Ἀδελφέ Ἀνδρέα, εἴθε νά μήν ἐπιτρέψει ὁ φιλάνθρωπος Θεός μας στό μισόκαλο ἐχθρό νά σπείρει μέσα σου τή λύπη καί τήν ἀθυμία, τήν ὁποία ἐκεῖνος φέρνει στίς ψυχές, γιά νά μή σέ ὁδηγήσει σέ ἀπόγνωση, σχετικά μέ ὅσα ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ὁ εὐλογητός, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σέ σένα τόν ἀγαπητό, ἀλλά νά ἀνοίξει τήν καρδιά σου νά κατανοήσεις τίς Γραφές, ὅπως ἄνοιξε τήν καρδιά τῶν μαθητῶν, πού ἦταν μαζί μέ τόν Κλεόπα (Λουκ. 24, 32).
Νά κατανοήσεις δηλαδή, γιατί ὁ Θεός, μετά τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε στόν ἅγιο Πατριάρχη Ἀβραάμ, πάλι ἐπέτρεπε ὥστε αὐτός νά δοκιμάζεται (Γεν. 22, 1). Διότι λέει: Καί μετά ἀπ᾿ αὐτά τά λόγια, δηλαδή τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε σ᾿ αὐτόν, τό φίλο Του – πού Τοῦ πρόσφερε μιά τόση μεγάλη θυσία, ὁ ὁποῖος δέν ἦταν πρέπον νά πάθει κανένα κακό καί πού γιά τήν πίστη του τή μεγάλη τόν θεώρησε δίκαιο (Γεν. 15, 6), (Ρωμ. 4, 3) – αὐτόν τόν τόσο σπουδαῖο καί μεγάλο, τόν ἄφησε νά πέσει σέ πειρασμό. Καί τόν ἄφησε γιά νά δοκιμαστεῖ, ἀκριβῶς γιά νά κατασταθοῦν ἀναπολόγητες οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους καί νά εἶναι παράδειγμα καί πρότυπο στούς πιστούς, ὅτι “μέ πολλές θλίψεις πρόκειται νά μποῦν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ” (Πράξ. 14, 22) καί...
“μέ τήν ὑπομονή τους θά σώσουν τίς ψυχές τους” (Λουκ. 21, 19), “εὐχαριστώντας γιά τό καθετί τό Θεό” (Α’ Θεσ. 5, 18).
Μαζί μέ αὐτά, φέρε στό νοῦ σου καί τόν ἅγιο ᾿Ιώβ, τό γνήσιο φίλο τοῦ Θεοῦ, “τόν ἀληθινό, τόν ἄμεμπτο καί δίκαιο, τό θεοσεβή, πού ἀπεῖχε ἀπό κάθε πονηρό πράγμα” (᾿Ιώβ 1, 1). Αὐτόν πού δέν ἔπρεπε νά πάθει κανένα κακό, καί αὐτόν τόν παρέδωσε νά πειραστεῖ, γιά νά δοκιμαστεῖ ἡ ἀρετή του· καί ἀγωνίστηκε τόσο, μέχρι σημείου πού ἄφησε καταντροπιασμένους καί ἀναπολόγητους τούς ἐχθρούς καί τούς κατηγόρους του, καθώς τούς ἔλεγχε μέ τή ζωή του.
Φέρε ἀκόμη στό νοῦ σου, γιά νά στηριχθεῖ ἡ πίστη σου, “τόν ἀρχηγό τῆς σωτηρίας μας καί τελειωτή ᾿Ιησοῦ” (Ἑβρ. 12, 2), “ὁ ῾Οποῖος μᾶς λύτρωσε ἀπό τήν ἀρχαία κατάρα” (Γαλ. 3, 13). Πῶς δηλαδή, ἀφοῦ ἔφθασε στήν ὥρα τοῦ Σταυροῦ, γιά νά μᾶς ὑποδείξει ὁδό ὑπομονῆς καί σωτηρίας, ἔλεγε: “Πάτερ, ἄν εἶναι δυνατόν, ἄς μήν πιῶ αὐτό τό ποτήρι· ὅμως ἄς γίνει τό δικό Σου θέλημα καί ὄχι τό δικό μου” (Ματθ. 26, 39). Καί αὐτό τό ἔκανε γιά μᾶς, ᾿Εκεῖνος πού ἐπιτίμησε τόν Πέτρο ὅταν τοῦ εἶπε: “῾Ο Θεός φυλάξοι σε, Κύριε, νά μή σοῦ συμβεῖ κάτι τέτοιο”! (Ματθ. 16, 22). Καί τό ἔκανε ἐπειδή ἦταν ἕτοιμος καί εἶχε καταθέσει τήν προαίρεσή Του στό νά πάθει γιά τή σωτηρία μας. ᾿Αλλά, χάριν τῆς ἀδυναμίας μας, δέχτηκε προσευχόμενος στή Γεθσημανή νά πιεῖ τό ποτήρι τοῦ θανάτου, γιά νά μήν ἀπογοητευόμαστε ὅταν προσευχόμαστε, ἔστω καί ἄν πρός τό παρόν, πρός δοκιμή μας, δέν εἰσακούεται ἡ προσευχή μας.
῎Ας προσπαθήσουμε λοιπόν νά κάνουμε μιά βαθιά μελέτη πάνω στήν οὐσία καί στή σημασία τῶν Παθῶν τοῦ Σωτήρα μας, πού ἔγινε ἄνθρωπος γιά χάρη μας. Καί ἄς ὑπομείνουμε μαζί μ᾿ Αὐτόν τούς ὀνειδισμούς, τά στίγματα, τήν ἐξουθένωση, τήν περιφρόνηση, τόν ἐμπτυσμό, τήν ὕβρη ἀπό τή χλαμύδα, τήν διαπόμπευσή Του μέ τό ἀγκάθινο στεφάνι, τό ξύδι μέ τή χολή, τήν ὀδύνη ἀπό τό μπήξιμο τῶν καρφιῶν, τό κέντημα τῆς λόγχης καί τό νερό καί τό αἷμα. Καί ἀσφαλῶς τότε θά αἰσθανθεῖς μεγάλη ἀνακούφιση στίς δικές σου ὀδύνες. Νά εἶσαι δέ βέβαιος ὅτι ὅλος αὐτός ὁ κόπος σου δέν θά πάει χαμένος. Σέ ἄφησε νά ὑποφέρεις ἕνα μικρό κόπο, γιά νά μήν βρεθεῖς ἐκείνη τήν ἡμέρα (τῆς κρίσεως), ἀμέτοχος τῶν καρπῶν πού θά βλέπεις νά βαστάζουν οἱ ῞Αγιοι, οἱ ὁποῖοι θά καυχῶνται γιά τούς καρπούς τῆς ὑπομονῆς τῶν θλίψεών τους. ᾿Επίσης γιά νά γίνεις συγκοινωνός τῶν ῾Αγίων καί τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἔχοντας παρρησία ἐνώπιόν Του μαζί μέ τούς ῾Αγίους.
Μήν ἀφήνεις νά σέ κυριεύσει ἡ λύπη, δέ σέ ξέχασε ὁ Θεός, ἀλλά φροντίζει γιά σένα ὡς γνήσιο Του υἱό καί ὄχι ὡς νόθο. Θά στέκεσαι καλῶς ἄν προσέχεις τόν ἑαυτό σου μέ πολλή νήψη. Νά μήν ξεχάσεις τό φόβο καί τήν εὐχαριστία πρός τό Θεό. Καί θά εἶσαι μακάριος, ἄν πράγματι ἔγινες καί ξένος καί φτωχός, διότι αὐτοί εἶναι πού θά κληρονομήσουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γίνε ἀνδρεῖος καί δυνατός ἐν Κυρίῳ.
῞Οπως βλέπεις, δέν κουράζομαι νά σοῦ λέω τά ἴδια καί τά ἴδια, τά ὁποῖα εὔχομαι νά σοῦ τά χαρίσει ὁ Κύριος.
Κάνε εὐχή καί γιά μένα.
Ἀπό: «Ἀββᾶ Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου, Κείμενα Διακριτικά καί Ἡσυχαστικά»,
τόμ. Α’ ἐκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ».
Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα
http://agiosioannisprodromos.blogspot.ca/
Ο Άδης και οι ψυχές των αμαρτωλών στη κόλαση. Τορτσέλλο
της Βενετίας, 12ος αιών.
Ένας δαιμονισμένος ομολόγησε ότι όταν ξόρκιζε ο Πνευματικός το δαιμόνιο για να βγει από τον πάσχοντα, το ρώτησε να του πει ποιοι κολάζονται περισσότερο οι άνδρες ή οι γυναίκες, τότε ο δαίμων απάντησε οι γυναίκες……… Για τέσσερα αμαρτήματα που κάμνουν οι γυναίκες κολάζονται περισσότερο, του είπε ο δαίμων:Πρώτον, διότι στολίζονται και ομορφαίνουν το σώμα τους με χρώματα, για να δείχνουν ωραιότερες από την φυσική ευπρέπεια που τους έδωσε ο Πλάστης. Δεύτερον, για τις μαντείες που κάμουν και γοητεύουν και χύνουν κάρβουνα και ρίχνουν κλήρους για να δουν τη μοίρα τους. Τρίτον, για την καταλαλιά που κάμουν όχι μόνο στα σπίτια αλλά και στην εκκλησία και δεν προσέχουν στις ιερές ακολουθίες. Τέταρτον και χειρότερον, διότι δεν εξομολογούνται καλά, αλλά λέγουν μόνο λίγα και για τον τύπο ότι δήθεν εξομολογήθηκαν. Και έτσι κοινωνούν αναξίως και κολάζονται.
