Sunday, September 27, 2015

“Οι αρετές” ( από το βιβλίο “ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ” )


Με πολλή σοφία και γνώση ο προφήτης Δαβίδ ορίζει το διπλό περιεχόμενο της ενάρετης πολιτείας, όταν συμβουλεύει: “Φύγε μακριά από το κακό και κάνε το αγαθό” (Ψαλμ. 33:15). Για την αποφυγή του κακού γράψαμε αρκετά στο πρώτο μέρος. Στο δεύτερο θα γράψουμε για την τέλεση του αγαθού, την άσκηση των αρετών, καθώς και για την τελική Κρίση, τον παράδεισο και την κόλαση.

Θα ξεκινήσουμε, κάνοντας μια στοιχειώδη ιεράρχηση των αρετών, για να ξέρεις ποιες είναι οι ανώτερες και σπουδαιότερες.

Όλες οι αρετές χωρίζονται σε δύο τάξεις: Στις πνευμαιτκές και αόρατες, εκείνες δηλαδή που βιώνονται και καλλιεργούνται από τον άνθρωπο εσωτερικά, και στις εξωτερικές και ορατές, εκείνες που εκδηλώνονται και φαίνονται. Στην πρώτη τάξη ανήκουν οι τρεις θεολογικές αρετές -πίστη, ελπίδα και αγάπη, με κορυφαία την τελευταία, που είναι η βασίλισσα των αρετών -καθώς και άλλες όμοιες μ΄αυτές, όπως είναι η ταπείνωση, η υπομονή, η ευλάβεια, η διάκριση, η καταφρόνηση του κόσμου, η απάρνηση του ιδίου θελήματος κ.λ.π. Στη δεύτερη τάξη ανήκουν η νηστεία, η αγρυπνία, η ελεημοσύνη, η προσευχή, η αναχώρηση (του μοναχού) κ.λ.π. Κι αυτές, βέβαια, πρέπει να τις ασκούμε με αγαθή προαίρεση και θεάρεστη ψυχική διάθεση, η επιτέλεσή τους όμως γίνεται με πράξεις κι εκδηλώσεις εξωτερικές, γι΄αυτό και είναι πολύ ευκολότερα αντιληπτές απ΄ό,τι οι πρώτες.

Όλες οι αρετές είναι ψυχωφελείς και αναγκαίες για τη σωτηρία μας, περισσότερο όμως οι πνευματικές, γιατί, όπως είπε ο Κύριος στη Σαμαρείτιδα, “ο Θεός είναι πνεύμα, κι εκείνοι που τον λατρεύουν, πρέπει να τον λατρεύουν πνευματικά κι αληθινά” (Ιω. 4:24). Ο απόστολος Παύλος, επίσης, γράφει στον άγιο Τιμόθεο: “Να γυμνάζεσαι στην ευσέβεια. Γαιτί η εκγύμναση του σώματος λίγο ωφελεί, η ευσέβεια, όμως, είναι ωφέλιμη για όλα” (Α΄Τιμ. 4:7-8 ).

Αν όμως αξιολογούμε σαν ανώτερες τις εσωτερικές αρετές, δεν καταφρονούμε καθόλου και τις εξωτερικές, γιατί απ΄αυτές οδηγούμαστε στις πρώτες και μ΄αυτές τις αποκτάμε και τις συντηρούμε. Για παράδειγμα, η αναχώρηση λυτρώνει από πειρασμικά θεάματα, ακούσματα και συντυχίες κοσμικών ανθρώπων. Η νηστεία αδυνατίζει το σώμα, καταστέλλει τη ροπή του προς την αμαρτία, υψώνει το πνεύμα και βοηθάει έτσι στην προσευχή και στην πνευματική μελέτη. Και όλα αυτά, με τη σειρά τους, συντελούν στην απόκτηση υπομονής, ταπεινοφροσύνης, ευλάβειας κ.λ.π. Θα μπορούσαμε δηλαδή να πούμε, ότι οι εσωτερικές αρετές αποτελούν τους ποθούμενους στόχους, ενώ οι εξωτερικές τα μέσα για την πραγματοποίησή τους, οι δεύτερες πραγματώνουν τη θεραπεία, ενώ οι πρώτες τη σωτηρία. Έτσι, όλες τις αρετές τις χρειαζόμαστε για να φτάσουμε στον προορισμό μας, την αιώνια ένωση με το Θεό.

