Sunday, August 1, 2021

Εὐλογία κατὰ τὴν θεία Λειτουργία ( Ἅγιος Γαβριὴλ ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς )

Ἄν γνωρίζατε πόση εὐλογία ἔρχεται κατὰ τὴν θεία Λειτουργία, θὰ μαζεύατε μέχρι καὶ τὴν σκόνη ἀπὸ τὸ πάτωμα τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ πλύνετε μ’ αὐτὴ τὸ πρόσωπό σας.
 
Ἅγιος Γαβριὴλ ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς

Wednesday, June 30, 2021

Συγκλονιστικό θαύμα της Παναγίας και οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός

Διηγείται μια γυναίκα:
"Το όνομα μου είναι Αθηνά Παππά. Στις 24-10-08 ο υιός μου Σπυρίδων είχε ένα σοβαρότατο τροχαίο. Είχε χτυπήσει στο κεφάλι και είχα αιματώματα στον εγκέφαλο, νεκρά κύτταρα τα οποία δεν αναπλάθονται ποτέ ξανά και θλάση στο κέντρο του εγκεφάλου.Ήταν στην εντατική του Ν.Ν.Α επί 29 πραγματικά πολύ δύσκολες μέρες διότι ήταν σε κώμα, διασωληνωμένος γιατί δεν μπορούσε ν’ αναπνεύσει και επιπλέον είχε αρχίσει η εσωτερική σήψη στα όργανά του. Το αποκορύφωμα ήταν η 45-λεπτη ανακοπή που έκανε 3 ημέρες πριν την γιορτή της Παναγίας (τα εισόδια της Θεοτόκου). Απ’ την ανακοπή του έμεινε ανεπάρκεια στην καρδούλα του, που θα την είχε για όλη του την ζωή.

Ο γιός μου ήταν 16 χρονών όταν συνέβη το τροχαίο. Εμείς πλέον δεν ξέραμε τι να παρακαλέσουμε τον Θεό. Οι γιατροί είπαν ότι αν ζήσει θα μείνει φυτό γιατί το χτύπημα στον εγκέφαλο είναι σ’ ένα σημείο όπου απ’ εκεί φεύγουν όλες οι πληροφορίες.Μετά την ανακοπή και ενώ ήταν σε κώμα συνέχισε να βαραίνει. Δεν ανέπνεε, δεν λειτουργούσαν τα όργανά του, του έβαζαν αίμα και είχε πάρει και λοίμωξη όπου είχε 40 πυρετό. Παρακαλούσαμε τον Θεό με τον άντρα μου να τον αναστήσει, δεν ξέραμε τι να πρωτοπαρακαλέσουμε. Την επόμενη μέρα απ’την ανακοπή κάναμε ακόμη μία λειτουργία στον Άγιο Σπυρίδωνα, την εκκλησία που ήταν μέσα, στον προαύλιο χώρο του Ν.Ν.Α. Η λειτουργία τελείωσε στις 10 περίπου το πρωί. Όταν άνοιξε το επισκεπτήριο στις 13.00 μάθαμε ότι είχε περάσει ο πνευματικός μας κύριος Στέφανος Νταλιάνης και διάβασε το παιδί μας στην εντατική κατόπιν εντολής του πατρός Παΐσίου και Ευμενίου που έχουν κοιμηθεί. Μπήκαμε στο δωμάτιο του και ώ του θαύματος το παιδί απ’ τον λαιμό και κάτω ήταν αναστημένο. Ο πυρετός ήταν 36,6, τα νεφρά του δούλευαν κανονικά, είχε πολλά ούρα και κόπρανα και ανέπνεε μόνος του χωρίς μηχάνημα. Επιπλέον η καρδιά του δούλευε μόνη της χωρίς το μηχάνημα.
Οι γιατροί μας είπαν: πρόκειται για θαύμα. Ξαφνικά πήρε μπρος και εκτός από το κεφάλι του (ήταν σε κώμα) όλο του το σώμα δούλευε ρολόι. Αν συνεχίσει έτσι, μας είπαν, σε 2 ημέρες θα βγει από την εντατική. Όσο για τον εγκέφαλο μας είπαν θα μείνει φυτό…

Σε δύο ημέρες ξημέρωναν τα εισόδια της Θεοτόκου. Το πρωί κάναμε λειτουργία πάλι στον Άγιο Σπυρίδωνα και φύγαμε να πάμε στο Τζάνειο νοσοκομείο, διότι εκεί θα μετέφεραν το γιο μας. Καθώς πηγαίναμε στο Τζάνειο άρχισα να φωνάζω υστερικά. «Έκλαψε η Παναγία και θέλω να μου φέρετε τα δάκρυά της. Κλαίει για τον Σπύρο μου». Η αδερφή μου και ο άντρας μου προσπαθούσαν να με ηρεμήσουν, όμως εγώ ήμουν ανένδοτη και πολύ εχθρική μαζί τους γιατί δεν με πίστευαν. Φώναζα συνεχώς ότι κλαίει η Παναγία κάπου στον Ορωπό για τον Σπύρο μου αλλά όλοι με θεωρούσαν τρελή. Δεν ήξερα τι έλεγα όμως επέμενα πολύ. Σε σημείο που μ’ άκουγαν οι γιατροί του Τζανείου και οι ασθενείς και προσπαθούσαν να με ηρεμήσουν. Εγώ ανένδοτη. Ωστόσο η ώρα περνούσε και το ασθενοφόρο που μετέφερε το παιδί μας απ’ το Ν.Ν.Α δεν φαινότανε πουθενά. Εγώ γκρίνιαζα για τα δάκρυα της Παναγίας, μ’ έπιασε ανησυχία επειδή αργούσε να ‘ρθει το παιδί. Στις 1.30 περίπου το μεσημέρι έφτασαν. Εγώ έκλαιγα πολύ και παρακαλούσα τους συγγενείς να μου φέρουν τα δάκρυα της Παναγίας μέχρι που είδα το φορείο με τους γιατρούς που συνόδευαν το παιδί μας να έρχονται… Οι γιατροί ήταν χαμογελαστοί… Το παιδί είχε ξυπνήσει καθ’ οδόν προς το Τζάνειο γι’ αυτό άργησαν να μας το φέρουν…

Είδαμε το παιδί μας ξύπνιο και δεν το πιστεύαμε. Τα μάτια του ήταν στη θέση τους και το αιμάτωμα που είχε στα μάτια είχε εξαφανιστεί. Είχε ξυπνήσει και είχε ξυπνήσει καλά. Ακόμη βέβαια δεν ξέραμε τι θα λειτουργούσε απ’ το σώμα του και τι όχι διότι μόνο μας κοιτούσε… Είχε ακόμη τραχειοστομία και την γαστροστομία…

Μόλις τακτοποιήσαμε το παιδί στο δωμάτιο εγώ άρχισα πάλι να φωνάζω και να μαλώνω με όλους. «Κλαίει η Παναγία για τον Σπύρο μου», τους έλεγα. Πηγαίνετε να μου φέρετε τα δάκρυά της. Κανείς δεν με καταλάβαινε, κανείς δεν με πίστευε. Κανείς δεν μου έδινε καμία σημασία… Σε 2 ώρες περίπου και ενώ περιποιόμουν το γιο μου χτύπησε το κινητό μου και ήταν μια φίλη η οποία με ρώτησε σε ποιο νοσοκομείο και σε ποιο δωμάτιο είμαστε για να ‘ρθει. Μόλις ήρθε της λέω: «Μου ‘φερες τα δάκρυα της Παναγίας»; Εκείνη με κοίταξε κάπως και μου είπε ότι η πεθερά της είχε πάει εκδρομή στον Ορωπό αλλά πρώτα πέρασε απ’ την εκκλησία ν’ ανάψει ένα κερί. Εκεί έμαθε ότι η εικόνα της Παναγίας μυροβλύζει και κάθε χρόνο που είναι τα εισόδια της Θεοτόκου ανοίγουν την εικόνα και παίρνουν το μύρο. Πήρε μύρο για κείνη και θυμήθηκε και μένα και ζήτησε απ’ τον ιερέα και για μένα. Το ‘δωσε στη νύφη της κι εκείνη έτρεξε και μου το ‘φερε. Παίρνω το μύρο απ’ τα χέρια της και χωρίς δεύτερη σκέψη το κάνω χαπάκι και του το βάζω με τη σύριγγα απ’ την γαστροστομία που είχε στο στομάχι. Εκεί ηρέμησα και δικαιώθηκα κιόλας στους συγγενείς μου.

Το ίδιο βράδυ γύρω στις 1.30 μπήκαν 2 γιατροί στο δωμάτιο οι οποίοι στάθηκαν πάνω απ’ το παιδί το κοίταξαν κάτι είπαν μεταξύ τους και έφυγαν. Είπα στην αδερφή μου να τρέξει στο διάδρομο να τους προλάβει νε μας πουν τι είδανε, όμως εκείνη δεν τους είχε δει. Την επόμενη το πρωί που πήγα να κοινωνήσω στην εκκλησία του Τζανείου είδα ότι η εικόνα των Αγίων Αναργύρων και οι γιατροί που είχαν έρθει ήταν τα ίδια πρόσωπα. Απ’ εκείνη την ημέρα τ’ αποτελέσματα ήταν θεαματικά. Ο Σπύρος μου έβγαλε την τραχειοστομία, την γαστροστομία, επικοινωνούσε και σε μία εβδομάδα δειλά-δειλά περπατούσε. Ο υπέρηχος της καρδιάς έδειξε ότι έχει καινούρια καρδιά και η μαγνητική εγκεφάλου έδειξε ότι το παιδί μας δεν είχε χτυπήσει ποτέ. Βγήκαμε την ημέρα του Αγ. Σπυρίδωνος απ’ το νοσοκομείο περπατώντας. Οι γιατροί μας είπαν: Δεν ξέρουμε που πιστεύετε αλλά όλ’ αυτά η επιστήμη δεν μπορεί να τα εξηγήσει.

Πρέπει ακόμη να πώ ότι ο σταυρός που έφερε ο πνευματικός μας στην εντατική και σταύρωσε το παιδί μας κοκκίνισε. Η Παναγία σκέπασε το παιδί μας και τόσο ταπεινοί είναι οι Άγιοι μας όπου ανάστησαν το Σπύρο μας και σήμερα είναι εντελώς καλά."

Friday, May 21, 2021

ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ ΑΓΙΟΥ ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ

Ευλογήσαντος του Ιερέως λέμε το «Κύριε Εισάκουσον» μεθ' ο το Θεός Κύριος και τα επόμενα τροπάρια


Ήχος δ'. Ο υψωθείς
Της ευθυμίας ο φερώνυμος πάτερ, της εν Χριστώ με ευθυμίας δοχείον, ανάδειξον ταις θείαις σου Ευθύμιε ευχαίς, ίνα ευγνωμόνως σε, εν ψαλμοίς μεγαλύνω και ευσήμω στόματι ανακράζω τοιαύτα: χαίροις Οσίων κλέος το λαμπρόν και μοναζόντων σεπτόν ακροθίνιον.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
Της ευθυμίας ο φερώνυμος πάτερ, της εν Χριστώ με ευθυμίας δοχείον, ανάδειξον ταις θείαις σου Ευθύμιε ευχαίς, ίνα ευγνομόνως σε, εν ψαλμοίς μεγαλύνω και ευσήμω στόματι ανακράζω τοιαύτα: χαίροις Οσίων κλέος το λαμπρόν και μοναζόντων σεπτόν ακροθίνιον.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.
Ου σιωπήσωμεν ποτέ Θεοτόκε, τας δυναστείας σου λαλείν οι ανάξιοι, ει μη γαρ συ προϊστασο πρεσβεύουσα, τις ημάς ερύσατο εκ τοσούτων κινδύνων, τις δε διεφύλαξεν εως νυν ελευθέρους; Ουκ αποστώμεν Δέσποινα εκ σου, σους γαρ δούλους σώζεις αεί, εκ παντοίων δεινών.

Ο Ν' ψαλμός και ο Κανών του Οσίου φέρων ακροστοιχίδαν εν τοις Θεοτοκίοις και τη θ' ωδή «Κωνσταντίνου»

Ωδή α'. Ήχος πλ. δ'. Υγράν διοδεύσας

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Ευθύμιε πάτερ αγγελικώς, βιώσας εν κόσμω, θείων έτυχες δωρεών, και δόξης ηξίωσαι αφράστου, εν ουρανοίς συν Οσίων τοις τάγμασι.

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Τρωθείς τη αγάπη του Ιησού, ηγήσω τα πάντα όναρ Όσιε και σκιάν, διο της αυτών πάτερ μερίμνης ταις σαις πρεσβείαις τους παίδας σου λύτρωσαι.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
Φωνή υπακούσας τη Θεϊκή, καλώς επορεύθης την ευθείαν πάτερ οδόν, ήν δίδου καμοί καλώς βαδίζειν σαις ικεσίαις τρισμάκαρ Ευθύμιε.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.
Κινδύνοις χειμάζομαι χαλεποίς και θλίψις με έχει Παντευλόγητε Μαριάμ, συ δ' η γηγενών παραμυθία, τον σον οικέτην καλώς παραμύθησον.

Ωδή γ'. Συ ει το Στερέωμα

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Όσιε Ευθύμιε, των λογισμών των θλιβόντων με, απάλλαξον θείαις σου πρεσβείαις, προς Χριστόν ον εδόξασας.

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Δίδου μοι ταπείνωσιν, δίδου μοι πάτερ κατάνυξιν, δίδου σωτηρίας μοι τον πόθον, σαις λιταίς, ώ Ευθύμιε.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
Φρόνημα το άστατον, εκ της ψυχής μου εκρίζωσον ευχών σου αγίων τη αξίνη, Θεοφόρε Ευθύμιε.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.
Ω Μήτερ Πανάμωμε, τον κεκλεισμένον Παράδεισον, διήνοιξας ου καμέ πολίτην, ταις ευχαίς σου ανάδειξον.


Διάσωσον τους υμνητάς σου Ευθύμιε Θεοφόρε, από κινδύνων δεινών και κακώσεων, ταις προς τον Κτίστην πρεσβείαις σου ευπροσδέκτοις.

Επίβλεψον εν ευμενία Πανύμνητε Θεοτόκε επι την εμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν, και ίασαι, της ψυχής μου το άλγος.


Αίτησις και το Κάθισμα
Ήχος β'. Πρεσβεία θερμή


Πρεσβεία τη ση, Ευθύμιε μακάριε, ημάς τους πιστώς υμνούντας σε διάσωσον, συμφορών και θλίψεων, και παντοίων άλλων κακώσεων. Τη γαρ Οσία πάτερ σου ζωή, Χριστόν τον Θεόν ημών εδόξασας.

Ωδή δ'. Εισακήκοα Κύριε

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Χαμερπές έχων φρόνημα, εν τη γή τρισμάκαρ δεινώς καθέλκομαι, αλλά συ ουν με ανάστησον, ταις αγίαις ευχαίς σου Ευθύμιε.

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Της ψυχής κατερρύπωσα, τον λευκόχρουν πάτερ χιτώνα πταίσμασι, αλλά σύ αυτόν Ευθύμιε, τη αγία σου χάριτι κάθαρον.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
Την ειρήνην σου δώρησον, ώ Χριστέ τω κόσμω σεπταίς δεήσες, Ευθυμίου του Θεόφρονος, του ψυχή ολική σε ποθήσαντος.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.
Νοσημάτων και θλίψεων, ρύσαι τους οικέτας σου Μητροπάρθενε, τους κυρίως Θεοτόκον σε ανυμνούντας αει και γεραίροντας.

Ωδή ε'. Φώτισον ημάς

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Στήριξον ημάς, των ευχών σου το στηρίγματι, του εχθρού γαρ του δεινού ταις προσβολαίς, παμμακάριστε Ευθύμιε κλονούμεθα.

