωρίς τον Κύριο Θεό, έτσι και εδώ θα ζήσεις!».
Ξαφνικά όλα μεταστράφηκαν και εγώ κάπου πέταξα. Η βρώμα χάθηκε, χάθηκε και ο δυνατός οδυρμός και εγώ ξαφνικά είδα την εκκλησία μου που ενέπαιζα. Άνοιξε η πύλη και από αυτή βγήκε ιερέας ντυμένος στα άσπρα. Αυτός στέκονταν με σκυμμένο το κεφάλι και κάποια φωνή με ρωτάει: «ποιος είναι αυτός;». Εγώ απάντησα: «ο ιερέας μας». «Εσύ έλεγες ότι είναι χαραμοφάης, αυτός δεν είναι χαραμοφάης, αλλά πραγματικός ποιμένας, δεν είναι μισθοφόρος. Γνώριζε πως αν και είναι κατά το βαθμό μικρός, συνηθισμένος ιερέας, υπηρετεί Εμένα, μάθε ακόμη και τούτο: αν δεν σου διαβάσει αυτός την ευχή της εξομολόγησης, εγώ δεν θα σε συγχωρήσω»! Τότε άρχισα να παρακαλώ: «Κύριε, γύρισέ με στη γη, έχω ένα μικρό γιο». Ο Κύριος είπε: «ξέρω ότι έχεις μικρό γιο, είναι κρίμα γι αυτόν». «Κρίμα», απάντησα εγώ. Τότε Εκείνος αποκρίθηκε: «Εγώ σας λυπούμαι όλους και τρεις φορές σας λυπούμαι. Όλους σας περιμένω πότε θα ξυπνήσετε από το αμαρτωλό όνειρο, να μετανοήσετε και να έλθετε στον εαυτό σας;». Εδώ τώρα εμφανίστηκε εκ νέου η Μητέρα του Θεού, που νωρίτερα την αποκαλούσα γυναίκα και πήρα το θάρρος να τη ρωτήσω: «Υπάρχει εδώ σε σας παράδεισος;». Αντί για απάντηση μετά απ αυτές τις λέξεις, ξαναβρέθηκα στην κόλαση στον Άδη. Τώρα ήταν χειρότερα από ότι την προηγούμενη φορά. Έτρεξαν ολόγυρά μου οι δαίμονες με καταλόγους και μου έδειχναν τα αμαρτήματά μου και φώναζαν: «εσύ μας υπηρέτησες όταν ήσουν στη γη»! Άρχισα να διαβάζω τα αμαρτήματά μου, όλα μου τα έργα μου που ήταν γραμμένα με μεγάλα γράμματα και ένοιωσα φοβερό φόβο. Από τα στόματά τους έβγαινε φωτιά. Οι δαίμονες με κτυπούσαν στο κεφάλι. Πάνω μου έπεφταν και κολλούσαν πυρακτωμένες σπίθες από φωτιά και με έκαιγαν. Γύρω μου ακούονταν φοβερός θρήνος και κοπετός πολλών ανθρώπων. Όταν το πυρ δυνάμωνε έβλεπα τα πάντα γύρω μου. Οι ψυχές είχαν φοβερή όψη, ήταν σακατεμένες με τεντωμένους λαιμούς και πρησμένα μάτια. Μου έλεγαν ότι είσαι συντρόφισσα (φαίνεται ότι ήταν κομουνίστριες) και είσαι υποχρεωμένη να ζήσεις μαζί μας. Όπως εσύ έτσι και εμείς όταν είμαστε στη γη δεν αναγνωρίζαμε το Θεό, τον βρίζαμε και κάναμε κάθε κακό, την πορνεία, την υπερηφάνεια και άλλα και ποτέ δεν μετανοήσαμε. Όσοι αμάρτησαν, αλλά