ΠΗΓΗ : ΑΓΑΠΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ, ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ, ΕΝ ΒΕΝΕΤΙΑ 1851, σ. 196. http://tribonio.blogspot.gr/2014/09/blog-post_83.html
Ἄς σκεφτοῦμε, ἀγαπητοί, πόσα ἔκανε ὁ Θεός γιά τή σωτηρία μας. Πρῶτα ἀποφάσισε κι ἑτοίμασε τή βασιλεία Του γι’ αὐτούς πού θά ὑπακούσουν στό νόμο Του. Τήν εὐτυχία καί τή μακαριότητα ὁ Θεός Πατέρας δέν τήν κράτησε μόνο γιά τόν ἑαυτό Του καί τόν ἀγαπητό Του Υἱό καί τό Ἅγιο Πνέυμα. Ἡ ἀγαθότητά Του θέλησε νά προνοήσει καί γιά μᾶς. Θέλησε νά μᾶς κάνει θετά παιδιά Του κατά χάρη καί μετόχους τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν λοιπόν ἦρθε ὁ κατάλληλος καιρός, αὐτή ἡ ἄναρχη πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς ἐκπληρώθηκε μέ ἔργα. Γιατί ὅλα τ’ ἀποτελέσματα καί τῆς φύσεως καί τῆς χάριτος τά ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά τήν ἀνάπαυση, τήν ὠφέλεια καί τή σωτηρία μας, ὅπως λέει καί ὁ ἀπόστολος: “Τά γάρ πάντα δι’ ἡμᾶς”(Β΄ Κορ. 4, 15).
Γιά τή σωτηρία μας εἶναι ἐπιστρατευμένοι οἱ ἄρχοντες τοῦ οὐρανοῦ, δηλαδή οἱ ἀρχάγγελοι καί οἱ ἄγγελοι, πού τό διακόνημά τους εἶναι νά ὑπερασπίζονται καί νά βοηθοῦν τόν εὐτελῆ ἄνθρωπο γιά νά σωθεῖ: “Εἰσί λειτουργικά πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διά τούς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν” (Ἑβρ. 1, 14).
Γιά τή σωτηρία μας ὁ Θεός “ἐκ τοῦ μή ὄντος” δημιούργησε τόν αἰσθητό κόσμο καί μᾶς κατέστησε βασιλεῖς σ’ ὅλα Του τά ἔργα, πού ὅρισε νά μᾶς ὑπηρετοῦν γιά νά ἐργαζόμαστε τίς ἐντολές Του σ’ αὐτή τή ζωή καί νά Τόν ἀπολαύσουμε στήν ἄλλη.
Γιά τή σωτηρία μας ἔδωσε νόμο καί ἐντολές κι ἔστειλε προφῆτες, οἱ ὁποῖοι μέ τίποτ’ ἄλλο δέν ἀσχολήθηκαν, παρά μέ τό πῶς θά σωθοῦμε.
Μέ δυό λόγια, “οὐκ ἔθετο ἡμᾶς ὁ Θεός εἰς ὀργήν, ἀλλ’ εἰς περιποίησιν σωτηρίας” (Α΄ Θεσ. 5, 9). Ὁ ἴδιος ὁ Τριαδικός Θεός, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἐργάζεται γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων: Ὁ Θεός Πατέρας, μέ τήν παντοδυναμία καί εὐδοκία Του, διώχνοντας κάθε ἐμπόδιο· ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ μέ τή σοφία καί τή δράση Του, ὁρίζοντας ὅλα τά θετικά μέσα· καί τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τήν ἄπειρή Του ἀγαθότητα καί συνέργεια, παρέχοντας τά οὐράνια χαρίσματα.
Ὤ, τί παράδοξο πρᾶγμα! Ὅλη ἡ Ἁγία Τριάδα ἐργάζεται γιά νά μᾶς σώσει! Ναί, γιατί ὅσο μεγάλο εἶναι τό ἔργο τῆς δημιουργίας μας, ἄλλο τόσο μεγάλο εἶναι τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας. Καί γιά νά μιλήσουμε σύντομα, ὅλος ὁ σκοπός τῆς φύσεως καί τῆς χάριτος καί τῆς πίστεως δέν εἶναι ἄλλος, παρά ἡ σωτηρία τῆς δικῆς μας τῆς ψυχῆς, ὅπως γράφει καί ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος: “κομιζόμενοι τό τέλος τῆς πίστεως ἡμῶν, σωτηρίαν ψυχῶν” (Α΄ Πέτρ.1, 9).
Λοιπόν ἀδελφοί μου, πόσο τυφλοί θά εἴμαστε, ἄν δέν βλέπουμε πόσα ἔκανε ὁ Θεός γιά τήν πολύτιμη σωτηρία τῆς ψυχῆς μας! Ἐμπρός λοιπόν, ἄς ἐκμεταλλευτοῦμε τίς λίγες μέρες τῆς ζωῆς πού μᾶς ἀπέμειναν. Ἄς συνέλθουμε, ἄς ξυπνήσουμε ὅλες τίς κοιμισμένες καλές ἐπιθυμίες μας καί ἄς χρησιμοποιήσουμε τό χρόνο τῆς ζωῆς μας γιά τήν ὠφέλεια τῆς ψυχῆς μας. Ἄς μήν ἀναρωτιόμαστε γιά τίποτ’ ἄλλο, πέρα ἀπό ἐκεῖνο πού ρώτησε ὁ νομικός: “Τί ποιήσας ζωήν αἰώνιον κληρονομήσω;” (Λουκ. 10, 25). Αὐτό εἶναι τό πιό ἀναγκαῖο καί τό πιό ὠφέλιμο ἀπό τά πράγματα τοῦ κόσμου: Τί πρέπει νά κάνω γιά νά σωθῶ; Ὅλα τ’ ἄλλα εἶναι εἴτε βλαβερά εἴτε ἀνώφελα καί μάταια. Ἄς τρομάξουμε, πού πολλές φορές βάλαμε σέ κίνδυνο τήν ψυχή μας. Ἄς εὐχαριστήσουμε τό Θεό, πού ἀπό τή μεγάλη Του ἀγαθότητα, ὑπέμεινε τήν ἀμέλειά μας. Κι ἄς Τόν παρακαλέσουμε νά ὁλοκληρώσει τό ἔργο πού ἄρχισε, τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας.
Ἄς σκεφτοῦμε ὅμως τώρα, ἀδελφοί μου, τούς πόνους καί τά πάθη καί τό θάνατο τοῦ Χριστοῦ γιά τή σωτηρία μας. Ἀντί νά τιμωρηθοῦμε ἐμεῖς, πού μέ τίς ἁμαρτίες μας Τόν περιφρονήσαμε ἀναίσχυντα καί προσβάλαμε τήν ἀγαθότητά Του, πέθανε Αὐτός γιά μᾶς, τούς ὑβριστές καί ἀποστάτες. Οὔτε τήν τιμή τῆς θεότητός Του δέν ὑπολόγισε γιά τή δική μας σωτηρία. Ἕνωσε μέ τόν ἑαυτό Του τήν ἀνθρώπινη φύση καί γεννήθηκε φτωχικά μέσα σ ἕνα σπήλαιο. Ἔζησε ἐπίσης φτωχικά, μήν ἔχοντας τόπο γιά νά γείρει τό κεφάλι του: “Αἱ ἀλώπεκες φωλεούς ἔχουσι καί τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δέ υἱός τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τήν κεφαλήν κλίνῃ” (Ματθ. 8, 20 ). Καί πέθανε φτωχικά, μήν ἔχοντας οὔτε ἕνα μικρό κομμάτι γῆς γιά νά ταφεῖ. Ὑπέμεινε βαρύτατες βλασφημίες καί τελείωσε τή ζωή Του μέ τόν πιό ἀτιμωτικό τρόπο, “γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ” (Φιλιπ. 2, 8). Ὑπέφερε πόνους ἀπερίγραπτους ἀπό τούς σκληρούς βασανιστές Του. Τό αἷμα χύθηκε ποτάμι ἀπό τίς φλέβες Του καί πότισε τή γῆ. Τόση λύπη καί ἀγωνία δοκίμασε, πού αὐτή καί μόνο ἦταν ἀρκετή γιά νά Τόν θανατώσει: “Περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου” (Ματθ. 26, 38). Ἔγινε πέλαγος βασάνων γιά νά σβήσει τίς φλόγες τῆς κολάσεως πού ἀνάψαμε ἐμεῖς μέ τίς ἁμαρτίες μας, κι ἔτσι νά μᾶς ἀνεβάσει σωσμένους στόν οὐράνο.