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Θλίψις με δεινή, περιέσχε ώ Ευθύμιε, ήν εκδίωξον ταις Θείαις σου λιταίς, συμπαθείας γαρ υπάρχεις μάκαρ έμπλεως.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
Δάκρυα Χριστέ, μετανοίας δος τω δούλω σου, ικεσίαις Ευθυμίου του σοφού, του εν γή ασκητικώς σε μεγαλύνατος.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.
Σώσον με Αγνή, εκ παντοίων περιστάσεων, τον Σωτήρα γαρ εκύησας Χριστόν, απειράνδρως και αφράστως Μητροπάρθενε.

Ωδή στ'. Την δέησιν εκχεώ

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Δεσμοίς με της αμαρτίας έδησεν, ο εχθρός ο παλαμναίος δολίως, και εν ειρκτή παναθλία κρατούμαι, ην τοις εμοίς κατεσκεύασα πταίσμασι, σπεύσον ούν πάτερ και γενού, λυτρωτής μου ταις Θείαις πρεσβείαις σου.

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Ανήλθες των αρετών τη κλίμακι, προς ουράνιον Ευθύμιε ύψος, ένθα Χριστός τω στεφάνω της νίκης, την κεφαλήν σου ενδόξως κατέστεψεν, όθεν στεφάνωσον ημάς, αρετών τω στεφάνω πρεσβείαις σου.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
Ο τόκος σου ευθυμίας πρόξενος, τοις γονεύσι σου εγένετο πάτερ, όθεν λιταίς σου Ευθύμιε θείαις, της εν Χριστώ ευθυμίας με πλήρωσον, ίνα αυτόν δοξολογώ και γεραίρω τα ξένα σου τρόπαια.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.
Τεκούσα τον της ειρήνης πρύτανιν, σοι προσφεύγω Μαριάμ ανακράζων, το των πολέμων Θεόνυμφε νέφος τας των ανθρώπων καρδίας εκάλυψεν, ό της σης χάριτος φωτί, ικετεύω Παρθένε διάλυσον.

Διάσωσον τους υμνητάς Ευθύμιε Θεοφόρε, από κινδύνων δεινών και κακώσεων, ταις προς τον Κτίστην πρεσβείαις σου ευπροσδέκτοις.

Άχραντε η δια λόγου τον Λόγον ανερμηνεύτως, επ' εσχάτων των ημερών τεκούσα δυσώπησον, ως έχουσα μητρικήν παρρησίαν.

Αίτησις και το Κοντάκιον
Ήχος β'. Τοις των αιμάτων

Καταλιπών τα εν κόσμω ως πάνσοφος, υπερκοσμίων χαρίτων ηξίωσαι, διο σε τρισμάκαρ Ευθύμιε, ανευφημούμεν και πόθω κραυγαζομεν, ιλέωσαι πάτερ τον Κύριον.

Προκείμενον Ήχος δ

Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος του Οσίου αυτού

Στίχος: Μακάριος ανήρ ο φοβούμενος τον Κύριον, εν ταις εντολές αυτού
θελήσει σφόδρα.

Ε Υ Α Γ Γ Ε Λ Ι Ο Ν

Εκ του κατά Ματθαίον (ΙΑ'. 27-30)

Δόξα σοι Κύριε δόξα σοι.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
Ταις του σου Οσίου, πρεσβαίαις Ελεήμων, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.
Ταις της Θεοτόκου, πρεσβαίαις Ελεήμων, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Στίχος: Ελέησόν με ο Θεός κατά το μέγα έλεός σου και κατά το πλήθος
των οικτιρμών σου εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Όλην αποθέμενος, την κοσμικήν πραγματείαν, ως εχέφρων Όσιε, του Χριστού τοις ίχνεσι, ηκολούθησας και καλώς ώδευσας, την ευθείαν τρίβον, δι' ήλθες προς την άφθαρτον πόλιν Ευθύμιε, ένθα των σων πόνων απέλαβες τα γέρα και ηρίθμησαι, τοις των Ασωμάτων στρατεύμασι. Όθεν τους τελούντας, την μνήμην σου την πάντιμον πιστώς, ταις ιεραίς σου δεήσεσι, τω Χριστώ προσάγαγε.

Σώσον ο Θεός των λαόν σου…

Ωδή ζ'. Οι εκ της Ιουδαίας


Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Αθυμίας με πάτερ, περιέχει η ζάλη, Θείε Ευθύμιε, ην θείαις σου πρεσβείαις, εκδίωξον εν τάχει, απ' εμού του οικέτου σου, της ευθυμίας γαρ συ, επώνυμος υπάρχεις.

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Αμαράντινον στέφος, τη σεπτή κορυφή σου, Χριστός επέθηκε, βραβεύσας σου τους πόνους ούς δι' αυτόν ανδρείως εν ασκήσει υπήνεγκας.Αυτόν ουν πάτερ αεί, υπέρ ημών δυσώπει.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
Νοσημάτων ποικίλων, συμπτωμάτων παντοίων, και πάσης θλίψεως, απάλλαξον τους πίστει, τιμώντας σε βαθεία, και βοώντας τω Κτίσαντι ο των Πατέρων ημών, Θεός ευλογητός εί.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.
Αειπάρθενε Κόρη, γηγενών προστασία, η ακαταίσχυντος, εν βίου τη πορεία, καμέ τον σον οικέτην, ικετεύω προστάτευσον, εξ ορατών τε εχθρών, και αοράτων άμα.

Ωδή η'. Τον Βασιλέα

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Κατανοήσας, των εν τω βίω πραγμάτων, το επίκηρον Ευθύμιε Θεόφρον, έσπευσας συνάψαι σαυτόν Χριστώ προθύμως.

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Τας αλγηδόνας, της παναθλίας ψυχής μου, τη βοτάνη των αγίων ευχών σου, ίασαι και σώσον, Ευθύμιε τρισμάκαρ.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
Τη συντονία, των εναρέτων σου τρόπων, ευηρέστησας Ευθύμιε τον Κτίστην, όν ως παρρησίαν πλουτών αεί δυσώπει.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.
Νοός μου Κόρη, την χαλεπήν σκοτομήνην, διασκέδασον τη ση αγλαΐα, η το φως του κόσμου, τεκούσα απειράνδρως.


Ωδή θ'. Κυρίως Θεοτόκον

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Τους πίστει ευφημούντας, σε ψαλμοίς και ύμνοις, της εν Χριστώ σωτηρίας αξίωσον, ο της ερήμου πολίτης Θείε Ευθύμιε.

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Ισχύν Χριστέ παράσχου, ημίν τοις παναθλίως, πολεμουμένοις κακία του δράκοντος, του Ευθυμίου πρεσβείαις, του σου θεράποντος.

Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
Νοσούντα με κατ' άμφω Όσιε Κυρίου, της θεραπείας αξίωσον δέομαι, συ ιατρός γαρ υπάρχεις πάντων πανάριστος.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
Ο Όσιος Κυρίου ο δεδοξασμένος, ας σοι αιτήσεις προσήνεγκον πλήρωσον, και των της γης φθειρομένων δείξον ανώτερον.

Και νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.
Υπερευλογημένη, Άχραντε Μαρία, όν απειράνδρως εκύησας Κύριον υπέρ ημών εκδυσώπει, οία φιλεύσπλαχνος.

Το Άξιον εστί και τα Μεγαλυνάρια

Χαίροις μοναζόντων η καλλονή, ασκητών η δόξα, και Οσίων η χαρμονή, χαίροις εκκλησίας, Χριστού το Θείον κλέος, σε ουν ανευφημούμεν, πάτερ Ευθύμιε.

Χριστού το θελήματι νουνεχώς , υπείκων Θεόφρον, κόσμου έλιπες τα τερπνά, και την τεθλιμμένην εβάδισας πορείαν καρτερικώς εν κόσμω Θείε Ευθύμιε.

Εκ της Αρμενίας ώσπερ αστήρ, εξήστραψας πάτερ, και ακτίσι σων αρετών, των φαεινοτάτων, την Οικουμένην πάσαν, λαμπρώς καταφωτίζεις Θείε Ευθύμιε.

Δάκρυσι, νηστείαις και προσευχές, Όσιε καθάρας φιλοπόνως την σην ψυχήν, οίκος λαμπρός ώφθης Τριάδος της Αγίας, διό σε ανυμνούμεν πάτερ Ευθύμιε.

Της σαρκός το βρίθος ασκητικώς, Όσιε λεπτύνας ανεπτέρωσας σην ψυχήν, προς της απαθείας, Ευθύμιε το ύψος, διό θείων χαρίτων, εδείχθης τέμενος.

Σαυτόν καθοπλίσας τη του Σταυρού, σοφέ παντευχία, ως εχέφρων και νουνεχής, φοβερός εφάνης, εχθροίς τοις αοράτοις, Ευθύμιε Θεόφρον ούς και ετρόπωσας.

Ευθύμιε κλέος των ασκητών, και Ανδρέα πάτερ ο της Κρήτης θείος ποιμήν, συν τω Ιωάννη τω Βαπτιστή απαύστως Χριστόν υπέρ του κόσμου καθικετεύετε.

Πάσαι των αγγέλων αι στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων η δωδεκάς, οι Άγιοι Πάντες μετά της Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν εις το σωθήναι ημάς.

Το Τρισάγιον και το Απολυτίκιον.
Ήχος γ'. Θείας Πίστεως.


Θεία χάριτι ηγλαϊσμένος, θείον ήνυσας εν κόσμω βίον, των μοναζόντων το κλέος Ευθύμιε, της κοσμικής εκφυγών γαρ συγχύσεως, ασκητικώς τον εχθρόν κατεπάλαισας, Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Είτα εκετενής παρά του Ιερέως και απόλυσις μεθ' ήν ψάλλομεν το κάτωθι τροπάριον.

Ήχος β'. Ότε εκ του ξύλου

Κόσμου τα ηδέα και τερπνά, έλιπες Χριστόν αγαπήσας, τελειωτάτω νοΐ, χαίρων δε κατώκησας, εν τη ερήμω σοφέ, ένθα θείοις παλαίσμασι, και πόνοις ατρύτοις, ανδρικώς ενίκησας, τον πολυμήχανον. Όθεν της αυτού κακουργίας, λύτρωσαι ημάς ευχαίς σου, Όσιε Ευθύμιε μακάριε.

Δέσποινα πρόσδεξαι τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς από πάσης ανάγκης και θλίψεως.

Την πάσαν ελπίδα μου, εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.

Ο Ιερεύς: Δι ευχών των Αγίων Πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον και σώσον ημάς

Ο Χορός: Αμήν.

Wednesday, April 28, 2021

Μεγάλη Παρασκευή Πρωί: «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» ( ἐπίσκοπος Αυγουστίνου Καντιώτη )