μετάνιωσαν, πήγαιναν στη εκκλησία, προσεύχονταν στο Θεό, ελεούσαν τους φτωχούς και βοηθούσαν όσους βρίσκονταν σε ανάγκη και κακοτυχία, αυτοί είναι εκεί πάνω. (Σημείωση: δηλαδή στο παράδεισο, τον οποίο αυτοί εδώ δεν ήθελαν ούτε να μνημονεύσουν). Εγώ φοβήθηκα φοβερά από αυτά τα λόγια, μου φαίνονταν ότι ήδη βρισκόμουνα εδώ στον Άδη ολόκληρη ζωή και αυτοί μου λένε ότι θα ζήσω μαζί τους αιώνια. Μετά από αυτό εμφανίστηκε εκ νέου η Μητέρα του Θεού και έγινε φως, οι δαίμονες τράπηκαν σε φυγή και οι ψυχές που βασανίζονται στην κόλαση άρχισαν να φωνάζουν και να την ικετεύουν για έλεος: «Ουράνια βασίλισσα, μη μας αφήνεις εδώ» φώναζαν. «Καιγόμαστε Μητέρα του Θεού και δεν υπάρχει ούτε σταγόνα νερό»! Εκείνη έκλαιγε και μέσα από το κλάμα έλεγε: «Όσο ζούσατε στη γη δε με αναγνωρίζατε και δε μετανοούσατε για τις αμαρτίες σας στον Γιο Μου και Θεό σας και Εγώ τώρα δεν μπορώ να σας βοηθήσω, δεν μπορώ να παραβώ την επιθυμία του Γιου μου και Εκείνος δεν μπορεί την επιθυμία του Πατέρα του! Βοηθώ μόνο αυτούς για τους οποίους παρακαλούν οι συγγενείς και για τους οποίους προσεύχεται η αγία εκκλησία». Μετά απ αυτό εμείς αρχίσαμε να υψωνόμαστε και από κάτω αναδίδονταν δυνατή κραυγή φωνών: «Μητέρα του Θεού μη μας αφήνεις».
Ξανά υπήρχε σκοτάδι και εγώ βρέθηκα στην ίδια πλάκα. Σταυρώνοντας τα χέρια στο στήθος η Μητέρα του Θεού ύψωσε τα μάτια στον ουρανό και άρχισε να προσεύχεται λέγοντας: «τι να κάνω μ αυτήν, που να την βάλω; Μια φωνή απάντησε : «αφήστε την από τα μαλλιά στη γη». «Μα αυτή είναι κουρεμένη;». Η φωνή είπε πάλι: «Πιάστε την από τα μαλλιά». Τότε η Μητέρα του Θεού έφυγε ήσυχα, η πόρτα της μισάνοιξε έτσι που πίσω απ’ αυτήν δεν έβλεπα τίποτε. Κατόπιν επέστρεψε κρατώντας τα μαλλιά μου στα χέρια της και από κάπου εμφανίστηκαν 12 άμαξες χωρίς τροχούς, κινούνταν σιγά και εγώ τις ακολουθούσα. Η Μητέρα του Θεού μου έδωσε τα μαλλιά, αλλά εγώ δεν αντιλήφθηκα ότι με άγγιξε. Άκουσα μόνο όταν είπε ότι η δωδέκατη άμαξα δεν έχει πάτο. Φοβόμουν να καθίσω σ’ αυτήν, αλλά η Μητέρα του Θεού με έσπρωξε στη γη απ’ αυτή. Μετά απ αυτό εγώ συνήλθα και ενσυνείδητα στεκόμουν και κοίταζα. Ήταν μιάμιση η ώρα το απόγευμα. Μετά από κείνο το φως που είδα εκεί όλα στη γη μου φαίνονταν άσχημα και δεν μου άρεσε