Aνέβασαν κάποτε στή σκήτη τῶν Πατέρων ἕνα δαιμονισμένο νέο, γιά νά τόν θεραπεύσουν μέ τήν προσευχή τους. Ἐκεῖνοι ὅμως ἀπό ταπείνωση ἀπέφευγαν. Πολύ καιρό βασανιζόταν ἔτσι ὁ δυστυχισμένος ἄνθρωπος, ὥσπου κάποιος Γέροντας τόν λυπήθηκε, τόν σταύρωσε μέ τόν ξύλινο σταυρό πού εἶχε στή ζώνη του, καί ἔδιωξε τό πονηρό πνεῦμα.
– Ἀφοῦ μέ βγάζεις ἀπό τήν κατοικία μου, τοῦ εἶπε ἐκεῖνο, θά μπῶ μέσα σου.
– Ἔλα, τοῦ ἀποκρίθηκε θαρραλέα ὁ Γέροντας.
Ἔτσι μπῆκε μέσα του τό δαιμόνιο καί τόν βασάνιζε δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια! Ὑπέμεινε μέ καρτερία τόν πόλεμο, ἀλλ᾿ ἀντιπολεμοῦσε κι ἐκεῖνος μέ τόν ἐχθρό μέ ὑπεράνθρωπη νηστεία καί ἀκατάπαυστη προσευχή. Ὅλα αὐτά τά χρόνια δέν ἔβαλε οὔτε μιά φορά στό στόμα του μαγειρευμένη τροφή.
Νικημένο τέλος τό δαιμόνιο ἀπό τόν ἀκατάπαυστο ἀγώνα, ἀπομακρύνθηκε.
– Γιατί φεύγεις; τό ρώτησε ὁ Γέροντας. Ἐγώ πάντως δέν σέ διώχνω.
– Μέ ἀφάνισε ἡ νηστεία σου! κραύγασε ἐκεῖνο καί ἔγινε ἄφαντο.
ΝΗΣΤΕΙΑ
νας ἀρχάριος μοναχός συμβουλεύτηκε κάποιο διακριτικό Γέροντα, ποιό μέτρο νά ἀκολουθήση στή νηστεία.
– Ἀπόφευγε τίς ὑπερβολές, τέκνον μου, τόν συμβούλεψε ἐκεῖνος. Πολλοί δοκίμασαν νά νηστέψουν πάνω ἀπό τίς δυνάμεις τους καί δέν ἄντεξαν γιά πολύ καιρό.
Γεροντικόν
ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ
ιά καταπληκτική ἄσκηση χαρακτήριζε τόν ὅσιο Μακάριο τόν Ἀλεξανδρέα: Μόλις ἄκουγε κάποιο ἀσκητικό κατόρθωμα, ἔσπευδε νά τό ἐπιτύχη καί ὁ ἴδιος. Ἀκόμη καί νά τό ξεπεράση! Κίνητρό του δέν ἦταν ἡ αὐτοϊκανοποίηση, ἀλλά ἡ ὑπερβολική ἀγάπη του στήν ἄσκηση, πού εἶναι μητέρα τοῦ ἁγιασμοῦ.
Ἔτσι μαθαίνοντας κάποτε ὅτι ἕνας ἀσκητής ἔτρωγε τήν ἡμέρα μόνο μιά λίτρα (320 γραμμάρια) ψωμί, ἔκοψε παξιμάδια σέ μικρά κομμάτια, τά ἔβαλε σέ μιά στάμνα καί ἀποφάσισε νά τρώη κάθε μέρα ὅσο πιάνει τό χέρι του. Ἀστειευόμενος ἔλεγε:
-Ἔπιανα ὅσο μποροῦσα περισσότερα κομμάτια, ἀλλά δέν μποροῦσα νά βγάλω τό χέρι μου ἀπό τό στόμιο τῆς στάμνας. Μέ λύπη λοιπόν ἄφηνα τότε μερικά…
Αὐτός ὁ μεγάλος ἀσκητής ὅταν ἔμαθε λεπτομέρειες γιά τήν ὑψηλή πνευματική ζωή τοῦ Μ. Παχωμίου, μεταμφιέστηκε σέ κοσμικό ἐργάτη, πῆγε στό κοινόβιο τῶν Ταβεννησιωτῶν, βρῆκε τόν ὅσιο κοινοβιάρχη καί τόν παρεκάλεσε:
– Δέξου με στό Μοναστήρι σου νά γίνω μοναχός. Ὁ Μ. Παχώμιος τόν κοίταξε καί τοῦ εἶπε:
– Ἔφτασες σέ γεράματα καί δέν μπορεῖς νά κάνης ἄσκηση. Οἱ ἀδελφοί ἐδῶ εἶναι ἀσκητές καί δέν μπορεῖς νά βαστάξης τούς κόπους τους. Θά σκανδαλιστῆς καί θά φύγης κακολογώντας τους.