Μεγάλη Παρασκευὴ εἶνε σήμερα, ἀγαπητοί μου συναμαρτωλοὶ ἀδελφοί, ἡμέρα ἱερὰ γεμάτη ἀναμνήσεις, ἡμέρα ποὺ προκαλεῖ ῥίγη συγκινήσεως καὶ δάκρυα. Ἂς βγάλουμε τὴν ὥρα αὐτὴ ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὸ μυαλό μας κάθε ἰδέα γήινη, κάθε ῥυπαρὴ σκέψι καὶ λογισμό, ἂς καθαρίσουμε τὴ διάνοιά μας, καὶ μὲ τὰ φτερὰ τῆς φαντασίας ἂς διασχίσουμε τὶς ἀποστάσεις καὶ τοὺς αἰῶνες, κι ἂς ἐπισκεφθοῦμε νοερὰ τοὺς Ἁγίους Τόπους.
Μπορεῖ κανεὶς νὰ πάῃ ἐκεῖ κι ὅμως νὰ μὴν εἶνε ἐκεῖ, καὶ μπορεῖ νὰ μὴν πάῃ σωματικὰ στοὺς Ἁγίους Τόπους κι ὅμως νά ᾽νε ἐκεῖ ψυχικά.Ἂς βρεθοῦμε λοιπὸν τώρα μὲ τὴ σκέψι μας στὸ μέρος ἐκεῖνο ποὺ λέγεται Κρανίου τόπος ἢ Γολγοθᾶς· ἐκεῖ ποὺ παίχθηκε τὸ δρᾶμα τῶν δραμάτων, ἐκεῖ ποὺ δόθηκε ἡ μεγάλη μάχη μεταξὺ φωτὸς καὶ σκότους, ἀληθείας καὶ ψεύδους. Ἐκεῖ, στὸ Γολγοθᾶ, εἶνε τώρα ὁ ἐσταυρωμένος Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Θεαταὶ τῆς θυσίας του εἶνε πολλοί. Ἀπ᾽ τὸν οὐρανὸ τὰ τάγματα τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, τὰ Χερουβὶμ καὶ Σεραφίμ, ποὺ ἀπὸ τὰ θεωρεῖα τῆς αἰωνιότητος βλέπουν τὸ δρᾶμα, ἀγανακτοῦν κ᾽ εἶνε ἕτοιμοι μὲ τὶς πύρινες ῥομφαῖες τους νὰ σαρώσουν τοὺς δημίους.Θεαταὶ ἀπ᾽ τὴ γῆ εἶνε ὁ ὄχλος ἐκεῖνος, ποὺ πρὶν τέσσερις μέρες, τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ἐκραύγαζε «Ὡσαννά» (Ματθ. 21,9. Μᾶρκ. 11,9-10. Ἰω. 12,13) καὶ τώρα εἶνε κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρὸ γιὰ νὰ ἐμπαίξῃ.Θεαταὶ εἶνε ἀκόμα οἱ εἰδωλολάτρες στρατιῶτες , τὸ ἀπόσπασμα ποὺ μὲ ἐπὶκεφαλῆς τὸν ἑκατόνταρχο (λοχαγό) ἔλαβε ἐντολὴ ν᾽ ἀνεβῇ στὸν Κρανίου τόπον καὶ νὰ ἐκτελέσῃ τὴν ἀπόφασι τοῦ Ἰουδαϊκοῦ δικαστηρίου. Οἱ ἀγροῖκοι αὐτοὶ ῾Ρωμαῖοι, ποὺ ἔχουν λάβει μέρος σὲ μάχες καὶ συνήθισαν νὰ βλέπουν τὸ ἀνθρώπινο αἷμα νὰ χύνεται, εἶνε ἀδιάφοροι· ἢ μᾶλλον ὄχι ἀδιάφοροι, ἀλλὰ συνεχίζουν τὸν ἐμπαιγμὸ ποὺ ἔκαναν μέσα στὸ πραιτώριο τοῦ Πιλάτου.
Παρακολουθοῦν τὴν ἐκτέλεσι, παίζουν ζάρια κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρό, καὶ πίνουν ποτά…Ἀλλὰ ξαφνικὰ ὁ μεσαῖος ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἐσταυρωμένους, ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, ἑλκύειτὴν προσοχή τους. Βλέπουν ὅτι διαφέρει ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ἐκεῖνοι βλαστημοῦν, καταριῶνται τὴ μέρα ποὺ γεννήθηκαν, ἐκσφενδονίζουν ὕβρεις σὲ ὅλους, ἐνῷ ὁ Ἐσταυρωμένος αὐτὸς σιωπᾷ . Ἡ σιωπή του εἶνε μυστηριώδης, σιωπὴ ποὺ προκαλεῖ συγκίνησι. Σιωπᾷ ὁ Χριστός.Κι ὅταν ἀνοίγει τὰ ἄχραντα χείλη του γιὰ νὰ πῇ τοὺς ἑπτὰ λόγους τοῦ σταυροῦ , τὰ λόγια του αὐτὰ δὲν εἶνε κατάρες, εἶνε εὐλογίες, λόγια ποὺ προκαλοῦν βαθειὰ ἐντύπωσι σὲκάθε ἀκροατὴ καὶ θεατή. Αὐτὰ τὰ λόγια τὰ πρόσεξαν οἱ σταυρωταὶ τοῦ Χριστοῦ μας. Οἱ στρατιῶτες τοῦ ἀποσπάσματος ἄκουσαν τὸ «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34) , ἄκουσαν τὸ «Διψῶ» (Ἰω. 19,28) , ἄκουσαν τὸ «Ἠλὶ Ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;» «Θεέ μου Θεέ μου, ἱνα τί με ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46. Μᾶρκ. 15,34) , ἄκουσαν καὶ τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30).
Ὅλα αὐτὰ τὰ ἄκουσαν καὶ διαλογίζονταν· Ποιός νά ᾽νε αὐτὸς ἆραγε; αὐτὸς διαφέρει τελείως ἀπὸ τοὺς ἄλλους καταδίκους… Κι ὅταν μετὰ τὸ μεσημέρι εἶδαν τὸν ἥλιο νὰ σκοτεινιάζῃ, τὸ σκοτάδι ν᾽ ἁπλώνεται σ᾽ ὅλη τὴν κτίσι, τὴ γῆ νὰ σείεται καὶ τὰ μνήματα ν᾿ ἀνοίγουν, τότε πλέον πίστεψαν.
Δὲν τοὺς ἔμεινε κανένας δισταγμὸς ἢ ἀμφιβολία, καὶ μαζὶ μὲ τὸν ἑκατόνταρχο εἶπαν κατατρομαγμένοι· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» (Ματθ. 27,54)· αὐτὸς πραγματικὰ δὲν εἶνε τυχαῖος, ἔχει ὑπερφυσικὴ προέλευσι, εἶνε Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Θεὸς ἀληθινός.
Ἀπὸ τότε ποὺ εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ ἑκατόνταρχος ἔχουν περάσει –μετρῆστε–εἴκοσι περίπου αἰῶνες. Καὶ ἡ μαρτυρία - ὁμολογία αὐτὴ δὲν ἔμεινε μόνη· ἐπαναλαμβάνεται καὶ συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Πολλές, ἀναρίθμητες μαρτυρίες λένε, ὅτι ὄντως ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός, Θεάνθρωπος . Ἔχουμε ἀποδείξεις; Ἔχουμε. Ποιές εἶν᾽ αὐτές; Ἀναφέρω μερικές·
⃝«Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος». Τὸ φωνάζειπρῶτα - πρῶτα ἡ διδασκαλία του. Ἀνοῖξτε τὰκείμενα ὅλων τῶν θρησκειῶν, διαβάστε τὰ βιβλία τῶν φιλοσόφων, ἀκοῦστε τοὺς λόγους τῶν μεγαλυτέρων ῥητόρων· θὰ δῆτε, ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ὑπερτερεῖ, εἶνε ὑπέροχη. Δὲν ἀρνοῦμαι, ὅτι κι ἄλλοι εἶπαν σπουδαῖα πράγματα· ἀλλὰ τὰ λόγια τους μοιάζουν μὲ μικρὰ ψήγματα χρυσοῦ ἀνακατεμένα μέσα σ᾽ ἕνα ὄγκο εὐτελῶν μετάλλων· μοιάζουν μὲ μικρὰ φῶτα, πυγολαμπίδες θὰ ἔλεγα, μπροστὰ στὸν ἥλιο. Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε φῶς καὶ ζωή, κ᾽ ἔκαναν πάντα μεγάλη ἐντύπωσι.
Ἐχθρικοὶ ἀκροαταί του ἀναγκάστηκαν νὰ ὁμολογήσουν· «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος,ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (Ἰω. 7,46) . Ἂς προάγεται τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα, ὅπως εἶπε κάποιος, ἂςπροχωροῦν οἱ ἐπιστῆμες, ἂς γίνωνται ἀνακαλύψεις· ποτέ ἡ ἀνθρωπότης δὲν θὰ φθάσῃ τὸ ὕψος τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ κάποιος ἄλλος εἶπε· Δὲν ξέρω ἂν σὲ ἄλλους πλανῆτες κατοικοῦν λογικὰ ὄντα· ἀλλὰ καὶ ἂν ὑποθέσουμε ὅτι ὑπάρχουν καὶ κατοικοῦν ἐκεῖ, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχουν θρησκεία ἀνώτερη ἀπὸαὐτὴν ποὺ κήρυξε ὁ Χριστός.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» · τὸ φωνάζειἡ διδασκαλία του, τὸ φωνάζουν καὶ τὰ θαύματά του. Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ! Ὅπου ἅ-πλωνε τὰ ἄχραντα χέρια του, ὅπου ἀκουγό-ταν ἡ θεϊκὴ προσταγή του, ἐκεῖ ὁ ἄνεμος σταματοῦσε, ἡ τρικυμισμένη θάλασσα γαλήνευε,τὰ δαιμόνια ἔφευγαν, τυφλοὶ ἔβλεπαν, κουφοὶ ἄκουγαν, μουγγοὶ μιλοῦσαν, λεπροὶ καθαρίζονταν, παράλυτοι σηκώνονταν, κι αὐτοὶ ἀκόμα οἱ νεκροὶ ἀνασταίνονταν ἀπὸ τοὺς τάφους. Θαύματα πραγματικά, ὄχι φανταστικά.Θαύματα ποὺ ἔγιναν ὄχι νύχτα καὶ σὲ κάποια ἀθέατη γωνιά, ἀλλὰ μπροστὰ σὲ πλῆθος μάτια, μερικὲς φορὲς καὶ ἐχθρῶν, ποὺ τὰ ἔβλεπαν καὶ κατάπληκτοι ἔλεγαν· «Οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν»(Μᾶρκ. 2,12) . Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἀνα-ρίθμητα. Κι ἂν ἡ θάλασσα γίνῃ μελάνι κι ὁ οὐ-ρανὸς χαρτὶ καὶ τὰ δέντρα μολύβια, δὲν φτά-νουν γιὰ νὰ ἱστορηθοῦν τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» . Τὸ φωνάζειἀκόμα ὁ ἄψογος βίος του. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἅγιος, ὄχι μὲ ἔννοια σχετικὴ ὅπως πολλοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ μὲ ἔννοια ἀπόλυτη. Εἶνε ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο δὲν ὑπάρχει καμμία κακία ἢ ἐλάττωμα, δὲν «εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Ἠσ. 53,9 = Α΄ Πέτρ. 2,22) , ἐκεῖνος ποὺ ἡ ζωή του λάμπειἀπὸ κάθε πλευρά, ἐκεῖνος ποὺ ἡ ἀρετή του «ἐκάλυψεν οὐρανούς» (Ἀμβ. 3,3) . Ποιά ἀρετὴ τοῦ Χριστοῦ ν᾽ ἀναφέρουμε πρώτη; τὴ φτώχεια καὶ ἁπλότητά του, ποὺ κανείς ἄλλος δὲν ἔζησετόσο ταπεινὰ ὥστε νὰ μὴν ἔχῃ «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. 8,20); τὴν πραότητα καὶ ἀνεξικακία του ἀπέναντι στοὺς ἐχθροὺς καὶ σταυρωτάς του; τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀφοβία του ἐνώπιον τῶν ἀρχόντων καὶ τοῦ Πιλάτου ὅταν διεκήρυττε τὴν ἀλήθεια; τὴν ταπείνωσί του, μέχρι ση-μείου νὰ σκύψῃ νὰ πλύνῃ τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του; ἢ πρὸ παντὸς τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὑποφέρουν; Ὅλα αὐτὰ συνθέτουν τὴ μεγαλειώδη εἰκόνα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ μας στὴ γῆ. Μερικοὶ προ-σπάθησαν νὰ τοῦ βροῦν ἐλαττώματα· ἔψαξαντὰ Εὐαγγέλια, πίεσαν τὸν ἐγκέφαλό τους, μὰ δὲν μπόρεσαν νὰ βροῦν ψεγάδι. Ὁ ἥλιος ἔχειτὶς κηλῖδες του, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀκηλίδωτος ἥλιος. Εἶνε ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «Τίς ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰω. 8,46) , καὶ τὸ ἐρώτημά του μένει ἀναπάντητο διὰ μέσου τῶν αἰώνων.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» , τὸ ἀποδεικνύουν ἡ διδασκαλία του, τὰ θαύματά του, ἡ ἁγιότης τοῦ βίου του, τὸ ἀποδεικνύει τέλος ἡ μαρτυρία τῶν αἰώνων. Δὲν τὸ μαρτυρεῖ μόνο ὁ ἑκατόνταρχος· τὸ μαρτυροῦν οἱ γενεὲς γενεῶν τῶν ἁγίων· μικρὰ παιδιὰ σὰν τὸν ἅγιο Κήρυκο ποὺ κρατοῦν στὴν ἀγκαλιὰ οἱ μητέρες, σεμνὲς παρθένες, ἁπλοϊκοὶ ἰδιῶτες ὅπως οἱ ψαρᾶδες, σοφοὶ ἐπιστήμονες· ὅλοι ὁμολογοῦν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεὸς ἀληθινός.
Θεαταὶ κ᾽ ἐμεῖς σήμερα, ἀγαπητοί μου, τοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος μας. Πῶς παρακολουθοῦμε τὸ θεῖο δρᾶμα; Ὅπως οἱ ἄγγελοι μὲ ἀγάπη καὶ λατρεία, ἢ ὅπως ὁ ὄχλος ποὺ ξέχασε τὰ «Ὡσαννά» καὶ φώναζε «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν»; (Ἰω. 19,6) . Ἂς τὸ παρακολουθοῦμε ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος, ποὺ ἄφησε τοὺς δισταγμούς, πίστεψε καὶ τὸν ὡμολόγησε Υἱὸ Θεοῦ.Ἂν ὑπάρχῃ κάποιος ποὺ ἔχει κάποια ἀμφιβολία γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔχειπαρὰ νὰ τὸν πλησιάσῃ, νὰ ἐξετάσῃ, νὰ ἐρευνήσῃ μὲ εἰλικρίνεια . Καὶ τότε σὰν τὸν ἑκατόνταρχο θὰ ὁδηγηθῇ ἀπὸ τὰ πράγματα νὰ ὁμο-λογήσῃ κι αὐτός, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε «ἀληθῶς Θεοῦ Υἱός» , ὅτι εἶνε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ τρία πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος, ὅτι εἶνε ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 24-4-1981.

Saturday, March 20, 2021

Παρακλητικός Κανών εις την Υπεραγία Θεοτόκο

ᾨδὴ α´. Ἦχος α´. ᾨδὴν ἐπινίκιον .
 Ὑμνήσωμεν ἅπαντες, πίστει καὶ πόθῳ, Μαρίαν τὴν ἄχραντον, Βάτον ἀκατάφλεκτον, ἥν εἶδε πάλαι Μωσῆς, καὶ ὡς Μητέρα τοῦ Θεοῦ, πάντες δοξάσωμεν.

Μαρία Πανάχραντε, Θεοκυῆτορ, Σὲ Ῥάβδον γινώσκομεν, τὴν Ἀαρωνίτιδα· ἐβλάστησας γὰρ σαρκί, ἄνευ σπορᾶς τὸν Ἰησοῦν· διό Σε δοξάζομεν.

Νομὴν τὴν φερέσβιον, πᾶσι παρέχει, ἡ Στάμνος ἡ φέρουσα, μάννα τὸ οὐράνιον, Στήλη φωτίζουσα φῶς, τὸν νέον Κόρη Ἰσραήλ· διὸ Σὲ δοξάζομεν.

Ὁ Κύριος ἔδειξε, Σὲ Πλατυτέραν, Οὐρανῶν Πανάχραντε, θρόνον τε Χερουβικόν, ἐν ὢ αὐτὸς ὁ Χριστός, ἐπανεπαύσατο· διὸ πιστῶς Σε δοξάζομεν.

Νεφέλη ὁλόφωτε, Σὺ φωτιεῖς μου, τὸν νοῦν τὸν ἐν πάθεσιν, ἡδονῶν σκοτούμενον· ὡς γὰρ Αὐγὴ μυστική, φέρεις τὸν ἥλιον Χριστόν, μεθ᾿ Ὅν σὲ δοξάζομεν.

Ἀνάκτων τὸ καύχημα, Νύμφη τοῦ Λόγου, ἀνύμφευτε Ἄνασσα, δεῖξόν με ἀνώτερον, τῶν ἐν ἐμοὶ κραταιῶς, βασιλευόντων μου παθῶν, ἵνα δοξάζω Σε.

ᾨδὴ γ΄. Λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν.
 Δεῦτε πάντες εὐφημήσωμεν, τὴν Χαρὰν τοῦ κόσμου, ὅτι σωτηρία, πᾶσιν ἐπεφάνη, τοῖς πάλαι αἰχμαλώτοις, ἀλόγοις ἐν πάθεσι, καὶ τὴν ἀπάθειαν διδοῦσα, ἅπαντας πιστοὺς ἐστερέωσε .

Ὢ Παρθενικὸν ἀπάνθισμα! Τὸ τῆς παρθενίας, καύχημα καὶ κλέος, καὶ μητέρων δόξα· Σοὶ γὰρ τῆς παρθενίας, τὰ κλεῖθρα ἐφύλαξε, Χριστὸς ἐκ Σοῦ Κόρη τεχθείς, καὶ πάντας πιστοὺς ἐστερέωσε.

Σὺ εἶ λογικὸς Παράδεισος, πάντες Σὲ ὑμνοῦμεν, Λιμὴν τῶν ἐν ζάλῃ, κλυδωνιζομένων, θαλάσσης κυμαινούσης, τοῦ βίου πλωτήρων τε· σῶσον Παρθένε τῶν δεινῶν, ἅπαντας πιστοὺς καὶ στερέωσον.

Ὅλος οὐρανόθεν ἤλυθεν, ὁ Λόγος τοῖς κάτω, καὶ Σκηνὴν ἁγίαν, καὶ καθαρὰν εὑρών Σε, ὅλως ἐν Σοὶ Παρθένε, ἀῤῥήτως κατῴκησεν, οὐδόλως τῶν ἄνω ἀπών· σῶσόν με, διὸ καὶ στερέωσον.

Ἴδεν Ἰακώβ Σε Κλίμακα, οὐρανοῦ Παρθένε, δι᾿ ἧς καὶ κατέβη, ὁ Θεὸς τῶν ὅλων, καὶ σάρκα τὴν βροτείαν, ἀῤῥήτως προσείληφε, καὶ καθηγίασεν αὐτήν, καὶ τῷ Πατρὶ φίλην κατέστησε.

Κάθαρσιν ψυχῆς καὶ σώματος, δὸς κἀμοὶ Παρθένε· Σὺ γὰρ ἐκκαθαίρεις, μολυσμοὺς πταισμάτων, ὅτι Κολυμβήθρα, σωτήριος δείκνυσαι, δι’ ἧς σωζόμεθα πιστοί, καὶ σωτηρίᾳ στερεούμεθα

Κάθισμα. Ἦχος πλ. δ´. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ἡλιόμορφον ἅρμα τὸ τοῦ Δαβίδ, πορφυρόστρωτος κλίνη τοῦ Σολομών, τόμος θεοχάραχτος, Ἠσαΐου καὶ ἔμψυχος, σκηνὴ τοῦ Μωϋσέως, καὶ τεῖχος ἀδάμαντος, Σὺ τοῦ Ἀμῶς ὑπάρχεις, λυχνία χρυσήλατος, ἡ τοῦ Ζαχαρίου, Δανιήλ τε τὸ ὄρος, πυξίον κροκόλευκον, Ἀββακοὺμ καὶ τὸ ἔξοχον, Προφητῶν περιήχημα. Πρέσβευε τῷ Σῷ Υἱῷ καὶ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς προσκυνοῦσιν ἐν πίστει, Παρθένε τὸν τόκον Σου.