που ήμουν στη γη, αλλά τι να κάνω. Τώρα είπα μόνη μου στην ψυχή μου: «πήγαινε στο σώμα»! Τότε βρέθηκα πάλι στο νοσοκομείο και πήγαμε στο ψυγείο που φύλαγαν τα πτώματα. Αυτό ήταν κλειστό, αλλά εγώ μπήκα μέσα χωρίς κώλυμα και είδα το νεκρό μου σώμα: Το κεφάλι μου ήταν γυρισμένο λίγο προς τα πλάγια, ενώ η μέση μου πιέζονταν από νεκρούς. Μόλις η ψυχή μου μπήκε στο σώμα, αμέσως αισθάνθηκα ισχυρό ψύχος. Κάπως απελευθέρωσα την πιεσμένη μέση μου, διπλώθηκα και έσφιξα τα γόνατα με τα χέρια.
Τη στιγμή εκείνη έβαλαν μέσα το νεκρό σώμα κάποιου ανθρώπου και όταν άναψαν το φως με είδαν σκυμμένη, ενώ εκείνοι συνήθως βάζουν όλους τους νεκρούς με το πρόσωπο προς τα πάνω. Βλέποντάς με έτσι οι νοσοκόμοι φοβήθηκαν και από το φόβο διασκορπίστηκαν. Επέστρεψαν με δύο γιατρούς, που αμέσως διέταξαν να ζεσταθεί το μυαλό μου με λάμπες. Στο σώμα μου υπήρχαν οκτώ τομές (μάθαιναν πάνω σ αυτό): τρεις στο στήθος και οι υπόλοιπες στην κοιλιά. Δύο ώρες μετά το ζέσταμα του κεφαλιού άνοιξα τα μάτια και μόλις μετά από 12 μέρες μίλησα. Το πρωί μου έφεραν πρωινό τηγανίτες με βούτυρο και καφέ (ήταν μέρα νηστείας), αλλά δεν ήθελα να φάω και τους είπα ότι δε θα φάω. Οι νοσοκόμοι έφυγαν πάλι και όλοι στο νοσοκομείο άρχισαν να με προσέχουν. Ήλθαν οι γιατροί και με ρώτησαν γιατί δεν θέλω να φάω. Τους απάντησα: «καθίστε και θα σας διηγηθώ τι είδε η ψυχή μου. Όποιος δεν νηστεύει τις μέρες της νηστείας, αυτός θα φάει βρωμερά και σιχαμερά πράγματα. Γι αυτό σήμερα δε θα φάω όπως και σ όλες τις νηστείες δε θα αρτυθώ». Οι γιατροί από την έκπληξη, τη μια κοκκίνιζαν την άλλη κιτρίνιζαν και οι ασθενείς με άκουγαν προσεκτικά. Κατόπιν συγκεντρώθηκαν πολλοί γιατροί και εγώ τους είπα ότι τίποτε πλέον δεν με πονάει. Τότε άρχισε να έρχεται σε μένα κόσμος και μάλιστα πολύς και εγώ σε όλους διηγιόμουνα και έδειχνα τις πληγές. Η αστυνομία άρχισε να διώχνει τον κόσμο και μένα με μετέφεραν σε άλλο νοσοκομείο. Εκεί ανάρρωσα τελείως και παρακάλεσα τους γιατρούς να με γιατρέψουν όσο το δυνατό νωρίτερα τις τομές που μου έκαναν μαθαίνοντας πάνω μου. Τότε με έβαλαν πάλι στο χειρουργικό τραπέζι και όταν οι γιατροί άνοιξαν την κοιλιά μου είπαν : «Γιατί χειρουργήσανε τελείως υγιή άνθρωπο;». Εγώ τότε τους ρώτησα: «Ποια είναι η