Δέν τόν δέχτηκε ἔτσι ἐπί ἑπτά ἡμέρες. Κι αὐτός ἀφοῦ ἔμεινε νηστικός ὅλο αὐτό τό διάστημα, τόν παρεκάλεσε πάλι:
– Δέξου με, ἀββά, κι ἄν δέν νηστέψω ὅπως οἱ ἀδελφοί, κι ἄν δέν ἐργάζωμαι, διάταξε νά μέ διώξουν.
Μέ τή συμφωνία αὐτή τόν κράτησε. Τόν ἔβαλε σ᾿ ἕνα μοναστήρι πού εἶχε χίλιους τετρακόσιους μοναχούς.
Σέ λίγο ἔφτασε ἡ Σαρακοστή. Ὁ ὅσιος εἶδε τότε τούς ἀδελφούς νά ἀσκοῦνται ὁ καθένας διαφορετικά: Ἄλλον νά τρώη κάθε βράδυ, ἄλλον κάθε δύο μέρες, ἄλλον κάθε πέντε, ἄλλον νά ἀγρυπνῆ ὅλη τή νύχτα…
Τότε ἔβρεξε πολλούς βλαστούς φοινίκων, κάθησε σέ μιά γωνιά, καί μέχρις ὅτου συμπληρώθηκαν οἱ σαράντα μέρες κι ἔφτασε τό Πάσχα, δέν ἄγγιξε ψωμί! Ἐκτός ἀπό λίγα λαχανόφυλλα δέν δεχόταν τίποτε, κι αὐτά τήν Κυριακή, γιά νά φανῆ ὅτι κάτι τρώει. Καί ἐργαζόταν συνεχῶς πλέκοντας βλαστούς χωρίς νά μιλήση σέ ἄνθρωπο, χωρίς νά ἀνοίξη τό στόμα. Πάντα σιωποῦσε! Ἐκτός ἀπό τήν καρδιακή προσευχή καί τό ἐργόχειρο μέ τούς βλαστούς δέν ἔκανε τίποτε ἄλλο.
Ὅταν τό εἶδαν αὐτό οἱ ἀσκητές ἐξεγέρθηκαν κατά τοῦ Μ. Παχωμίου λέγοντας:
– Ἀπό ποῦ τόν ἔφερες αὐτόν τόν ἄσαρκο γιά νά μᾶς κατακρίνη; Ἤ διῶξε τον, ἤ νά ξέρης ὅτι ὅλοι ἐμεῖς θά σοῦ φύγουμε!
Ἀφοῦ πληροφορήθηκε ὁ ὅσιος τίς ἀσκήσεις του, προσευχήθηκε στόν Θεό νά τοῦ ἀποκαλύψη ποιός ἦταν. Καί τοῦ ἀπεκάλυψε.
Τόν παίρνει τότε ἀπό τό χέρι, τὀν ὁδηγεῖ στήν Ἐκκλησία, μπροστά στό θυσιαστήριο, καί τοῦ λέει:
– Ἔλα λοιπόν, καλόγηρε. Ἐσύ εἶσαι ὁ Μακάριος καί μοῦ κρύφτηκες. Πολλά χρόνια ποθοῦσα νά σέ δῶ. Σοῦ χρωστῶ χάρη γιά τό ὅτι ταπείνωσες τά παιδιά μου καί τά ἔμαθες νά μή μεγαλοφρονοῦν γιά τήν ἄσκησή τους. Πήγαινε λοιπόν στόν τόπο σου. Ἀρκετά μᾶς οἰκοδόμησες. Καί εὔχου ὑπέρ ἡμῶν.
(Ἀπό τό βιβλίο
Χαρίσματα καί Χαρισματοῦχοι
ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου)
Ο ΤΡΟΠΟΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΟΥΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
« ς ἔρθει, λοιπόν, ἀνάμεσά μας ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ. Ἄς μᾶς διδάξει τόν τρόπο τὴς νηστείας. Ἄς τόν ἀκούσουμε πού λέει: ‘Νηστεία καθαρή καί ἀμόλυντη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί Πατέρα εἶναι αὐτή: νά ἐπισκέπτεται κανείς ὀρφανά καί χῆρες στή θλίψη τους καί νά τηρεῖ τόν ἑαυτό του ἀμόλυντο ἀπό τόν κόσμο’. Πῶς ὅμως καί μέ ποιό τρόπο θά ἐπιτύχουμε αὐτά πού ἐλέχθησαν, εἶναι εὔκολο νά ἀνεύρουμε. Διότι ἀρκεῖ, νομίζω, γι᾿ αὐτούς πού σκέπτονται σωστά καί αὐτός ὁ φυσικός νόμος, πού ἀφ᾿ ἑνός μᾶς διδάσκει νά μισοῦμε ὅσα φαίνεται νά εἶναι ἀντίθετα στίς θεῖες ἐντολές καί ἀφ᾿ ἑτέρου μᾶς παρακινεῖ νά κρατοῦμε μέσα μας τό θέλημα τοῦ Νομοθέτου.