ᾨδὴ δ΄. Ἐν Πνεύματι προβλέπων.
Ἀνέτειλεν ἐν κόσμῳ, λαμπρότατος Ἀστήρ, ἡ Παρθένος Μαριάμ, ἐμφαίνουσα πιστοῖς, δικαιοσύνης τὸν ἥλιον Χριστὸν Δεσπότην, καὶ καταυγάζουσα πόθῳ πάντας κραύγαζει, δόξα Σοι Ἁγνὴ Θεοδόξαστε

Ἰδοὺ πάντες Σὲ ἔγνωμεν, Λυχνίαν φωτεινήν, τὴν τὸ φῶς ἀστράπτουσαν, τὸ θεῖον τοῖς πιστοῖς, καὶ Ὁδηγὸς σωτηρίας Σὺ Ἁγνὴ ὑπάρχεις· διὸ πρὸς φῶς ὁδήγησον κἀμέ Σοι κράζειν· δόξα Σοι Ἁγνὴ Θεοδόξαστε.

Νεφέλην ὀμβροτόκον, Σὲ εἶδε Γεδεών, τὸν ὄμβρον, ἧς χάριτος κατέχουσα Χριστόν· ὄμβρησον οὖν τὴν καρδίαν μου ἐξηραμμένην, Ἁγνὴ Θεοδόξαστε.

Ὅρος τὸ κατάσκιον, ὅ εἶδεν Ἀββακούμ, Σὺ ὑπάρχεις Δέσποινα, Μητρόθεε Ἁγνή, ἐσκιασμένη τῷ Πνεύματι τῷ Ἁγίῳ· σκέπασον οὖν μὲ τῇ χάριτι βοᾶν Σοι· δόξα Σοι Ἁγνὴ θεοδόξαστε.

Ναὸν ἡγιασμένον, κηρύττομεν Ἁγνή, ἐν ᾧ σαρκὶ κατῴκησεν, ὁ Ὕψιστος Θεός, συνομιλήσας ἀνθρώποις· διὸ Παρθένε, ναὸν αὐτοῦ κἀμὲ ποίησον, ἵνα κράζω· δόξα Σοι Ἁγνὴ Θεοδόξαστε

Πύλην Σὲ κεκλεισμένην, εἶδεν Ἰεζεκιήλ, δι᾿ ἧς διῆλθε Χριστός, καὶ ὤφθη ἐν σαρκί, ἐσφραγισμένην φυλάξας Σε αὖθις Κόρη· διὸ καὶ Πύλην γεραίρομεν σωτηρίας· δόξα Σοι Ἁγνὴ Θεοδόξαστε.

ᾨδή ε΄. Τὴν Σὴν εἰρήνην δὸς ἡμῖν.

Ἀνύμφευτον Πανάχραντον, Μητέρα τοῦ Θεοῦ, πάντες οἱ πιστοὶ Σὲ πόθῳ δοξάζομεν, καὶ μεγαλύνομεν τὸν τόκον Σου· χαῖρε Μήτηρ Κυρίου· χαῖρε δεδοξασμένη.

Ῥητρεύειν οὐ δύναται, γλῶττα οὐδενός, βρότειος Παρθένε τὸ μέγιστον θαῦμά Σου· τὸν Ὑψιμέδοντα γὰρ τέτοκας, τὸν δόντα σωτηρίαν, πᾶσι τοῖς Σὲ τιμῶσι.

Θεμέλιον τῆς πίστεως, καὶ Ὄχημα, ἐν ᾧ Χριστὸς ὁ Βασιλεὺς ἀνεπαύσατο, καὶ τὴν ἡμῶν πίστιν ἐστερέωσε, κηρύττομέν Σε πάντες, Ὑπερευλογημένη.

Ἐλπὶς καὶ καταφύγιον, ἁπάντων εὐσεβῶν, πέφυκας Παρθένε Ἁγνὴ Θεοδόξαστε· διὸ βοῶ Σοι ὁ πανάσωτος, σῶσόν με, Κόρη, σῶσον τὸν Σὸν ἀχρεῖον δοῦλον.

Νοός μου τὴν κατήφειαν, ἐκδίωξον Ἁγνή, ἀπόπλυνον τὸν ῥύπον τῆς συνειδήσεως· Σὺ γὰρ Λουτὴρ ὑπάρχεις σωτήριος· ὦ γλυκύτατη Κόρη, σῶσόν με τὸν Σὸν δοῦλον.

Εὐλογημένη Πάναγνε, Δοχεῖον καθαρόν, τοῦ πᾶσαν ἐν δρακὶ τὴν κτίσιν κατέχοντος, δοχεῖον καμέ τῆς Αὐτοῦ χάριτος, ἔργασαι τὸν Σὸν δοῦλον, ὦ γλυκύτατη Κόρη.

ᾨδὴ στ´. Τὸν Προφήτην Ἰωνᾶν.
Μακαρίζω Σε Ἁγνή, τὴν Καθέδραν τοῦ Θεοῦ, ἥν ἡγίασεν Αὐτός, καὶ καθήσας ἐπὶ Σέ, παρέχεται τὴν σωτηρίαν, τοῖς Σὲ δοξάζουσι.

Ἄσμασι μελῳδικοῖς, ἀνυμνοῦμέν Σε λαμπρῶς, τὴν Μητέρα τοῦ Θεοῦ· Καταφύγιον τερπνόν, ἁπάντων γὰρ πιστῶν ὑπάρχεις, τῶν δοξαζόντων Σε.

Ῥητορεῦσαι ἀτονεῖ, πᾶσα γλῶσσα εὐπρεπής, μεγαλεῖά Σου Ἁγνή· Σὺ γὰρ πέφυκας ἡμῖν, Πηγὴ ζωῆς καὶ σωτηρίας, τοῖς Σὲ δοξάζουσι.

Ἰδοὺ τέθεικεν ἡμῖν, ὁ τῆς κτίσεως Σωτήρ, τὴν Μητέρα Ἑαυτοῦ, Τράπεζαν ὡς μυστικήν, ἐκτρέφουσαν τῷ θείῳ ἄρτῳ, τοὺς προσιόντας πιστῶς.

Ἀνυμνοῦμεν εὐσεβῶς, τὴν Μητέρα τοῦ Θεοῦ, Κρατῆρα τῆς ζωῆς, τὸν προχέοντα ἡμῖν, τὰ νάματα τῆς σωτηρίας, ἥν προσκυνήσωμεν.

Μεσιτείαν τῶν πιστῶν, ἔγνωμεν πρὸς τὸν Θεόν, τὴν Πανάχραντον Ἁγνήν, ἥν καὶ προσβαλλόμεθα, μεσίτριαν πρὸς τὸν Σωτῆρα, τοῦ ἐλεῆσαι ἡμᾶς.

ᾨδὴ ς΄. Ἡ κάμινος Σωτὴρ ἐδροσίζετο.
Ἁγνὴν Περιστερὰν τὴν ἀμόλυντον, τὴν τὸν Θεὸν ἀφράστως κυήσασαν, ὑμνήσωμεν συμφώνως, τὸ τῶν Πατέρων ἀγλάϊσμα.

Γηθόμενοι πιστῶς εὐφημήσωμεν, τὸ Καύχημα πιστῶν, τὴν Πανάσπιλον, Μητέρα τοῦ Ὑψίστου, καὶ Θεοῦ τῶν Πατέρων ἡμῶν.

Νικήσαντες τὰ πάθη τοῦ σώματος, αὐξήσωμεν ψυχῆς τὰ χαρίσματα· ἡ Νίκη γὰρ ἐπέστη, κατ᾿ ἐχθρῶν, ἡ Παντάνασσα.

Γέφυρα Θεοῦ ἡ πανθαύμαστος, τοὺς ἐκ τῆς γῆς πιστοὺς ἡ μετάγουσα, πρὸς οὐρανὸν ὑπάρχεις, Σὺ Πανάγια Θεόνυμφε.

Μεγάλως ἐδοξάσθης Πανάμωμε· ὅτι ἐν Σοί κατοίκησε Κύριος, ὁ μὴ χωρῶν ἐν πᾶσι, Χώραν δὲ Αὐτοῦ Σὲ κατέστησε.

Ἐν Σῇ γαστρὶ οἰκήσας ὁ Ὕψιστος, ὡς ἔμψυχον Παστάδα Σὲ ἔδειξε, καὶ ἡγίασέ Σε Θεός, ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν.

ᾨδὴ η΄. Ὅν φρίττουσιν Ἄγγελοι.
Λαοὶ τὴν Πανάχραντον, αἰνέσωμεν λαμπρῶς, Πλάκαν τὴν θεόγραφον, ἥ δέδοται Μωσῇ, ἐν ἡ ἐπεγράφη, ἐν δακτύλῳ Πατρός, Χριστὸς Θεοῦ Λόγος, ὁ ζῶν εἰς τοὺς αἰῶνας.

Εὐκλείας ἐν ᾄσμασι, τιμῶμέν Σε Ἁγνή, τὸν Πόκον τὸν ἔνδροσον, ὃν εἶδε Γεδεών, ἐν ᾧ οὐρανόθεν, καταβὰς ὁ Χριστός, ἐδρόσισε πάντας, τῆς σωτηρίας δρόσον.

Τὸ μέγα Μυστήριον, τοῦ τόκου Σου Ἁγνή, Ὅρος ἀλατόμητον, προεῖδε Δανιήλ, ἀνάνδρως τεκοῦσαν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ· διό Σε ὑμνοῦμεν, πιστοὶ εἰς τοὺς αἰῶνας.

Ἰδοὺ πᾶσιν ἤνθησε τὸ Ῥόδον Ὠσηέ, μυρίζουσα ἅπαντας, μυστήριον ὀσμήν, ἡ μόνη Παρθένος, ἡ τεκοῦσα Χριστόν, Ἥν περ εὐλογοῦμεν, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Ὁλκὰς ἀγλαόμορφος, ἐπέφανες ἡμῖν, δι᾿ ἧς ἡ μετάβασις ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν, πιστοῖς ἐγεγόνει, ὡς τεκοῦσα Θεόν· διὸ Σὲ ὑμνοῦμεν, Ἁγνὴ, εἰς τοὺς αἰῶνας.

Σιὼν Θεοῦ ἔμψυχον, καὶ Πόλιν μυστικήν, ἐφ᾿ ἥν κατεσκήνωσεν, ἀῤῥήτως ὁ Θεός, Σὲ εἶδε Παρθένε, Ζαχαρίας ποτέ, καὶ Σὲ ἀνυμνοῦμεν, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Καλῶς Σε προέφησε, Λαβίδα μυστικήν, τὸν ἄνθρακα φέρουσαν, τὸν Λόγον τοῦ Θεοῦ, Χριστὸν τὸν Σωτῆρα, Ἠσαΐας ποτέ, καὶ χεῖρα τεταμένην, Ἰεζεκιὴλ Σὲ εἶδε.

ᾨδὴ θ´. Τὴν φωτοφόρον νεφέλην.
Ἀγαλλιώμεθα πάντες, οἱ μετὰ πόθου τιμῶντες, τὴν Θεομήτορα πιστοί, τὴν Λαμπάδα τὴν θείαν, τὴν ἀναλάμψασαν τὸ φῶς, τῆς θείας λαμπρότητος, καὶ ἕλκουσαν, εἰς ὁδὸν σωτηρίας, τοὺς ἐν πλάνῃ διατρίβοντας αἰσχρῶς.

Λευχειμονείτω ἡ κτίσις, καὶ πᾶσα βρότειος φύσις· τέτευχε γὰρ τὸν θησαυρόν, χαρισμάτων τῶν θείων, τῆς ἀμβροσίας καὶ ζωής, τὴν ἄμωμον Δέσποινα πλουτίζουσαν, τοὺς Αὐτὴν προσκυνοῦντας, μετὰ πόθου σωτηρίας πλουτισμόν.

Λύτρωσις Κόρη γενοῦ μοι, τῷ πλανηθέντι προβάτῳ, περιπεσόντι τοῖς λῃσταῖς, καὶ δεινῶς πληγωθέντι· ἐπισυνάγαγε κἀμέ, εἰς θεῖα σκηνώματα ἡ τέξασα, τὸν Ποιμένα τὸν μέγαν, τῶν προβάτων ἡ Αὐλὴ τῶν λογικῶν.

Ὡραῖος Πάναγνε πέλει, καὶ ὑπερπόθητος πᾶσιν, ὁ ἀγεώργητος καρπός, Ὅν ἐβλάστησας Κόρη· ἐπαγγελίας γὰρ ἡ Γῆ, καὶ τὸ Κλῆμα τῆς ζωῆς Σὺ πέφυκας, ἡ τεκοῦσα τὸν βότρυν, σωτηρίας οἶνον στάζοντα ἡμῖν.

Νῦν ἐνεδύθημεν κλέος, Θεοῦ τῆς υἱοθεσίας, καὶ ἁμαρτίας τὴν ἀχλύν, ἐκδεδύμεθα πάντες· τῆς βασιλείου γὰρ στολῆς, κατηξίωσεν ἡμᾶς ἡ μόνη Ἁγνή, τὸ Διάδημα κάλλους, σωτηρίας ὡς τεκοῦσα τὸν Θεόν.

Ἁμαρτιῶν μου τὸν ζόφον, καὶ σκοτασμὸν τῆς ψυχῆς μου, λάμπρυνον μόνη Ἀγαθή, καὶ χαρᾶς πλήρωσόν με· Σὲ γὰρ ὁ Ἰεζεκιήλ, ἑώρακε Σάπφειρον λαμπρότατον, ὥσπερ θρόνον βαστάζουσαν, ἐν κόλποις τὸν φιλάνθρωπον Θεόν.

Friday, March 12, 2021

Οταν πάρεις ευλογία απ᾿ τον Γέροντα, μη φοβάσαι τίποτα… ( Άγιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης )


«Είπε ο Γέροντας, είπε ο Θεός. Το στόμα του Γέροντος είναι το στόμα του Χριστού» έλεγε ο μακαριστός Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης.

Σου είπε ο Γέροντας Μη φοβάσαι; Μη φοβάσαι! Αν κάνεις διάκριση σ᾿ ο,τι σου λέει ο Γέροντας, δεν είσαι υποτακτικός, είσαι ελεγκτής του Γέροντος».

Ο παπα Εφραίμ συνέχιζε, ως εξής:

«Όση ευλάβεια έχετε, όση αυταπάρνηση έχετε, όση πίστη έχετε εις τον Γέροντά σας, τόσο και περισσότερο λαμβάνετε.

Εις τον κόσμο αποθνήσκοντας ένας πατέρας έχει μία περιουσία, ας υποθέσουμε τώρα, εκατό δραχμές. Αφήνει τέσσερα παιδιά. Στα τέσσερα παιδιά θα διανείμει είκοσι πέντε, είκοσι πέντε, και είκοσι πέντε. Όλοι θα πάρουν από είκοσι πέντε δραχμές. Η κληρονομία του πατρός των.

Στο πνευματικό δεν ισχύει αυτό, όχι. Ένας έχει πίστη, ευλάβεια αυταπάρνηση, σεβασμό στον Γέροντά του είκοσι βαθμούς, είκοσι βαθμούς θα πάρει πνευματική δύναμη. Ο άλλος έχει δύο, δύο θα πάρει· άλλος έχει ογδόντα, ογδόντα θα πάρει.

Αυτό το λέει και το Ευαγγέλιο. Ο Χριστός είπε: «Ο δεχόμενος υμάς εμέ δέχεται, και ο δεχόμενος εις όνομα μαθητού, μισθόν μαθητού λήψεται, ο δεχόμενος εις όνομα προφήτου, μισθόν προφήτου θα πάρει» (Ματθ. 10,41). Αυτό είναι το πνευματικό. Όση ευλάβεια έχεις εις τον Γέροντα…

Αυτή τη μετάνοια την οποία βάζεις εις τον Γέροντα, «ευλόγησον, Γέροντα», ξέρετε πόση δύναμη έχει; Δεν μπορείτε να την φαντασθείτε εσείς. Αυτός που την πέρασε, αυτός γνωρίζει.

Δεν έχεις ευλογία να πας ένα βήμα αν δεν πάρεις ευλογία απ᾿ τον Γέροντα. Όταν πάρεις ευλογία απ᾿ τον Γέροντα, μη φοβάσαι τίποτα. Βάλε μετάνοια, φίλησε το χέρι του Γέροντά σου και πήγαινε και γίνε αστροναύτης πάνω στη σελήνη· μη φοβάσαι, διότι σε σκεπάζει η ευχή, η υπακοή σε σκεπάζει».

Άγιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης

Thursday, February 25, 2021

Οἱ καρποί τής καρδιακής προσευχής κατά τόν Ρουμᾶνο Γέροντα Κλεόπα Ἠλία.

«"Ολες οί αρετές βοηθούν τόν νοϋ νά άποκτήση τήν θεία άγάπη, άλλά περισσότερο άπό όλα ή καθαρά προσευχή. 
Πρώτος καρπός τῆς προσευχῆς είναι ή προσοχή καί δεύτερος ἡ σεμνότης. 
Αύτοί οι δύο καρ­ποί, άν καί φαίνονται πολύ μικροί, όμως εκδηλώνονται πρίν άπό τούς άλλους στόν άγωνιστή τής ἱεράς προσευ­χής. Αποκτούνται μέ τήν έξάσκησι τής νοεράς μνήμης τοϋ Ιησού. Τό ἔργο αὐτό εἶναι άνώτερο άπό τήν άνάγνωσι τών ψαλμών, τήν ψαλμωδία καί τίς άλλες προφορικές προσευχές.
Τρίτος καρπός είναι ή ταπείνωσις.
 Ό τέταρ­τος καρπός είναι ή συγκέντρωσις τών σκέψεών μας. 
Ο πέμπτος είναι ή εύλάβεια. 
Ο έκτος είναι ό φόβος τοϋ Θεοϋ. 
Ο έβδομος ή μνήμη τοϋ θανάτου. 
Ο όγδοος ή ειρήνη τών λογισμών. 
Ο ένατος ή θερμότης τής καρδιάς. 
Ο δέκα­τος ή συγκέντρωσις τής προσοχής στήν καρδιά. 
Ο ένδέκατος καρπός είναι ή συνεχής παρακολούθησις στά σφάλματα καί τίς άμαρτίες μας, άπό τήν μνήμη τών ό­ποιων αύξάνεται μέσα μας ή ταπείνωσις καί μετατρέπε­ται σέ πένθος. 
Ό δωδέκατος καρπός είναι ή αισθησις τής παρουσίας τοϋ Θεοϋ, τοῦ θανάτου, τής μελλούσης κρί­σεως καί οί σκέψεις γιά τά βάσανα τής κολάσεως.
 Ό δέ­κατος τρίτος καρπός είναι ή άπομάκρυνσις καί τό μίσος τοϋ νοῦ μας γιά κάθε τί άπολαυστικό έργο αύτοῦ τοῦ κό­σμου καί ή παραμονή του στήν καρδιά μας. Διότι μέ αύτή τήν συνήθεια τής βυθίσεως καί παραμονής τοϋ νοῦ στήν καρδιά μας, αύτή ή ίδια ή καρδιά αποκρούει καί μισεί ό­λες τίς αισθητές ἀπολαύσεις καί τά έργα τών έμπαθών άνθρώπων. Ό άνθρωπος πού θά συνηθίση νά κρατά τόν νοϋ του στήν καρδιά, ἀκολουθεῖ τά λόγια τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος πού λέγει: «Κλείσε τήν θύρα τοϋ κελλιοϋ σου γιά τό σώμα, τήν θύρα τοΰ στό­ματος σου γιά νά μή συνομιλής μέ άλλους άνθρώπους καί τήν έσωτερική θύρα γιά τήν άπόκρουσι τών κακών πνευ­μάτων».
Ό δέκατος τέταρτος καρπός εἶναι Ὅτι άρχίζει ή καρδιά καί άποκτά τό πένθος καί τά δάκρυα. Λέγη ό άγιος Μάρκος ό Ασκητής: ΄Πῶς νά μή κλαύση καί νά μήν λυπηθή όταν βλέπη ό χριστιανός τό νοερό μέρος τής ψυχής γεμά­το άπό λογισμούς άλαζονείας, άπό άσεβεῖς έπιθυμίας, ά­πό σκέψεις βλασφημίας καί διαβολικές προτροπές;
 Ό δέκατος πέμπτος καρπός εἶναι ότι μέ τήν επιστροφή τοϋ νοῦ στήν καρδιά, ό εσωτερικός κόσμος τοϋ άνθρώπου γίνεται σάν έ­νας καθαρός καθρέπτης, κατά τόν άγιο Κάλλιστο Ξανθόπουλο, στόν όποιον ό νοϋς βλέπει πολύ καθαρά τίς πονη­ρές διαθέσεις τής καρδιάς του, τίς προσβολές καί τίς πα­γίδες τών ακαθάρτων πνευμάτων.

Ό δέκατος έκτος καρπός είναι ή έξομοίωσις τής φύσεώς μας μέ τήν καθαρότητα τού Θεού πού γίνεται μέ τήν ενέργεια τοϋ Παναγίου Πνεύματος. Διό­τι, όπως οί θείοι Πατέρες εύρήκαν μερικούς τρόπους καί φυσικές μεθόδους γιά νά καθαρίσουν τήν άνθρώπινη φύσι άπό τά παρά φύσιν πάθη, τά όποια εισήλθαν σ' αύτήν, ό­πως είναι ή νηστεία, ή άγρυπνία, ή χαμευνία, ή κλίσις τών γονάτων, οί έδαφιαίες μετάνοιες, ή έγκράτεια καί άλλες άσκήσεις τού σώματος, κατά τόνϊδιο τρόπο εύρήκαν καί αύτή τήν τέχνη τής έπιστροφής τοΰ νοϋ στήν καρδιά γιά νά καθαρίζωνται πληρέστερα καί γρηγορώτερα τόσο ό νοϋς όσο καί ή καρδιά. Αύτά τά δύο μέρη τής άνθρωπίνης ύπάρξεως είναι πολύ λεπτά καί εύάλωτα στό κακό καί συγχρόνως μέ τήν είσοδο σ' αύτά τής άμαρτίας, έπηρεά ζονται καί τά άλλα μέρη καί μέλη τοΰ σώματος" διότι πρώτα προσβάλλονται τά λεπτότερα μέρη καί κατόπιν τά μεγαλύτερα. Γι' αύτό, έάν καθαρισθούμε άπό τά πρώ­τα, καθαρίζεται ολοκληρωτικά ή φύσις μας άπό τά πάθη καί έτσι διευκολύνουμε τόν έαυτό μας νά δεχθή τήν χάρι καί τήν ένέργεια τοϋ Θείου Πνεύματος. Αύτή ή τέχνη μάς καθαρίζει εύκολώτερα άπό οποιαδήποτε άλλη έργασία, επειδή έχει σάν έργο καί άπασχόλησι τήν μεγαλύτερη, καθολικώτερη καί περιεκτικώτερη άπό όλες τίς άλλες ά ρετή, δηλ. τό νά άγαπά ό άνθρωπος τόν Θεό μέ όλη του τήν ψυχή, τήν καρδιά, τήν δύναμι καί τήν διάνοιά του (πρβλ. Ματθ. 22,37). Γιά τήν έκπλήρωσι ιδιαίτερα αύτής τής εντολής, άλλά καί γιά όλες τίς άλλες, προσφέρεται στόν άνθρωπο ή ύπερφυσική χάρις του Θεοϋ γιά τήν ύπέρ φύσιν ζωή.

Ό δέκατος έβδομος καρπός τής νοεράς καί καρδια­κής προσευχής εΐναι ό νοϋς νά συνηθίση νά μπαίνη στήν καρδιά καί νά όμιλή μέ τόν ένδιάθετο λόγο, νά βλέπη τόν έαυτό του καί όλες τίς δυνάμεις του καί αύτή ή βύθισις στήν καρδιά τοϋ νοϋ δέν μένει χωρίς εύτυχία καί πνευμα­τική χαρά. "Οπως κάποιος, όταν άπουσιάση γιά λίγο άπό τό σπίτι του καί πάλι έπιστρέψη, χαίρεται καί εύθυμεῖ διό­τι άξιώθηκε νά ίδή τήν σύζυγο του καί τά παιδιά του, έτσι συμβαίνει καί μέ τόν νοϋ. Μέ αύτή τήν νοερά έκ τής καρδίας προ­σευχή, μπορεί ό άνθρωπος νά φυλάγη τόν νοϋ καί τήν καρδιά του, έάν δέν έφθασε άκόμη στήν τελεία καθαρό­τητα καί απάθεια, διότι αύτό είναι πολύ δύσκολο στόν κόσμο καί μάλιστα άκόμη καί στήν έρημο καί στήν ήσυ χία λόγω τής φιλαυτίας καί τής πλάνης τοΰ γένους μας, όπως λέγη ό θειος πατήρ Ιωάννης τής Κλίμακος, άλλά μποροῦμε νά άγωνιζώμεθα, όσο είναι δυνατόν, γιά τήν κάθαρσι άπό τά πάθη μας. Διότι ό Θεός έδωσε στόν άν­θρωπο τήν έντολή νά φυλάγη τήν καρδιά του άπό τά πάθη καί τίς κακές σκέψεις, λέγοντας: «Πρόσεχε σεαυτώ μή γένηται ρήμα κρυπτόν έν τή καρδία σου καί άνόμημα» (Δευτ. 15,9.)

 Ό δέκατος όγδοος καί μεγαλύτερος καρπός τής προσευχής είναι ή άπόκτησις τής αγάπης του Θεοϋ, ή ό­ποία είναι μητέρα όλων τών άρετών, επειδή είναι τό πλή­ρωμα όλων τών άγαθών έργων, καί μέσα στήν άγάπη τοϋ Θεοϋ περιέχεται καί ή άγάπη πρός τόν πλησίον, κατά τήν μαρτυρία τοϋ Εύαγγελιστοϋ Ιωάννου πού λέγει: «Ό άγαπών τόν Θεόν άγάπά καί τόν πλησίον αύτοϋ» (Ίωάν. 4,23). Καί σ' αύτές τίς δύο εντολές, δηλ. στήν άγάπη πρός τόν Θεό καί πρός τόν πλησίον, περιέχεται όλος ό νόμος καί οί προφήτες (Ματθ. 22,40). Αυτοί λοιπόν καί άλλοι πολλοί είναι οί καρποί τής καρδιακής προσευχής, όπότε, μακάρια είναι ή ψυχή έκείνη πού εργάζεται μυστικά αύτή τήν άγία προσευχή. Αύτός πού προσεύχεται μυστικά καί άληθινά στήν κάμαρα τής καρδιάς του καί συνομιλεί έκεῖ μέ τόν Νυμφίο Χριστό, θά άμειφθή στά φανερά άπό τόν Επου­ράνιο Πατέρα μας.
Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά.

Από Πατέρα Δαμασκηνό Γρηγοριάτη.

Tuesday, January 19, 2021

Θα έλθει ο καιρός που κοντά σε κάθε πιστό θα είναι σαράντα άπιστοι και θα τον ικετεύουν να τους σώσει ( Άγιος Σεραφείμ της Βιρίτσα )

«Θα έλθει ο καιρός που κοντά σε κάθε πιστό θα είναι σαράντα άπιστοι και θα τον ικετεύουν να τους σώσει».

Άλλοτε, ο ‘Άγιος είπε:

«Πάντα και για όλα, ακόμα και για τις θλίψεις, να ευγνωμονείς τον Κύριο και την Παναγία».

Και, εξάλλου:

«Ο Κύριος έχει δύναμη να αναδείξει τους εργάτες, αν εμείς θα Τον παρακαλάμε. 

Ας προσευχόμαστε και ας Τον ικετεύουμε και τότε από τις πέτρες θα αναδείξει ο Κύριος τους εκλεκτούς Του».

Άγιος Σεραφείμ της Βιρίτσα

Friday, January 1, 2021

Παρακλητικός Κανών εις τους Αγίους Δέκα Μάρτυρες της Κρήτης

†Εορτάζουν στις 23 Δεκεμβρίου


Άγιος Θεόδουλος από τη Γορτυνία της Κρήτης.
Άγιος Σατορνίνος από τη Γορτυνία της Κρήτης.
Άγιος Εύπορος από τη Γορτυνία της Κρήτης.
Άγιος Γελάσιος από τη Γορτυνία της Κρήτης.
Άγιος Ευνικιανός από τη Γορτυνία της Κρήτης.
Άγιος Ζωτικός από την Κνωσό.
Άγιος Αγαθόπους από το λιμένα Πανούρμου.
Άγιος Βασιλειάδης (ή Βασιλείδης) από την Κυδωνιά.
Άγιος Ευάρεστος από το Ηράκλειο.
Άγιος Μόβιος (ή Πόμπιος, ή Πόντιος) από το Ηράκλειο.


Εὐλογήσαντος τοῦ ἱερέως ἀρχόμεθα άναγινώσκοντες τόν ΡΜΒ’ (142) Ψαλμόν.
 
Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τήν δέησιν μου ἐν τῆ ἀληθείᾳ σου, εἰσάκουσον μου ἐν τῆ δικαιοσύνη σοῦ καί μή εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετά τοῦ δούλου σου, ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιον σου πᾶς ζῶν. Ὅτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρός τήν ψυχήν μου, ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τήν ζωήν μου, ἐκάθισε μέ ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκρούς αἰῶνος καί ἠκηδίασεν ἐπ’ ἐμέ τό πνεῦμα μου, ἐν ἐμοί ἐταράχθη ἡ καρδία μου. Ἐμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων, ἐμελέτησα ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις σου, ἐν ποιήμασι τῶν χειρῶν σου ἐμελέτων. Διεπέτασα πρός σέ τάς χεῖράς μου, ἡ ψυχή μου ὡς γῆ ἄνυδρος σοί. Ταχύ εἰσάκουσον μου, Κύριε, ἐξέλιπε τό πνεῦμα μου μή ἀποστρέψῃς τό πρόσωπον σου ἀπ’ ἐμοῦ, καί ὁμοιωθήσομαι τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. Ἀκουστόν ποίησον μοί τό πρωί τό ἔλεός σου, ὅτι ἐπί σοί ἤλπισα γνώρισον μοί, Κύριε, ὁδόν, ἐν ἤ πορεύσομαι, ὅτι πρός σέ ἤρα τήν ψυχήν μοῦ ἐξελοῦ μέ ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε, ὅτι πρός σέ κατέφυγον. Δίδαξον μέ τοῦ ποιεῖν τό θέλημά σου, ὅτι σύ εἰ ὁ Θεός μοῦ τό πνεῦμα σου τό ἀγαθόν ὁδηγήσει μέ ἐν γῆ εὐθείᾳ. Ἕνεκεν τοῦ ὀνόματος σου, Κύριε, ζήσεις μέ, ἐν τῆ δικαιοσύνη σου ἐξάξεις ἐκ θλίψεως τήν ψυχήν μου καί ἐν τῷ ἐλέει σου ἐξολοθρεύσεις τούς ἐχθρούς μου καί ἀπολεῖς πάντας τούς θλίβοντας τήν ψυχήν μου, ὅτι ἐγώ δοῦλος σου εἰμι.

Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Στίχος ἀ’. Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, καί ἐπικαλεῖσθε τό ὄνομα τό ἅγιον αὐτοῦ.
 
Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Στίχος β’. Πάντα τά ἔθνη ἐκύκλωσαν με, καί τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὑτούς.
 
Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Στίχος γ’. Παρά Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καί ἔστι θαυμαστή ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν.
 
Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Καὶ τὸ εξής·

Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
 
Οἱ ἐν τῇ Κρήτῃ παμφαέστατοι λύχνοι, τῆς φωταυγείας τοῦ Χριστοῦ οἱ ἀκτῖσι, πυρσεύοντες τὴν σύμπασαν ἀνδρείᾳ πολλῇ, Μάρτυρες Δεκάριθμοι, τῶν παθῶν τὴν ὁμίχλην, ἀφ’ ἡμῶν διώξατε, καὶ εἰρήνην κατ’ ἄμφω, τοῖς καταφεύγουσιν ὑμῶν ταῖς λιταῖς, σημειοφόροι, γενναῖοι βραβεύσατε.

Δόξα. Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.
 
Οὐ σιωπήσομέν ποτε Θεοτόκε, τὰς δυναστείας Σου λαλεῖν οἱ ἀνάξιοι, εἰμὴ γὰρ Σὺ προΐστασο πρεσβεύουσα, τίς ἡμᾶς ἐῤῥύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; Τίς δὲ διεφύλαξεν, ἕως νῦν ἐλευθέρους; Οὐκ ἀποστῶμεν Δέσποινα ἐκ Σοῦ, Σοὺς γὰρ δούλους σώζεις ἀεί, ἐκ παντοίων δεινῶν.

Εἶτα ὁ Ν’ (50) Ψαλμός.
 
Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατά τό μέγα ἔλεός Σου καί κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου, ἐξάλειψον τό ἀνόμημά μου. Ἐπὶ πλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καί ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με. Ὅτι τήν ἀνομίαν μου ἐγώ γινώσκω καί ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μου ἐστι διά παντός. Σοί μόνῳ ἥμαρτον καί τό πονηρόν ἐνώπιόν Σου ἐποίησα, ὅπως ἄν δικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις Σου καί νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί Σε. Ἰδοὺ γάρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καί ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου. Ἰδοὺ γάρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τὰ ἄδηλα καί τὰ κρύφια τῆς σοφίας Σου ἐδήλωσάς μοι. Ῥαντιεῖς με ὑσσώπῳ καί καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς με καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καί εὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. Ἀπόστρεψον τό πρόσωπόν Σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καί πάσας τάς ἀνομίας μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός καί πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μὴ ἀποῤῥίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου Σου καί τό Πνεῦμα Σου τό Ἅγιον μὴ ἀντανέλῃς ἀπ’ ἐμοῦ. Ἀπόδος μοι τήν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου Σου καί πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με. Διδάξω ἀνόμους τάς ὁδούς Σου καί ἀσεβεῖς ἐπὶ σέ ἐπιστρέψουσιν. Ῥῦσαι με ἐξ αἱμάτων ὁ Θεός, ὁ Θεός τῆς σωτηρίας μου, ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσα μου τήν δικαιοσύνην Σου. Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις καί τό στόμα μου ἀναγγελεῖ τήν αἴνεσίν Σου. Ὅτι, εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἄν, ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσίᾳ τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει. Ἀγάθυνον, Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκίᾳ Σου τήν Σιών καί οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ἱερουσαλήμ. Τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφορὰν καί ὁλοκαυτώματα. Τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τό θυσιαστήριόν Σου μόσχους.

Εἶτα ὁ Κανών, οὗ ἡ ἀκροστιχίς·
Δέκα Μαρτύρων αἰτοῦμαι πρεσβείαις. Χ. Μ. Μ.

ᾨδὴ α΄. Ἦχος πλ. δ΄. Ὑγρὰν διοδεύσας.
 
Δοχεῖα τοῦ Πνεύματος διαυγῆ, φωστῆρες τῆς Κρήτης, Δέκα Μάρτυρες θαυμαστοί, ἡμῶν τὰς δεήσεις ὡς Κυρίῳ, νῦν παρεστῶτες ἐν πόλῳ προσδέξασθε.

Ἐξ ὕψους Δεκάριθμοι συμπαθῶς, Κυρίου ὁπλῖται, ἐπιβλέψατε καὶ ταχύ, παρέχετε πάντοτε εἰρήνην, ψυχῆς τοῖς πόθῳ ὑμῖν προσπελάζουσι.

Κοινοῖς μελῳδήμασιν τοὺς ὑμῶν, τιμῶντες καμάτους, Δέκα πάντιμοι Ἀθληταί, βοῶμεν· ὑμῶν ταῖς ἱκεσίαις, πιστοῖς κατ’ ἄμφω ὑγείαν δωρήσασθε.

Θεοτοκίον.
Ἀπείρανδρε Μῆτερ τοῦ Λυτρωτοῦ, δεινῶς συνεχούσης, ῥῦσαι θλίψεως τοὺς πιστῶς, ὡς οἶκον φωτόλαμπρον Κυρίου, Σὲ ἀνυμνοῦντας ἑκάστοτε Δέσποινα.

ᾨδὴ γ΄. Οὐρανίας ἁψῖδος.
Μὴ ἐλλίπῃς πρεσβεύειν ὑπὲρ ἡμῶν Εὔπορε, σὺν τῷ Βασιλείδῃ τῷ θείῳ, καὶ Ἀγαθόποδι, ὡς ἂν γεραίρω ἀεί, τὴν φωτοφόρον σου μνήμην, καὶ τὴν τῶν συνάθλων σου, ἄριστον ἔνστασιν.

Ἀθλητὰ Σατορνῖνε καὶ Ζωτικὲ πάνσοφε, σὺν τῷ Θεοδούλῳ τῷ θείῳ, καὶ τῷ παμμάκαρι, Πομπίῳ κάραν συνθλᾶν, τοῦ μαινομένου ὡς ταύρου, μισοκάλου δαίμονος, μὲ ἀξιώσατε.

Ῥῦσαι πάντας λιταῖς σου ταῖς σωστικαῖς Ἅγιε, Εὐνικιανὲ τοὺς τιμῶντας, σοῦ τὸ μαρτύριον, καὶ τῶν συνάθλων τῶν σῶν, ἀνευφημοῦντας τοὺς πόνους, ἐν ὀδύναις ἄνεσιν, τούτοις δωρούμενος.

Θεοτοκίον.
Τὸν Θεὸν καὶ Σωτῆρα Χριστιανῶν τέξασα, τὸν τὰς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου, αἴροντα Δέσποινα, τὰς ἀλγηδόνας ἡμῶν, ταῖς πρὸς Υἱόν Σου πρεσβείαις, κούφισον ἰάτειρα, πάντων ἀνάργυρε.

Διάσωσον, Δεκὰς Μαρτύρων ἐν Κρήτῃ ἀνδρειοφρόνως, τῆς ἀθλήσεως ἀτραποὺς ἡ πίστει ὁδεύσασα, ἀπὸ κινδύνων καὶ βλάβης ἡμᾶς ταχέως.

Ἐπίβλεψον, ἐν εὐμενείᾳ πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπὶ τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν, καὶ ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τὸ ἄλγος.

Αἲτησις καὶ τὸ Κάθισμα.

Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.
Πρεσβείας ὑμῶν Εὐάρεσε Γελάσιε, Εὐνικιανὲ Θεόδουλε καὶ Πόμπιε, Ἀγαθόπους πάντοτε, Σατορνῖνε ἔνδοξε Εὔπορε, καὶ Βασιλείδῃ σὺν τῷ Ζωτικῷ, ἐν βίου τοῖς κλύδωσιν αἰτούμεθα.

ᾨδὴ δ΄. Εἰσακήκοα Κύριε.
Ὕδωρ ἄϋλον βλύσατε, εὐφροσύνης θείας σβεννῦον φλόγωσιν, τῶν παθῶν ἡμῶν Δεκάριθμοι, Ἀθληταὶ τῆς Κρήτης καλλωπίσματα.

Ῥείθροις μάκαρ Γελάσιε, καὶ γενναῖε Μάρτυς Χριστοῦ Εὐάρεστε, θεϊκῆς ἡμᾶς χρηστότητος, τοὺς ὑμῖν προσπίπτοντας δροσίσατε.

Ὡς λαμπτὴρ δεκαπύρσευτος, καὶ πλειὰς Δεκάριθμοι οὐρανόφωτος, Ἀθληταὶ πιστοὺς φωτίσατε, ἐν νυκτὶ ζοφώδει τοὺς καθεύδοντας.

Θεοτοκίον.
Νικητὰς ἐν τοῖς σκάμμασι, δεῖξον Θεοτόκε τοῦ βίου ἅπαντας, εὐλαβῶς Σε μακαρίζοντας, καὶ ἐπιζητοῦντας τὰς πρεσβείας Σου.

ᾨδὴ ε΄. Φώτισον ἡμᾶς.
Ἄθλους τοὺς ὑμῶν, οὕσπερ ἔτλητε γεραίροντες, κατ’ ἀπίστων Δέκα Μάρτυρες Χριστοῦ, τὰς θερμὰς ὑμῶν λιτὰς ἀπεκδεχόμεθα.

Ἵνα μυστικῶς, ἀνυμνῶ ὑμᾶς Θεόδουλε, Σατορνῖνε Ἀγαθόπους Ζωτικέ, καὶ Γελάσιε ἰσχύν μοι δότε ἄνωθεν.

Τόμῳ ἱερῷ, τῆς ζωῆς ἡμᾶς ἐγγράψατε, Βασιλείδῃ μάκαρ Εὐνικιανέ, καὶ Εὐάρεστε ὑμῖν ἀεὶ τοῖς σπεύδουσιν.

Θεοτοκίον.
Ὄμβρισον ἡμῖν, τοῦ Υἱοῦ Σου μέγα ἔλεος, ἵνα μέλπωμεν ᾠδαῖς Σὴν ἀρωγήν, συμπαθείας στηλογράφημα Παντάνασσα.

ᾨδὴ στ΄. Τὴν δέησιν.
Ὑφέρποντος, παμβεβήλου ὄφεως, τῆς κακίας ῥύσασθέ με φωστῆρες, τῆς Κρήτης θεῖοι Εὐάρεστε μάκαρ, θεόφρον Εὔπορε σῶφρον Γελάσιε, καὶ Πόμπιε ταῖς πρὸς Χριστόν, ἀσιγήτοις ὑμῶν παρακλήσεσι.

Μανίας με, ἀνεικάστου σώσατε, τοῦ ἀρχαίου πτερνιστοῦ Ἀγαθόπους, σὺν Ζωτικῷ, Βασιλείδῃ Πομπίῳ, καὶ Σατορνίνῳ Θεόδουλε Εὔπορε, σεπτὲ καὶ Εὐνικιανέ, ἵνα ὕμνοις ὑμᾶς στέφω πάντοτε.

Αἰτήσασθε, κόσμου ἀπολύτρωσιν, ἐκ δεσμῶν τῶν μεριμνῶν ἐν τῷ βίῳ, ὡς παῤῥησίαν κατέχοντες πλείστην, Χριστῷ Γελάσιε Πόμπιε Εὔποτε, ἀλκίφρον Εὐνικιανέ, Βασιλείδη κλεινὲ καὶ Θεόδουλε.

Θεοτοκίον.
Ἰάσεων, κολυμβήθραν ἔδειξε, Σὲ Χριστὸς ὁ Σὸς ὑπέρλαμπρος Τόκος, Θεοκυῆτορ ἁγνὴ καὶ χειμάῤῥουν, παντοειδῶν ἰαμάτων θεόνυμφε, εἰς ὃν λουόμενοι δεινῆς, ἀῤῥωστίας τὸν ῥύπον διώκομεν.

Διάσωσον, Δεκὰς Μαρτύρων ἐν Κρήτῃ ἀνδρειοφρόνως, τῆς ἀθλήσεως ἀτραποὺς ἡ πίστει ὁδεύσασα, ἀπὸ κινδύνων καὶ βλάβης ἡμᾶς ταχέως.

Ἄχραντε, ἡ διὰ λόγου τὸν Λόγον ἀνερμηνεύτως, ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα δυσώπησον, ὡς ἔχουσα μητρικὴν παῤῥησίαν.

Αἲτησις καὶ τὸ Κοντάκιον.
Ἦχος β΄. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τῆς Κρήτης λύχνοι Δεκάριθμοι πάμφωτοι, οἱ μαρτυρίου βολίσιν ἐκλάμψαντες, ἡμῶν τὴν σκοτείαν διώξατε, ταῖς ὑμετέραις πρεσβείαις πρὸς Κύριον, δεόμεθα δῆμε ὑπέρτιμε.

Προκείμενον
Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ.

Στίχ. Τοῖς Ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ Αὐτοῦ, ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος.

Εὐαγγέλιον, ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν (Κεφ. ια’ 12-19 ).
Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· Προσέχετε ἀπό τῶν ἀνθρώπων· ἐπιβαλοῦσι γὰρ ἐφ᾿ ὑμᾶς τὰς χεῖρας αὐτῶν, καὶ διώξουσι, παραδιδόντες εἰς συναγωγὰς καὶ φυλακάς, ἀγομένους ἐπὶ βασιλεῖς καὶ ἡγεμόνας, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου· ἀποβήσεται δὲ ὑμῖν εἰς μαρτύριον. Θέσθε οὖν εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν, μὴ προμελετᾶν ἀπολογηθῆναι· ἐγὼ γὰρ δώσω ὑμῖν στόμα καὶ σοφίαν, ᾗ οὐ δυνήσονται ἀντειπεῖν οὐδὲ ἀντιστῆναι πάντες οἱ ἀντικείμενοι ὑμῖν. Παραδοθήσεσθε δὲ καὶ ὑπὸ γονέων, καὶ συγγενῶν, καὶ φίλων, καὶ ἀδελφῶν· καὶ θανατώσουσιν ἐξ ὑμῶν, καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου· καὶ θρὶξ ἐκ τῆς κεφαλῆς ὑμῶν οὐ μὴ ἀπόληται· ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν.

Δόξα.
Ταῖς τῶν Ἀθλοφόρων πρεσβείαις Ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη, τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.

Καὶ νῦν.

Ταῖς τῆς Θεοτόκου, πρεσβείαις, Ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη, τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.

Στίχ. Ἐλεῆμον, ἐλέησόν με ὁ Θεός…
Προσόμοιον.
Ἦχος πλ. β΄. Ὅλην ἀποθέμενοι.
Ὅμιλε Δεκάριθμε, τῶν ἐν τῇ Κρήτῃ Μαρτύρων, Ζωτικὲ Θεόδουλε, Ἀγαθόπους Εὔπορε παναοίδιμε, εὐσταλὲς Πόμπιε, Σατορνῖνε μάκαρ, Βασιλείδη θεοφόρητε, σεπτὲ Εὐάρεστε, Εὐνικιανὲ καὶ Γελάσιε, προστάται καὶ ἀκέστορες, πέλετε πιστῶν ἐν ταῖς θλίψεσιν· ὅθεν δυσωποῦμεν, ὑμᾶς· μὴ διαλίπητε ἡμῖν, Χριστῷ πρεσβεύοντες πάντοτε, χάριν πέμψαι ἄφθονον.

Σῶσον ὀ Θεός τὸν λαό σου…

ᾨδὴ ζ΄. Οἱ ἐκ τῆς Ἰουδαίας.

Πληρωτὴν τῶν Ἁγίων ἐντολῶν καὶ ἐργάτην με ἀναδείξατε, ὡς ἂν τῆς Βασιλείας, τῆς ἄνω κληρονόμος, ὁ πολύτλας γενήσωμαι, τῆς Κρήτης πανευσθενεῖς, Χριστοῦ ὁπλῖται Δέκα.

Ῥώμην δίδοσθε θείαν κατ’ ἐχθρῶν ἀοράτων ἡμῖν Εὐάρεστε, θεόφρον Σατορνῖνε, Θεόδουλε φωσφόρε, Ζωτικέ τε Γελάσιε, καὶ Βασιλείδη στεῤῥέ, Κυρίου στρατιῶται.

Εὐσταλῶς Ἀθλοφόρων τῆς Δεκάδος Μαρτύρων τὰ κατορθώματα, γεραίρων ἀνακράζων· Κυρίου στρατηλάται, ταῖς ὑμῶν κατατάξατε, κἀμὲ ἁγίαις λιταῖς, εἰς οὐρανῶν στρατείαν.

Θεοτοκίον.
Συνοχῆς τῶν ἐφόδων τοῦ ἐχθροῦ Θεοτόκε ἡμᾶς ἐκλύτρωσαι, τοὺς πίστει ἐκζητοῦντας, τὰς θείας Σου πρεσβείας, πρὸς Ὃν ἔτεκες Κύριον, Θεὸν καὶ Πλάστην ἡμῶν, ὑπερευλογημένη.

ᾨδὴ η΄. Τὸν Βασιλέα.
Βυθοῦ ἁγνοίας, ἐκ ζοφερᾶς σοὺς ἱκέτας, ἐξαγάγετε Ἅγιοι Δέκα, τοὺς ὑμῶν αὐχένος, τομὴν ἀνευφημοῦντας.

Ἔργοις ἀμέμπτοις, εὐαρεστεῖν τῷ Κυρίῳ, ἐνισχύσατε Μάρτυρες Δέκα, τοὺς ἐκδεχομένους, ὑμῶν τὰς ἱκεσίας.

Ἰδοὺ προσπίπτω, ὑμῖν αἰτούμενος χάριν, τὴν ὑμῶν καλλιμάρτυρες Δέκα, Κρήτη θεοφόροι, σεμνοὶ καὶ στεφανῖται.

Θεοτοκίον.
Ἀγαλλιᾶται, τῶν εὐσεβῶν ἡ χορεία, Σὲ προστάτιν κατέχουσα θείαν, ἐν τοῦ βίου ζάλαις, ἁγνὴ Θεοκυῆτορ.
ᾨδὴ θ΄. Κυρίως Θεοτόκον.

Σαρκίου ἀλγηδόνας, παύσατε πρεσβείαις, ὑμῶν Θεόδουλε Πόμπιε Εὔπορε, σὺν Ζωτικῷ Βασιλείδῃ καὶ Ἀγαθόποδι.

Χαρίτων πλήσατέ με, θείων Σατορνῖνε, σὺν Γελασίῳ Εὐάρεστε πάντιμε, καὶ τῆς Εὐνίκης ἐπώνυμε τρισμακάριστε.

Μὴ παύσασθε φρουροῦντες, τοὺς ὑμῶν τοὺς τάφους, ἀσπαζομένους Δεκάριθμοι Μάρτυρες, τοὺς ἐν Γορτύνῃ κειμένους θεοειδέστατοι.

Θεοτοκίον.
Μαρτύρων παναρίστων, κλέϊσμα Παρθένε, καὶ πανευῶδες τοῦ κόσμου θυμίαμα, μή με παρίδῃς ἐν ὥρᾳ φρικτῇ τῆς Κρίσεως.

Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν Σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον Σέ μεγαλύνομεν.

Καὶ τὰ παρόντα Μεγαλυνάρια,
Χαίρετε ἀλκίφρονες Ἀθληταί, οἱ τομὴν αὐχένος, ὑπομείναντες σθεναρῶς, ἐν τῇ νήσῳ Κρήτῃ, διὰ Χριστοῦ τὴν πίστιν, Δεκάριθμοι φωστῆρες, ἀειφεγγέστατοι.

Χαίρετε Γελάσιε Ζωτικέ, Σατορνῖνε μάκαρ, εὐσταλὲς Εὐνικιανέ, σὺν τῷ Βασιλείδῃ, Πομπίῳ Εὐαρέστῳ, Εὐπόρῳ Θεοδούλῳ, καὶ Ἀγαθόποδι.

Ῥύσασθε ἐκ λύμης τοῦ πονηροῦ, τοὺς ὑμᾶς τιμῶντας, πάσης βλάβης τε καὶ ὀργῆς, δῆμε Ἀθλοφόρων, Δεκάριθμε τῷ ὄντι, οἱ ἐν τῇ νήσῳ Κρήτῃ, στέφη δεξάμενοι.

Τοὺς ὑμῶν τοὺς τάφους πανευλαβῶς, προσκυνοῦντας Δέκα, παναοίδιμοι Ἀθληταί, ῥύσασθε κινδύνων, καὶ τῆς ζωῆς τῆς ἄνω, ὑμῶν ταῖς ἱκεσίαις, καταξιώσατε.

Χαίροις δῆμε πάντιμε καὶ σεπτέ, Ἀθλητῶν Κυρίου, δένδρα σύγκαρπα ἀρετῶν, καὶ ἀνδρείας πλείστης, Δεκάριθμοι ἀστέρες, οἰ φρυκτωροῦντες πάντας, θείοις πυρσεύμασι.

Στύλοι ἀδιάσειστοι τῆς Χριστοῦ, Ἐκκλησίας Δέκα, Ἀθλοφόροι τὰς κεφαλάς, σπάθαις παρανόμων, ἐκύψατε ἀσμένως, καὶ ὤφθητε Μαρτύρων, θείων ἀκρότητες.

Πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων αἱ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι Πάντες μετά τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν εἰς τό σωθῆναι ἡμᾶς.

Τὸ Τρισάγιον
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς. (Τρίς).
Δόξα Πατρί, καί Υἱῶ, καί ἁγίῳ Πνεύματι,
καί νῦν, καί ἀεί, καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Παναγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς· Κύριε, ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν. Δέσποτα, συγχώρησον τάς ἀνομίας ἡμῖν· Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.

Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον.
Δόξα Πατρί…

Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου· ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου· γενηθήτω τό θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καί ἐπί τῆς γῆς. Τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον· καί ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν· καί μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλά ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.

Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καί ἡ δύναμις καί ἡ δόξα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

καί τά Τροπάρια ταῦτα. Ἦχος πλ. β΄.
Ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς, πάσης γάρ ἀπολογίας ἀποροῦντες, ταύτην Σοι τήν ἱκεσίαν, ὡς Δεσπότῃ, οἱ ἁμαρτωλοί προσφέρομεν, ἐλέησον ἡμᾶς.

Δόξα.
Κύριε ἐλέησον ἡμᾶς, ἐπί Σοί γάρ πεποίθαμεν. Μή ὀργισθῆς ἡμῖν σφόδρα, μηδέ μνησθῆς τῶν ἀνομιῶν ἡμῶν. Ἀλλ’ ἐπίβλεψον καί νῦν ὡς εὔσπλαχνος καί λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν. Σύ γάρ εἶ Θεός ἡμῶν καί ἡμεῖς λαός Σου, πάντες ἔργα χειρῶν Σου καί τό ὄνομά Σου ἐπικεκλήμεθα.

Καί νῦν.
Τῆς εὐσπλαχνίας τήν πύλην ἄνοιξον ἡμῖν, εὐλογημένη Θεοτόκε, ἐλπίζοντες εἰς Σέ μή ἀστοχήσομεν, ῥυσθείημεν διά Σοῦ τῶν περιστάσεων· Σύ γάρ ἡ σωτηρία τοῦ γένους τῶν Χριστιανῶν.

Ἐκτενὴς καὶ Ἀπόλυσις, μεθ’ ἣν ψάλλομεν τα ἑξῆς


Ἦχος β’. Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου.
Δῆμε, παναρίστων Ἀθλητῶν, Μάρτυρες Δεκάριθμοι θεῖοι, οἱ ἐν τῇ Κρήτῃ λαμπρῶς, μαρτυρίου στέφανον, ἀναδησάμενοι, ἐκ χειρῶν τοῦ παντάνακτος, Χριστοῦ δυσωπεῖτε, πάντοτε δεόμεθα, λυτροῦσθαι θλίψεων, πόνων, καὶ παθῶν δυσφορήτων, τοὺς ἀνευφημοῦντας ἐκθύμως, ἄθλησιν ὑμῶν τὴν πανσεβάσμιον.

Δέσποινα πρόσδεξαι τὰς δεήσεις τῶν δούλων Σου, καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς, ἀπὸ πάσης ἀνάγκης καὶ θλίψεως.

Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου, εἰς Σέ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην Σου. Δί’ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἠμῶν,
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἠμᾶς.
Ἀμήν.

Χαιρετισμοί εις τον Άγιο Μεγαλομάρτυρα Μηνά.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τὸν Καλλιμάρτυρα Μηνᾶν ἀνευφημήσωμεν, ὡς στρατηλάτην εὐσταλῆ καὶ γενναιόφρονα, ὑπομείναντα αἰκίας, πικρὰς βασάνους, τοῦ σαρκίου καῦσιν καὶ αὐχένος ἔκτμησιν, ἑκουσίως δι’ ἀγάπην τοῦ Παντάνακτος, πόθῳ κράζοντες· Χαῖροις, Χάριτος σκήνωμα.

Οἱ Οἶκοι.
Ἄριστε τοῦ Ὑψίστου στρατιᾶς στρατηγέτα, Μηνᾶ Μεγαλομάρτυς ἀλκίφρον, ὁ κηρύξας Χριστὸν ὡς Θεὸν καὶ καθυπομείνας σθεναρῶς ἔκτμησιν τῆς ὑπερτίμου κάρας σου, ἐπάκουσον ἡμῶν βοώντων·

Χαῖρε, Αἰγύπτου ὁ θεῖος γόνος·
χαῖρε, τοῦ πόλου ὁ κληρονόμος.
Χαῖρε, στρατιώτης γενναῖος καὶ εὔτολμος·
χαῖρε, ὁ ὁπλίτης Χριστοῦ θείας πίστεως.
Χαῖρε, ὅτι ἐκαθάρισας ἐν τῷ ὄρει σεαυτόν·
χαῖρε, ὅτι διεκόσμησας τῶν Ἀγγέλων τὸν χορόν.
Χαῖρε, ὁ τῶν εἰδώλων καταισχύνας τοὺς λάτρεις·
χαῖρε, ὁ χριστωνύμων κατευφράνας τὰς τάξεις.
Χαῖρε, λιμὴν Χριστοῦ ἀγαπήσεως·
χαῖρε, πηγὴν ὁ βλύσας χρηστότητος.
Χαῖρε, αὐχένος τομὴν ὑπομείνας·
χαῖρε, σὸν σθένος ψυχῆς καταδείξας.

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Βλάστημα γῆς Νειλῴας εὐθαλές, γενναιόφρον Μηνᾶ, καλλιμαρτύρων ἀκρότης, καθαιρέτης εἰδώλων στεῤῥὸς καὶ τῆς εὐσεβείας ζηλωτὴς πέφηνας, ὁ καθ’ ἑκάστην Κύριον δοξάζων καὶ Αὐτῷ κραυγάζων·

Ἀλληλούϊα.

Γνώμων, Μηνᾶ, ἀνδρείας, ψυχικῆς εὐσθενείας καὶ θάῤῥους ἐποφθεὶς θείαν κλῆσιν ἐμεγάλυνας τὴν τοῦ Χριστοῦ, σῇ στεῤῥᾷ ἐνστάσει καὶ λαμπροῖς σκάμμασι· διό σε μακαρίζοντες βοῶμέν σοι ἀξιοχρέως.

Χαῖρε, ἡ σάλπιγξ τῆς ἀριστείας·
χαῖρε, ὁ ὄρπηξ τῆς εὐσεβείας.
Χαῖρε, στρατηλάτης Χριστοῦ γενναιότατος·
χαῖρε, πανοπλίτης τῆς πίστεως ἄλκιμος.
Χαῖρε, νίκας ὁ δωρούμενος εὐσεβέσι κατ’ ἐχθρῶν·
χαῖρε, λύπας ὁμηγύρεως ὁ σκεδάζων εὐσεβῶν.
Χαῖρε, ἀπολεσθέντων ὁ εὑρέτης πραγμάτων·
χαῖρε, ἐμπεριστάτων ἀντιλῆπτορ μερόπων.
Χαῖρε, σταδίου πίστεως πρώταθλος·
χαῖρε, Κυρίου φίλος ἐράσμιος.
Χαῖρε, ἰσχὺν οὐρανίαν δεικνύων·
χαῖρε, πολλὴν παῤῥησίαν ὁ ἔχων.

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Δεῦτε Μηνᾶν, Στρατάρχην στρατιᾶς τοῦ Ὑψίστου ἀήττητον ἐν μάχαις, ἐκθύμως μελῳδήσωμεν πάντες πιστοὶ, ὡς σταδίου πρῶτον, τὸν πυρπολούμενον Χριστοῦ ζήλῳ τῆς πίστεως, ᾯ ᾖδε καθ’ ἑκάστην πόθῳ·

Ἀλληλούϊα.

Ἔνδοξε καλλιμάρτυς, νικητὰ τῶν εἰδώλων, Μηνᾶ, Κοτυαείου Φρυγίας ἐν τοῖς ὄρεσιν ἀποσυρθεὶς μετ’ ἀποταγὴν τοῦ σοῦ ἀξιώματος θηρσὶ συνοίκεις, ἔνδοξε, πρὸς ὃν οἱ εὐσεβεῖς βοῶμεν·

Χαῖρε, ὀρέων οἰκῆτορ θεῖος·
χαῖρε, ὡραίων ἀγώνων πύργος.
Χαῖρε, ὁ προκρίνας θηρσὶ συναυλίζεσθαι·
χαῖρε, ὁ ποθήσας στεῤῥῶς ἀγωνίζεσθαι.
Χαῖρε, ἄνθος εὐωδέστατον εὐτολμίας ψυχικῆς·
χαῖρε, εὖχος θεοφίλητον ἀγωγῆς ἀθλητικῆς.
Χαῖρε, ὅτι ἐδείχθης ἀθλοφόρων ἀκρότης·
χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις στεφηφόρων λαμπρότης.
Χαῖρε, ἐχθροῦ ὁ μέγας ἀντίπαλος·
χαῖρε, Χριστοῦ λευκάνθεμον πίστεως.
Χαῖρε, ἀγώνων ὁ πρώταθλος θείων·
χαῖρε, παγκάλων ὁ ἔνοικος δόμων.

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Ζόφωσιν διαλύσας τῶν εἰδωλοφρονούντων, Μηνᾶ, ἐνστάσεώς σου ἀκτίσι παῤῥησίᾳ Χριστόν τὸν Θεόν, ἐν σταδίου μέσῳ, ἀθλητὰ τίμιε, ἐκήρυξας καὶ ἤνοιξας τὰ στόματα πιστῶν κραυγάζειν·

Ἀλληλούϊα.

Ἤνοιξεν ὄμματά σου ὁ Χριστός, καλλιμάρτυς, μετὰ τὴν ἑκουσίαν φυγήν σου βασιλέως ἐκ φαύλου στρατοῦ τιμωροῦντος πάντας εὐσεβεῖς, ἔνδοξε, ὁρᾶν πᾶσαν ἀλήθειαν· διό σοι εὐλαβῶς βοῶμεν·

Χαῖρε, ὁ πέλυξ τῶν κακοδόξων·
χαῖρε, ἡ σάλπιγξ τῶν αἰωνίων.
Χαῖρε, ὁδοδείκτης Χριστοῦ θείας πίστεως·
χαῖρε, στεφανίτης ἀρίστης ἀθλήσεως.
Χαῖρε, κλέϊσμα περίδοξον στεῤῥοψύχων ὁπλιτῶν·
χαῖρε, σέμνωμα πολύτιμον ἀηττήτων ἀθλητῶν.
Χαῖρε, ὁ ἀποῤῥίψας τῶν εἰδώλων τὴν πλάνην·
χαῖρε, ὁ καταπτύσας τοῦ ἀλάστορος μῆνιν.
Χαῖρε, εἰκὼν ψυχῆς γενναιότητος·
χαῖρε, κανὼν ἀνδρείας εὐθύτατος.
Χαῖρε, ἐν ἄθλοις Θεὸν ὁ δοξάσας·
χαῖρε, ἐν πόνοις ἐχθρὸν ὀ συντρίψας·

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Θέλων Θεὸς ἀμεῖψαι σῆς ψυχῆς εὐτονίαν καὶ πίστιν σου, Μηνᾶ ἀθλοφόρε, ἔδειξέ σε θαυμάτων κρουνόν, ἰαμάτων ῥεῖθρον διειδές, πάντιμε, καὶ προστασίας τέμενος τῶν πίστει ἀκλινεῖ βοώντων·

Ἀλληλούϊα.