αρρώστια μου;» Αυτοί μου απάντησαν : «Τα εντόσθιά σας είναι υγιή και καθαρά όπως του παιδιού». Τους είπα ότι τα μάτια μου ήταν δεμένα κατά τη διάρκεια της εγχείρησης, αλλ ότι, παρ όλα αυτά, είδα το εσωτερικό μου στον καθρέπτη του ταβανιού. Ήλθαν και οι γιατροί που έκαναν την εγχείρηση και όταν πλησίασαν είπαν: «Που είναι η αρρώστια της; τα εντόσθιά της ήταν όλα διαλυμένα και προσβεβλημένα από τον καρκίνο και τώρα είναι τελείως υγιή». Τους απάντησα: ο ΚΥΡΙΟΣ ο ΘΕΟΣ φανέρωσε το έλεός του πάνω σε μένα την αμαρτωλή, για να ζήσω ακόμη και μαρτυρήσω στους άλλους ό,τι είδα και ό,τι μου συνέβη. ΕΚΕΙΝΟΣ, ο ΚΥΡΙΟΣ ο ΘΕΟΣ πήρε ότι κατεστραμμένο ήταν μέσα μου και μου έδωσε υγιή, σε όλους θα το διηγούμαι, ώσπου να πεθάνω. Κατόπιν είπα στο γιατρό: «Βλέπεις πως γελαστήκατε;» και εκείνος απάντησε ότι «τίποτε δεν ήταν υγιές μέσα σου». «Τι νομίζετε τώρα;» τον ρώτησα εγώ. Απάντησε: «σε αναγέννησε ο ΥΠΕΡΤΑΤΟΣ!» Τότε του απάντησα: «Αν πιστεύετε σ’ αυτόν κάντο τον σταυρό σας και παντρευτείτε στην εκκλησία». Ο γιατρός κοκκίνισε γιατί ήταν Εβραίος. Πρόσθεσα ακόμη: γίνου αρεστός στον Κύριο το ΘΕΟ. Κατόπιν άφησα το νοσοκομείο, κάλεσα τον ιερέα που νωρίτερα ενέπαιζα και του έκανα επιθέσεις, αποκαλώντας τον χαραμοφάη. Του διηγήθηκα όλα όσα μου συνέβησαν, εξομολογήθηκα και μετάλαβα των αγίων του Χριστού μυστηρίων. Τον κάλεσα και ευλόγησε το σπίτι μου, γιατί ως τώρα σ αυτό βασίλευε η αμαρτία, η μικρότητα, το μεθύσι, ο εμπαιγμός και η μάχη.
Τώρα εγώ η αμαρτωλή ΚΛΑΥΔΙΑ που είμαι 40 χρονών με την βοήθεια του Θεού και της Ουράνιας Βασίλισσας, ζω χριστιανικά. Πηγαίνω τακτικά στη εκκλησία, στο ναό του Θεού και ο Κύριος με βοηθάει. Από όλες τις μεριές του κόσμου με επισκέπτονται άνθρωποι και εγώ διηγούμαι σε όλους όσα μου συνέβησαν, είδα και άκουσα. Με τη βοήθεια του Θεού τους δέχομαι όλους, διηγούμαι σε όλους τι ήμουν πριν, τι μου συνέβη τώρα και για ποιο λόγο είμαι τώρα πιστή. Ας είναι δοξασμένος ο Κύριος ο Θεός! Όλους τους συμβουλεύω να προσέχουν πως ζουν, γιατί πράγματι υπάρχει άλλος κόσμος και άλλη ζωή και ότι ο καθένας θα δώσει λόγο για τα γήινα έργα του και ότι ανάλογα μ’ αυτά θα έχει πλήρως δίκαια ανταμοιβή ή τιμωρία και μάλιστα αιώνια. Να ζήτε όλοι χριστιανικά και κατά ΘΕΟΝ. ΑΜΗΝ.