Ἄν τώρα κάποιος νομίζει ὅτι γι᾿ αὐτό χρειαζόμαστε ἀκόμη πιό σαφῆ παραγγέλματα, ἄς ἀκούσει τόν Παῦλο πού λέει: ‘Νεκρώσατε ὅ,τι γήινο εἶναι μέσα σας, δηλαδή τήν πορνεία, τήν ἀκαθαρσία, τό πάθος, τήν κακή ἐπιθυμία’. Διότι, βέβαια, δέν θά ἐπιτύχουμε τή χάρη πού παρέχει ἡ ἀληθής νηστεία ἁπλῶς μέ τήν ἀσιτία καί μέ τήν ἀπόρριψη μόνο τῶν τροφῶν. Οὔτε πάλι, ἔχοντας ἀπόσχει ἀπό αὐτά καί μόνο, θά γίνουμε ἐξάπαντος καθαροί καί ἅγιοι, ἀλλά ἀποδιώκοντας ἀπό τή διάνοιά μας ἐκεῖνα, γιά τά ὁποῖα βρέθηκε καί τό φάρμακο τῆς νηστείας».
ΠΩΣ ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ ΝΑ ΝΗΣΤΕΥΟΥΜΕ
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
« ηστεύεις; Ἀπόδειξέ μού το διά μέσου τῶν ἴδιων ἔργων. Ποιά ἔργα ἐννοεῖ; Ἄν δεῖς φτωχό, νά τόν ἐλεήσεις. Ἄν δεῖς ἐχθρό, νά συμφιλιωθεῖς μαζί του. Ἄν δεῖς μιά ὄμορφη γυναίκα, νά τήν ἀντιπαρέλθεις. Ἄς μή νηστεύει λοιπόν μόνο τό στόμα, ἀλλά καί τό μάτι καί ἡ ἀκοή, καί τά πόδια καί τά χέρια καί ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός μας.
Νά νηστεύουν τά χέρια, παραμένοντας καθαρά ἀπό τήν ἁρπαγή καί τήν πλεονεξία. Νά νηστεύουν τά πόδια, ξεκόβοντας ἀπό τούς δρόμους πού ὁδηγοῦν σέ ἁμαρτωλά θεάματα. Νά νηστεύουν τά μάτια, ἐξασκούμενα νά μήν πέφτουν ποτέ λάγνα πάνω σέ ὄμορφα πρόσωπα, οὔτε νά περιεργάζονται τά κάλλη τῶν ἄλλων…
Δέν τρῶς κρέας; Νά μή φᾶς καί τήν ἀκολασία διά μέσου τῶν ματιῶν. Ἄς νηστεύει καί ἡ ἀκοή. Καί νηστεία τῆς ἀκοῆς εἶναι νά μή δέχεται κακολογίες καί διαβολές… Ἄς νηστεύει καί τό στόμα ἀπό αἰσχρά λόγια καί λοιδορίες. Διότι τί ὄφελος ἔχουμε, ὅταν ἀπέχουμε ἀπό πουλερικά καί ψάρια, δαγκώνουμε ὅμως καί κατατρῶμε τούς ἀδελφούς μας;».
ΧΡΕΟΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ Η ΝΗΣΤΕΙΑ
ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ
« ρέπει καί ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί, νά νηστεύωμεν πάντοτε, μά περισσότερον τήν Τετράδη, διατί ἐπουλήθηκε ὁ Κύριος καί τήν Παρασκευή διατί ἐσταυρώθη. Ὁμοίως ἔχομε χρέος νά νηστεύωμεν καί τές ἄλλες Τεσσαρακοστές, καθώς ἐφώτισε τό Ἅγιον Πνεῦμα τούς ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας καί μᾶς ἔγραψαν διά νά νηστεύωμεν, νά νεκρώνωμεν τά πάθη, νά ταπεινώνωμεν τή σάρκα, τό σῶμα, ὁπού εἶναι ἕνας λύκος, ἕνα γουρούνι, ἕνα θηρίον, ἕνα λιοντάρι. Καί μάλιστα μέ τά ὀλίγα ζοῦμεν μέ εὐκολία καί ὅταν τρώγομεν πολλά, θέλομεν καί ἔξοδα πολλά. Ἐγώ τώρα ἠμπορῶ νά ζήσω μέ ἑκατό δράμια ψωμί. Ἐκεῖνα τά εὐλογεῖ ὁ Θεός διατί εἶναι ἀναγκαῖα καί ὄχι νά τρώγομεν ἑκατόν δέκα. Ἐκεῖνα τά δέκα τά καταρᾶται, διατί εἶναι χαράμι, εἶναι ἐκεινοῦ τοῦ πεινασμένου. Φυλάγετε αὐτές τίς τέσσερες Τεσσαρακοστές, χριστιανοί μου; Ἐδῶ πῶς πηγαίνετε; Ἄν εἶσθε χριστιανοί, πρέπει νά τές φυλάγετε, μάλιστα τήν Μεγάλην Τεσσαρακοστή».