Με τη συνοπτική αυτή ανάλυση, γίνεται φανερή τόσο η παλαιότερη πλάνη των Φαρισαίων όσο και η νεότερη των Λουθηροκαλβινιστών.

Οι Φαρισαίοι, σαν κενόδοξοι και σαρκικοί, δεν έδιναν καμιά σημασία στις εσωτερικές αρετές, κάνοντας μόνο εξωτερικά καλά έργα, και μάλιστα επιδεικτικά, για να φαίνονται ενάρετοι στους ανθρώπους. Γι΄αυτό ο Κύριος τους ξεσκέπασε, τους καταδίκασε και τους ταλάνισε σκληρά:

“Αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές, γιατί δίνετε στο ναό το ένα δέκατο από το δυόσμο και το άνηθο και το κύμινο, και δεν τηρείτε τις σπουδαιότερες εντολές του νόμου, τη δικαιοσύνη και την ευσπλαχνία και την πιστότητα. Αυτά έπρεπε να κάνετε, χωρίς να παραμελήσετε εκείνα. Αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές, γιατί μοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, που εξωτερικά φαίνονται ωραίοι, εσωτερικά όμως είναι γεμάτοι κόκαλα νεκρών και κάθε λογής ακαθαρσία. Έτσι κι εσείς, εξωτερικά φαίνεστε ευσεβείς στους ανθρώπους, κι εσωτερικά είστε γεμάτοι υποκρισία και ανομία” (Ματθ. 23:23, 27-28 ).

Τη φαρισαϊκή “δικαιοσύνη” ελέγχει και στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός, όταν λέει με το στόμα του προφήτη Ησαϊα: “Ο λαός αυτός με πλησιάζει με το στόμα του και με τιμάει με τα χείλη του, η καρδιά του όμως βρίσκεται πολύ μακριά από μένα” (Ης. 29:13). Και αλλού: “Τι να τις κάνω τις πολλές θυσίες σας; Το θυμίαμά σας μου φαίνεται σιχαμερό. Δεν ανέχομαι τις γιορτές της πρωτομηνιάς και τα σάββατα και τη μεγάλη ημέρα του εξιλασμού. Όταν υψώνετε τα χέρια σας σε προσευχή, θα αποστρέψω τα μάτια μου από σας” (Ησ. 1:11, 13, 15).

Γιατί ο Θεός αποστρέφεται εκείνα που πρόσταξε ο Ίδιος να τελούνται απαρασάλευτα; Γιατί δεν δέχεται πράξεις ευσέβειας, με τις οποίες απονέμεται τιμή και προσκύνηση στο άγιο όνομά Του και στη θεία μεγαλοσύνη Του; Καταδικάζει, λοιπόν, ο Κύριος αυτές τις πράξεις;… Όχι, δεν τις καταδικάζει. Τις δέχεται κι αυτές, και μάλιστα ευάρεστα, όταν όμως συνοδεύονται και από τις εσωτερικές αρετές, όπως φανερώνει στη συνέχεια του λόγου του ο προφήτης Ησαϊας: “Λουσθείτε με τη μετάνοια και γίνετε καθαροί. Αφαιρέστε τ΄αμαρτωλά πάθη από τις ψυχές σας, για να μη φαίνονται ακάθαρτες στα μάτια μου. Σταματήστε πια τις ανομίες σας. Μάθετε να κάνετε το καλό. Ζητήστε μ΄όλη σας την καρδιά το δίκαιο” (Ησ. 1:16-17).

Έτσι αιτιολογείται και η αποδοκιμασία του Φαρισαίου εκείνου, που με τόση αφροσύνη έλεγε στην προσευχή του: “Θεέ μου, σ΄ευχαριστώ που δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγας, άδικος, μοιχός ή και σαν αυτόν εδώ τον τελώνη. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα και δίνω στο ναό το δέκατο απ΄όλα τα εισοδήματά μου” (Λουκ. 18 :11-12). Βλέπεις εδώ τρία μεγάλα κακά; Την έπαρση -“δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους”, -, την περιφρόνηση του πλησίον - “ή και σαν αυτόν εδώ τον τελώνη” - και την αυτοδικαίωση, την αυτάρκεια, την ψευδαίσθηση δηλαδή πώς είναι δίκαιος, πράγμα για το οποίο ευχαριστεί το Θεό, αντί να ζητάει το έλεος Του.

Ο κίνδυνος του φαρισαϊσμού είναι μεγάλος για όλους μας. Καλύτερα να είσαι αμαρτωλός και να ομολογείς ταπεινά την κακία σου, παρά ενάρετος τάχα και υπερήφανος. Γιατί ο αμαρτωλός, με την παραδοχή της πνευματικής του αρρώστιας, βάζει αρχή διορθώσεως, θεραπείας και σωτηρίας. Όποιος όμως δεν γνωρίζει ούτε παραδέχεται πώς είναι άρρωστος, πώς θα γιατρευτεί; Γι΄αυτό ο Κύριος είπε κάποτε στους Φαρισαίους, ότι οι τελώνες και οι πόρνες θα μπουν πρίν απ΄αυτούς στη βασιλεία Του (Ματθ. 21:31).

Οι Προτεστάντες πάλι, Λουθηρανοί και Καλβινιστές και άλλοι, διαπιστώνοντας τη φαρισαϊκή πλάνη και θέλοντας να την αποφύγουν, κατάντησαν στο άλλο άκρο και σε πλάνη χειρότερη, γιατί καταφρόνησαν ολότελα τις εξωτερικές αρετές. Ο Κύριος όμως το είπε καθαρά, όπως είδαμε πιο πάνω, σ΄ένα αγιογραφικό απόσπασμα: “Αυτά έπρεπε να κάνετε, χωρίς να παραμελήσετε κι εκείνα” (Ματθ. 23:23).

Η γνήσια χριστιανική διδασκαλία, που διαφυλάσσεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία, απορρίπτει και τα δύο άκρα, ακολουθώντας τη βασιλική και σωτήρια οδό της αληθινής εν Χριστώ δικαιοσύνης, εκείνης δηλαδή πού αποδίδει έμπρακτα την πρέπουσα αξία και αναγνωρίζει τον καθοριστικό για τη σωτηρία ρόλο τόσο στις εσωτερικές όσο και στις εξωτερικές αρετές.

Όλες οι ενέργειές μας, εσωτερικές και εξωτερικές, στρέφονται γύρω από τρεις άξονες, σχετίζονται με τρία πρόσωπα:

το Θεό, τον πλησίον και τον εαυτό μας.

Η σχέση μας με τα τρία αυτά πρόσωπα καθορίζει την ποιότητα της πνευματικής μας ζωής. Και μια σωστή σχέση προϋποθέτει την πρέπουσα καρδιακή τοποθέτηση.


Με απλά λόγια, λοιπόν, για να το καταλάβεις καλύτερα, σου λέω μεταφορικά, πώς


απέναντι στο Θεό πρέπει να έχεις καρδιά τέκνου,

απέναντι στον πλησίον καρδιά μάνας και

απέναντι στον εαυτό σου καρδιά δικαστή.



από το βιβλίο “ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ” του μοναχού Αγαπίου Λάνδου του Κρητός

Ο καρπός μιας νυχτερινής προσευχής ....


 Δι’ ευχών των αγίων Πατέρων ημών…, η φωνή του Αφυπνιστή, αντήχησε μέσα στην παγωμένη νύχτα του χειμώνα και ταυτόχρονα ένας ρυθμικός χτύπος ακούστηκε στην πόρτα του κελλιού. Ο μοναχός ξύπνησε. Κοίταξε γύρω του. Σκοτάδι απλώθηκε σ’ όλο το κελλί του. Η αμέλεια ρίχνει τα πρώτα βέλη της, για να λαβώσει τον αγωνιστή.

- «Είναι νωρίς ακόμη», του ψιθυρίζει. «Κοιμήσου λίγο να ξεκουραστείς και αργότερα με όρεξη… θα κάνεις τα πνευματικά σου».

Ο μοναχός όμως δε φαίνεται να συμφώνησε με το λογισμό.

- «Αμήν», απαντά αμέσως. Η πρώτη νίκη της νύχτας! Και ταυτόχρονα χαρά μεγάλη στον ουρανό. Οι άγγελοι χειροκρότησαν τον αγωνιστή. Αλλά ο δαίμονας της αμέλειας δεν αποθαρρύνεται.

- «Είναι νύχτα και έχει υγρασία. Πώς θα προσευχηθείς;»

Και είναι αλήθεια πως στον Άθω αυτή την εποχή έχει υγρασία. Το «δι’ ευχών» ακούγεται και πάλι έξω από την πόρτα.

- «Αμήν! Αμήν!», ξαναφώναξε ο Αδελφός. Δεν υπέκυψε στη φωνή του Πονηρού, που προσπαθούσε να τον δελεάσει με την πρόσκαιρη απόλαυση του ύπνου.

- «Ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι», ψέλισσε. Ύστερα επικαλέστηκε τον Κύριο: «Βοήθα με, Θεέ μου, να σηκωθώ». Ο φύλακας άγγελος της ψυχής, που αγρύπνησε όλη τη νύχτα στο κελλί του μοναχού, χαρούμενος τού έδωσε το χέρι, για να τον σηκώσει, κι έτσι ο αδελφός πετάχτηκε ολόρθος επάνω. Φόρεσε το μάλλινο χοντρό σκούφο του και ψηλαφώντας με τα ροζιασμένα χέρια του τους κρύους τοίχους, άναψε με δυσκολία το καντήλι.

Έπειτα σταυροκοπήθηκε με ευλάβεια αργά-αργά κι ατένισε διστακτικά και με φόβο προς το αμόλυντο πρόσωπο του Κυρίου. Ύστερα γύρισε προς την Κυρία του Όρους. Εκεί πήρε η έκφραση του προσώπου του ένα παρακλητικό ύφος. Τέλος στράφηκε και πάλι προς τον Παντοδύναμο με αποφασιστικότητα.

- «Εις το Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος…», πρόφερε με τη βραχνή φωνή του και άρχισε την προσευχή του. Αυτό ήταν όλο. Έφυγε ο δαίμων της αμελείας σκυθρωπός και κατησχυμμένος.

Στο εικονοστάσι η εικόνα του Χριστού με το Ευαγγέλιο ανοιχτό. Ο αδελφός δεν μπορεί να διακρίνει τι γράφουν οι σελίδες του, μέσα στο ταπεινό φως του κελλιού του.

- «Θα προχωρήσω κοντά να διακρίνω τι λέει», σκέφτηκε.

«Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι κἀγώ ἀναπαύσω ἡμᾶς…».

«Αν βάλω εγώ ένα βήμα να πλησιάσω την εικόνα Του, θα βάλει κι Εκείνος άλλα εννέα, για να σώσει την εικόνα Του, την πανάθλια ψυχή μου. Αρκεί να δει την προσπάθειά μου. Αν διώξω την αμέλεια, θα μου δώσει προσευχή. Αν διώξω τον ύπνο, θα μου δώσει τη θεία Χάρη Του.

«Μας καλεί ο Χριστός να τον πλησιάσουμε. Να αφήσουμε τα γήινα, τις αναπαύσεις, τις απολαύσεις, τις υπερβολικές μέριμνες, το άγχος, τα πάθη μας, τις μικρότητές μας, τις ατέλειές μας, την οκνηρία μας, τον πόνο, τις θλίψεις μας και να κάνουμε ένα βήμα προς Αυτόν. Αυτό το λίγο, το ένα βήμα που θα κάνουμε, θα το πολλαπλασιάσει. Θα μας ανακουφίσει από ό,τι μας βαραίνει. Θα μας γεμίσει απ’ ό,τι έχουμε ανάγκη. Θα μας λυτρώσει από όποια θλίψη πιέζει την ψυχή και το σώμα μας».

Αυτά μονολόγησε κι έπειτα έμεινε για λίγο σιωπηλός.

Σε λίγο κοίταξε το εικόνισμα. Σαν να συνήλθε από τους λογισμούς του και άρχισε να γυρίζει το κομποσχοίνι. Το κομποσχοίνι μοιάζει με ιμάντα, ο οποίος κινεί τη μηχανή της ψυχής. Συνδέει το σώμα με την ψυχή. Σε λίγο, ενώ τραβούσε ρυθμικά το κομποσχοίνι, άρχισε να σκέφτεται τα ουράνια, να ανεβαίνει σε θεωρίες υψηλές, να σκέφτεται για τον Θεό, για τους Αγγέλους, για τη Δημιουργία του Σύμπαντος, για την Ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, για την Παγκόσμια Ανάσταση όλων στους εσχάτους χρόνους, για τη Δευτέρα Παρουσία, για την Κόλαση και τον Παράδεισο. Θυμήθηκε θαυμαστά γεγονότα που του συνέβησαν παλαιότερα, όπου η Χάρη του Θεού ήταν εμφανής. Έφερε στο νου του αγίους και εναρέτους άνδρες με τους οποίους συναναστράφηκε στο παρελθόν και συλλογίστηκε τον τρόπο με τον οποίο ζούσαν την εν Χριστώ ζωή ο καθένας. Όλα όμως αυτά ήταν εισαγωγικά για την προσευχή του.

- «Θα προσπαθήσω», λέει «να τα αφήσω όλα αυτά και να διώξω κάθε λογισμό». Του ήρθε στο νου η φράση του γέροντος απ’ το Γεροντικό «νουν τηρούμεν».

Συγκεντρώνει το νου του στα λόγια της ευχής του Ιησού «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με…». Λέει την ευχή αργά, ρυθμικά και με νόημα. Ακόμη όμως δεν αισθάνεται τίποτε το διαφορετικό στην ψυχή του. Τίποτε το θεϊκό. Αν και δεν το ψάχνει με άγχος. Απλά και ήρεμα και ό,τι δώσει ο Θεός. Το μόνο που θέλει είναι να ενώσει το νου του με τον Θεό.

Κάποια στιγμή φαίνεται να επιμένει περισσότερο στην ευχή· αλλά καμιά αλλοίωση στην ψυχική του διάθεση. Κάτι δεν κάνει σωστά, κάτι ξέχασε. Πέρασαν ακόμη λίγα λεπτά, αλλά τίποτε. Τότε θυμήθηκε το γραφικό: «Ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι Χάριν». Του ήρθε μάλιστα εκείνη τη στιγμή, σαν αστραπή στο νου, το πάθημα του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου, που δεν ταπεινωνόταν στην προσευχή του. «Λοιπόν, πρέπει να βάλω τον εαυτό μου κάτω από όλους τους ανθρώπους, σκέφτηκε, αφού τέτοιος είμαι· ο πιο αμαρτωλός άνθρωπος».

Τι το επέκεινα; Δεν παραβλέπει ο Θεός την προσπάθειά του, κι ενώ εκείνος τραβούσε ρυθμικά το κομποσχοίνι, άκουσε Εκείνος τη δέησή του και θέλησε να τον παρηγορήσει. Αφού ταπεινώθηκε τόσο και αγωνίστηκε τόσο, κάμφθηκε η ευσπλαχνία Του. Και τι συνέβη; Άρχισε να γεμίζει η ψυχή του από τη Χάρη του Θεού. Να αγαλλιάζει. Να ηρεμεί. Να λεπτύνεται ο νους του. Αισθάνθηκε στο νου του διαύγεια.

Του έφυγε η νύστα και η οκνηρία. Του ήρθε όρεξη για περισσότερη προσευχή. Μια χαρά ανεκλάλητος πότισε όλες τις φλέβες του. Του ήρθε μια αγάπη για τον Θεό, μια ανεξήγητη και απρόσμενη συμπάθεια προς τον πλησίον, προς όλους τους ανθρώπους. Πέφτει κάτω στο έδαφος, γονατίζει και χύνει δάκρυα· δάκρυα ασταμάτητα. «Ήμαρτον Θεέ μου», κραυγάζει με λυγμούς, «και ουκ ειμί άξιος ατενίσαι εις το ύψος του ουρανού». Δεν μπορεί να πει άλλα λόγια. Το μόνο που κάνει είναι το ότι προφέρει ακαταπαύστως τη μονολόγιστη ευχή του Ιησού. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, Ιησού μου γλυκύτατε»…

Έχει προχωρήσει η νύχτα. Ξάφνου ακούγεται η καμπάνα που προειδοποιεί πως σε λίγο θα αρχίσει η ακολουθία. Δεν κατάλαβε πότε πέρασαν τόσες ώρες. Εγείρεται, και αρχίζει να ετοιμάζεται για τη νυχτερινή ακολουθία. Σε λίγο ακούγεται ο ρυθμικός χτύπος του ταλάντου.

- «Εξεγερθέντες του ύπνου προσπίπτομέν σοι, Αγαθέ…», κάποιος από τους αδελφούς στην Εκκλησία άρχισε να αναγινώσκει το Μεσονυκτικό. Οι Πατέρες ένας-ένας κατεβαίνουν στο καθολικό*. Ανάμεσά τους κι ο αγωνιστής αδελφός. Χαιρετούν τα εικονίσματα. Καταλαμβάνουν τα στασίδια σαν μέλισσες που μπαίνουν στις φωλιές τους. Εκεί θα συνεχίσουν την υπόλοιπη νύχτα πάλι με προσευχή. Το πνευματικό νέκταρ, που απήλαυσαν προ ολίγου στο κελλί τους, αυξάνεται. Αλλάζει χρώμα, γίνεται μέλι, γλυκαίνει το νου και τρέφει την ψυχή. Η ευχή του Ιησού τρέχει συνέχεια στο στόμα τους.

Ο αδελφός όρθιος ατενίζει την εικόνα του Παντοκράτορος στο τέμπλο. Έτσι προσηλωμένος στις θείες θεωρίες, ούτε κατάλαβε πότε έφθασε η ακολουθία στην Απόλυση.

- «Δι’ ευχών των αγίων Πατέρων ημών…». Ο εφημέριος με το βλέμμα προσηλωμένο κάπου βαθιά στο δάπεδο, στα τρία μέτρα, κάνει την απόλυση κι επισφραγίζει τη νυχτερινή ακολουθία. Ο αδελφός εξέρχεται μεταρσιωμένος, κρατώντας μια πνευματική ανθοδέσμη με άνθη ευωδιαστά. Είναι οι καρποί της χθεσινής νύχτας. «Δόξα σοι ο Θεός…», προφέρει το στόμα του και χάνεται μέσα σ’ ένα υπέροχο αγιορείτικο λυκαυγές, που άρχισε να απλώνει στον ορίζοντα τα θαυμάσια χρώματά του…