Ουστγιούζινα Κλαύδιγια Νικίτισνα.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ” ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ


Saturday, December 16, 2017

Προσευχή στην Παναγία – Θεοτόκε Παρθένε



Θεοτόκε Παρθένε,
εὐλογημένη Μαρία κεχαριτωμένη,
Δέσποινα τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς,
εὐλο­γημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου,
ὅτι σωτῆρα ἔτεκες,
τόν μονογενῆν Υἱὀν τοῦ Θεοῦ
καί Σωτῆρα τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Τῶν Ἀποστόλων, λαμπρότης,
τῶν προφητῶν σύναξις,
τῶν μαρτύρων ἐκκλησία,
τῶν χριστιανῶν τό καταφύγιον,
σκέπασόν με, Παρθένε Μαρία,
ὑπό τήν προστασίαν τῶν Ἀγγέλων
καί ὑπό τήν σκέπην τῶν πτερύγων σου,
καί βοήθησόν με τόν δοῦλον σου
ἀπό πάντα πειρασμόν,
ὁπού μέλλει νά μοῦ ἔλθῃ
καί μή μέ ἀπορρίψῃς, 
ὦ Παρθένε Μαρία,
βοήθησόν με, Κυρία τοῦ Κόσμου,
τήν ἡμέραν τῆς κρίσεως, ὅπως ἔλθη 
ἡ ταπεινή μου ψυχή
μέσα εἰς τόν Παράδεισον
ἔμπροσθεν εἰς τόν ἀδέκαστον 
θρόνον τοῦ Υἱοῦ σου,
ὅταν ἔλθῃ νά κρίνῃ τόν κόσμον
ἐν τῇ δευτέρᾳ ἡμέρᾳ τῆς φρικτῆς Αὐτοῦ Παρουσίας καί νά ἀκούσω
τό «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου
κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην μου βασιλείαν».

Ναί, Δέσποινα τοῦ Κόσμου,
δώρησόν μοι τῷ ταπεινῷ δούλῳ σου τό ζητούμενον, ἵνα εὐχαρίστως δοξάζω 
τό ὄνομα τοῦ Πατρός
καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος,
νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αιώνων
Ἀμήν.

Thursday, December 14, 2017

Ἡ Παναγία ἀπέτρεψε ἔκτρωση! ( Θαύμα της Παναγίας )



Τα πρώτα παιδιά που απέκτησε η Ευτυχία Αλεξάνδρου ήταν αγόρια, αλλά δεν επέζησαν. Κατόπιν έφερνε στη ζωή μόνο κορίτσια.
Το 1939 μετοίκησε οικογενειακώς στο Χαρτούμ του Σουδάν. Εκεί έμεινε πάλι έγκυος, αλλά στενοχωρημένη από τις προηγούμενες εμπειρίες της αποφάσισε να κάνει έκτρωση.
Το ίδιο βράδυ βλέπει στον ύπνο της ένα συγκλονιστικό όνειρο: Ήταν μεγάλη Παρασκευή, κι ετοιμαζόταν να μπει στον ορθόδοξο ναό της Ευαγγελίστριας του Χαρτούμ. Τη στιγμή εκείνη ο ιερέας, ντυμένος τ άμφια του και κρατώντας το ιερό Ευαγγέλιο, της είπε:
- Είσαι αμαρτωλή!
Αμέσως η Ευτυχία γονάτισε συγκινημένη και ζήτησε συγνώμη. Τότε ο ιερέας την οδήγησε στο εσωτερικό του ναού, εκεί όπου ήταν ο επιτάφιος, και της είπε:
- Εγώ δεν είμαι άξιος για να σε συγχωρήσω. Από δω να ζητήσεις συγνώμη.
Γυρίζει η γυναίκα και βλέπει κοντά στον επιτάφιο την εικόνα της Παναγίας να θρηνεί. Από τα θεία μάτια της έτρεχαν αληθινά δάκρυα. Κάποια στιγμή γυρίζει προς την Ευτυχία και της λέει:
- Κοίταξε! Είχα ένα και το έχασα. Πρόσεξε μη χάσεις κι εσύ αυτό που κρατάς μέσα σου.
Ύστερα ο ιερέας έβγαλε από πάνω του ένα μεγάλο σταυρό, τον πέρασε στον λαιμό της και της είπε:
- Πρόσεξε μη χάσεις τον σταυρό που φοράς. Όταν ξύπνησε, έφερε με κάθε λεπτομέρεια στη μνήμη της το όνειρο. Πείστηκε μ αὐτὸ πως έπρεπε με κάθε θυσία να κρατήσει το παιδί της.
Σε πέντε μήνες γέννησε ένα αγοράκι. Με κατάπληξη είδε αποτυπωμένο στο στέρνο του το σημείο του τιμίου σταυρού. Έταξε τότε στην Παναγία να φέρει το μικρό και να το βαφτίσει στην Τήνο. Δυστυχώς μεσολάβησε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος και αναγκάστηκε να το βαφτίσει στο Χαρτούμ. Δεν παρέλειψε όμως να το ονομάσει Ευάγγελο.
Μεγαλώνοντας το παιδί έμαθε από τη μητέρα του την ιστορία της γεννήσεώς του και ρίζωσε μέσα του η επιθυμία να προσκυνήσει τη Μεγαλόχαρη. Κάποια χρονιά, στο πανηγύρι της Παναγίας, ήρθε και ο μικρός Ευάγγελος στην Τήνο, προσκυνητής μαζί με τη μητέρα του. Ήθελε μάλιστα να παραμείνει όλη τη νύχτα στον ναό, γιατί επιθυμούσε και πίστευε πως θα έβλεπε την Παναγία.