Ἵλεων σοῖς ἱκέταις τὸν Σωτῆρα τῶν ὅλων ἀπέργασαι, Μηνᾶ καλλιμάρτυς, σαῖς δεήσεσιν ὡς ἀθλητῶν ἀκρεμὼν καὶ φάρος τηλαυγὴς πίστεως, ὁ ἅπασι δωρούμενος τὰ πρόσφορα τοῖς ἐκβοῶσι·

Χαῖρε, ἐπόπτης σῶν ὑμνηπόλων·
χαῖρε, ὀλέτης τῶν δαιμονίων.
Χαῖρε, ὁ ἀκούων πιστῶν τῶν δεήσεων·
χαῖρε, ὁ σκεδάζων ἀχλὺν τῶν στενώσεων.
Χαῖρε, τάχιστος προσφύγων σου ἐν κινδύνοις ἀρωγός·
χαῖρε, ἄγρυπνος συστήματος τῶν προσφύγων σου φρουρός.
Χαῖρε, ὅτι τὰς λύπας ἱκετῶν σου διώκεις·
χαῖρε, ὅτι τὰς πάγας τοῦ ἐχθίστου συντρίβεις.
Χαῖρε, πυξὶς Θεοῦ ἀγαπήσεως·
χαῖρε, ῥανὶς νοσούντων ἰάσεως.
Χαῖρε, πιστῶν ἐν δεινοῖς ἀντιλῆπτορ·
χαῖρε, ἡμῶν ἐν ἀνάγκαις συλλῆπτορ·

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Κλέϊσμα, Στρατηλάτα, τῆς Χριστοῦ Ἐκκλησίας, Μηνᾶ Μεγαλομάρτυς, σαρκίου καθυπέμεινας ξέσιν στεῤῥῶς, ῥαβδισμούς, αἰκίας, σῶν πληγῶν ἔκκαυσιν καὶ κάρας σου ἀπότμησιν, ὁ ἄχρι τελευτῆς σου ψάλλων·

Ἀλληλούϊα.

Λάμπων ὡς καλλιμάρτυς εὐσθενὴς καὶ γενναῖος ἐνώπιον ἀκτίνων ἡλίου, κατηγλάϊσας πάντας, Μηνᾶ, σῆς ἀνδρείας φέγγει καὶ βολαῖς ἄθλων σου, δι’ ὧν πιστοὺς ἐφώτισας τοὺς πίστει σοι βοῶντας ταῦτα·

Χαῖρε, τὸ ἄστρον τῆς εὐσεβείας·
χαῖρε, τὸ ῥόδον στεῤῥοψυχίας.
Χαῖρε, ὁ φωτίσας σοῖς πόνοις τὰ σύμπαντα·
χαῖρε, ὁ φαιδρύνας Μαρτύρων τὰ τάγματα.
Χαῖρε, αὔγασμα ὑπέρφωτον ἀγαπήσεως Χριστοῦ·
χαῖρε, σύντριμμα καὶ ἥττημα τοῦ ἀρχαίου πτερνιστοῦ.
Χαῖρε, ὁ στρατηλάτης ἐν σταδίῳ πρωτάρχων·
χαῖρε, δωρεοδότης θεϊκῶν δωρημάτων.
Χαῖρε, βουνεύροις, οἴμοι, τυπτόμενος·
χαῖρε, τριχίνοις σάκκοις τριβόμενος.
Χαῖρε, τομὴν κάρας ὁ ὑπομείνας·
χαῖρε, ἡμῖν χάριν ὁ καταδείξας·

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Μάρτυς δεδοξασμένε, δι’ ὃν γάνυται πᾶσα Χριστοῦ ἡ Ἐκκλησία καὶ χαίρει, ἐλλαμπόμενος αἴγλῃ, Μηνᾶ, εὐτολμίας, θάῤῥους καὶ θερμῆς πίστεως, ἐφώτισας καθεύδοντας ἐν σκότει ἀγνωσίας ψάλλειν·

Ἀλληλούϊα.

Νίκης, Μηνᾶ, στεφάνῳ κεφαλήν σου τιμίαν ἐκόσμησε Χριστὸς χρυσοπλόκῳ καὶ θαυμάτων ἀπείρων κρουνὸν ἔδειξέ σε, Μάρτυς, οὗ ψυχὴν ἔφλεξε ἀρίστης φλὸξ ἀθλήσεως, διό σοι ἐν χαρᾷ φωνοῦμεν·

Χαῖρε, στρουθὸς τοῦ Κοτυαείου·
χαῖρε, λαμπρὸς ἀθλητὴς Κυρίου.
Χαῖρε, στρατηλάτα Χριστοῦ παρατάξεως·
χαῖρε, καταπέλτα τυράννων ἐπάρσεως.
Χαῖρε, τάνυσιν σοῦ σώματος ἐπὶ ξύλου ὑποστάς·
χαῖρε, ἔκκαυσιν σαρκίου σου ὑπομείνας ὡς λαμπάς.
Χαῖρε, ὅτι ἀνδρείως κεφαλὴν ἀπετμήθης·
χαῖρε, ὅτι ἀξίως οὐρανόθεν ἐστέφθης.
Χαῖρε, λαμπρῶν ἀγώνων ἀκρώρεια·
χαῖρε, πολλῶν θαυμάτων ἐκτύπωμα·
Χαῖρε, πλησθεὶς οὐρανίου ἰσχύος·
χαῖρε, βολὶς θείου σθένους καὶ θάῤῥους.

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Ξένως ἐν Ἡρακλείῳ καταπλήττεις τῆς Κρήτης ἐχθροὺς ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Πάσχα καὶ ταχὺ διασῴζεις πιστοὺς ἐξ αὐτῶν μανίας, εὐσθενὲς Ἅγιε, Μηνᾶ, ὧν χείλη ἤνοιξας Κυρίῳ εὐλαβῶς κραυγάζειν·

Ἀλληλούϊα.

Ὅπλα ἐνδεδυμένος θείας πίστεως, Μάρτυς Μηνᾶ, περιφανὲς στρατηλάτα, ἀσεβούντων τυράννων ὀφρὺν ἐπηρμένην, σθένει σου ψυχῆς, Ἅγιε, ἐπάτησας καὶ ἄθλοις σου κατηύφρανας τοὺς σοὶ βοῶντας·

Χαῖρε, ὁ πρώταθλος τοῦ σταδίου·
χαῖρε, ὁ μέτοχος Δείπνου θείου.
Χαῖρε, ὁ ἐχθίστου συντρίψας τὰ ἔνεδρα·
χαῖρε, ἐξ Ὑψίστου δεξάμενος τρόπαια.
Χαῖρε, ὅτι ἔσχες σύμμαχον τοῦ Κυρίου τὸν Σταυρόν·
χαῖρε, ὅτι τὸν εὐΐλατον ἐμεγάλυνας Θεόν.
Χαῖρε, ὁ τῶν εἰδώλων καθελὼν τὴν ἀπάτην·
χαῖρε, ὁ τῶν Μαρτύρων πανσθενῆ δείξας ῥώμην.
Χαῖρε, ὀφθεὶς θεμέλιον πίστεως·
χαῖρε, πλησθεὶς δραγμάτων τῆς χάριτος.
Χαῖρε, Χριστοῦ ὁ ζηλώσας τὸ πάθος·
χαῖρε, ἐχθροῦ ὁ συντρίψας τὸ μένος.

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Πέλεις Χατζηγεώργη, ἀσκητοῦ πανοσίου, Μηνᾶ θαυματουργέ, διασώστης ἐκ ῥαφίδος, λαθὼν ἣν αὐτοῦ προσοχῆς κατέπιεν αὐτός, Μάρτυς καλλίνικε, τοῦ ψάλλοντος ἐν εὐλαβείᾳ·

Ἀλληλούϊα.

Ῥύστης τῶν πολεμούντων εὐσεβῶν ἐν Αἰγύπτῳ κατὰ τῶν ἐχθρικῶν στρατευμάτων ἀνεδείχθης, Μηνᾶ θαυμαστέ, ἐν ἐσχάτοις χρόνοις, ἀθλητὰ ἔνδοξε, λαμπρῶς μεγαλυνόντων σε καὶ πίστει ἀκλινεῖ βοώντων·

Χαῖρε, τὸ νῖκος τῶν εὐσεβούντων·
χαῖρε, τὸ τεῖχος ἐμπεριστάτων.
Χαῖρε, γενναιότητος πύργος ἀσάλευτος·
χαῖρε, τῆς κακότητος πλάνου ἀντίπαλος.
Χαῖρε, ζήλῳ πυρπολούμενος ἀγαπήσεως Χριστοῦ·
χαῖρε, πόθῳ ἐμπνεόμενος μαρτυρίου ἀνδρικοῦ.
Χαῖρε, ὁ στρατιώτης στρατιᾶς τοῦ Κυρίου·
χαῖρε, ὁ καθαιρέτης τῆς ὀφρύος δολίου.
Χαῖρε, κιθάρα θάῤῥους ἡδύχορδος.
χαῖρε, κινύρα τόλμης γλυκύλαλος.
Χαῖρε, ὀλέτης τῶν λίθους σεβόντων·
χαῖρε, προστάτης πιστῶν σε τιμώντων·

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Σῴζεις τὴν Καστορίαν ἐξ ἐχθρῶν ἐπιβούλων, Μηνᾶ, τὴν σὲ σεπτὸν πολιοῦχον, ἀντιλήπτορα, θεῖον φρουρὸν καὶ προστάτην ἔχουσα ταχύν, ὄλβιε, ἐν πειρασμοῖς καὶ θλίψεσιν καὶ σπεύδουσαν Θεῷ βοῆσαι·

Ἀλληλούϊα.

Τρόπαιον ἐξ Ὑψίστου τῶν χειρῶν ἀπεδέξω, Μηνᾶ Μεγαλομάρτυς, καὶ χάριν μεσιτεύειν ἀεὶ πρὸς Αὐτὸν ὑπὲρ τῶν τιμώντων τοὺς σεπτοὺς ἄθλους σου οὓς ἔτλης ὑπὲρ πίστεως, καὶ πόθῳ ἱερῷ βοώντων·

Χαῖρε, τὴν πίστιν ὁ μεγαλύνας·
χαῖρε, τὴν πλάνην ὁ καταισχύνας.
Χαῖρε, ἱερεῖον Χριστοῦ θείας πίστεως·
χαῖρε, ἐκμαγεῖον πολύτιμον χάριτος.
Χαῖρε, ἄνθρωπε οὐράνιε, σὺν Ἀγγέλοις ὁ οἰκῶν·
χαῖρε, ἔνδοξε μεγάλαθλε, ὁ πολίτης οὐρανῶν.
Χαῖρε, εἰδωλοφρόνων τὴν ὀφρὺν καταλύσας·
χαῖρε, εὐσεβοφρόνων τοὺς χοροὺς ἀγλαΐσας.
Χαῖρε, πιστῶν συλλήπτωρ καὶ πρόμαχος·
χαῖρε, ἡμῶν φρουρὸς ἑτοιμότατος·
Χαῖρε, ἐχθρὸν δυσμενῆ θριαμβεύσας·
χαῖρε, λαὸν εὐσεβῆ ἀγλαΐσας.

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Ὕμνοις, Μηνᾶ γενναῖε καὶ ᾠδαῖς μελιῤῥύτοις, τὴν πάντιμόν σου στέφομεν μνήμην καὶ τιμῶντές σε ὡς ἐν δεινοῖς ταχινὸν προστάτην, ἐν χορῷ σπεύδομεν σῇ χάριτι ἑκάστοτε, οἱ πίστει τῷ Θεῷ βοῶντες·

Ἀλληλούϊα.

Φέγγει σῶν θαυμασίων Ἐμπορίου κατοίκους φωτίζεις Ἑορδαίας, ἀλκίφρον, ὧν τὸν ζόφον ἐλαύνεις, Μηνᾶ, ἀναγκῶν παντοίων, πειρασμῶν, θλίψεων καὶ πάσης περιστάσεως, μεγάλαθλε, πρὸς ὃν βοῶμεν·

Χαῖρε, ταχὺς ἀσθενῶν ἀκέστωρ·
χαῖρε, θερμὸς εὐσεβῶν συλλήπτωρ.
Χαῖρε, ὁ φωτίσας σοῖς ἄθλοις τὰ σύμπαντα·
χαῖρε, ὁ συντρίψας τυράννων συστήματα.
Χαῖρε, λάμψις Θείας Χάριτος ἡ φωτίζουσα πιστούς·
χαῖρε, παῦσις τῆς κακότητος σκοτιζούσης τοὺς ἐχθρούς.
Χαῖρε, τῆς εὐσεβείας τηλαυγέστατος φάρος·
χαῖρε, τῆς ἀριστείας ὁ κλεινὸς ἑῳσφόρος.
Χαῖρε, φωστὴρ Χριστοῦ ἀγαπήσεως·
χαῖρε, χρωστὴρ πολύχρωμε πίστεως·
Χαῖρε, λαμπὰς σταδίου πρωτάθλων·
χαῖρε, ἱκμὰς ἀπείρων χαρίτων·

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Χαῖρε, ὁ μαργαρίταις ἀηττήτων σου ἄθλων καὶ πλήθους θαυμασίων σαπφείροις τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν, Μηνᾶ, στεφανῖτα Μάρτυς, θαυμαστῶν πρόξενε, διακοσμῶν ἀείποτε, τὴν ψάλλουσαν ἐν κατανύξει·

Ἀλληλούϊα.

Ψάλλοντές σου, Στρατάρχα, τὴν πολλὴν παῤῥησίαν, ἣν ἔχεις ὡς ἀήττητος Μάρτυς, πρὸς Θεόν, τὸν Σωτῆρα ἡμῶν, ὡς κρουνὸν τιμῶμέν σε, Μηνᾶ πάνσοφε, ἰάσεων ἀστείρευτον καὶ κράζομεν ἐν εὐλαβείᾳ·

Χαῖρε, τὸ ῥεῖθρον τῶν ἰαμάτων·
χαῖρε, τὸ βάθρον τῶν θαυμασίων.
Χαῖρε, ἀσθενῶν ἰατὴρ ὁ θεόσδοτος·
χαῖρε, εὐσεβῶν ἀντιλῆπτορ ἀνύστακτος.
Χαῖρε, ὅτι πάντας ἄνωθεν τοὺς πιστοὺς ἐπιτηρεῖς·
χαῖρε, ὅτι τοὺς ἱκέτας σου ἀενάως εὐλογεῖς.
Χαῖρε, ὁ ἁγιάζων τοὺς λαμπρῶς σε τιμῶντας·
χαῖρε, ὁ κατευφραίνων τοὺς ἀεί σε ὑμνοῦντας.
Χαῖρε, φρουρὸς στενόντων ἀνύστακτος·
χαῖρε, λαμπρὸς τῆς χάριτος πρόβολος.
Χαῖρε, ἱκέτης Θεοῦ ὑπὲρ πάντων·
χαῖρε, προστάτης τῶν ἐμπεριστάτων.

Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Ὦ Μηνᾶ Στρατηλάτα στρατιᾶς τοῦ Κυρίου πανένδοξε καὶ χάριτος ῥεῖθρον (ἐκ γ΄) διειδές, ἐπευλόγει ἀεὶ καὶ ἐν δίναις πάντας ἀσθενεῖς στήριζε, τοὺς πίστει σοι προσφεύγοντας καὶ ψάλλοντας ἐν εὐλαβείᾳ·

Ἀλληλούϊα.

Καὶ αὖθις τὸ Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τὸν Καλλιμάρτυρα Μηνᾶν ἀνευφημήσωμεν, ὡς στρατηλάτην εὐσταλῆ καὶ γενναιόφρονα, ὑπομείναντα αἰκίας, πικρὰς βασάνους, τοῦ σαρκίου καῦσιν καὶ αὐχένος ἔκτμησιν, ἑκουσίως δι’ ἀγάπην τοῦ Παντάνακτος, πόθῳ κράζοντες· Χαίροις, Χάριτος σκήνωμα.

Δίστιχον.
Σὺν Ναθαναὴλ καὶ Εὐστρατίῳ ᾖσε,
χαῖρέ σοι, Μηνᾶ στεῤῥόφρον, Χαραλάμπης.