Ἀφοῦ λοιπόν ὁ Κύριος ἐξαγόρασε τή σωτηρία μας μ’ ἕνα θάνατο γεμᾶτο ἀπό ταπείνωση, ἀτιμία καί πάθη πολλά, ὅσα δέν δοκίμασε κανένας στόν κόσμο, ἄς στοχαστοῦμε πόσο πολύτιμη εἶναι αὐτή ἡ σωτηρία! Καί πόσο ἀναπολόγητοι θά εἴμαστε, ἄν δέν τό ἀναγνωρίζουμε!
Ὕστερα ἀπ’ ὅλ’ αὐτά, ἀδελφοί μου, ἄς σκεφτοῦμε πόσο τρομερό πρᾶγμα εἶναι τοῦτο: Ἀπό τή μιά μεριά ὁ Χριστός νά χύνει τό πανάγιο αἷμα Του γιά τή σωτηρία μας, κι ἀπό τήν ἄλλη ἐμεῖς νά μήν θέλουμε ν’ ἀγωνιστοῦμε πρόθυμα γι’ αὐτήν, ὅπως μᾶς προτρέπει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: “Ἄρα οὖν ὡς καιρόν ἔχομεν, ἐργαζώμεθα τό ἀγαθόν” (Γαλ. 6, 10). Ἄν δέν φρίξουμε τώρα γιά τήν ἀμέλειά μας, ὁπωσδήποτε θά φρίξουμε ἀπό τρόμο μπροστά στό βῆμα τοῦ δικαιοκριτῆ Χριστοῦ, ὅταν δοῦμε τά πράγματα ὅπως εἶναι στήν πραγματικότητα.
Ἄς ντραποῦμε λοιπόν γιά τήν ἀσύνετη καί ἁμαρτωλή ζωή πού ζήσαμε μέχρι τώρα, καί ἄς ἀποφασίσουμε νά νικήσουμε ὅλα τά πάθη καί ὅλες τίς κακίες πού μᾶς πολεμοῦν. Κι ἄν μέχρι σήμερα θεωρήσαμε τή σωτηρία μας σάν ἀσήμαντο καί ἀνάξιο λόγου πρᾶγμα, ἄς παρακαλέσουμε θέρμα τόν Κύριο νά μᾶς φωτίσει, ὥστε ν’ ἀρχίσουμε ἀπ’αὐτή τή στιγμή τήν ἐργασία γιά τήν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς μας, γιατί ὁ χρόνος πού χάσαμε δέν γυρίζει πίσω.
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.
http://www.hristospanagia.gr/
[Ἀπόσπασμα ἐπιστολῆς τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος ᾿Ιωσὴφ τοῦ ῾Ησυχαστοῦ, γραμμένης ἀπὸ τὰ σπήλαια τῆς Μικρᾶς ῾Αγίας ῎Αννης τοῦ Ἁγίου Ὄρους τὸ ἔτος 1947 πρὸς Μοναχική Αδελφότητα στὸ ὁποῖο μὲ εκπληκτική χάρη καὶ τόλμη εἰσδύει στὰ βάθη καὶ πετᾶ στὰ ὕψη τῆς γνωστῆς εἰς αὐτὸν πνευματικῆς πραγματικότητος, γιὰ νὰ μᾶς μυήση στὰ «μυστήρια τοῦ Θεοῦ» καὶ μάλιστα στὸν τρόπο «συγγενείας» μας μὲ τὴν Παναγία Μητέρα μας.]
«... Ἀκούσατέ μου, λοιπόν, ἐνωτίσασθέ μου τούς λόγους, ὅτι μέλλω εἰπεῖν εἰς ὑμᾶς ὄντως φοβερόν καὶ ἀπόκρυφον καί τῆς Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ τό μέγα Μυστήριον. Οὐ φθονῶ τήν ὠφέλειαν, οὐ κρύπτω ὅ οἶδα ὡς ὁ κρύψας τό τάλαντον, οὐ δειλιῶ τάς ἀπειλὰς τῶν δαιμόνων ὅπου ὠρύονται κατ' ἐμοῦ ἐμφανίζοντος τοιαῦτα μυστήρια, ἀλλ' ἐλπίζω εἰς τάς εὐχάς σας.
Ἐλᾶτε λοιπόν πᾶσαι ὅμου κατά τάξιν καθάρατε στόματα δι’ ἀληθείας, ἁγνίσατε σώματα διά νηστείας καί ἁγιάσατε πνεύματα διά προσευχῆς- γίνετε νήπια σώματα καὶ ἡγεμονικά πνεύματα- πτεροφυήσατε καὶ ἀπό σκώληκες γίνετε πεταλοῦδες- μηδέν γήινον ἀφήσετε εἰς τόν νοῦν σας- πετάσθητε πλησίον μου, κἀγὼ ὑμῶν προπορεύομαι- μέλλει γάρ νά διέλθωμεν τόν αἰθέρα! Μή φοβῆσθε ποσῶς, κἀγὼ πολλάκις ἀνῆλθον καὶ γινώσκω τόν δρόμον. Ἀκολουθῆτε λοιπόν δορκάδες τοῦ Ἰησοῦ μοῦ κατόπιν ἡ μία τήν ἄλλην- ἀφήσατε τόν νοῦν σας ἐλεύθερον νά φαντασθῆ τά οὐράνια καί ἰδού μᾶς ἀνοίγεται ἡ θύρα τοῦ Παραδείσου!...
Ἔνθεν κἀκεῖθεν οἱ Ἄγγελοι παραστέκονται, Χερουβὶμ καὶ Σεραφίμ- Ἑξαπτέρυγα περιΐπτανται δεξιά καὶ ἀριστερά- ἀδαμάντινα τείχη- μυρίπνοα ἄνθη χρυσοφαῆ εὐωδιάζουν τά πέριξ, ἔνθα στρουθία διάφορα μυριόχρωμα μελιρίζουν διάφορα τερερίσματα καί τόν νοῦν μας ἀπό θεωρίας εἰς θεωρίαν ἀνάγουν-τό ἔδαφος ὡσεὶ χιὼν λευκόν καί μέσον αὐτοῦ τῆς Ἀνάσσης ἡμῶν καί Πανάχραντου Μητρός τό μέγα Παλάτιον....
Τρεχάτε, λοιπόν, διότι ἐμᾶς περιμένει ἡ γλυκειά μας Μανούλα! Μή προσέχετε εἰς τούς Ἀγγέλους, διότι γέγραπται μήτε οἱ Ἄγγελοι νά μᾶς χωρίσουν ἐκ τῆς ἀγάπης τοῦ Ἰησοῦ...
Καὶ ἰδού, ὁ καλός θυρωρός μᾶς ἀνοίγει, ὁ πυρίμορφος Ἄγγελος καὶ ἡ γλυκειά μας Μανούλα, ὡσεὶ χιὼν λευκή, ἐγείρεται καὶ μᾶς κάμνει ὑποδοχήν!...
Ὦ γλυκειά μας Μανούλα, ὦ φῶς τῆς ψυχῆς μας, ὦ ἀγάπη ἀνόθευτος, ὦ ζωή τῆς ψυχῆς μας! Μέ τό ὄνομά Σου στό στόμα νά ξεψυχίσωμε, μέ ἕνα γλυκύτατον φίλημα νά μᾶς παραλάβης καί εἰς τούς κόλπους Σου νά ὑποδεχθῆς! Ὦ μάννα, μέλι καὶ νέκταρ γλυκύτατον, ὦ εὐωδία καὶ μυρίπνοον ἄρωμα!...
Πέσατε, λοιπόν, χάμω καί ἀσπασθῆτε τήν γλυκειά μας Μανούλα -πόδας, χείρα καὶ στόμα- καὶ λάβετε εὐωδίαν ἄρρητον ἀπό Ἁγίαν Παρθένον! Μή διστάζετε, ὅτι Αὐτὴ μόνη τόν τρόπον μοί ἐδίδαξε καὶ τήν παρρησίαν καὶ ἄγαπην μοὶ ἔδειξε καὶ μοῦ ἔδωσε!...
Φράσον εἰς ἡμᾶς, γλυκειά μας Μανούλα, τό μυστήριον τῆς ἀπορρήτου οἰκονομίας Σου καί τῆς μετά Σοῦ καὶ ἡμῶν συγγενείας. Ἐσύ, Μανούλα γλυκυτάτη, ὅπου βαστάζεις διά παντός τό γλυκύτατον Βρέφος στήν ἀγκαλιά Σου -Ἐκεῖνο ὅπου βαστάζει τά πάντα διά τοῦ νεύματος, τό Μικρουλάκι δι’ ἡμᾶς ἐν χρόνῳ καὶ Ἄχρονον καὶ Παλαιόν Ἡμερῶν- εἶπε εἰς ἡμᾶς μέ τό μυρίπνοον στοματάκι Σου αὐτά, ὅπου οὐ δύνανται Ἄγγελοι παρακύψαι, τά ὁποῖα ἡμεῖς ἠξιώθημεν!...