Ο μεγάλος εσπερινός είχε προχωρήσει και ο δεσπότης κήρυττε κάτω από τον κεντρικό πολυέλαιο. Ξαφνικά βλέπει ο Ευάγγελος από τον γυναικωνίτη, όπου βρισκόταν, ένα δυνατό φως που έλαμπε σαν τον ήλιο κι έπαιρνε κάποτε μία κόκκινη απόχρωση. Συγχρόνως βλέπει να πλησιάζει μία ωραία νέα γυναίκα. Είχε παράστημα ηγεμονικό, φορούσε φωτοστέφανο, και με υψωμένο το δεξί της χέρι ευλογούσε τα πλήθη.

Πηγή- mkka.blogspot.gr

Tuesday, December 12, 2017

Δεν ζουν οι άνθρωποι μόνο με την τροφή, αλλά και με τη χάρη του Θεού... ( Γερόντισσας Μακρίνας )

Αν αγαπήσουμε το Χριστό και δώσουμε την καρδιά μας σ' Εκείνον θα μας τα δώσει όλα δωρεάν... Δεν ζουν οι άνθρωποι μόνο με την τροφή, αλλά και με τη χάρη του Θεού. Η εγκράτεια και η προσευχή μάς κάνει πολύ καλό· και όταν αφήσει κανείς τον εαυτό του στο Θεό ολοκληρωτικά, ο Θεός τον ταΐζει, τον ποτίζει, το Θεό γεύεται και πολλά ουράνια μεγαλεία του Θεού αισθάνεται η ψυχή του ανθρώπου... Ο Χριστός θέλει όλη την αγάπη μας να την δώσουμε σ' Εκείνον και ύστερα Αυτός δωρίζει τα θεία Του δώρα... Όταν θα έχουμε την ένωση με το Θεό, όλα τα πράγματα θα είναι γαλήνια μέσα μας.


Γερόντισσας Μακρίνας

Friday, December 8, 2017

Η ευχή προλαβαίνει πολλά κακά... ( Γερόντισσα Μακρίνα )


Η ευχή προλαβαίνει πολλά κακά. Όταν δεν έχει προσευχή ο άνθρωπος όλο οι άλλοι του φταίνε, ενώ όταν έχει την ευχή μέσα του, λέει ότι όλοι είναι αγιασμένοι και εγώ είμαι αμαρτωλός... Έρχεται μέσα του μια μεγάλη συμπάθεια και τον κάνει αρνάκι.