ΟΙ ΩΦΕΛΕΙΕΣ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
« νηστεία γεννᾶ τούς προφῆτες, δυναμώνει τούς δυνατούς. Ἡ νηστεία κάνει σοφούς τούς νομοθέτες· εἶναι τό καλό φυλαχτό τῆς ψυχῆς, ὁ πιστός σύντροφος τοῦ σώματος, τό ὅπλο γι᾿ αὐτούς πού ἀριστεύουν, τό γυμναστήριο γιά τούς ἀθλητές. Αὐτή ἀποκρούει πειρασμούς, αὐτή προετοιμάζει γιά τήν ἀπόκτηση εὐσέβειας· εἶναι σύντροφος τῆς νήψεως καί δημιουργός τῆς σωφροσύνης. Στούς πολέμους φέρεται μέ γεναιότητα, ἐν καιρῷ εἰρήνης διδάσκει τήν ἡσυχία. Ἁγιάζει τόν Ναζιραῖο καί τελειοποιεῖ τόν ἱερέα».
«Ἡ νηστεία ἔσβυσε τή δύναμη τῆς φωτιᾶς κι ἔφραξε τά στόματα τῶν λιονταριῶν. Ἡ νηστεία ἀνεβάζει τήν προσευχή στόν οὐρανό, μέ τό νά γίνεται τρόπον τινά ἡ φτερούγα στήν πορεία πρός τά ἄνω. Ἡ νηστεία κάνει τά σπίτια νά προκόβουν, εἶναι ἡ μητέρα τῆς ὑγείας, ἡ παιδαγωγός τῆς νεότητας, τό στολίδι τῶν γερόντων, ἡ καλή σύντροφος τῶν ὁδοιπόρων, ὁ πιστός συγκάτοικος αὐτῶν πού συνοικοῦν».
ΟΙ ΚΑΡΠΟΙ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
« νηστεία προστατεύει τά νήπια, σωφρονίζει τό νέο, κάνει σεβαστό τό γέροντα. Διότι τά γεράματα, στολισμένα μέ τή νηστεία, γίνονται πιό σεβαστά.
Γιά τίς γυναῖκες εἶναι ὁ πιό κατάλληλος στολισμός, γι’ αὐτούς πού βρίσκονται στήν ἀκμή τῆς ἡλικίας, τό χαλινάρι· εἶναι τό φυλακτό τῶν συζύγων καί ἡ τροφός αὐτῶν πού παρθενεύουν. Μέ αὐτούς τούς τρόπους ἡ νηστεία βοηθᾶ σέ κάθε σπίτι.
Ποιά, ὅμως, εἶναι ἡ σημασία της γιά τή δημόσια ζωή μας; Ὁλόκληρη τήν πόλη καί ὅλο τόν λαό τούς ἐπαναφέρει ἀμέσως στήν τάξη, καταστέλλει τίς κραυγές, ἀπομακρύνει τίς κακολογίες… Ἄν ὅλοι τήν παρελάμβαναν ὡς σύμβουλο σ᾿ αὐτά πού ὀφείλουν νά πράξουν, τίποτε δέν θά ἐμπόδιζε νά εἴχαμε βαθιά εἰρήνη σ᾿ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη…
Κι οὔτε πάλι ὁ βίος μας θά ἦταν τόσο πολυστένακτος καί γεμάτος κατήφεια, ἄν ἡ νηστεία κυβερνοῦσε τή ζωή μας. Διότι εἶναι φανερό ὅτι θά δίδασκε σέ ὅλους ὄχι μόνο τήν ἐγκράτεια τῶν τροφῶν, ἀλλά τήν πλήρη ἀποφυγή καί ἀποξένωση ἀπό τή φιλαργυρία, τήν πλεονεξία καί ἀπό κάθε ἄλλη κακία».
( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ. Συμεών Κούτσα)
No comments:
Post a Comment
Note: Only a member of this blog may post a comment.