Καὶ ἀκούσατε, ἀδελφές μου ἠγαπημένες, καὶ πάλιν: ὁπόταν τελῆται ἡ Θεία Μυσταγωγία, δίδει ἡ γλυκειά μας Μανούλα τό Βρέφος, καί θύεται δι’ ἡμᾶς καὶ ὁπόταν ἡμεῖς κοινωνοῦμεν ἀξίως διά προηγησαμένης νηστείας, διά προαιρετικῆς ἀγρυπνίας, διά κατανυκτικῆς προσευχῆς, ἐσθίομεν τό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ καί τό Αἷμα αὐτό ποὺ ἔλαβεν ἀπό τό Πανάχραντον Αἷμα τῆς Παναγίας. Ἐπίσης, τό Σῶμα τοῦ Κυρίου ἐσθίοντες, θηλάζομεν συνεχῶς τό γάλα τῆς Παναγίας, ὁπότε τί γίνεται εἰς ἡμᾶς; Γινόμεθα γνήσια τέκνα τῆς Παναγίας καί ἀδελφοί τοῦ Χριστοῦ καί κατά χάριν υἱοὶ καί τέκνα Θεοῦ. Καί ὁπόταν ἡμεῖς τόν Χριστόν περιέχομεν ἀπορρήτως εἰς τήν ψυχήν καὶ εἰς τό σῶμα, ἀνουσίως (ὄχι κατ' οὐσίαν, ἀλλὰ κατά χάριν) - ἐπειδή εἶναι σύν Πατρὶ ἀδιαίρετος - καί τόν Πατέρα συνέχομεν ὁμοῦ καί τό Ἅγιον Πνεῦμα!
Αὐτὴ εἶναι ἡ ὑπερφυεστάτη συγγένεια ὅπου ἀπό τήν Παναγία καί γλυκειά μας Μανούλα ἐλάβομεν!
Βλέπετε ὁποίας δωρεὰς μᾶς ἠξίωσε ἡ γλυκειά μας Μανούλα; Βλέπετε πόσον χρεωστοῦμεν νά ἀγαπῶμεν Αὐτήν; Δι’ αὐτό πρέπει ἀδιαλείπτως ὡς βρέφη νά προσεγγίξωμεν καί συχνά τόν θεῖον μαστόν Της νά λαμβάνωμεν νά θηλάζωμεν ὡς ἄκακα τέκνα της. Εἰς κάθε φορὰν ὅπου μέλλει νά κοινωνήσωμεν, νοερῶς νά λαμβάνωμεν τόν μαστόν νά θηλάζωμεν καί ὁ γλυκύς Ἰησοῦς ὁ μικρούλης εἰς τήν ἀγκάλήν Της, ὑποχωρεῖ καί μᾶς δίδει τήν ἄδειαν- δέν ζηλοτυπεῖ εἰς τήν ἄφθονον διανομήν τῆς Μανούλας Του, ἀλλὰ χαίρεται καὶ μᾶς προσκαλεῖ: Τυλιχθῆτε ὡς βρέφη εἰς τό φόρεμα τῆς Μανούλας μας καί πληρωθῆτε ἁγνείας ἀπό θεῖον σῶμα παρθενικόν- εὐωδιάσατε ἀπ' Αὐτήν! Δέν εἶδα ἐγὼ ἄλλον τι ὅπου τόσον νά ἀρέση ἡ Παναγία ὡς τήν ἁγνείαν, καὶ ὅποιος θέλει νά ἀπόκτηση τήν πολλήν Της ἀγάπην, ἄς φροντίζη νά καθαρεύη καί διαρκῶς θά τόν περιθάλπη στούς κόλπους Της καί κάθε οὐράνιον θά τοῦ δίδη...».
«Αυτά πού θέλετε να πείτε στα παιδιά σας, να τα λέτε με την προσευχή σας. Τα παιδιά δεν ακούν με τα αυτιά• μόνο όταν έρχεται η Θεία Χάρις πού τα φωτίζει, τότε ακούνε αυτά πού θέλουμε να τους πούμε. Όταν θέλετε να πείτε κάτι στα παιδιά σας, πέστε το στην Παναγία κι αυτή θα ενεργήσει. Η προσευχή σας αυτή θα γίνει ζωογόνος πνοή, πνευματικό χάδι, πού χαϊδεύει, αγκαλιάζει, έλκει τα παιδιά»...
Ο π. Πορφύριος πίστευε στην αξία πού έχει η προσευχή για την πνευματική ζωή του ανθρώπου και συμβούλευε τα πνευματικά του παιδιά πώς να προσεύχονται:
«Να εύχεσαι έτσι απλά, απλά και ταπεινά, με πίστη απλή, χωρίς να περιμένεις να σου απαντήσει ο Θεός. Χωρίς να δεις το χέρι Του ή το πρόσωπό Του ή το φωτισμό Του. Τίποτα! Να πιστεύεις! Εφ’ όσον μιλάς με το Θεό, μιλάς πραγματικά με το Θεό».
Ἅγιος Πορφύριος
Η μεγάλη αντίπαλος της αλήθειας, αυτή πού τραβά σήμερα τους ανθρώπους στην απώλεια, είναι η πλάνη. Εξαιτίας της κυριάρχησε στις ψυχές των ράθυμων η σκοτεινή άγνοια και τους αποξένωσε από τον Θεό.
Αυτοί δεν αναγνωρίζουν ως Θεό τον Χριστό, ο όποιος μας αναγέννησε και μας φώτισε, ή Τον πιστεύουν και Τον αναγνωρίζουν απλώς και μόνο στα λόγια και όχι στην πράξη. Πιστεύουν ότι μόνο στους παλιούς φανερωνόταν ο Θεός, όχι όμως και σε εμάς.
Νομίζουν πως οι μαρτυρίες της Γραφής περί Θεού δεν αφορούν αυτούς, αλλ' άλλους η εκείνους που τις έγραψαν και βλασφημούν την περί Θεού διδασκαλία, αφού απαρνούνται την αληθινή και με επίγνωση ευσέβεια.
Άγιος Μάξιμος
Ἄν ποθοῦμε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, πρέπει νά ἔχουμε πολλή προσοχή καί ἐπιμέλεια καί προθυμία στήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Για νά σωθοῦμε, δέν φτάνει μόνο νά πιστεύουμε στόν ἀληθινό Θεό καί νά εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Πρέπει καί ν᾿ ἀγωνιζόμαστε «τόν καλόν ἀγῶνα», νά ζοῦμε «ἀξίως τῆς κλήσεως, ἧς ἐκλήθημεν», δηλαδή νά κάνουμε καί ἔργα χριστιανικά, ἀφοῦ εἴμαστε βαπτισμένοι χριστιανοί καί τιμημένοι μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Ἄς μή νομίζουμε πώς θά σωθοῦμε μόνο μέ τήν πίστη. Ἡ πίστη χωρίς ἔργα δέν ὠφελεῖ σέ τίποτα. Ὁ Κύριος βέβαια εἶπε, ὅτι «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται, ὁ δέ ἀπιστήσας κατακριθήσεται». Ὁ ἴδιος ὅμως εἶπε καί τοῦτο: Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι “Κύριε, Κύριε” εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ᾿ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς». Καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει γιά κείνους πού δέν ἔχουν καλά ἔργα: «Θεόν ὁμολογοῦσιν εἰδέναι, τοῖς δέ ἔργοις ἀρνοῦνται, βδελυκτοί ὄντες καί ἀπειθεῖς καί πρός πᾶν ἔργον ἀγαθόν ἀδόκιμοι».
Ἄν σωζόταν κανείς μόνο μέ τήν πίστη, τότε ὅλοι θά ἐξασφάλιζαν εὔκολα τή σωτηρία. Γιατί «καί τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίσσουσι». Ἄς θυμηθοῦμε αὐτό πού ἔλεγαν οἱ δαίμονες μέ τό στόμα τῆς «μαντευομένης παιδίσκης» τῶν Φιλίππων γιά τούς ἀποστόλους Παῦλο καί Σίλα: Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν, οἵτινες καταγγέλλουσιν ὑμῖν ὁδόν σωτηρίας». Αὐτοί λοιπόν οἱ δαίμονες, πού πιστεύουν, καταδικάστηκαν στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τά πονηρά τους ἔργα.
Ὅπως τό σῶμα χωρίς τήν ψυχή εἶναι ἀκίνητο καί ἀνενέργητο, ἔτσι καί ἡ πίστη χωρίς ἔργα εἶναι νεκρή. Ἄς ἀκούσουμε τόν ἅγιο Ἰάκωβο τόν Ἀδελφόθεο, πού μέ τόση ἐνάργεια τονίζει: «Τί τό ὄφελος, ἀδελφοί μου, ἐάν πίστιν λέγῃ τις ἔχειν, ἔργα δέ μη ἔχῃ; Μή δύναται ἡ πίστις σῶσαι αὐτόν; Ἐάν δέ ἀδελφός ἤ ἀδελφή γυμνοί ὑπάρχωσι καί λειπόμενοι ὦσι τῆς ἐφημέρου τροφῆς, εἴπῃ δέ τις αὐτοῖς ἐξ ὑμῶν, “ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ, θερμαίνεσθε καί χορτάζεσθε”, μή δῶτε δέ αὐτοῖς τά ἐπιτήδεια τοῦ σώματος, τί τό ὄφελος; Οὕτω καί ἡ πίστις, ἐάν μή ἔργα ἔχῃ, νεκρά ἐστι καθ᾿ ἑαυτήν».
Μετά ἀπ᾿ αὐτά, εἶναι φανερό πώς πρέπει νά ἔχουμε καί ἔργα μαζί μέ τήν πίστη. Καί ὅποιος ἔχει, εἶναι καλύτερος ἀπ᾿ αὐτόν πού κάνει θαύματα. Ἀλήθεια, τί ὠφελεῖται ἐκεῖνος πού κάνει θαύματα τώρα, ἀλλά θά χάσει τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν; Πῶς θά σωθεῖ ἀκόμα κι ἕνας θαυματουργός, ἄν δέν ἔχει ἔργα, πού θά τόν δικαιώσουν; Νά γιατί ὁ Χριστός προειδοποίησε ρητά: «Πολλοί ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· “Κύριε, Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καί τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καί τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλάς ἐποιήσαμεν;” Καί τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι “οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τήν ἀνομίαν”». Βλέπουμε λοιπόν, πώς κι ἐκεῖνοι πού ἔχουν χαρίσματα θαυματουργίας, προφητείας κ. ἄ., δέν μποροῦν νά ὠφελήσουν τόν ἑαυτό τους χωρίς ἔργα.
Ὅποιος πιστεύει πραγματικά στόν Θεό καί στήν πρόνοιά Του, αὐτός σκορπίζει στούς φτωχούς τά χρήματά του, ἐλπίζοντας ὅτι θά πάρει «μισθόν ἑκατονταπλασίονα» καί θά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή. Αὐτό ἔκαναν οἱ πρῶτοι χριστιανοί, ὅπως διαβάζουμε στίς Πράξεις: «Πάντες οἱ πιστεύοντες ἦσαν ἐπί τό αὐτό καί εἶχον ἅπαντα κοινά, καί τά κτήματα καί τάς ὑπάρξεις ἐπίπρασκον καί διεμέριζον αὐτά πᾶσι καθότι ἄν τις χρείαν εἶχε».
Ὅποιος πιστεύει, ἀγωνίζεται νά ταπεινωθεῖ, μετανοεῖ γιά τίς ἁμαρτίες του, εἶναι πρᾶος καί εἰρηνικός, μισεῖ τήν ἀδικία καί ἀγαπάει τή δικαιοσύνη, γιατί θυμᾶται τό ψαλμικό: «Ὁ ἀγαπῶν τήν ἀδικίαν μισεῖ τήν ἑαυτοῦ ψυχήν».
Ὅποιος πιστεύει, ὑπομένει ἀγόγγυστα κάθε πειρασμό, γιά νά στεφανωθεῖ μέ τό στεφάνι τῆς ἄφθαρτης δόξας. Φυλάει τή σωφροσύνη καί δέν μολύνει τόν ἑαυτό του μέ πορνεῖες καί ἄλλες ἀκαθαρσίες, γνωρίζοντας πώς ὅποιοι μολύνουν τά σώματά τους δέν θά σωθοῦν: «πόρνους γάρ καί μοιχούς κρινεῖ ὁ Θεός».
Αὐτός πού πιστεύει ἀληθινά, δέν εἶναι ὀκνηρός καί ἀμελής στήν προσευχή, δέν κατακρίνει κανένα καί δέν ἀκολουθεῖ «τήν εὐρύχωρον ὁδόν», ἀλλά «τήν στενήν καί τεθλιμμένην». Δέν ἀγαπάει τόν κόσμο οὔτε γονεῖς, ἀδέλφια, γυναίκα καί παιδιά περισσότερο ἀπό τόν Κύριο. Δέν ξεφαντώνει μέ μεθύσια καί ἁμαρτωλά τραπέζια, ὅπου ἀκούγονται τραγούδια καί λόγια ἄσεμνα, ἀλλά θυμᾶται τόν θάνατο καί τή φοβερή ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Γι᾿ αὐτό προσεύχεται καί νηστεύει, καί ἐγκρατεύεται καί ἑτοιμάζεται ὅπως πρέπει, γιά νά δώσει «καλήν ἀπολογίαν» στόν οὐράνιο Κριτή.
Ὅσοι πιστεύουν, ἀγαποῦν τόν Κύριο καί μισοῦν τά πονηρά ἔργα. Δέν μνησικακοῦν ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ τους καί δέν ἀποδίδουν κακό στό κακό. Κάνουν καλό σ᾿ αὐτούς πού τούς κακομεταχειρίζονται, εὐλογοῦν αὐτούς πού τούς καταριῶνται καί ὑπομένουν καρτερικά αὐτούς πού τούς κατατρέχουν. Ὅταν τούς βρίζουν, χαίρονται. Ἔχουν ἀγάπη καθαρή, ἀνόθευτη καί ἀληθινή, ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού ἔφτασε στό σημεῖο νά λέει: «Ἀλήθειαν λέγω ἐν Χριστῷ, οὐ ψεύδομαι, συμμαρτυρούσης μοι τῆς συνειδήσεώς μου ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, ὅτι λύπη μοί ἐστι μεγάλη καί ἀδιάλειπτος ὀδύνη ἐν τῇ καρδίᾳ μου. Ηὐχόμην γάρ αὐτός ἐγώ ἀνάθεμα εἶναι ἀπό τοῦ Χριστοῦ ὑπέρ τῶν ἀδελφῶν μου». Τέτοια ἀγάπη εἶχε καί ὁ προφήτης Μωϋσῆς, πού, ὅταν οἱ Ἰσραηλίτες ἀρνήθηκαν τόν Θεό καί προσκύνησαν ἕνα εἴδωλο – ἕνα χρυσό μοσχάρι – τούς εἶπε: «Ὑμεῖς ἡμαρτήκατε ἁμαρτίαν μεγάλην· καί νῦν ἀναβήσομαι πρός τόν Θεόν, ἵνα ἐξιλάσωμαι περί τῆς ἁμαρτίας ὑμῶν». Καί ἀνέβηκε στό ὄρος Σινᾶ καί εἶπε στόν Θεό: «Δέομαι, Κύριε· ἡμάρτηκεν ὁ λαός οὗτος ἁμαρτίαν μεγάλην καί ἐποίησαν ἑαυτοῖς θεούς χρυσοῦς. Καί νῦν εἰ μέν ἀφεῖς αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν αὐτῶν, ἄφες· εἰ δέ μή, ἐξάλειψον κἀμέ ἐκ τῆς βίβλου σου, ἧς ἔγραψας». Τέτοια διάθεση εἶχε καί ὁ προφήτης Δαβίδ, ὅταν ἔλεγε: «Μετά τῶν μισούντων τήν εἰρήνην ἤμην εἰρηνικός».
Ὅσοι πιστεύουν, δέν ξέρουν τί εἶναι ὑποκρισία ἤ κολακεία ἤ προσωποληψία, γιατί σ᾿ ὅλες τους τίς ἐνέργειες εἶναι εὐθεῖς, τίμιοι καί εἰλικρινεῖς. Δέν ὑπερηφανεύονται καί δέν «ὑψηλοφρονοῦν» γιά τούς ἐπαίνους καί τίς κολακεῖες, πού τούς κάνουν οἱ ἄλλοι. Ἀποστρέφονται τόν κόσμο τῆς ἁμαρτίας, ἀκολουθώντας τήν ὑπόδειξη τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Οὐδείς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ. Ἐάν δέ καί ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται ἐάν μή νομίμως ἀθλήσῃ».
Ὅσοι πιστεύουν, δέν λένε ποτέ ψέματα, δέν εἶναι πλεονέκτες, δέν κοινωνοῦν ἀνεξομολόγητοι, δέν κατακρίνουν τούς ἄλλους. Μέ δυό λόγια, βαδίζουν προσεκτικά καί σταθερά στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, καί πιστεύουν σ᾿ Αὐτόν ὄχι μέ τά λόγια, ἀλλ᾿ «ἐν ἔργῳ καί ἀληθείᾳ».
Βλέπετε τώρα πῷς ζοῦν ὅσοι πιστεύουν; Λοιπόν, πῶς εἶναι δυνατό νά θεωροῦμε κάποιον πιστό, ὅταν εἶναι φτωχός σέ ἔργα;
Ἄν πιστεύουμε πραγματικά, ἄς πολεμήσουμε τήν ἁμαρτία καί ἄς ἀφήσουμε κάθε κακό, πού μέχρι τώρα κάναμε. Ἄς ἀγωνιστοῦμε μέ προθυμία, γιά νά βρεθοῦμε ἕτοιμοι μπροστά στόν Κύριο τή φοβερη ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ἄς ξυπνήσουμε ἀπό τόν ὕπνο τῆς ἀμέλειας. Ἄς ἐπανορθώσουμε τά σφάλματά μας καί ἄς διώξουμε τούς πονηρούς λογισμούς. Ἄς προσπαθοῦμε νά ἐκπληρώνουμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, γιά νά στεφανωθοῦμε ἀπ᾿ Αὐτόν καί νά κληρονομήσουμε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
(Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ” Βασισμένο σέ κείμενο τοῦ Ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ)
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ. Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης http://HristosPanagia3.blogspot.com
Στη Ρώμη ζούσε κάποτε ένας ευλαβής και πλούσιος άνθρωπος που τον έλεγαν Ιωάννη.
Αυτός, αφού πήγε σε κάποιο μοναστήρι και αφιέρωσε εκεί όλα του τα πλούτη, σύντομα ασπάστηκε και τον μοναχισμό.
Όμως, αγράμματος καθώς ήταν, δεν μπορούσε να τυπώσει στο μυαλό του καμιά προσευχή. Μάταια οι υπόλοιποι μοναχοί προσπαθούσαν να του μάθουν γραφή και ανάγνωση. Του ερμήνευαν ψαλμούς και ευχές, μα πάλι εκείνος δεν μπορούσε να μάθει τίποτα.
Τότε, ένας έμπειρος και ενάρετος αδελφός αφού του διάβασε όλες τις ευχές, μία προς μία, τον ρώτησε ποια απ΄ όλες του φαινόταν πιο ωραία για να την μάθει.
Εκείνος του είπε ότι το <<Χαίρε Μαρία>> του άρεσε περισσότερο.
Έτσι έβαλαν τα δυνατά τους και του έμαθαν αυτόν τον χαιρετισμό του Αγγέλου.
Δηλαδή το: Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία..., και τα εξής.
Με το πέρασμα του χρόνου το έμαθε καλά και πλημμύρισε την καρδιά του τόση χαρά που αξιώθηκε να μάθει αυτόν τον
Αρχαγγελικό ασπασμό, ώστε του φαινόταν σαν να βρήκε πολύτιμο θησαυρό!
Άλλο τίποτα δεν έλεγε εκτός από το: <<Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία>>.
Αδιάλειπτα προσευχόταν προς την Αειπάρθενο Μαρία, μέχρι τις τελευταίες ώρες που έβγαινε η ψυχή του.
Όταν κοιμήθηκε, τον ενταφίασαν σε έναν ιδιαίτερο τόπο, γιατί το λείψανό του ευωδίαζε!
Μάλιστα, η ευωδία δεν λιγόστεψε από την ώρα που τον ενταφίασαν αλλά συνεχώς αύξανε και οι μοναχοί που ήταν εκεί, αισθανόντουσαν άρρητη θυμηδία!
Την ένατη ημέρα, όταν τον μνημόνευαν, έμειναν όλοι έκπληκτοι βλέποντας το εξής θαύμα.
Στον τάφο του, φύτρωσε ένας ωραιότατος κρίνος που σε κάθε του φύλλο ήταν γραμμένη η ευχή: Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία. Η ευωδία πάλι αυτού του κρίνου ήταν τέτοια, που δεν έμοιαζε με κανένα επίγειο άνθος.
Τότε, ο Ηγούμενος βρήκε την ευκαιρία και είπε στους Πατέρες:
<<Αυτό το επέτρεψε ο Θεός για να γνωρίσουμε την αγιότητα που έχει αυτός ο μακάριος άνθρωπος αλλά μαζί και τον πόθο που έτρεφε στην Κυρία μας! Όμως, ας δούμε και την ρίζα αυτού του κρίνου για να καταλάβετε πόσο χαριτώνεται όποιος αγαπά μ΄ όλη του την καρδιά την Αειπάρθενο Μαρία>>.
Έσκαψαν τότε με προσοχή τον τάφο και βλέπουν ότι ο κρίνος έβγαινε από το στόμα του Οσίου!
Όλοι ένιωσαν ένα δέος!
Τότε ο Ηγούμενος πρόσταξε να κοιτάξουν πιο βαθιά, για να βρουν την ρίζα αυτού του κρίνου.
Με έκπληξη είδαν όλοι ότι η ρίζα αυτού του κρίνου, βρισκόταν στην ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ, στην οποία ήταν και ιστορισμένη η εικόνα την Υπεραγίας Θεοτόκου!
Μετά από αυτήν την θαυμάσια αποκάλυψη έκαναν Λιτανεία και πήραν τον ιερό εκείνο κρίνο και τον φύλαξαν μαζί με τα Άγια Λείψανα.
Όλοι τον τιμούσαν, γιατί τους θύμιζε τα θαυμάσια που αξιώνονται όσοι σέβονται και αγαπούν την Μητέρα του Κυρίου μας, που αδιάλειπτα προσεύχεται στον Θεό μας, αγωνιώντας για την σωτηρία μας!
(Από το βιβλίο Αμαρτωλών Σωτηρία)
Ο Προφήτης Ιερεμίας, θρηνώντας για τις ταλαιπωρίες των ανθρώπων και την αδυναμία της ανθρώπινης φύσεως, έλεγε:
"Γιατί γεννήθηκα; Για να βλέπω κόπους και βάσανα; Γιατί δεν με θανάτωνε ο Κύριος στη μήτρα της μητέρας μου" (πρβλ. Ιερ. 20:18,17).
Ο προφήτης είχε κατανοήσει τι είναι ο άνθρωπος και τι η επίγεια ζωή του. Εσύ άραγε έχεις αυτή την επίγνωση;
Φρόντισε, αδελφέ, να γνωρίσεις τον εαυτό σου, να καταλάβεις τι και ποιος είσαι, γιατί τούτο αποτελεί την επιστήμη των επιστημών και την πιο μεγάλη σοφία.
Πιο χρήσιμη και ωφέλιμη είναι η γνώση του εαυτού σου, παρά οι γνώσεις της αστρονομίας, της φυσικής, των μαθηματικών, της ιατρικής.
Γιατί αυτές εξαντλούνται στην παρούσα ζωή, ενώ η αυτογνωσία έχει προεκτάσεις και στη μέλλουσα.
Για τον υψηλό τούτο σκοπό χρειάζονται σκληρός αγώνας, οξύτατη παρατηρητικότητα, πολλή προσευχή και ενίσχυση του Θεού.
Πρέπει να εισχωρήσεις με το νου μέσα στην καρδιά σου και να εξετάσεις προσεκτικά το είναι σου.
Όσο καλύτερα γνωρίσεις την ψυχή σου, τον έσω άνθρωπο, τόσο καλύτερα θα γνωρίσεις και τον Κύριο, γιατί, διαπιστώνοντας το μεγαλείο και την ανωτερότητα της ψυχής, αποκτάς καθαρότερη την επίγνωση της άπειρης και ασύλληπτης μεγαλοσύνης του Θεού.
Να στοχάζεσαι πάντα τη συντομία και το άδηλο τέρμα της παρούσας ζωής, συνειδητοποιώντας την προσωρινότητα και την ασημαντότητά σου, γιατί αυτός είναι ο δρόμος που σε φέρνει κοντά στον Κύριο.
Όσο γνωρίζεις τον εαυτό σου, τόσο ταπεινώνεσαι, και όσο ταπεινώνεσαι, τόσο αποκτάς φόβο Θεού, που είναι η αρχή της σοφίας, κατά το Σολομώντα (Παροιμ. 1:7).
Αν θέλεις να μάθεις ποιος είσαι, πάρε πρώτα-πρώτα έναν καθρέφτη και κοίταξε μέσα τον εαυτό σου. Κοίταξε και σκέψου: Αυτός που βλέπεις, ο ";άλλος"; άνθρωπος του καθρέφτη, από τι αποτελείται; Από χώμα και νερό! Όσο επίσημος, πλούσιος ή άρχοντας ή σοφός, κι αν είσαι, δεν αξίζεις περισσότερο από ένα πήλινο αγγείο. Ένα πτώμα είσαι ουσιαστικά, μια εικόνα με λίγο χρώμα και κίνηση, που σου δάνεισε η ζωή για λίγα χρόνια. Κι έπειτα; Ξαναγίνεσαι πτώμα και χώμα!
Να τι είσαι ως προς το σώμα. Αλλά και ως προς το πνεύμα, αν βγάλεις το Θεό και τη χάρη Του, δεν είσαι παρά ένας φίλος της ματαιότητος, εχθρός της δικαιοσύνης, καταφρονητής της αλήθειας, κληρονόμος της κολάσεως. Από κάθε άποψη, δηλαδή, είσαι ένα πλάσμα ταλαίπωρο και αξιοθρήνητο -στις βουλές σου τυφλός, στις επιθυμίες σου ακάθαρτος, στα λόγια και τα έργα σου μάταιος, ένα τίποτα, ένα μηδέν, κι ας νομίζεις πώς είσαι κάποιος σπουδαίος.
Ο πιο μεγάλος ηρωισμός και η πιο θαυμαστή γενναιοφροσύνη βρίσκονται στην ταπεινή αναγνώριση της μηδαμινότητός μας.
Αυτή, άλλωστε, είναι η αρχή της λυτρώσεως από πολλά πάθη και ελαττώματα.
Πολλές φορές ο Κύριος ρωτούσε τους ασθενείς, πού θεράπευε, τι ήθελαν και αν επιθυμούσαν να γίνουν καλά. Όχι πώς δεν ήξερε τη βουλή και την επιθυμία τους, αλλά για να συνειδητοποιήσουν καλύτερα την κατάστασή τους και να την ομολογήσουν ξεκάθαρα. Θυμάσαι τι έλεγε και ο προφήτης Δαβίδ, όταν ζητούσε από το Θεό να τον συγχωρήσει; ";Αναγνωρίζω την παρανομία"; (Ψαλμ. 50:5).
Τον μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχει ο ασθενής εκείνος πού δεν γνωρίζει την αρρώστια του. Όσοι έχουν χάσει τα λογικά τους, πάχουν από την πιο σοβαρή ασθένεια. Μά δεν το καταλαβαίνουν ούτε θλίβονται γι΄αυτό, αλλά τους βλέπεις να γελούν και να χαίρονται, με τρόπο πού σε κάνει να κλαις. Μήπως όμως δεν μοιάζουν σ΄αυτούς και όσοι τάχα λογικοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν τον εαυτό τους και τη φύση τους και τον προορισμό τους;
Το κακό, αδελφέ, δεν είναι έξω από μας. Μέσα μας είναι. Γι΄αυτό και τόσο δύσκολα θεραπευόμαστε, επειδή δεν βλέπουμε την αρρώστια μας.
Πληγές πού δεν φαίνονται και αμαρτίες που δεν αναγνωρίζονται, δεν διορθώνονται.
Σε τούτον τον αγώνα αξίζει να βάλεις όλον τον πόθο σου και να ρίξεις όλες τις δυνάμεις σου.
Τι είσαι; Από πού ήρθες; Πού βρίσκεσαι και πού πηγαίνεις; Πρίν από τη σύλληψή σου δεν υπήρχες. Δεν ήσουνα τίποτα. Ο Θεός οικονόμησε να έρθεις στον κόσμο κι Εκείνος σου έδωσε ό,τι έχεις, τόσο τα φυσικά σου χαρίσματα-ρώμη, ομορφιά, ευφυϊα, αισθήσεις κ.λ.π. -όσο και τα επίγεια αποκτήματα, που εξαρτώνται άμεσα από τα χαρίσματα- χρήματα, περιουσία, αξιώματα. Επομένως, ";τι έχεις πού να μην το έλαβες; Και αφού το έλαβες από το Θεό, γιατί καυχιέσαι σαν να μην το είχες λάβει ως δώρο;"; (Α΄Κορ. 4:7). Αν δεν έχεις τελείως τυφλωθεί από την υπερηφάνεια και τη φιληδονία, αν δεν έχεις σκοτιστεί πέρα για πέρα από το διάβολο, το πνεύμα του σκότους, αν είσαι λογικό πλάσμα του Θεού, ";κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωσιν"; Εκείνου, δεν μπορείς παρά να ομολογήσεις την ανεκδιήγητη ευεργετικότητά Του, πού όλα σου τα χάρισε, βασιλιά της κτίσεως σ΄έκανε, αλλά και με το ίδιο Του το Αίμα σε λύτρωσε από τον αιώνιο θάνατο. Και τότε θα ταπεινωθείς βαθιά, και η ταπείνωση αυτή θα είναι η αρχή της μετάνοιας και της σωτηρίας σου. Η ταπείνωση αυτή θα σε κάνει να ποθήσεις ακτανίκητα τον Ευεργέτη και Σωτήρα σου.
Λέγεται πώς κάποτε ο αείμνηστος και ευσεβής βασιλιάς Θεοδόσιος ο Μέγας (379-395) πρόσταξε κι έβαλαν το θρόνο του στην ακροθαλασσιά.
Ύστερα κάθησε εκεί όπως και στο παλάτι, μπροστά στους άρχοντες και τους αξιωματούχους, και είπε δυνατά για να τον ακούσουν όλοι:
- Θάλασσα, με τη δύναμη και την εξουσία που έχω, σε διατάζω να μην προχωρήσεις πέρ΄από τα όρια σου και να μη βρέξεις το θρόνο μου!
Οι άρχοντες απορούσαν με όσα έβλεπαν και άκουγαν, γιατί δεν καταλάβαιναν τι σκοπό είχε ο βασιλιάς. Δεν πέρασε όμως πολλή ώρα, κι ένα δυνατό κύμα, που ήρθε ξαφνικά, όχι μόνο το θρόνο έβρεξε, μά και το βασιλιά έκανε μούσκεμα από το κεφάλι ως τα πόδια. Τότε ο σοφός Θεοδόσιος νουθέτησε τους ακροατές του:
- Ας μάθουν όλοι, πώς η δύναμη των κοσμικών βασιλέων είναι πρόσκαιρη και μάταιη. Αιώνιος και αληθινός Βασιλιάς όλης της κτίσεως είναι μόνο ο Βασιλιάς των βασιλέων, Αυτός που δημιούργησε από το μηδέν τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα και όλα όσα υπάρχουν σ΄αυτά, ορατά και αόρατα.
Και μπροστά στα μάτια των κατάπληκτων αρχόντων, κατέβηκε από το θρόνο και τράβηξε για την εκκλησία, όπου έβγαλε το στέμμα του και το απόθεσε μ΄ευλάβεια στην ιερή κεφαλή του Εσταυρωμένου. Από την ημέρα εκείνη και ως το θάνατό του δεν ξαναφόρεσε το διακριτικό της βασιλικής του εξουσίας.
Ας στοχαστούμεν, λοιπόν, κι εμείς τη μηδαμινότητα και τη ματαιότητα της εξουσίας που τυχόν έχουμε.
Ας στοχαστούμε τη βραχύτητα της ζωής μας κι ας μη μένουμε προσκολλημένοι σ΄αυτήν.
Ας μην κυνηγάμε τα ψεύτικα, για να κερδίσουμε τ΄αληθινά, που μας υπόσχεται ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός.
Αμαρτωλών Σωτηρία
Στον καιρό των θλίψεων θα ωφεληθείς πολύ, αν φέρνεις συχνά στο νου σου τις ακόλουθες σκέψεις, μελετώντας και αναλύοντάς τες σε βάθος και πλάτος με τον δικό σου τρόπο και λογισμό.
1. Τι ήσουνα πρίν γεννηθείς, πρίν κάν συλληφθείς στη μήτρα της μητέρας σου; Δεν είχες μήτε σώμα μήτε ψυχή μήτε αίσθηση καμιά. Δεν ήσουνα τίποτα! Και το τίποτα, το μηδέν, είναι λιγότερο κι από ένα άχυρο, ένα χορταράκι, έναν κόκκο σκόνης. Γιατί αυτά έχουν ύπαρξη, εσύ όμως πρίν από τη σύλληψή σου δεν είχες.
2. Στοχάσου την ευσπλαχνία του πανάγαθου Θεού, πού από το τίποτα σε δημιούργησε “κατ΄εικόνα” Του, δίνοντάς σου όχι μόνο το υπερθαύμαστο ανθρώπινο σώμα, αυτό το θαύμα των θαυμάτων, με την ποικιλία των οργάνων και των λειτουργιών και των αισθήσεων, αλλά και τη μοναδική θεοειδή ψυχή, με τον λογικό νου, τη θέληση, τη μνήμη και τις άλλες δυνάμεις.
3. Αναλογίσου μετά απ΄αυτό, πόση πρέπει να είναι η ευγνωμοσύνη σου σ΄Εκείνον, τον ύψιστο και πανάγαθο Ευεργέτη σου, από τον οποίο πήρες δωρεάν τόσα χαρίσματα, πόσο χρωστάς να Τον αγαπάς, να Τον ευχαριστείς, να Τον δοξολογείς, να Τον υπηρετείς, και πόσο να προσέχεις, ώστεποτέ να μην Του φταίξεις και να μην Τον πικράνεις.
4. Αναλογίσου τώρα την αγνωμοσύνη σου απέναντι στον Πλάστη σου, μια και έκανες ακριβώς τα αντίθετα απ΄αυτά που έπρεπε. Αντί να Τον αγαπάς και να Τον ευχαριστείς και να Τον υμνείς και να Τον ευαρεστείς, εσύ Τον καταφρόνησες και Τον εγκατέλειψες και Τον λύπησες, προτιμώντας τα πρόσκαιρα πράγματα και τις εφάμαρτες ηδονές.
5. Συλλογίσου πόσες τιμωρίες θα σου άξιζαν για την αχαριστία σου τούτη και πόσο δίκιο θα είχε ο Κύριος, αν σου στερούσε όλα όσα σου έδωσε, ακόμα και τη ζωή, το μεγαλύτερο δώρο Του. Αυτή η σκέψη, πιο πολύ απ΄όλες τις άλλες, θα σου εμπνεύσει θείο φόβο και θα σε βοηθήσει να υπομείνεις κάθε θλίψη, καθώς θα παραδεχθείς αναμφίβολα πώς υποφέρεις λιγότερο απ΄όσο σου πρέπει.
6. Θαύμασε την άπειρη και ανερμήνευτη αγαθότητα του Θεού μας, πού, ενώ μπορεί αυτήν ακριβώς τη στιγμή να σε τιμωρήσει βαριά και να σε θανατώσει και να σε κολάσει αιώνια, περιμένει ο πολυεύσπλαχνος τη μετάνοιά σου. Κι αν σε παιδεύει τώρα με μικρές και παροδικές θλίψεις, το κάνει για το καλό σου, σαν στοργικός Πατέρας, για να βγεις από τον κακό δρόμο της αμαρτίας και να έρθεις στον ίσιο της αρετής, ώστε τελικά, λουσμένος και καθαρισμένος στο λουτρό των λυπηρών, ν΄αξιωθείς την απόλαυση του παραδείσου.
7. Αποφάσισε, από δω κι εμπρός τουλάχιστον, να δαπανήσεις όλη την υπόλοιπη ζωή σου, τη ζωή που ανήκει σ΄Εκείνον και όχι σ΄εσένα, στη διακονία και στη δόξα Του. Να Τον τιμάς και να Τον ευχαριστείς ακατάπαυστα για τις ευεργεσίες Του, αλλά και ν΄αποδέχεσαι καρτερικά κι αγόγγυστα τις δοκιμασίες που παραχωρεί σαν φάρμακα και γιατρικά της κακίας σου. Να θυσιάσεις, τέλος, πρόθυμα, και τιμή και περιουσία και ζωή ακόμα, παρά να Τον αρνηθείς ή να παραβείς τις εντολές Του.
Αυτά να σκέφτεσαι και να μελετάς, και θα δεις πόσο καρπό και πόση ωφέλεια θα σου δώσουν στον καιρό των θλίψεων.
ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ
του μοναχού Αγαπίου Λάνδου του Κρητός
Δεν υπάρχει στον κόσμο υψηλότερη εργασία από την προσευχή, γιατί αυτή ενώνει τον άνθρωπο με τον Θεό. Για το μεγαλείο και τη σπουδαιότητά της, τους τρόπους και τ΄αποτελέσματά της μας μιλούν διεξοδικά οι ιερές Γραφές και οι άγιοι Πατέρες. Εδώ τώρα θα τονίσουμε μόνο πόσο βοηθάει στις θλίψεις.
Πραγματικά, δεν υπάρχει πιο μεγάλη παράκληση από την καταφυγή στον Κύριο με την προσευχή. “Στον Κύριο προσευχήθηκα δυνατά, όταν με βρήκαν θλίψεις, και με άκουσε”, λέει ο προφήτης Δαβίδ (Ψαλμ. 119:1).
Αυτό έκαναν όλοι οι άγιοι στις θλίψεις τους, και η θεία βοήθεια δεν αργούσε, όπως δεν αργεί ποτέ ν΄ανταποκριθεί στην ικεσία του δικαίου. Είναι, άλλωστε, ρητή η υπόσχεση του Κυρίου: “Ζήτησε τη βοήθειά μου στη θλίψη σου, και θα σε γλυτώσω απ΄αυτήν” (Ψαλμ. 49:15).
Μόλις, λοιπόν, πέσει επάνω σου ηθλίψη,μη μικροψυχήσεις, μην ταραχθείς. Στρέψε ικετευτικά τα μάτια σου στον ουρανό, και ζήτα ταπεινά τη θεία βοήθεια.
Αν συμφέρει την ψυχή σου και συμβάλλει στη σωτηρία σου η απαλλαγή από τη δοκιμασία, να μην έχεις αμφιβολία ότι ο Θεός θα εισακούσει την προσευχή σου και θα σε απαλλάξει. Αν όμως αυτό είναι ασύμφορο για την ψυχή σου -πράγμα που μόνο Εκείνος, ο πάνσοφος, γνωρίζει- μήτ΄εσύ δεν θα πρέπει να το θέλεις.
Καλύτερα είναι να θλίβεσαι πρόσκαιρα τώρα, παρά να στερηθείς την αιώνια ζωή.
Όπως και να έχει το πράγμα, μη σταματήσεις να προσεύχεσαι. Γιατί πολλές φορές ο Κύριος επιτρέπει να μας βρουν οι θλίψεις για να τρέξουμε κοντά Του.
Όταν όλα πηγαίνουν καλά, Τον ξεχνάμε. Και όταν αρχίζουν τα προβλήματα, τότε Τον θυμόμαστε! Είμαστε κι εμείς σαν τ΄άμυαλα παιδάκια, πού, όταν είναι χορτάτα και δεν έχουν καμιά δυσκολία, το ρίχνουν στο παιχνίδι και ξεχνούν τους γονείς τους, όταν όμως πεινάσουν ή πέσουν και χτυπήσουν που θενά, τότε τρέχουν κλαίγοντας στους γονείς και ζητούν βοήθεια.
Όλα τα καλά με την προσευχή τ΄ αποκτάμε. Και όλα τα λυπηρά με την προσευχή τα ξεπερνάμε. Γι΄αυτό ο Ιησούς είπε: “Να μένετε άγρυπνοι και να προσεύχεστε αδιάκοπα” (Λουκ. 21:36).
Με την προσευχή θα νικήσεις κι εσύ τις θλίψεις, με την προσευχή θ΄αποκτήσεις τις αρετές, με την προσευχή θα ενωθείς με τον Κύριο, με την προσευχή θα γίνεις μέτοχος της μακαριότητός Του.
ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ
του μοναχού Αγαπίου Λάνδου του Κρητός
Το πρώτο σου γιατρικό, το πρώτο παυσίπονο που θα πάρεις στον καιρό των θλίψεων, ας είναι τούτος ο καλός λογισμός, που αναφέραμε και πρίν, όται για τις πολλές σου αμαρτίες σου άξιζαν χειρότερα δεινά. Και μην τολμήσεις να πεις, όπως μερικοί ανόητοι, ότι δεν έχεις κάνει κανένα κακό. Όλοι έχουμε αμαρτήσει, με τον ένα τρόπο ή με τον άλλο. Όταν οι άγιοι Τρεις Παίδες μέσα στο καμίνι δόξαζαν το Θεό λέγοντας, “Ας είσαι δοξασμένος Κύριε, γιατί με ακρίβεια και δικαιοκρισία ξεσήκωσες όλα τούτα εναντίον μας, εξαιτίας των αμαρτιών μας” (Δαν., Προσ. Άζαρ.: 2, 4), τι να πούμε εμείς; Όταν ο μέγας Παύλος ομολογούσε ότι είναι ο πρώτος των αμαρτωλών (Α΄Τιμ. 1:15), δεν θα είμαστε αναίσθητοι και θρασύτατοι αν αρνηθούμε τη δική μας αμαρτωλότητα;
Όταν, λοιπόν, σε χτυπήσει μια συμφορά, αναλογίσου πόσες φορές παραβίασες τις θείες εντολές, πόσες φορές υπερηφανεύθηκες, θύμωσες, αδίκησες, έβρισες, υποκρίθηκες, συκοφάντησες ή μ΄οποιονδήποτε άλλο τρόπο έσφαλες ενώπιον του Κυρίου, από τον οποίο τόσο έχεις ευεργετηθεί, και απέναντι στους συνανθρώπους σου, τους οποίους οφείλεις ν΄αγαπάς σαν τον εαυτό σου. Και τότε θα παραδεχθείς και θα ομολογήσεις με ντροπή, ότι και αυτή και άλλη βαρύτερη παίδευση έπρεπε να σου στείλει η δικαιοκρισία του Θεού, πού, όπως δεν αφήνει αρετή αβράβευτη, έτσι δεν αφήνει και αμαρτία απαίδευτη.
Αν για έναν και μόνο υπερήφανο λογισμό τιμωρήθηκε τόσο αυστηρά ο Εωσφόρος, πού σαν άγγελος ήταν το εκλεκτότερο δημιούργημα του Πλάστη, πόσο πρέπει να τιμωρηθείς εσύ, ο άνθρωπος, πού τόσες φορές και με τόσους τρόπους έχεις υπερηφανευθεί ενώπιον Θεού και ανθρώπων; Αν για μια και μόνη παράβαση εξορίστηκε ο Αδάμ από τον παράδεισο, τι πρέπει να πάθεις εσύ, που τόσες παραβάσεις και ανομίες κάνεις καθημερινά;
Με τέτοιες και άλλες παρόμοιες σκέψεις θα παρηγορηθείς και θα καταλάβεις πώς οι θλίψεις, που δοκιμάζεις, είναι ασήμαντες μπροστά σ΄αυτές που θα σου άξιζαν, όταν μάλιστα έτσι καθαρίζεσαι και αποκτάς ελπίδα σωτηρίας. Γιατί είναι σαν να χρωστάς σε κάποιον χίλια φλουριά, κι απ΄αυτά να πληρώνεις μόνο δέκα στο δανειστή σου, που σου χαρίζει μεγαλόψυχα τα υπόλοιπα.
ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ
του μοναχού Αγαπίου Λάνδου του Κρητός