Γερόντισσα Μακρίνα

Tuesday, December 5, 2017

Η καρδιά του πνευματικού έχει μόνο εισόδους και καμμιά έξοδο ( Πατέρας Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος )

Η καρδιά του πνευματικού έχει μόνο εισόδους και καμμιά έξοδο

«Η καρδιά μου, παιδιά μου, έχει μόνο εισόδους και καμμιά έξοδο. Εάν κάποιος εισέλθη σε αυτή δεν πρόκειται να εξέλθη, όσα προβλήματα και να μου δημιουργήση. Δεν θα ψυχρανθή η αγάπη μου, ανεξάρτητα από την συμπεριφορά αυτού του ανθρώπου. Αγαπώ τα παιδιά μου, όπως είναι, θα ευχόμουν όμως να μη μένουν με τα ελαττώματά τους, αλλά να προοδεύουν πνευματικώς».

Έλεγε πάλι ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος:

Πρόσεξε παιδί μου μη χάσεις την ψυχή σου. Εγώ θέλω να πάω στον παράδεισο και ας είμαι τελευταίος μετά και από τον χειρότερο άνθρωπο. Να με βάλει ο Θεός στον Παράδεισο και ας έχει βάλει και τον Νέρωνα και τον Χίτλερ και μάλιστα να τους γυαλίζω και τα παπούτσια. Τι με νοιάζει εμένα ποιον θα βάλει ο Θεός στον Παράδεισο; Δικός του είναι ότι θέλει κάνει. Εμένα δεν μου πέφτει λόγος· εγώ θέλω να σωθώ και τα υπόλοιπα είναι του Κυρίου!

Πατέρας  Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος

Saturday, December 2, 2017

Θαύμα της Παναγίας


Ζούσε στὴν χώρα τῶν Ἀλαμανῶν ἕνας Ἱερέας πολὺ ἐνάρετος, ὁ Πελάγιος, ποὺ ἔτρεφε ξεχωριστὴ εὐλάβεια στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ὁ διάβολος ὅμως φθόνησε καὶ τοῦ ἔσπειρε λογισμὸ ἀπιστίας γιὰ τὴν θεία Κοινωνία. «Πῶς εἶναι δυνατὸν», σκεφτόταν, «νὰ γίνονται τὸ ψωμὶ Σῶμα καὶ τὸ κρασὶ Αἷμα Χριστοῦ!». Ἀπ’τοὺς λογισμοὺς αὐτοὺς ἔ- πεφτε σὲ μεγάλη θλίψη, ἀλλὰ δὲν τολμοῦσε νὰ συμβουλευθεῖ κανέναν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ πρόστρεξε στὴν ἴδια τὴν Παναγία καὶ Τὴν παρακάλεσε νὰ τὸν πλη- ροφορήσει σχετικά. Κάποια ἡμέρα λοιπὸν, ἐνῶ λειτουργοῦσε, ὅταν ἔφτασε στὸ «Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας ἀχράντου...», ἐξαφανίστηκε ἀπὸ τὸ Δισκάριο ὁ ἅγιος Ἄρτος. Ἐξερεύνησε ὁ Πελάγιος τριγύρω, ἀλλὰ δὲν τὸν βρῆκε. – Παναγία μου! φώναξε τρο- μαγμένος, γνωρίζω ὅτι γιὰ τὴν ὀλιγοπιστία καὶ τὴν ἀμφιβολία μου μὲ σιχάθηκε ὁ Χριστὸς κι ἔφυγε ἀπὸ μπροστά μου γιὰ νὰ μὴν κοινωνήσω, ὁ ἀνάξιος. Ἐσὺ ὅμως παρακάλεσέ Τον νὰ μὲ συγχωρήσει! Βλέπει τότε μπροστὰ στὴν ἁγία Τράπεζα τὴν ὑπερένδοξη Βασίλισσα μὲ τὸ θεῖο Βρέφος στὴν ἀγκαλιά Της νὰ τοῦ λέει:‒Αὐτὸ τὸ Βρέφος εἶναι ὁ Ποιητὴς τῆς οἰκουμένης, ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ· τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος. Αὐτὸς πέθανε στὸν Σταυρὸ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου καὶ ἀναστήθηκε.

Αὐτὸς καὶ τώρα καθημερινὰ συγκαταβαίνει μὲ θαυμαστὸ τρόπο στὸ σχῆμα τοῦ ψωμιοῦ καὶ τοῦ κρασιοῦ, γιὰ τὴν πολλὴ ἀγάπη Του στοὺς ἀνθρώπους, καὶ προσφέρεται σ’ αὐτοὺς γιὰ τὸν ἁγιασμὸ τῆς ψυχῆς τους. Ψηλάφησέ Τον λοιπὸν κι ἐρεύνησε ἄφοβα, γιὰ νὰ διαπιστώσεις ὅτι πρόκειται γιὰ ἀληθινὴ θεωρία, ὅτι εἶναι σῶμα πραγματικὸ μὲ σάρκα καὶ αἷμα, καθὼς Τὸν ἐγέννησα. Ἔτσι ἀκριβῶς γίνονται ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος ὅταν λειτουργεῖς. Ἐπειδὴ ὅμως ἡ ἀνθρώπινη φύση δὲν μπορεῖ νὰ φάει σάρκα ὠμὴ καὶ νὰ πιεῖ αἷμα, γι’ αὐτὸ μὲ πάνσοφο τρόπο ὁ Παντοδύναμος προσφέρεται μὲ τὴ μορφὴ τοῦ ψωμιοῦ καὶ τοῦ κρασιοῦ, ὥστε νὰ μπορεῖ ὁ καθένας νὰ Τὸν μεταλαμβάνει μὲ λαχτάρα καὶ πόθο. Κοινώνησε λοιπὸν κι ἐσὺ μὲ εὐλάβεια καὶ πίστη, γιατὶ ὅποιος Τὸν παίρνει μέσα του ἄξια, γίνεται μέτοχος τῆς θείας δόξας Του.

Μ’αὐτὰ τὰ λόγια ἡ Δέσποινα ἀπέθεσε τὸ Βρέφος στὴν ἁγία Τράπεζα, κι ἀφοῦ Τὸ προσκύ- νησε ταπεινά, ἔγινε ἄφαντη. Τότε ὁ Ἱερέας πῆρε μὲ φόβο καὶ χαρὰ στὰ χέρια τὸ θείο Βρέφος, τὸ ἀσπάστηκε εὐλαβικὰ καὶ διαπίστωσε πὼς ἦταν πράγματι ἕνα ζωντανὸ βρέφος μὲ ἀληθινὴ σάρκα. Ὕστερα Τὸ ἀκούμπησε στὴν ἁγία Τράπεζα, ἔπεσε στὴν γῆ καὶ προσευχήθηκε μὲ δάκρυα: «Πιστεύω, Κύριε, καὶ ὁμολογῶ πὼς Ἐσὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ γεννήθηκες ἀπὸ τὴν ἀειπάρθενο Μαρία. Σ’ εὐχαριστῶ γιὰ τὴν χάρη ποὺ ἀξιώθηκα σήμερα ὁ ἀνάξιος, καὶ παρακαλῶ νὰ μοῦ συγχωρέσεις τὴν παλιά μου δυσπιστία. Καὶ τώρα ἀξίωσέ με νὰ Σὲ κοινωνήσω ὄχι σὰν Βρέφος, ἀλλὰ σὰν Ἄρτο». Ἀφοῦ προσευχήθηκε ἔτσι μὲ πίστη, σηκώνεται καὶ βλέπει μπροστὰ του τὸν ἅγιο Ἄρτο ὅπως καὶ πρίν. Μετέλαβε μὲ εὐφροσύνη, καὶ συνέχισε σ’ ὅλη του τὴν ζωὴ νὰ ἱερουργεῖ τὰ θεῖα Μυστήρια μὲ περισσὴ εὐλάβεια.



Θαύματα καὶ Ἀποκαλύψεις ἀπὸ τὴν Θεία Λειτουργία,

ἐκδόσεις Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου