Sunday, December 6, 2015

''153 κεφάλαια περί προσευχής" ( Άγιος Νείλος ο Ασκητής )


(Άγιος Νείλος ο Ασκητής - από τη Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών)

Πρόλογος: Την ώρα, που με καίει ο πυρετός και με συνέχει η φλόγωση των ακαθάρτων παθών, με τονώνεις, όπως πάντα, καθώς πιάνω τα θεαγάπητα γράμματά σου παρηγορώντας το νού μου τον κατάκοπο, που σε ό,τι αισχρό περιδιαβάζει. Κι αυτό, γιατί εσύ μακάρια μιμήθηκες το μεγάλο καθηγητή και δάσκαλο. Καθόλου παράδοξο αυτό, γιατί δικό σου μερτικό είναι πάντα τα σπουδαία όπως ήταν του ευλογημένου Ιακώβ. Αφού δηλαδή δούλεψες καλά για χάρη της Ραχήλ και πήρες αντί γι’αυτήν τη Λεία (Γεν.κθ΄ 25), ζητάς τώρα κι εκείνη, που λαχταράς, γιατί ασφαλώς συμπλήρωσες κι αυτής τα εφτά χρόνια.

Εγώ δεν θα μπορούσα ν' αρνηθώ για λόγου μου, πως αν και κόπιασα όλη τη νύχτα, όμως δεν έχω πιάσει τίποτα. Μολοντούτο όταν, μια και μου το 'πες εσύ, πέταξα τα δίχτυα, ψάρεψα πλήθος ψάρια. Δε λέω βέβαια πως είναι μεγάλα, πάντως είναι εκατόν πενήντα τρία (πρβλ. Ιω.κα΄ 11). Και τα ’στειλα μέσ’ στο κοφίνι της αγάπης (αυτό μαρτυρούν τα ισάριθμα κεφάλαια) έχοντας έτσι εκτελέσει την προσταγή σου.


Σε θαυμάζω και ζηλεύω την εξαιρετική πρόθεση, που δείχνεις, αγαπώντας βαθιά τα κεφάλαια περί προσευχής. Γιατί δε λαχταράς απλώς αυτά, που χρωστούν σε χέρια την ύπαρξή τους και είναι γραμμένα με μελάνη, αλλά εκείνα, που είναι με ασφάλεια βαλμένα στο νού με τη βοήθεια της αγάπης και της αμνησικακίας. Επειδή όμως όλα έχουνε διπλό χαρακτήρα, δέξου και όσα σου στέλνω το ένα δίπλα στο άλλο σύμφωνα με όσα λέει ο σοφός Ιησούς του Σειράχ (Σοφ. Σει. μβ΄ 24) και νιώσε εκτός από το γράμμα και το πνεύμα τους, γιατί το νόημα πάει πριν από το γράμμα. Αν δηλαδή λείπει το νόημα ούτε και το γράμμα θα υπάρχει. Δύο λοιπόν είναι οι τρόποι προσευχής. Ο ένας είναι πρακτικός κι ο άλλος ενθεωρητικός. Το ίδιο συμβαίνει και με τους αριθμούς. Το ένα στοιχείο τους, είναι προφανές, είναι η ποσότητα. Το άλλο στοιχείο, το σημαινόμενο, είναι η ποιότητα. Έχοντας δηλαδή διαπραγματευθεί το θέμα της προσευχής σε εκατόν πενήντα τρία κεφάλαια σου έχω στείλει ευαγγελικό μισθό για να βρείς την τερπνότητα του συμβολικού αριθμού και το τριγωνικό και εξαγωγικό σχημα, που υποδηλώνει ταυτόχρονα από τη μια μεριά ευσέβεια γεμάτη γνώση της αγίας Τριάδος και από την άλλη διάγραμμα ετούτου εδώ του κειμένου. Αλλά και ο αριθμός εκατό είναι, αν τον πάρεις μοναχό του, τετράγωνος. Ο αριθμός πενήντα τρία είναι τριγωνικός και σφαιρικός, γιατί ο αριθμός εικοσιοχτώ, που είναι το ένα κομμάτι, είναι τριγωνικός, ενώ ο αριθμός εικοσιπέντε, το άλλο κομμάτι, είναι σφαιρικός, αφού πέντε φορές το πέντε μας κάνει εικοσιπέντε.


Έχεις λοιπόν το τετραγωνικό σχήμα όχι μόνο με την τετρακτύν (δηλαδή το άθροισμα των τεσσάρων πρώτων αριθμών 1+2+3+4=10) των αρετών, αλλά και τη σοφή γνώση αυτού του αιώνος, που μοιάζει με τον αριθμό εικοσιπέντε, γιατί οι χρόνοι είναι σφαιρικοί. Ο χρόνος κυλάει βδομάδα τη βδομάδα, μήνα το μήνα, χρονιά τη χρονιά και εποχή την εποχή, όπως βλέπουμε στην κίνηση του ήλιου και της σελήνης, της άνοιξης και του καλοκαιριού και τα λοιπά.


Το τρίγωνο θα μπορούσε να σημαίνει για σένα τη γνώση της αγίας Τριάδος. Υπάρχει όμως και άλλη θεώρηση του αριθμού. Αν λάβεις υπόψη σου το σύνολο του αριθμού, επειδή είναι τριγωνικός, σκέψου τότε πως ο αριθμός εκατόν πενήντα τρία προσφέρει την πρακτική, τη φυσική και τη θεολογική γνώση ή την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη (Α΄Κορ. ιγ΄13), χρυσάφι, ασήμι, πολύτιμα πετράδια (πρβλ. Α΄Κορ. γ΄12). Τέτοιο λοιπόν είναι το νόημα του αριθμού. Ελπίζω όμως πως δεν θα περιφρονήσεις την ευτέλεια των κεφαλαίων αυτών ως μαθημένος να χορταίνεις, αλλά και να στερείσαι (Φιλιπ. δ΄12). Ναι, βέβαια δεν θα τα περιφρονήσεις και γιατί ακόμα θυμάσαι εκείνον, που δεν παραπέταξε τα δύο λεπτά της χήρας (Μάρκ.ιβ΄42) αλλά τα δέχτηκε πιο πολύ, κι από πολλών τον πλούτο. Επειδή λοιπόν ξέρεις να φυλάς της εύνοιας και της αγάπης τον καρπόν για τους γνήσιους αδελφούς σου, προσευχήσου και για μένα τον άρρωστο αδελφό σου. Προσευχήσου να γίνω γερός και σηκώνοντας απ’εδώ κι εμπρός τον «κράββατόν» μου (Μάρκ.ιβ΄11) να περπατώ με τη χάρη του Χριστού. Αμήν.




ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ


1. Αν θέλει κανένας να φκιάσει ευωδιαστό θυμίαμα, πρέπει να συνθέσει σε ίση ποσότητα διάφανο και καθαρό λιβάνι, κασσία, όνυχα και στακτή, σύμφωνα με όσα λέει ο Νόμος (πρβλ. Εξόδ. λ΄ 34). Αυτά τα υλικά υποδηλώνουν τις τέσσερις βασικές αρετές. Αν έχουν δηλαδή όλη την πληρότητα και είναι στον ίδιο βαθμό αναπτυγμένες τότε δεν πρόκειται να προδοθεί ο νούς.


2. Όταν καθαρθεί η ψυχή με την πληρότητα των εντολών, δηλαδή με την εκπλήρωση και εφαρμογή τους, τότε κάνει ακλόνητη την τάξη του νού, καθιστώντας τον ικανό να δεχτεί την κατάσταση εκείνη, που αναζητάει.


3. Η προσευχή είναι επικοινωνία του νού με το Θεό. Σε ποια κατάσταση, αλήθεια, πρέπει να βρίσκεται ο νούς για να μπορέσει να απλωθεί και εκταθεί αμετάστροφα ως τον Δεσπότη του και να τον συναναστρέφεται συνομιλώντας μαζί του χωρίς την παρεμβολή κανενός ενδιαμέσου;


4. Αν, όταν προσπάθησε ο Μωϋσής να πλησιάσει τη φλεγόμενη βάτο, εμποδίστηκε, ώσπου να λύσει το υπόδημα των ποδιών του (Εξόδ. γ΄ 5), πώς εσύ, που θέλεις να ιδείς τον πέρα από κάθε αίσθηση και έννοια και να γίνεις φίλος του, δεν θα πρέπει να λύσεις και να πετάξεις από πάνω σου κάθε νόημα μολυσμένο από πάθος;


5. Πριν από κάθε τι άλλο να προσεύχεσαι να λάβεις το δώρο των δακρύων, για να μαλακώσεις με το πένθος την αγριάδα, που υπάρχει μέσα στην ψυχή σου, και, αφού κατηγορώντας τον εαυτό σου ομολογήσεις στον Κύριο τις ανομίες σου, να πετύχεις την άφεση των αμαρτιών εκ μέρους του.


6. Να χρησιμοπειείς τα δάκρυα για την πραγμάτωση κάθε αιτήματος. Γιατί χαίρεται πολύ ο Δεσπότης σου, όταν προσεύχεσαι με δάκρυα.


7. Αν χύνεις άφθονα δάκρυα στην προσευχή σου, μην το παίρνεις καθόλου επάνω σου, σαν τάχατες να στέκεις πιο ψηλά απ’τους πολλούς. Γιατί με δάκρυα έχει αποχτήσει δύναμη η προσευχή σου, για να μπορέσεις πρόθυμα να ομολογήσες τις αμαρτίες σου και να εξευμενίσεις το Δεσπότη. Μη μετατρέψεις λοιπόν σε πάθος ό,τι αποτελεί προφύλαξη από τα πάθη, για να μην παροργίσεις πιο πολύ αυτόν, που έχει δώσει τη χάρη.


8. Πολλοί χύνοντας δάκρυα για τις αμαρτίες τους, επειδή ξέχασαν το σκοπό των δακρύων, κατάντησαν σε τρέλα ξεφεύγοντας απ’αυτόν.


9. Στάσου επίμονα και προσευχήσου έντονα και σιχάσου τις συνομιλίες των φροντίδων και των λογισμών. Γιατί σε ταράζουν και σε συγχύζουν για να σε κάνουν άτονο.


10. Όταν σε ιδούν οι δαίμονες πρόθυμο να προσευχηθείς αληθινά, τότε βάζουν με τέχνη μέσα σου σκέψεις μερικών πραγμάτων τάχατες αναγκαίων και ύστερ’από λίγο σε κάνουν να τα ξεχάσεις κινώντας έτσι το νού σε αναζήτησή τους. Κι ο νούς μη βρίσκοντάς τα πέφτει σε κατάσταση αθυμίας και λύπης. Όταν όμως σταθεί σε προσευχή, του θυμίζουν αυτά, που αναζητούσε και είχε στη μνήμη του, με το σκοπό να κινηθεί ο νούς για απόχτηση της γνώσης τους και να χάσει την καρποφόρα προσευχή.


11. Αγωνίσου να κρατάς το νού σου την ώρα της προσευχής κουφό και άλαλο. Έτσι θα μπορέσεις να προσευχηθείς.


12. Όταν σε συναντήσει πειρασμός ή ολοένα σε ερεθίζει διάθεση αντιλογίας με σκοπό να κινήσεις την οργή σου εναντίον του σατανά ή να βγάλεις άναρθη κραυγή, θυμήσου την προσευχή και την κρίση, που γίνεται όσο αυτή διαρκεί, και παρευθύς θα ηρεμήσει η άτακτη κίνηση μέσα σου.


13. Όσα κάνεις για να αμυνθείς εναντίον του αδελφού σου, που σε έχει αδικήσει, όλα θα σου γίνουν σκάνδαλο την ώρα της προσευχής.


14. Η προσευχή είναι βλάστημα πραότητας και αοργησίας.


15. Η προσευχή είναι προβολή χαράς και ευχαριστίας.


16. Η προσευχή είναι προφύλαγμα από λύπη και αθυμία (κακοκεφιά).


17. Πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασε την αξία τους στους φτωχούς (Ματθ. ιθ΄ 21) και φορτωμένος το σταυρό απαρνήσου τον εαυτό σου (Ματθ. ις΄ 24), για να μπορέσεις να προσευχηθείς απερίσπαστα.


18. Αν θέλεις να προσεύχεσαι αξιέπαινα, να απαρνιέσαι κάθε στιγμή και κάθε ώρα τον εαυτό σου και πάσχοντας τα πάνδεινα να στοχάζεσαι βαθιά πάνω στην προσευχή.


19. Θα βρείς τον καρπό της όποιας δυσχέρειας υπομένεις, φιλοσοφώντας την την ώρα της προσευχής.


20. Αν λαχταράς να προσευχηθείς όπως πρέπει, να μην πικραίνεις καμιά ψυχή. Αλλιώς άδικα τρέχεις.


21. Άφησε το δώρο σου, λέει το ιερό Ευαγγέλιο, μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε πρώτα συμφιλιώσου με τον αδερφό σου (Ματθ. ε΄24) και τότε θα προσευχηθείς χωρίς καμιά ταραχή. Γιατί η μνησικακία αμαυρώνει και αδυνατίζει το ηγεμονικό της ψυχής, το νου, και σκοτίζει τις προσευχές σου.


22. Όσοι σωριάζουν λύπες και μνησικακίες μέσα τους, μοιάζουν μ’αυτούς, που βγάνουν νερό από το πηγάδι και το αδειάζουν σε τρύπιο πιθάρι.


23. Αν είσαι υπομονετικός, θα προσεύχεσαι με χαρά.


24. Όταν προσεύχεσαι όπως πρέπει, θα συναντήσεις τέτοια πράγματα, που να σου φαίνεται πως μ’όλο σου το δίκαιο πρέπει να εξοργιστείς. Δεν υπάρχει όμως δικαιολογημένος θυμός εις βάρος του διπλανού μας. Γιατί αν καλοεξετάσεις, θα βρείς πως είναι δυνατό και δίχως θυμό να τακτοποιηθεί μια χαρά το ζήτημα. Κάνε λοιπόν ό,τι περνάει από το χέρι σου για να μην ξεσπάσεις σε θυμό.


25. Κοίτα μήπως νομίζοντας ότι γιατρεύεις τον άλλο, αποδειχτείς εσύ ο ίδιος αγιάτρευτος και βάζεις εμπόδια στην προσευχή σου.


26. Αν αποφεύγεις το θυμό, θα βρείς κα συ έλεος και θα φανείς φρόνιμος και θα λογαριαστείς κι εσύ ανάμεσα σ’εκείνους που προσεύχονται.


27. Αν αρματώνεσαι ενάντια στο θυμό, δεν πρέπει να ανέχεσαι καμιά επιθυμία. Γιατί αυτή δίνει υλικό στο θυμό κι αυτός με τη σειρά του ταράζει το νοητό (νοερό) μάτι, βλάφτοντας πολύ την πνευματική κατάσταση, που μέσα μας δημιουργεί η προσευχή.


28. Μην προσεύχεσαι μόνο με την εξωτερική στάση, αλλά παρακίνα το νού σου να έρχεται σε συναίσθηση της πνευματικής προσευχής με πολύ φόβο.


29. Μερικές φορές ευθύς ως πας για προσευχή, θα προσευχηθείς καλά. Κι άλλοτε πάλι, κι αν ακόμα κουραστείς πολύ, δε θα πετύχεις το σκοπό αυτό. Και τούτο για να ζητήσεις ακόμη πιο πολύ προσευχή και, αφού τη λάβεις να μη φοβάσαι μη τυχόν και σου αρπάξουν το κατόρθωμα.


30. Όταν έρθει άγγελος, μονομιάς φεύγουν όλοι όσοι μας ενοχλούν και βρίσκεται ο νούς σε πολλή άνεση καθώς προσεύχεται σωστά. Άλλοτε όμως, όταν μας έρχεται ο συνηθισμένος πόλεμος, χτυπιέται και αγωνίζεται ο νούς και δεν του επιτρέπεται κεφάλι να σηκώσει, γατί έχει πιά αποκτήσει την ποιότητα λογής λογής παθών. Όμως ζητώντας πιο πολύ θα βρεί. Κι αν χτυπάει την πόρτα, θα του ανοίξουν (πρβλ. Ματθ. ζ΄8).


31. Μην προσεύχεσαι να γίνουν τα δικά σου θελήματα, γιατί χωρίς άλλο δε συμφωνούν με του Θεού το θέλημα. Να προσεύχεσαι μάλλον καθώς διδάχτηκες λέγοντας «γενηθήτω το θέλημα σου εν εμοί» (πρβλ. Λουκ.κβ΄42). Και για κάθε πράγμα με τον ίδιο τρόπο να ζητάς να γίνεται το δικό του θέλημα. Γιατί θέλει ο Θεός το αγαθό κι αυτό, που συμφέρει στην ψυχή σου. Εσύ οπωσδήποτε δεν θα το ζητάς αυτό.


32. Πολλές φορές στην προσευχή μου ζήτησα να γίνει αυτό, που εγώ νόμιζα καλό. Και επέμεινα στο αίτημα εκβιάζοντας ασυλλόγιστα το θέλημα του Θεού μη αναθέτοντας σ’αυτόν να οικονομήσει ό,τι εκείνος ξέρει για συμφέρον μου. Και όμως, όταν έλαβα ό,τι ζητούσα δυσανασχέτησα πολύ, επειδή δε ζήτησα να γίνει μάλλον το θέλημα του Θεού. Δεν ανταποκρίθηκε δηλαδή στις προσδοκίες μου ό,τι του ζήτησα.


33. Τι είναι αγαθό παρά ο Θεός; Ας αναθέσουμε λοιπόν σ’αυτόν όλα μας τα ζητήματα κι όλα θα πάνε καλά για μας. Γιατί αυτός, που είναι αγαθός, είναι οπωσδήποτε και αγαθών δωρεών χορηγός.


34. Μη λυπάσαι, όταν δεν παίρνεις από το Θεό αμέσως ό,τι ζητάς. Γιατί θέλει να σε ευεργετήσει ακόμα πιο πολύ, αν μένεις αφοσιωμένος σ’αυτόν με την επίμονη προσευχή. Και τι άλλο είναι ανώτερο από τη συναναστροφή σου με το Θεό και από την απασχόλησή σου με τη μαζί του επικοινωνία;


35. Απερίσπαστη προσευχή είναι ύψιστη νόηση του νού.


36. Η προσευχή είναι ανάβαση του νού προς το Θεό.


37. Αν ποθείς να προσευχηθείς, απαρνήσου τα πάντα, για να κληρονομήσεις το πάν.


38. Προσευχήσου πρώτα να γίνεις καθαρός από τα πάθη. Προσευχήσου δεύτερο να απαλλαγείς από την άγνοια και τη λήθη. Προσευχήσου τρίτο να γλιτώσεις από κάθε πειρασμό και εγκατάλειψη.


39. Ζήτα στην προσευχή σου μόνο τη δικαιοσύνη του Θεού και τη βασιλεία του (Ματθ.ς΄33), δηλαδή την αρετή και τη γνώση. Κι όλα τα υπόλοιπα θα σου προστεθούν.


40. Είναι δίκαιο να μην προσεύχεσαι μόνο για τη δική σου κάθαρση, αλλά και για κάθε συνάνθρωπό σου, για να μιμηθείς τον αγγελικό τρόπο προσευχής.


41. Πρόσεχε αν στέκεις αληθινά μπρός στον Θεό την ώρα της προσευχής σου ή μήπως νικιέσαι από ανθρώπινο έπαινο κι αυτόν βιάζεσαι να κυνηγήσεις με πρόσχημα το μάκρεμα της προσευχής.


42. Αν προσεύχεσαι μαζί με αδελφούς ή και μόνος σου, αγωνίζου να μην προσεύχεσαι από συνήθεια, αλλά από (και με) συναίσθηση.


43. Συναίσθηση προσευχής σημαίνει ευλαβική και κατανυκτική περίσκεψη και οδύνη της ψυχής με ομολογία των κριμάτων της και μυστικούς στεναγμούς.


44. Αν ο νούς σου ξεκλέβεται ακόμα την ώρα της προσευχής, δεν κατάλαβε ακόμα πως ο μοναχός προσεύχεται, αλλά είναι ακόμα κοσμικός, που στολίζει την εξωτερική σκηνή.


45. Όταν προσεύχεται, φύλαγε με όλη σου τη δύναμη τη μνήμη σου, για να μη σου αραδιάζει τα δικά της, αλλά να παρακινάς τον εαυτό σου να λαβαίνει συνείδηση πως στέκεις μπροστά στο Θεό. Γιατί συνήθως ξεκλέβεται πολύ ο νούς από τη μνήμη την ώρα της προσευχής.


46. Όταν προσεύχεσαι, σου φέρνει η μνήμη ή φαντασίες παλιών πραγμάτων ή καινούργιες φροντίδες ή το πρόσωπο αυτουνού, που σε έχει πικράνει.


47. Ο δαίμονας φθονεί πολύ τον άνθρωπο, που προσεύχεται, και χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να παραβλάψει το σκοπό του. Δεν παύει λοιπόν να βάζει σε κίνηση τα νοήματα (έννοιες) των πραγμάτων δια μέσου της μνήμης και ανακατεύει όλα τα πάθη δια μέσου της σάρκας για να μπορέσει να τον εμποδίσει στον άριστο δρόμο και την εκδημία του στο Θεό.


48. Όταν, αν και έκανε πολλά ο παμπόνηρος δαίμονας, δεν μπορέσει να δημιουργήσει εμπόδια στην προσευχή του δικαίου, χαλαρώνει τότε για λίγο την πίεσή του και μετά τον εκδικιέται όταν προσευχηθεί. Γιατί ή αφανίζει, ερεθίζοντάς τον σε οργή, την εξαίρετη κατάσταση της προσευχής, που δημιουργείται μέσα του, ή, ερεθίζοντάς τον σε αλόγιστη ηδονή,περιγελάει υβριστικά το νού.


49. Όταν προσευχηθείς όπως πρέπει, περίμενε αυτά, που δεν πρέπουν, και αντιστάσου γενναία φυλάγοντας τον καρπό σου. Γιατί από την πρώτη αρχή έχεις ταχθεί σε τούτο ακριβώς το έργο, δηλαδή στο «εργάζεσθαι και φυλάσσειν» (Γενέσ. β΄15). Μη λοιπόν, αφού δούλεψες, αφήνεις αφύλαχτο ό,τι πραγματοποιήθηκε. Αλλιώς δεν ωφελεί σε τίποτε η προσευχή σου.


50. Όλος ο πόλεμος, που γίνεται ανάμεσα σε μας και τους ακάθαρτους δαίμονες, δε γίνεται για τίποτε άλλο παρά για την πνευματική προσευχή. Οι δαίμονες εχθρεύονται πολύ την προσευχή και τους είναι πολύ δυσάρεστη, ενώ για μας είναι σωτήρια και πάρα πολύ χρήσιμη.


51. Τι θέλουν να ενεργούν μέσα μας οι δαίμονες; Γαστριμαγία, πορνεία, φιλαργυρία, οργή, μνησικακία και τα υπόλοιπα πάθη, ώστε, αφού χοντρήνει ο νούς από αυτά, να μην μπορεί να προσευχηθεί όπως πρέπει. Γιατί όταν κυριαρχήσουν τα πάθη του μη λογικού μέρους της ψυχής, δεν αφήνουν το νού να κινείται λογικά.


52. Εργαζόμαστε και εφαρμόζουμε τις αρετές για τους λόγους των γεγονότων, αυτών, που έχουν γίνει, των δημιουργημάτων δηλαδή. Και του λόγους των γεγονότων για το λόγο, που τους δίνει ουσία και ύπαρξη. Κι αυτός συνήθως φανερώνεται στην κατάσταση της προσευχής.


53. Κατάσταση προσευχής είναι μόνιμη ψυχική διάθεση, ελεύθερη από πάθη, που αρπάζει το φιλόσοφο νού σε ύψος νοητό με πολύ σφορδό έρωτα.


54. Δεν πρέπει να είναι όποιος θέλει να προσευχηθεί αληθινά, μόνο κύριος του θυμού και της επιθυμίας, αλλά και ελεύθερος από κάθε νόημα εμπαθές (διαποτισμένο ή επηρεασμένο από πάθος).


55. Όποιος αγαπάει το Θεό, κουβεντιάζει μαζί του σαν με τον πατέρα του, ενώ ταυτόχρονα σιχαίνεται κάθε νόημα γεμάτο παθος (εμ-παθές).


56. Το ότι κάποιος έχει πετύχει την απάθεια, δε σημαίνει πως και προσεύχεται αληθινά. Γιατί μπορεί να βρίσκεται μπλεγμένος στα γυμνά νοήματα και να τραβάει την προσοχή του η γνώση στα γυμνά νοήματα και να βρίσκεται μακρυά από το Θεό.


57. Όταν δε μένει ώρα πολλή ο νούς στις γυμνές έννοιες των πραγμάτων, δε σημαίνει αυτό πως έφτασε κι όλας σε κατάσταση προσευχής. Γιατί μπορεί να βρίσκεται πάντα σε κατάσταση θεωρίας των πραγμάτων (δηλ. έννοιες πραγμάτων), δίνουν σχήμα και μορφή στο νού και τον οδηγούν μακρυά από το Θεό.


58. Αν ο νούς δεν ξεπέρασε τη θεωρεία (θεώρηση) της σωματικής φύσης, δεν είδε τέλεια τον τόπο του Θεού. Γιατί μπορεί να μένει στην γνώση των πραγμάτων και να παίρνει μορφή σύμφωνη μ’αυτά.


59. Αν θέλεις να προσευχηθείς, έχεις ανάγκη του Θεού, που δίνει «ευχήν τω ευχομένω» δίνει λόγια προσευχής σ’όποιον προσεύχεται (Α΄ Βασ. β΄ 9). Να τον επικαλείσαι λοιπόν λέγοντας «αγιασθήτω το όνομά σου, ελθέτω η βασιλεία σου» (Ματθ.ς΄9), δηλαδή να έρθει το Άγιο Πνεύμα και ο Μονογενής Σου Υιός. Γιατί έτσι μας δίδαξε ο Χριστός, όταν έλεγε, πως πρέπει να προσκυνούμε και να λατρεύουμε τον Πατέρα «εν Πνεύματι και αληθεία» (Ιω. δ΄ 24).


60. Όποιος προσεύχεται «εν πνεύματι και αληθεία» δε δοξάζει το Θεό παίρνοντας αφορμή από τα κτίσματα, αλλά τον υμνεί παίρνοντας αφορμή από αυτόν τον ίδιο.


61. Αν είσαι θεολόγος, θα προσευχηθείς αληθινά. Κι αν προσεύχεσαι αληθινά, είσαι θεολόγος.


62. Όταν ο νούς σου, από πολύν πόθο για το Θεό μοιάζει να αποτραβιέται σιγά σιγά από τη σάρκα και σιχαίνεται όλα τα νοήματα, που προέρχονται από τις αισθήσεις ή τη μνήμη ή την ιδιοσυγκρασία γεμίζοντας από χαρά και ευλάβεια, τότε να θεωρείς πως έχεις πλησιάσει τα όρια της αληθινής προσευχής.


63. Συμπάσχοντας με την ασθένειά μας το Άγιο Πνεύμα έρχεται σε μάς αν και είμαστε ακάθαρτοι. Κι αν βρεί να προσεύχεται μόνον ο νούς σ’αυτό και σύμφωνα με την αλήθεια, τότε επιβιβάζεται σ’αυτόν και εξαφανίζει όλη τη φάλαγγα των λογισμών ή των νοημάτων, που τον περικυκλώνει, παρακινώντας τον σε έρωτα πνευματικής προσευχής.


64. Όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες δημιουργούν στο νού σκέψεις ή ιδέες ή εσωτερικές θεωρήσεις (θεάσεις) αλλοιώνοντας το σώμα. Ο Κύριος όμως κάνει το αντίθετο. Τοποθετεί μέσα στο νού τη γνώση, επιβαίνοντας στον ίδιο το νού αυτών, που θέλει. Και δια μέσου του νού κατευνάζει και καταπραΰνει την ακράτεια του σώματος.


65. Όποιος αγαπάει την αληθινή προσευχή, αλλά θυμώνει και μνησικακεί, δεν είναι αψεγάδιαστος. Γιατί μοιάζει μ’εκείνον, που θέλει να βλέπει καλά και καθαρά, αλλά κουνάει ταραγμένα και νευρικά τα μάτια του.


66. Αν ποθείς να προσευχηθείς, μην κάνεις τίποτε από όσα είναι αντίθετα από την προσευχή, για να σε πλησιάσει ο Θεός και να συμπορευθεί μαζί σου.


67. Μη συλλάβεις μέσα σου οποιοδήποτε σχήμα του Θεού, όταν προσεύχεσαι, και μην επιτρέπεις να λάβει κάποια μορφή ο νούς, αλλά να προσεύχεσαι άυλα στον άυλο και θα καταλάβεις.


68. Φυλάξου από τις παγίδες των εχθρών. Συμβαίνει δηλαδή ενώ προσεύχεσαι καθαρά και χωρίς εσωτερική ταραχή, να σου έρχεται μονομιάς κάποια μορφή παράδοξη και αλλόκοτη και να σου δημιουργεί μεγάλη ιδέα για τον ευατό σου, επειδή στη μορφή εκείνη τοποθετείς το Θεό. Κι αυτό, για να σε πείσει πως με το μέγεθος, δηλαδή αυτή η αλλόκοτη μορφή, που σου φανερώθηκε έτσι μονομιάς και ξαφνικά είναι το θείο. Όμως το θείο είναι άποσο (ξένο προς κάθε ποσότητα και μέγεθος) και ασχημάτιστο (ελεύθερο από κάθε περιοριστικό εξωτερικό σχήμα).


69. Όταν ο φθονερός δαίμονας δεν θα μπορέσει να κινήσει τη μνήμη την ώρα της προσευχής, τότε εκβιάζει την κράση του σώματος να παράγει κάποια φαντασία στο νού και να του αλλάξει έτσι (του νού δηλαδή) τη μορφή. Κι αυτός, που είναι συνηθισμένος να βρίσκεται πάντα μαζί με νοήματα, εύκολα λυγίζει. Κι όποιος βιάζεται να φτάσει στην άυλη και ασχημάτιστη γνώση, ξεγελιέται κατέχοντας καπνό αντί για φώς.


70. Στάσου στη σκοπιά σου φυλάγοντας το νού σου από νοήματα την ώρα της προσευχής, για να ολοκληρώσεις την αίτησή σου και να μείνεις στην ηρεμία σου σταθερά, ώστε να επιφοιτήσει και σε σένα αυτός, που συμπάσχει με όσους αγνοούν. Και τότε θα λάβεις δώρο προσευχής παρά πολύ λαμπρό.


71. Δεν θα μπορέσεις να προσευχηθείς καθαρά, αν μπερδεύεσαι με υλικά πράγματα και ταράζεσαι με αδιάκοπες φροντίδες. Γιατί προσευχή είναι απόθεση (απομάκρυση από το νού, απαλλαγή του από) νοημάτων.


72. Ο δεμένος δεν μπορεί να τρέξει. Ούτε νούς, που δουλεύει σαν σκλάβος σε πάθος, μπορεί να ιδεί τόπο προσευχής πνευματικής. Γιατί τραβιέται και μεταφέρνεται εδώ κι εκεί απ΄το εμπαθές (δηλαδή το δέσμιο σε πάθος) νόημα και υπό την προϋπόθεση αυτή δεν θα έχει τόπο, όπου να στέκεται ακλόνητα και σταθερά.


73. Όταν λοιπόν ο νούς προσεύχεται καθαρά και ελεύθερος από πάθη (απαθώς), τότε οι δαίμονες δεν του κάνουν επίθεση από τα αριστερά (δηλαδή με αρνητικό τρόπο), αλλά από τα δεξιά (δηλαδή με θετικό τρόπο). Του υποβάλλουν δηλαδή μια ιδέα και κάποιο σχήμα από αυτά, που αγάπαει η αίσθηση, ώστε να του φαίνεται πως πέτυχε τέλεια το σκοπό της προσευχής. Και αυτό, είπε ένας με φωτισμένη γνώση άνθρωπος, γίνεται από το πάθος της κενοδοξίας και προκαλείται από το δαίμονα, που αγγίζει τον εγκέφαλο.


74. Νομίζω πως ο δαίμονας, ο οποίος αγγίζει τον τόπο, που ανάφερα πιο πάνω, μετατρέπει το γύρω από το νού φώς όπως θέλει. Έτσι κινείται το πάθος της κενοδοξίας σε λογισμό, ο οποίος δίνει ανόητα τέτοια μορφή στον ασχημάτιστο νού, που να φαίνεται σαν εντοπισμός της θείας και ουσιώδους γνώσεως. Κι αν ένας τέτοιος άνθρωπος δεν ενοχλείται από σαρκικά και ακάθαρτα πάθη, αλλά τάχα βρίσκεται στον τόπο της προσευχής με καθαρή διάθεση, του φαίνεται πως δεν του συμβαίνει μέσα του πια καμιά αντίθετη ενέργεια υποθέτει επομένως πως η εμφάνιση στο νού του, που γίνεται από το δαίμονα, είναι θεία. Αυτό το κάνει ο δαίμονας με πολλή επιτηδειότητα και δια μέσου του εγκεφάλου αλλοιώνει το φώς, που συνδέεται με τον εγκέφαλο, και του δίνει τέτοια μορφή, που αναφέραμε προηγουμένως.


75. Όταν έρθει άγγελος Θεού, μ’ένα του λόγο μόνο παύει από πάνω μας κάθε εχθρική ενέργεια και κινεί το φώς του νού, ώστε να ενεργεί χωρίς παραπλάνηση.


76. Αυτό, που λέγεται στην Αποκάλυψη, ότι ο άγγελος φέρνει το θυμίαμα για να το προσφέρει με τις προσευχές των αγίων (Αποκαλ. η΄ 3-4), νομίζω πως είναι αυτή η χάρη, που ενεργείται δια μέσου του αγγέλου. Γιατί βάζει μέσα στην ψυχή γνώση της αληθινής προσευχής, ώστε να μένει στο εξής ο νούς έξω από κάθε κλονισμό, ακηδία (πνευματική νάρκη και αδράνεια) και αμέλεια.


77. Λέγεται στην Αποκάλυψη πως οι φιάλες των θυμιαμάτων είναι οι προσευχές των αγίων, τις οποίες κρατούσαν οι εικοσιτέσσερις πρεσβύτεροι (Αποκ. ε΄8). Πρέπει κάτω από την εικόνα της φιάλης να εννοήσουμε τη φιλία με το Θεό, δηλαδή την τέλεια και πνευματική αγάπη, που, όταν υπάρχει, γίνεται η προσευχή «εν πνεύματι και αληθεία» (Ιω. δ΄ 23-24).


78. Όταν νομίσεις πως δεν χρειάζεσαι δάκρυα στην προσευχή σου, σκέψου πόσο απέχεις από το Θεό, ενώ έπρεπε να είσαι διαρκώς μαζί του και μέσα του, και τότε θα δακρύσεις με μεγαλύτερη θέρμη.


79. Βεβαιότατα, όταν έχεις επίγνωση των μέτρων σου, ευχαρίστως θα πενθήσεις ελεεινολογώντας τον εαυτό σου σύμφωνα με ό,τι λέει ο προφήτης Ησαΐας πως, αν και είσαι ακάθαρτος και βρίσκεσαι ανάμεσα σε τέτοιο λαό (παθών), τολμάς να στέκεις μπροστά στον Κύριο σαβαώθ (Ησ.ς΄ 5);


80. Αν προσεύχεσαι αληθινά, θα βρείς πολλή εσωτερική πληροφόρηση. Και θα έρθουν μαζί σου άγγελοι, όπως και στο Δανιήλ, και θα σε φωτίσουν να κατανοήσεις τους λόγους των γινομένων (Δανιήλ β΄ 19).


81. Να ξέρεις πως μας παρακινούν βέβαια οι άγιοι άγγελοι σε προσευχή και μας προστατεύουν με χαρά και προσεύχονται για μας (Ζαχ.α΄ 12, Τωβ. ιβ΄ 12). Αν λοιπόν δείξουμε αμέλεια και δεχτούμε αντιθέτους λογισμούς, τους παροργίζουμε πολύ, γιατί αυτοί βέβαια αγωνίζονται τόσο πολύ για μάς. Εμείς όμως ούτε για τον εαυτό μας δεν θέλουμε να παρακαλέσουμε το Θεό, αλλά καταφρονώντας το ιερό τους λειτούργημα και εγκαταλείποντας το Δεσπότη και Θεό τους συνομιλούμε με τους ακάθαρτους δαίμονες.


82. Να προσεύχεσαι με αταραξία και πραότητα και να ψάλλεις «συνετώς» (Ψαλμ. μς΄ 8), με συναίσθηση δηλαδή και κοσμιότητα και θα μοιάζεις αετόπουλο, που σηκώνεται στα αιθέρια ύψη.


83. Η ψαλμωδία γαληνεύει τα πάθη και κάνει να ηρεμεί η ακράτεια του σώματος. Η προσευχή πάλι κάνει το νού να προβαίνει σ’εκείνη ακριβώς την ενέργεια, που είναι εντελώς δική του.


84. Προσευχή είναι η ενέργεια που πρέπει στην αξία του νού. Είναι με άλλα λόγια ανώτερη και γνήσια χρήση του.


85. Η ψαλμωδία είναι ενέργεια πολύμορφης σοφίας. Και η προσευχή είναι προοίμιο άυλης και πολύμορφης γνώσης.


86. Η γνώση είναι ωραιότατη. Γιατί συμπράττει με την προσευχή ξυπνώντας την άυλη δύναμη του νού με το σκοπό να προβεί σε θεωρεία θείας γνώσης.


87. Αν δεν έλαβες ακόμα χάρισμα προσευχής ή ψαλμωδίας, επίμενε και θα λάβεις.


88. «Έλεγε δε αυτοίς παραβολήν προς το δείν αυτούς πάντοτε προσεύχεσθαι και μην εκκακείν» (Λουκ ιη΄ 1-8: τους είπε ο Κύριος Ιησούς μια παραβολή για να τους διδάξει, πως πρέπει να προσεύχονται και να μην αποκάμνουν επιμένοντας στην προσευχή). Λοιπόν μη χάνεις το θάρρος σου στο μεταξύ μήτε την καλή σου διάθεση, επειδή δεν έχεις λάβει ό,τι ζήτησες. Θα το λάβεις τελικά. Ο Κύριος κατέληξε στο παρακάτω συμπέρασμα στην παραπάνω παραβολή: «Αν και δεν φοβούμαι Θεό και πρόσωπο ανθρώπου δεν ντρέπομαι -είπε μέσα του ο άδικος εκείνος δικαστής-όμως επειδή μου έγινε ενοχλητική η γυναίκα ετούτη -η χήρα- θα της αποδώσω το δίκαιό της». «Με τον ίδιο λοιπόν τρόπο και ο Θεός θα αποδώσει γρήγορα το δίκαιο σ’αυτούς, που κράζουν σ’Αυτόν νύχτα και μέρα». Έχε λοιπόν χαρά και επίμενε κοπιαστικά στην άγια προσευχή.


89. Μη θέλεις να γίνουν τα ζητήματά σου, όπως φαίνεται σε σένα σωστό, αλλά όπως αρέσει στο Θεό. Και θα είσαι ατάραχος και ευγνώμων (καλόγνωμος) στην προσευχή σου.


90. Κι αν ακόμα σου φαίνεται πως είσαι μαζί με το Θεό, να φυλάγεσαι από το δαίμονα της πορνείας. Γιατί είναι πολύ απατεώνας και πάρα πολύ φθονερός και θέλει να είναι γρηγορότερος από την κίνηση και τη νήψη του νού σου, ώστε αν είναι δυνατό, και από το Θεό να τον αποσπάσει καθώς στέκει μπροστά του με ευλάβεια και φόβο.


91. Αν δείχνεις επιμέλεια στην προσευχή, να ετοιμάζεσαι να δεχτείς επιθέσεις δαιμόνων και να υπομένεις με γενναιότητα τις μάστιγες (πρβλ. Ψαλμ. λζ΄ 18). Γιατί θα σου επιτεθούν σαν άγρια θηρία και θα κακοποιήσουν ολόκληρο το σώμα σου.


92. Να προετοιμάζεσαι σαν έμπειρος αγωνιστής να μην κλονιστείς κι αν ιδείς ξαφνικά κάποιο φανταστικό πλάσμα. Κι αν δείς σπαθί ξεγυμνωμένο εναντίον σου (πρβλ. Αριθ. κβ΄ 23) ή λαμπάδα, που να έρχεται καταπάνω στο πρόσωπό σου, μην ταράζεσαι. Κι αν δείς κάποια σιχαμερή μορφή και ματωμένη, πάλι μη χάνεις το ηθικό σου. Στάσου, αντίθετα, ορθός ομολογώντας την καλή ομολογία (πρβλ. Α΄ Τιμ.ς΄ 12) και τότε θα ιδείς κατάματα τους εχθρούς σου.


93. Όποιος υποφέρει τα λυπηρά, θα πετύχει και τα χαρούμενα. Και όποιος ανέχεται με καρτερικότητα τα αηδιαστικά συμβάματα, δεν θα στερηθεί και τα ευχάριστα.


94. Κοίταξε μη σε ξεγελάσουν οι δαίμονες με καμιά οπτασία. Αντίθετα γύρνα με περίσκεψη στην προσευχή και παρακάλα το Θεό, ώστε αν είναι το νόημα από αυτόν, να σε φωτίσει ο ίδιος. Και έχε θάρρος, γιατί δε θα σταθούν οι σκύλοι, όταν εσύ όλος φωτιά χρησιμοποιείς τη συνομιλία με το Θεό. Γιατί αμέσως θα διωχτούν μακριά, ενώ θα μαστιγώνονται μυστικά από τη δύναμη του Θεού.


95. Είναι δίκαιο να μην αγνοείς και ετούτο το δόλο κάποτε οι δαίμονες χωρίζονται μεταξύ τους. Κι αν φανεί πως ζητάς βοήθεια, μπαίνουν οι υπόλοιποι μετασχηματισμένοι σε αγγέλους και διώχνουν τους πρώτους. Κι αυτό το κάνουν, για να γελαστείς από αυτούς με τη σκέψη πως είναι άγγελοι.


96. Φρόντισε να έχεις πολλή ταπεινοφροσύνη και (ανδρεία=) γενναίο φρόνημα, οπότε δεν πρόκειται να αγγίξει την ψυχή σου επήρεια δαιμονική. «Και μάστιξ ουκ εγγιεί εν τω σκηνώματί σου, ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου του διαφυλάξαί σε» (Ψαλμ.στ'10: Μάστιγες δηλαδή συμφορών δεν θα αγγίξουν την κατοικία σου γιατί θα δώσει στους αγγέλους εντολή για σένα να σε προφυλάξουν). Και οι άγγελοι μυστικά θα απομακρύνουν από κοντά σου όλη την εχθρική ενέργεια.


97. Όποιος φροντίζει να ασκεί την καθαρά προσευχή, θα ακούει θορύβους και χτύπους και φωνές και (θα υποστεί) βλάβες από τους δαίμονες. Όμως δεν θα κατσουφιάσει ούτε θα προδώσει το λογισμό του λέγοντας στο Θεό «ου φοβηθήσομαι κακά ότι συ μετ’εμού ει» (Ψαλμ. κβ΄ 4: Δε θα φοβηθώ μήπως μου συμβεί κανένα κακό, γιατί εσύ είσαι μαζί μου) και τα παρόμοια.


98. Σε περίπτωση πειρασμού αυτού του είδους να κάνεις σύντομη και πολύ εντατική προσευχή.


99. Αν σε απειλήσουν δαίμονες να φανούν ξαφνικά από τον αέρα και να σε ξαφνιάσουν και να παρασύρουν το νού σου, μην τους φοβηθείς. Ούτε να δείξεις ιδιαίτερο ενδιαφέρον και φροντίδα για την απειλή τους. Γιατί σε φοβερίζουν θέλοντας να δοκιμάσουν αν τυχόν τους προσέχεις ή τους περιφρονείς εντελώς.


100. Αν την ώρα της προσευχής σου βρίσκεσαι μπροστά στον παντοκράτορα και δημιουργό και προνοητή του παντός Θεό, γιατί κάνεις την παράσταση σου αυτή τόσο ανόητα, παραμερίζοντας το φόβο του Θεού, που απ’αυτόν τίποτε δεν είναι μεγαλύτερο; Γιατί φοβάσαι τόσο ανόητα κουνούπια και σκαθάρια; Ή μήπως δεν άκουσες αυτόν, που λέγει «Κύριον τον Θεόν σου φοβήση» (Δευτ. ς΄ 13), δηλαδή να δείχνεις φόβο βαθύ και σεβασμό στον Κύριο και Θεό σου; Και αλλού «Ον φρίττει και τρέμει πάντα από προσώπου της δυνάμεως αυτού» και όσα λέγονται στη συνέχεια; (Στην προσευχή του Μανασσή).


101. Όπως το ψωμί είναι τροφή του σώματος και η αρετή της ψυχής, έτσι και η πνευματική προσευχή είναι τροφή του νού.


102. Μην προσεύχεσαι με φαρισαϊκό, αλλά με τελωνιακό φρόνημα και τρόπο στον ιερό τόπο της προσευχής, για να δικαιωθείς και εσύ από τον Κύριο (Λουκ. ιη΄ 10-14).


103. Να αγωνίζεσαι να μην καταριέσαι κανένα στην προσευχή σου, για να μη γκρεμίζεις όσα χτίζεις, κάνοντας έτσι σιχαμερή την προσευχή σου.


104. Ας σε διδάσκει αυτός, που χρωστούσε τα μύρια (=10.000) τάλαντα. Αν δηλαδή δεν συγχωρέσεις αυτόν, που σου φταίει, ούτε κι εσύ ο ίδιος θα πετύχεις τη συγχώρεση. Γιατί, λέει το άγιο Ευαγγέλιο, τον παρέδωσε (τον χρεώστη των μυρίων ταλάντων που δεν συγχώρεσε το δικό του χρεώστη) στους βασανιστές (Ματθ. ιη΄ 24-35).


105. Διώχνε μακριά σου τις ανάγκες του σώματος την ώρα της προσευχής, για να μη χάσεις το μέγιστο κέρδος της προσευχής σου όταν σε τσιμπάει ψύλλος ή ψείρα ή κουνούπι ή μύγα.


106. Έφτασε ως εμένα η φήμη για κάτι, που συνέβηκε σ’έναν άγιο. Όταν εκείνος προσευχόταν, του αντιστεκόταν τόσο πολύ ο πονηρός, ώστε μόλις σήκωνε τα χέρια του σε προσευχή να παίρνει ο πονηρός τη μορφή λεονταριού και να σηκώνει τα δύο του μπροστινά ποδάρια για να μπήξει τα νύχια του στα νεφρά του κι από τις δύο μεριές και να μη φεύγει απ’αυτόν προτού να κατεβάσει ο άγιος τα χέρια του, πριν δηλαδή να τελειώσει την προσευχή του. Εκείνος όμως ποτέ δεν κατέβαζε τα χέρια του από την δεητική τους ύψωση προτού κάνει τις συνηθισμένες του ευχές.


107. Τέτοιος ήταν, όπως τον γνώρισα, και ο Ιωάννης ο μικρός, που έζησε τη ζωή της ησυχίας σε λάκκο. Είπα ο Ιωάννης ο «μικρός», πιο σωστό όμως θα ήταν να έλεγα ο πάρα πολύ μεγάλος μοναχός. Αυτός έμεινε ακίνητος στην επικοινωνία του με το Θεό, ενώ ο δαίμονας σαν φίδι μεγάλο τυλίχθηκε ολόγυρα στο σώμα του μασώντας τις σάρκες του και ξερνώντας στο πρόσωπό του.


108. Οπωσδήποτε θα διάβασες κι εσύ τους βίους των αγίων ταβεννησιωτών μοναχών. Σύμφωνα με όσα λέγονται εκεί, ενώ μιλούσε ο αββάς Θεόδωρος στους αδελφούς, ήρθαν δύο οχιές κάτω από τα πόδια του. Εκείνος όμως χωρίς να ταραxτεί ανασήκωσε τα πόδια του και κάμνοντας καμάρα τις δέχτηκε μέσα, ώσπου τελείωσε το λόγο του. Και τότε έδειχνε τις οχιές εξηγώντας το πράγμα.


109. Για άλλον πνευματικό αδελφό διάβασα πως, ενώ προσευχόταν, ήρθε μια οχιά και του δάγκωσε το πόδι. Αυτός όμως δεν κατέβασε τα χέρια του πρωτού τελειώσει την συνηθισμένη του προσευχή. Και δεν έπαθε τίποτε, γιατί αγάπησε το Θεό πιο πολύ από τον εαυτό του.


110. Έχε ασάλευτο το μάτι σου την ώρα της προσευχής σου και, αφού αρνηθείς τη σάρκα και την ψυχή σου, ζήσε την κατά νουν (πνευματική) ζωή.


111. Εναντίον κάποιου άλλου αγίου, που προσευχόταν έντονα και ησύχαζε στην έρημο, ήρθαν δαίμονες και επί δύο εβδομάδες έπαιζαν μ’αυτόν σαν να ήταν μπάλλα καθώς τον τίναζαν στον αέρα και τον δέχονταν πάλι στην ψάθα. Και όμως δεν μπόρεσαν καθόλου να κατεβάσουν το νού του από την έξαρση της ένθερμης, της όλο φλόγα προσευχής.


112. Έναν άλλο φιλόθεο πάλι, ενώ βάδιζε στην έρημο και έκανε σκέψεις προσευχής, τον πλησίασαν δύο άγγελοι και τον είχαν στη μέση περπατώντας μαζί του. Αυτός όμως δεν τους πρόσεχε καθόλου για να μην χάσει το πιο μεγάλο. Γιατί θυμήθηκε τον αποστολικό λόγο «Ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις δυνήσονται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Χριστού» (Ρωμ. η΄ 38: ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις, δηλαδή καμιά τάξη αγγέλων, δεν θα μπορέσουν να μας χωρίσουν από την αγάπη του Χριστού).


113. Ο μοναχός γίνεται με την προσευχή ισάγγελος, επειδή λαχταράει να ιδεί «το πρόσωπον του Πατρός του εν ουρανοίς» (πρβλ. Ματθ. ιη΄ 10).


114. Μην επιδιώκεις να δεχτείς την ώρα της προσευχής με κανένα τρόπο μορφή ή σχήμα.


115. Μην ποθείς να ιδείς αγγέλους ή δυνάμεις ή το Χριστό αισθητά για να μη σου φύγει εντελώς το μυαλό, επειδή δέχεσαι λύκον αντί για ποιμένα και προσκυνάς εχθρούς δαίμονες.


116. Αρχή της πλάνης του νου είναι η κενοδοξία. Από αυτήν κινείται ο νούς και προσπαθεί να προσδιορίζει το θείο με σχήματα και μορφές.


117. Εγώ θα πω το δικό μου λόγο, που και σε νεώτερους έχω πεί: Μακάριος ο νούς, που την ώρα της προσευχής απόκτησε τέλεια αμορφία.


118. Μακάριος ο νούς, που, επειδή προσεύχεται απερίσπαστα, αποκτάει πάντα περισσότερο πόθο για το Θεό.


119. Μακάριος ο νούς, που την ώρα της προσευχής γίνεται άυλος και ακτήμων.


120. Μακάριος ο νούς, που αποξενώνεται από κάθε αίσθηση (αντίληψη) υλικών πραγμάτων την ώρα της προσευχής.


121. Μακάριος ο μοναχός, που μετά το Θεό θεωρεί κάθε άνθρωπο σα Θεό.


122. Μακάριος ο μοναχός, που βλέπει με όλη του τη χαρά σαν δική του τη σωτηρία και την προκοπή όλων.


123. Μακάριος ο μοναχός, που θεωρεί τον εαυτό του σαν ολωνών παλιοσκούπιδο.


124. Μοναχός είναι εκείνος, που είναι απ’όλα και όλους χωρισμένος και όμως με όλους και όλα συνταιριασμένος.


125. Μοναχός είναι αυτός, που θεωρεί τον εαυτό του ένα με όλους, επειδή θαρρεί πως στον καθένα βλέπει αδιάκοπα τον ίδιο τον εαυτό του.


126. Κάνει προσευχή εκείνος, που πάντα προσφέρει στο Θεό ως καρπό την πρώτη του σκέψη.


127. Ως μοναχός να αποφεύγεις κάθε ψέμα και κάθε όρκο, αν ποθείς να προσευχηθείς. Αλλιώς άδικα έχεις το σχήμα (του μοναχού), που δεν σου ταιριάζει.


128. Αν θέλεις να προσευχηθείς με το πνεύμα, μην αντλήσεις τίποτε από τη σάρκα. Και τότε δεν θα έχεις σύννεφο, που να σε σκοτίζει την ώρα της προσευχής.


129. Εμπιστέψου στο Θεό την ανάγκη του σώματος και θα φανερώσεις πως του εμπιστεύεσαι και του πνεύματος την ανάγκη.


130. Αν πετύχεις την πραγμάτωση των επαγγελιών (δηλαδή των υποσχέσεων του Θεού, Εβρ.ια΄ 33),θα βασιλέψεις. Αποβλέποντας λοιπόν σ’αυτές, θα υποφέρεις ευχαρίστως τη φτώχεια του παρόντος.


131. Μην αφήνεις τη φτώχεια και τη θλίψη που αποτελούν τις ύλες της ανάλαφρης προσευχής.


132. Ας σου χρησιμεύουν οι σωματικές αρετές ως εγγύηση για τις ψυχικές, οι ψυχικές για τις πνευματικές και αυτές για την άυλη και πνευματική γνώση.


133. Όταν προσεύχεσαι εναντίον κάποιου λογισμού, αν ο λογισμός εύκολα ηρεμήσει, σκέψου από πού προέρχεται αυτό, μήπως πέσεις σε παγίδα και ξεγελαστείς και παραδώσεις τον εαυτό σου.


134. Μερικές φορές σου υποβάλλουν οι δαίμονες λογισμούς (σκέψεις) και πάλι σε ερεθίζουν να προσευχηθείς τάχα εναντίον τους ή να τους αντικρούσεις, οπότε υποχωρούν θεληματικά. Αυτό όμως το κάνουν για να γελαστείς έχοντας μεγάλη ιδέα για τον ευατό σου, πως δηλαδή άρχισες να νικάς τους λογισμούς σου και να προκαλείς φόβο στους δαίμονες.


135. Αν προσεύχεσαι εναντίον κάποιου πάθους ή εναντίον κάποιου δαίμονα, που σε ενοχλεί, να θυμάσαι αυτόν, που λέει «καταδιώξω τους εχθρούς μου και καταλήψομαι αυτούς, έως αν εκλίπωσιν· εκθλίψω αυτούς και ου μη δύνωνται στήναι· πεσούνται υπό τους πόδας μου» κ.λπ. (Ψαλμ ιζ΄ 38-39: θα κυνηγήσω τους εχθρούς μου και θα τους πιάσω· και δεν θα γυρίσω πίσω προτού τους εξολοθρέψω ώσπου να χαθούν εντελώς. Θα τους πιέσω τόσο πολύ, ώστε να μην μπορούν να σταθούν πιά. Θα πέσουν νικημένοι κάτω από τα πόδια μου…). Και αυτά θα τα λές στην ώρα τους, αν οπλίζεις τον εαυτό σου με ταπεινοφροσύνη εναντίον των αντιπάλων.


136. Να μη νομίζεις πως έχεις αποκτήσει κάποια αρετή, αν προηγουμένως δεν έχεις αγωνιστεί γι’αυτήν μέχρις αίματος. Γιατί σύμφωνα με ό,τι λέει ο θείος απόστολος Παύλος, πρέπει να αντιστεκόμαστε μέχρι θανάτου εναντίον της αμαρτίας με αγωνιστικό φρόνημα και αψεγάδιαστα (πρβλ. Εβρ. ιβ΄ 4, Εφεσ. ς΄ 11 εξ.).


137. Αν ωφελήσεις κάποιον, θα βλαφτείς από κάποιον άλλον. Κι αυτό για να πείς ή να κάνεις κάτι άπρεπο, επειδή αδικεύεσαι, και να σκορπίσεις έτσι άσχημα αυτό, που μάζεψες καλά. Αυτός είναι ο στόχος των πονηρών δαιμόνων. Γι’ αυτό πρέπει να προσέχεις μυαλωμένα και συνετά.


138. Να δέχεσαι τις βίαιες επιθέσεις των πονηρών δαιμόνων, που έγιναν εναντίον σου φροντίζοντας πώς να αποτινάξεις το δουλικό ζυγό τους.


139. Οι δαίμονες επιδιώκουν να ενοχλούν μόνοι τους (με άμεση ενέργειά τους) τον πνευματικό δάσκαλο τη νύχτα και δια μέσου των ανθρώπων τη μέρα, περιτριγυρίζοντάς τον με διάφορες δυσάρεστες καταστάσεις, συκοφαντίες και κινδύνους.


140. Μην αποφεύγεις τους λευκαντές. Αν και πατούν ενώ χτυπούν και ξαίνουν καθώς το τεντώνουν το πανί, όμως με τα μέσα αυτά γίνεται λαμπρό το ρούχο σου.


141. Εφόσον δεν απαρνήθηκες τα πάθη σου, αλλά ο νους πάει αντίθετα προς την αρετή και την αλήθεια, δεν θα βρείς ευωδιαστό θυμίαμα στον κόρφο σου.


142. Λαχταράς να προσευχηθείς; Μετατοπίσου από τα εδώ και έχε διαρκώς «το πολίτευμα εν ουρανοίς» (Φιλιπ. γ΄ 20: έχε την πατρίδα σου στους ουρανούς), όχι μόνο με λόγια, αλλά με την αγγελική πράξη και τη θεϊκότερη γνώση.


143. Αν μόνον όταν κάνεις κακές πράξεις μνημονεύεις τον Κριτή και θυμάσαι πόσο φοβερός και απροσωπόληπτος είναι δεν έμαθες ακόμα «δουλεύειν τω Κυρίω εν φόβω και αγαλλιάσθαι αυτώ εν τρόμω» (Ψαλμ. β΄ 11: να υπηρετείς τον Κύριο με φόβο και να νιώθεις χαρά στη σκέψη του με τρόμο). Να ξέρεις δηλαδή πως πρέπει μάλλον με ευλάβεια και σεβαστικότητα να τον λατρεύεις και στις πνευματικές ανέσεις και απολαύσεις.


144. Συνετός άνδρας είναι εκείνος, που δε σταματάει πριν από την τέλεια μετάνοια τη γεμάτη λύπη ανάμνηση των αμαρτημάτων και της δίκαιης τιμωρίας με αιώνια φωτιά, που θα επιβληθεί γι’αυτά.


145. Αυτός, που αν και είναι ένοχος αμαρτίας και πράξεων, οι οποίες προκαλούν οργή, τολμάει να απλώνεται αδιάντροπα σε γνώση θεϊκότερων πραγμάτων ή προχωρεί ανάξια στην άυλη προσευχή, αυτός ας δεχτεί την αποστολική επιτ΄΄ιμηση, ότι δεν είναι ακίνδυνο γι’αυτόν να προσεύχεται με γυμνό και ακάλυπτο κεφάλι. Έχει υποχρέωση δηλαδή η ψυχή αυτή, λέει ο απόστολος, «κατά κεφαλής εξουσίαν έχει δια τους αγγέλους» (Α΄ Κορ.ια΄ 5 εξ.: έχει υποχρέωση να έχει στο κεφάλι της -στο αποστολικό κείμενο η γυναίκα, κατά τον άγιο Νείλο μεταφορικά η ψυχή- κάποιο σύμβολο εξουσίας από σεβασμό προς τους αγγέλους, που στέκουν από πάνω της), ντυμένη το σεβασμό και την ταπεινοφροσύνη, που ταιριάζουν στην κατάστασή της.


146. Όπως δε θα ωφελήσει εκείνον, που πάσχουν τα μάτια του, το να βλέπει καταμεσήμερα χωρίς κάλυμμα και εντατικά τον ολόλαμπρο ήλιο, έτσι δε θα ωφελήσει καθόλου και τον όλο πάθη ακάθαρτο νου η αναπαράσταση στο νού της «εν πνεύματι και αληθεία» φοβερής και υπερφυσικής προσευχής. Αντίθετα προκαλεί εναντίον του την αγανάκτηση του Θεού.


147. Αν ο ανενδεής (αυτός που δεν του λείπει και δεν του χρειάζεται τίποτε) και αμερόληπτος Θεός δεν δέχτηκε εκείνον, που ήρθε στο θυσιαστήριο με δώρο, ώσπου να συμφιλιωθεί με τον πλησίον του, με τον οποίον ήταν λυπημένος (Ματθ. ε΄ 23 εξ.), σκέψου πόση προσοχή και διάκριση χρειαζόμαστε, για να προσφέρουμε στο Θεό ευπρόσδεκτο θυμίαμα στο νοερό (νοητό) θυσιαστήριο.


148. Να μη σου αρέσουν τα λόγια ούτε δόξα. Αλλοιώς δε θα ενεργούν πια δολερά πίσω από τις πλάτες σου οι αμαρτωλοί, αλλά κάτα πρόσωπο, μπροστά στα μάτια σου (Ψαλμ. 128,3) και θα είσαι αντικείμενο της χαιρεκακίας τους (Σοφ. Σολ. ς΄ 4) την ώρα της προσευχής, καθώς θα σε τραβούν και θα σε δελεάζουν (Ιακ. α΄ 14) με αλλόκοτους λογισμούς.


149. Η προσοχή, που αναζητάει προσευχή, θα βρεί προσευχή, γιατί περισσότερο από κάθε τι άλλο την προσοχή την ακολουθάει η προσευχή. Αυτή πρέπει να επιδιώκεται με πολλή φροντίδα.


150. Όπως η όραση είναι ανώτερη από όλες τις αισθήσεις, έτσι και η προσευχή είναι η πιο θεϊκή από όλες τις αρετές.


151. Αυτό που αποτελέι έπαινο της προσευχής δεν είναι η ποσότητα, αλλά η ποιότητά της. Και αυτό δηλώνουν εκείνοι, που ανέβηκαν στο ιερό (δηλ. ο Φαρισαίος και ο Τελώνης, Λουκ. ιη΄ 10) καθώς και η προτροπή· «υμείς ουν προσευχόμενοι μη βαττολογείτε» (Ματθ. ς΄ 7: όταν προσεύχεσθε να μην φλυαρείτε) και όσα λέγονται στη συνέχεια.


152. Όσο έχεις το νού σου στα σωματικά και φροντίζεις με ιδιαίτερη προσοχή για τα ευχάριστα της σκηνής (του προσωρινού σώματος), δεν έχεις ακόμα ιδεί τον τόπο της προσευχής, αλλά είναι ακόμα μακριά από σένα ο μακάριος δρόμος της.


153. Όταν την ώρα, που στέκεις σε προσευχή, νιώσεις χαρά μεγαλύτερη από κάθε άλλη χαρά, τότε βρήκες αληθινά την προσευχή.


Από τό βιβλίο "Εις ύψος νοητόν" του αρχιμ. Ευσέβιου Βίττη το οποίο προτείνω ανεπιφύλακτα. Εκδ. Αποστολική Διακονία.

Οι άγιοι στη ζωή μας ( Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης )


Κάθε ημέρα στην εκκλησία ζητάμε τις πρεσβείες των αγίων. Αυτές οι πρεσβείες είναι ολόκληρη δύναμις, ολόκληρος κόσμος που βγαίνει από τους αγίους και από τις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Αλλά οι άγιοι δεν μεσιτεύουν απλώς. Με το να βλέπουν τον Χριστόν και να γνωρίζουν την ζωή του, και με το να δέχωνται εν Πνεύματι Αγίω θείο φωτισμό ο οποίος θα γίνη πλήρης την ημέρα εκείνη, όταν θα παραβρεθούμε και εμείς μαζί τους, ο Χριστός γίνεται πλέον περιουσία τους και φωτίζουν και εμάς. 


Διαφωτίζουν τον νου μας, μας αποκαλύπτουν. Όταν έχω κάτι και μου το ζήτησης, θα σου το δώσω. Αν έχω δύο χιτώνες, ο Θεός με υποχρεώνει να σου δώσω τον ένα. Αλλά και αν έχω έναν, σε λυπάμαι και σου τον δίνω και αυτόν και ζητάω άλλον από τον ηγούμενο. Ο άγιος, που έχει τόσο πλούτο από τον φωτισμό του Θεού, δεν θα δώση και σε μας; Μπορεί να μας το αρνηθή αυτό;
Ο θείος φωτισμός είναι το βαθύτερο και το σπουδαιότερο που μπορούμε να ζητήσωμε από τους αγίους. Ό,τι και αν μας λείπη, αποκαθίσταται ή μπορούμε να ζήσωμε χωρίς αυτό. Αλλά χωρίς τον φωτισμό, την γνώσι δηλαδή, δεν μπορούμε να ζήσωμε.

Η γνώσις του Θεού συντηρεί τα κύτταρά μας και ενώνει το πνεύμα μας, μας παριστάνει ενώπιον του Θεού και μας σώζει και μας βάζει στην βασιλεία των ουρανών. Η γνώσις ή η άγνοια του Θεού, ή μικρή ή η μεγάλη, μας κάνει ζωντανούς ή νεκρούς. Για όλους αυτούς τους λόγους ο άγιος δεν αντέχει να μην εκφράση την αγάπη του με το να μας πλουτίζη με τον θείο φωτισμό, με το να μας διαφωτίζη στο κάθε μας θέμα.
Επί πλέον, οι άγιοι δεν κάνουν κάτι μακριά από εμάς, δεν πηγαίνουν πίσω από εμάς για να παρακαλέσουν τον θεόν, αλλά προσεύχονται μαζί μας. Εφ’ όσον είναι πρόσωπα, όταν γονατίζω εγώ, αυτός που κάθε ημέρα είναι με τον Θεόν, γονατίζει μαζί μου, συν-γονατίζει, συνιδρώνει, συμπάσχει, συναγωνιά με την δική μου παράστασι ενώπιον του Θεού. Μη σας κάνη αυτό εντύπωσι.
Αναγώνιος είναι η αγωνία του αγίου, αλλά είναι μία αγωνία, μία συμμετοχή στην ζωή μας. Εφ’ όσον το Πνεύμα κράζει, «αββά ο πατήρ», και αγωνιά μαζί μας, εφ’ όσον ο Πατήρ και η κτίσις αγωνίζονται μαζί μας, δεν θα αγωνισθή ο άγιος που τον φέραμε και τον βάλαμε στο κελλί μας; Και είναι τόσο εύκολη αυτή η πράξις! Κάνεις μια μικρή έπιστράτευσι και υποχρεώνεις όλους τους αγίους να γονατίσουν μαζί σου.
Μα, θα μου πήτε, συναγωνιά ο άγιος; Γιατί; Διότι εμείς είμαστε άνθρωποι ακόμη, φέρομε το σαρκικό αυτό περίβλημα, έχομε την χονδροείδεια του μυαλού μας και της καρδιάς μας και δεν έχομε σταθερότητα στην πορεία μας. Τώρα μπορεί να κλαίω και μετά να γελάω. Τώρα να ζητώ κάτι από τον Θεόν και μετά να αναρωτιέμαι γιατί το ζητώ. Ή τώρα να ζητώ κάτι και μετά να το ξεχνώ.
Τώρα να υπόσχωμαι κάτι και μετά να κάνω το αντίθετο. Τώρα να ορκίζωμα; στον Θεόν πως θα μετανοήσω και μετά να περιπίπτω στην ίδια αμαρτία με την δική μου γνώμη και βουλή. Δεν έχω δει τον Θεόν με τα μάτια μου τα σαρκικά, όπως τον θέλω εγώ, δεν μου παρέχει ο Θεός τον εαυτό του, όπως εγώ θα το ήθελα ή το φανταζόμουν, και του εκφράζω τις αφέλειές μου, τα παιδιαρίσματά μου, παίζω μαζί του και τον χάνω μέσα από τα χέρια μου.
Ο άγιος από την μια έχει ενώπιον του την βεβαιότητα του Θεού, την αγάπη του Θεού, όλη· την θεία οικονομία, και μπορεί να την πιάση και να μας την δώση, και από την άλλη έχει εμάς τους ανίδεους και χονδρούς ανθρώπους και δεν ξέρει τι να κάνη μαζί μας. Δεν είναι βέβαιος, αν μετά από μισή ώρα θα μείνωμε πιστοί στην υπόσχεσι που του δίνομε τώρα, αν αύριο θα τον ξανακαλέσωμε για να συν-γονατίση μαζί μας. Εχομε την βούλησί μας και αύριο μπορεί να τον ξεγελάσωμε, και τότε θα αναγκασθή να παραστή κενός ενώπιον του Θεού.
Κάποιος Γέροντας παρακαλούσε την Παναγία για τους υποτακτικούς του και μία ήμερα είδε στο όνειρό του τον Χριστόν να της λέγη: Πήγαινε, μητέρα μου, και μη με ξεγελάς άλλο· τους βλέπεις ότι είναι αμετανόητοι. Πόσες φορές και οι άγιοι παίρνουν την ίδια απάντησι, όταν εμείς τους ζητάμε και εν συνεχεία τους εγκαταλείπωμε!
Οι άγιοι λοιπόν ενεργούν οι ίδιοι, μεσιτεύουν για μας και μας φωτίζουν, συμπροσεύχονται μαζί μας και συναγωνιούν, συμπάσχουν και συμμετέχουν στην δική μας πάλη. Και όλα αυτά τα κάνουν από μόνοι τους. Εμείς καλούμε τον άγιο, του ζητάμε αυτό που θέλομε, καμιά φορά με πολύ δισταγμό, και ο άγιος αναλαμβάνει το δικό μας υστέρημα να το αναπλήρωση. Προσπαθεί και εμάς να ζωογονή και τον Θεόν να συγκινή.
Όπως φέρνεις έναν λογιστή και σου κάνει στο ακέραιο την εργασία, εσύ όμως δεν ξέρεις τι σου έκανε, όπως εμπιστεύεσαι τον γιατρό και σου διανοίγει τα σπλάγχνα, αλλά εσύ δεν πονάς ούτε καταλαβαίνεις τίποτε, έτσι ακριβώς καλείς τον άγιο και όλα τα κάνει μόνος του. Εμείς δεν έχομε τίποτε να κάνωμε· εν συνεχεία πάμε και κοιμόμαστε, ο άγιος όμως συνεχίζει να κάνη την δουλειά του. Άραγε συνεχίζει; Βεβαίως συνεχίζει. Συνεχίζουν οι δαίμονες να μας πειράζουν, και θα σταματήση ο άγιος την δουλειά του;
Οι άγιοι παραβιάζουν ακόμη και τα άδυτα του Θεού και την γνώμη του. Πόσες φορές η Αγία Γραφή παρουσιάζει τον Θεόν μεταμελούμενον! Ασφαλώς, ουδέποτε μεταμελείται ο Θεός, αλλά το γεγονός αυτό δείχνει το πόσο ακούει τους άγιους του. Ο Θεός αποκαλύπτεται εμφανώς στους άγιους, και εκείνοι τον αποκαλύπτουν και σε μας. Μας μεταφέρουν δηλαδή τα άδηλα και τα κρύφια της γνώσεως του, σύμφωνα με την θεία οικονομία και πρόγνωσι.
 

Οι άγιοι είναι δικοί μας.
Αφού προσκαλέσωμε τόσο απλά τους αγίους, με την εικόνα τους, τα λείψανά τους ή τον νου μας, οι άγιοι γίνονται η ζωντανή συντροφιά μας. Και επειδή ο άγιος είναι αχώριστος από τον Θεόν, το ξέρω ότι μαζί του είναι και ο Θεός. Ακόμη και αν εγώ είμαι μέσα στην αμαρτία, μέσα στην δυσωδία, και δεν μπορή να ενεργήση σε μένα ο Θεός, ακόμη και αν δεν τον νοιώθω, το ξέρω και το πιστεύω ότι μαζί με τον άγιο είναι και ο Θεός.
Επίσης, το ξέρω ότι ο άγιος είναι για μένα μία ευφροσύνη. Πόσες φορές κουβεντιάζαμε για να απαλλαγούμε από το βάρος της μοναξιάς! Πόσες φορές λέμε αηδίες, γιατί είμαστε στενοχωρημένοι και θέλομε να μας φύγη η δυσκολία, ο πειρασμός, η στενοχώρια, ή θέλομε να σπάσωμε τα οχυρά που μας χωρίζουν από τους άλλους!
Πόσες φορές έχομε κάποιο σύμπλεγμα μέσα μας από την αμαρτία μας, από την αναπηρία μας, από την μειονεξία μας, και δεν ξέρομε τι να κάνωμε! Τότε βγαίνομε έξω να αναπνεύσωμε αέρα ή πάμε στο κελλί ενός αδελφού μας να του πούμε κάτι. Για την περίπτωσι αυτή οι Πατέρες λένε, αν έλθη ο αδελφός σου και σου πη πως είναι στενοχωρημένος, πέταξε αμέσως το κομποσχοίνι σου, μη τυχόν το δη και καταλάβη ότι προσευχόσουν, και αμέσως πες του: Αδελφέ μου, τί έχεις; Διαφορετικά θα φερθούν οι άγιοι; Αφού έτσι φερόμεθα εμείς, που διατρέχομε τον κίνδυνο να παρασυρθούμε από τον αδελφό μας στην αμαρτία, δεν θα φερθή ο άγιος, ο οποίος δεν παρασύρεται και μπορεί να διάλυση τα νέφη μας και να γίνη για μας μία πραγματική ευφροσύνη;
«Εγχρονίζει η ευφροσύνη τοις δικαίοις». λέγει η Άγια Γραφή. Η ευφροσύνη γίνεται στοιχείο συνακόλουθο, αδιαλείπτως ενωμένο με τον δίκαιο. Αν η Αγία Γραφή το λέγη αυτό για τους ζώντας δικαίους, οι οποίοι αύριο μπορεί να πέσουν, πόσο μάλλον ισχύει για τους αγίους, οι οποίοι δεν πίπτουν πλέον. Σε αυτούς η ευφροσύνη εγχρονίζει πολύ περισσότερο. Ερχόμενος λοιπόν ο άγιος, έρχεται μαζί με την ευφροσύνη του, με το χαμόγελό του, με τα χαρακτηριστικά του, με τις εμπειρίες του, με την ζωή του είναι ο ίδιος, έχει τα ίδια μυαλά, ζη όπως όταν ήταν κάτω στην γη. Επομένως, μπορώ πολύ εύκολα να αποκτήσω την ευφροσύνη, που μου είναι τόσο αναγκαία για να προσεύχωμαι άνετα.
Ο άγιος όμως δεν είναι μόνον η συντροφιά μας, η ευφροσύνη μας, είναι και «η πανήγυρίς μας εν τοις πρωτοτόκοις», η συμμετοχή μας στον χορό όλων των αγίων. Για να νοιώσωμε αυτή την πραγματικότητα, ας θυμηθούμε το όραμα του προφήτου Δανιήλ το σχετικό με την επικράτησι του Χριστού, της Εκκλησίας και των αγίων. Ο Προφήτης παρουσιάζει με θηρία τα διάφορα έθνη, τα οποία νικώνται από τον Υιόν του Θεού και πίπτουν, τον δε Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί νεφελών και τον Παλαιόν των ημερών καθήμενον επί του θρόνου του για να δικάση την οικουμένη, τα έθνη, τους βασιλείς, τις ψυχές των ανθρώπων.
Τα πάντα εξουθενώνονται, δεν μένει τίποτε, δεν αντιστέκεται τίποτε στον Υιόν του ανθρώπου. Σε αυτόν ο Παλαιός των ημερών χαρίζει την αρχή και την τιμή και την βασιλεία. Δηλαδή ο Πατήρ μεταβιβάζει τα δικαιώματά του στον Υιόν, παραδίδει τα πάντα στα χέρια του, μέχρις ότου αποκατασταθούν τα πάντα και ο Υιός τα παραδώση στον Πατέρα.
Άλλος Προφήτης λέγει, «η αρχή επί του ώμου αυτού». Με το ουσιαστικό «αρχή» δεν εννοεί τόσο την εξουσία, όσο την θεότητα· θέλει να δηλώση ότι η ύπαρξις του Υιού, και μάλιστα το είναι του, η δύναμίς του, είναι συνυφασμένη με την θεότητα, και επομένως ο Υιός είναι Θεός.
Ο Υιός του ανθρώπου δεν είναι κάποιος άνθρωπος αλλά ο Υιός του Θεού. Η λέξις «αρχή» αποκαλύπτει την θεότητα του Υιού, ήτοι την αΐδιο πρόσληψι των πάντων εν τω Θεώ και τήν βεβαιότητα αυτής της αληθείας, και έτσι νοιώθομε μια ασφάλεια. Ο Υιός του ανθρώπου, ο οποίος ίσταται ανάμεσα στον Παλαιόν των ημερών και στον πεσμένο άνθρωπο, είναι ένας Θεός, μάλλον είναι ο Θεός.
«Αυτώ εδόθη η αρχή και η τιμή». Όλη η προσκύνησις, που απενέμετο στον Γιαχβέ, τώρα απονέμεται στον Υιόν του Θεού. Εμείς οι χριστιανοί, επικαλούμενοι τον Θεόν, εννοούμε τον Χριστόν. Ό,τι και αν κάνωμε, θα πούμε. Χριστέ μου. Και αν πούμε, Θεέ μου, πάλι τον Χριστόν εννοούμε.
Το ότι ο Πατήρ έδωσε στον Υιόν όλη την τιμή, σημαίνει ότι τον έκανε και εκείνον βασιλέα, αρχιερέα, προφήτη, διδάσκαλο, τα πάντα.
Ο δημιουργός Πατήρ έκανε τον Υιόν εξουσιαστή των πάντων και Κύριον όλων των ψυχών μετέδωσε τον εαυτό του στον Υιόν, μολονότι δεν υπήρξε χρόνος κατά τον οποίον ο Υιός δεν ήταν εν τω Πατρί, και τώρα, σαρκούμενος ο Υιός, ο Πατήρ του μεταδίδει με την άρχιερωσύνη και όλον τον κόσμο, ο οποίος συμβολίζεται με τα θηρία που νικά.
Εν συνεχεία του χαρίζει τήν βασιλεία, την καινούργια βασιλεία, την ερχόμενη, την βασιλεία του Θεού, των αγίων, και όχι τα βασίλεια. Αυτά τα διέλυσε ως ατμίδα, καταποντίζοντάς τα στην υπό των βιαίων άνεμων ταρασσομένην θάλασσαν.
Και συνεχίζει ο Προφήτης: Ο Παλαιός των ημερών «έδωκεν το κρίμα τοις αγίοις».
Οι προφητείες συνήθως έχουν κάτι ανακόλουθο· πρέπει κανείς να δη το νόημά τους με το πρίσμα της ιστορίας και με το πνεύμα των ιδίων των προφητών. «Το κρίμα σου τω βασιλεί δος», λέγει ο Ψαλμωδός. «Κρίμα» εμείς θα λέγαμε ότι είναι το δίκαιο, η απόδοσις της δικαιοσύ¬νης· κυρίως όμως είναι η δικαίωσις. Αλλά η δικαίωσίς μου είναι η νίκη μου. Αν παραδέχεσαι πως είχα δίκαιο, μου δίνεις την νίκη. Και εδώ το κρίμα έχει την έννοια της νίκης. Ο Παλαιός των ημερών όμως δεν έδωσε την νίκη σε αυτόν που έδωσε την βασιλεία και την τιμή και την αρχή, αλλά την έδωσε «τοις αγίοις». Δηλαδή τώρα όλα τα δικαιώματα του Υιού, την αρχή, την εξουσία, την προφητεία, την αρχιερωσύνη, τα παραδίδει στους αγίους, σε μας τον νέο Ισραήλ.
«Και την βασιλείαν κατέσχον οι άγιοι». Πόσο εκφραστική είναι η Πάλαια Διαθήκη! Ανοίγεις τις πύλες, μπαίνεις μέσα και παίρνεις τα πάντα υπό την κατοχή σου. Ο Πατήρ παίρνει τα πάντα από τον Υιόν, με την αγάπη και την αποδοχή του Υιού, και τα παραδίδει στους αγίους. Την βασιλεία που είχε χαρίσει στον Υιόν, την παίρνομε εμείς. Επίσης, την τιμή του Υιού την δίνει σε μας.
Άρα οι άγιοι γίνονται φορείς όλων των δυνατοτήτων, όλων των δυνάμεων, Όλων των εξουσιών, όλης της οντότητος, θα λέγαμε, του Χριστού. Εντεύθεν ο Χριστός είναι οι άγιοι και οι άγιοι είναι ο Χριστός, και έτσι έχομε πλέον την πανηγύρι των πρωτοτόκων, την ίδια την Εκκλησία, δηλαδή το σύνολο των αγίων, οι οποίοι λαμβάνουν από τον Θεόν την δικαίωσι και την νίκη.
Ο Χριστός ευχαρίστως τους παραχωρεί τα πάντα, μέχρις ότου έλθη η ώρα που και εμείς θα τα παραδώσωμε σε εκείνον και εκείνος θα τα παραδώση στον Πατέρα. Τότε, θα κλείση η ιστορία, για να ανοίξη πια η αιωνιότης, η διαρκής σχέσις Θεού και ανθρώπου.
«Και την βασιλείαν κατέσχον οι άγιοι». Οι άγιοι άρπαξαν την βασιλεία, την κέρδισαν, την κατέκτησαν και την κρατούν γερά· την κατέχουν, δεν θα την κατάσχουν, τους την έδωσε ο Πατήρ. Και αν ερμηνεύσουμε τυπολογικά την Παλαιά Διαθήκη, το ανωτέρω χωρίο αναφέρεται στην Εκκλησία, πολύ δε περισσότερο στην βασιλεία των ουρανών. Αυτή η κατοχή δηλαδή είναι πληρέστατη και τελεία στους άγιους, οι οποίοι ήδη θριαμβεύουν στον ουρανό.
Οι άγιοι λοιπόν, τους οποίους προσκαλούμε στο κελλί μας, έχουν την νίκη, την κατοχή της βασιλείας των ουρανών. Επομένως, οι άγιοι είναι για μας η δυνατότητά μας, το περιβάλλον μας μέσα στο οποίο συγχορεύομε και εμείς ενώπιον του πολιού ουρανίου Πατρός και ενώπιον του Υιού του Θεού, ο οποίος μας παρέδωσε τα πάντα και μας έκανε θεούς, διά της προσλήψεως του φυράματός μας.
Άραγε, πώς οι άγιοι γίνονται για μένα η νίκη; Βεβαίως η νίκη υπήρξε ο Χριστός. Αυτός «εξήλθε νικών», αλλά την νίκη την παρέδωσε στους αγίους. Αυτό σημαίνει ότι οι άγιοι είναι η νίκη των δύο κόσμων που φέρω μέσα μου. Μέσα μου έχω από την μια τον φρικτό κόσμο των παθών μου, που δεν μπορώ να τον κάνω τίποτε. Δεν μπορώ να βάλω τα χέρια μου και να βγάλω τα πάθη από την καρδιά μου.
Δεν μπορώ να διώξω τον λογισμό μου· δεν μπορώ να συγκρατήσω τα λόγια μου, διαρκώς μου ξεφεύγουν. Είμαι όλος εμπαθής, μαύρος, δυσώδης και τερατώδης. Από την άλλη όμως είναι μέσα μου και ο κόσμος των θείων επιθυμιών, ο κόσμος της αγάπης του Θεού, το όνειρό μου να πάω στον ουρανό. Εγώ στέκομαι ενώπιον των αγίων με αυτούς τους δύο κόσμους. Οι άγιοι είναι «η νίκη η νικήσασα τον κόσμον».
Ποιός είναι ο κόσμος; Ο κόσμος είναι η αμαρτία, ο σατανάς, είναι όμως και η Εκκλησία, η ίδια η παρουσία του Χριστού. Ο κόσμος είναι αυτοί οι δύο οι κόσμοι, ο Χριστός και η αμαρτία, δηλαδή ο σατανάς, ο οποίος οργιάζει και κυβερνάει τα πάντα -ακόμη και μένα- και τα ρίχνει στην φθορά. Οι άγιοι είναι η νίκη και των δύο αυτών κόσμων. Συγκαλώντας εγώ τους αγίους μου, συμμετέχω στην νίκη του αγίου και επιβάλλω την νίκη αυτή και στον κόσμο.
Οι άγιοι είναι ακόμη η προσκύνησις του Κυρίου, ο οποίος, αφού εκενώθη, εδόθη σε αυτούς και υπάρχει εντός τους. Άλλωστε οι Πατέρες σαφώς λέγουν ότι «επί το πρωτότυπον διαβαίνει η προσκύνησις». Όπως, όταν προσκυνώ την εικόνα ενός αγίου ή το λείψανό του -που πολλώ μάλλον έχει τα στίγματα όχι των αιμάτων, αλλά του Αγίου Πνεύματος διότι αγιάσθηκε-, η προσκύνησις γίνεται στον άγιο, έτσι και η προσκύνησις ενός αγίου, της ζώσης εικόνος του Θεού, μεταβαίνει επί το πρωτότυπον, τον Θεόν.
 

Ποιός μπορεί να αρνηθή τις Οικουμενικές Συνόδους, την πείρα των Πάτερων; Όσο ανόητος και ψυχρός να είναι, αυτό δεν μπορεί να το κάνη. Δηλαδή μπορεί να πη, δεν σε νοιώθω, Θεέ μου. Αλλά δεν μπορεί να πη, δεν υπάρχεις, διότι δεν μπορεί να είπε ψέματα ο Μέγας Βασίλειος, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο άγιος Χρυσόστομος, ο Μέγας Αθανάσιος, ο άγιος Διονύσιος. Κάποιος θα είπε τήν αλήθεια. Ένας μόνον να είπε την αλήθεια, ο Θεός είναι εδώ μπροστά μου.
Οι άγιοι είναι και το μέλλον μου, η βασιλεία των ουρανών. Επειδή, οι άγιοι «κατέσχον την βασιλείαν», σημαίνει ότι τώρα αυτοί κυριαρχούν, αυτοί έχουν τα κλειδιά, για να ανοίξη η θύρα της βασιλείας, αυτοί έχουν τους θρόνους. Επομένως, έχοντας μαζί μου τον άγιό μου ή τους άγιους μου, κατέχω το μέλλον, εισέρχομαι στο μέλλον, στην βασιλεία των ουρανών, που θέλω να πάω. Η εσχατολογία μου δεν είναι κάποια θεωρία, κάποια φιλοσοφία, είναι μία αλήθεια. Με τους αγίους εισέρχομαι στον κόσμο τον οποίο επιθυμούσα μέχρι προ μιας στιγμής ή, καλύτερα, έχω το μέλλον μου έδώ, διότι το μέλλον μου είναι οι άγιοι.
Οι άγιοι είναι επίσης η παρρησία μου. Όταν τόσο δικαιωματικά, τόσο εξουσιαστικά εισέρχωμαι με τον άγιο στην βασιλεία των ουρανών, ο άγιος είναι για μένα η παρρησία μου. Επειδή αυτός είναι μέσα, αρπάζει και μένα. Λέμε στην λειτουργία μας, μετά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων: «Έτι προσφέρομέν σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν υπέρ των προπατορων, πατέρων, πατριαρχών, προφητών». Γιατί; Διότι αυτοί μπήκαν στην βασιλεία των ουρανών.
Εφ’ όσον λοιπόν οι άγιοι είναι το μέλλον μου, και εφ’ όσον εγώ είμαι μέλος του σώματος του Χριστού, οι άγιοι αυτοί είναι η οικογένειά μου και η τιμή μου. Μπαίνοντας και εγώ στον χορό τους, γίνομαι οικείος του Θεού. Από εκεί που ήμουν ένας απλός άνθρωπος, ένας οικογενής, γεννημένος σε ένα σπίτι, δούλος ή υιός, γίνομαι ο οικείος, ο σύμφυτος, ο φίλος, ο υιός του Θεού.
Τί άλλο μπορώ να επιθυμήσω; Τί άλλο θα ήθελα να έχω και δεν το παίρνω καλώντας μπροστά μου τους αγίους; Και όλα αυτά μου τα δίνει ο άγιος, χωρίς εγώ να τα επιδιώκω, χωρίς να αναλογίζωμαι τι θέλω. Όλα τα τακτοποιεί ο άγιος. Όπως πάω στον δικηγόρο μου και εκείνος τακτοποιεί την υπόθεσί μου και μου στέλνει την απόφασι, έτσι ακριβώς και οι άγιοι ρυθμίζουν τα πάντα. Εγώ, αφού τον επικαλέσθηκα, πάω και κοιμάμαι· εκείνος όμως, ενώ εγώ κοιμάμαι, συνεχίζει την πορεία του και μου ετοιμάζει τα πάντα.
Συχνά παρουσιάζουν τους ασκητάς να προσεύχωνται μέσα σε μια σπηλιά μπροστά σε μια εικόνα, κατά κανόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Κάποιος άγιος προσερχόμενος μπροστά στην εικόνα της Παναγίας είχε πάρα πολλούς σαρκικούς πειρασμούς.
Μα τί έπαθα, αναρωτιόταν. Εγώ προσεύχομαι στην Παναγία, και ο σατανάς συνεχώς με πειράζει. Πότε θα σταματήση; Τότε παρουσιάζεται ο σατανάς και του λέγει: Γιατί διαμαρτύρεσαι; Εσύ φταις. Μην προσκυνάς αυτή την εικόνα, και εγώ δεν θα σε πολεμήσω άλλη φορά. Του είπε την αλήθεια. Ο σατανάς στις υποσχέσεις του είναι πιο τίμιος από εμάς. Οι άγιοι εξόρκιζαν τον σατανά και έλεγε την αλήθεια. Εμείς, και να μας εξορκίζουν, δεν την λέμε.
Δέχθηκε ο σατανάς να φύγη, αρκεί ο μοναχός να σταματούσε να προσκυνά την εικόνα, διότι η προσκύνησις, το άνοιγμα των χειρών μπροστά σε εκείνη την εικόνα, ήταν η τελεία επιτυχία. Αν, σκέφθηκε ο σατανάς, σταματήση να προσκυνά την εικόνα, τότε δεν χρειάζεται να τον πειράζω εγώ. Μόνος του θα χάση την βασιλεία, την παρρησία, και θα πέση σε απομόνωσι, θα ξεφύγη από τα χέρια του Θεού και θα παύση να είναι κάτω από το εκχυνόμενο αίμα του Χριστού, και κάτω από το Άγιον Πνεύμα που τον βρέχει και τον σκεπάζει.
Εχομε λοιπόν μαζί μας τον Θεόν, την Αγία Γραφή, δηλαδή όλη την ιστορία της Εκκλησίας και όλη την οικονομία του Θεού, έχομε τους αγίους, πιθανόν και τα έργα των χειρών μας. Ποιός απομένει να μπη στο κελλί μας; Αυτός που κατά κανόνα λείπει είναι ο εαυτός μας, και κυρίως ο νους μας, διότι τριγυρίζει.
Το πρόβλημα τώρα είναι να βάλωμε μέσα εκεί και τον εαυτό μας. Οι άγιοι έρχονται, ο Θεός έρχεται, όλοι υπακούουν στον «βραχύ τι παρ’ αγγέλους ηλαττωμένον» άνθρωπο, δεν υπακούει μόνον ο ίδιος στον εαυτό του ούτε και στην προσκλη¬σι του Θεού. Γι’ αυτό, το μεγάλο πρόβλημα στην αγρυπνία μας είναι η παρουσία του ιδίου του εαυτού μας. Προφανώς, αυτή επιτυγχάνεται διά της προσευχής.

(Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου. «Νηπτική ζωή και Ασκητικοί κανόνες», εκδ. Ίνδικτος- Αθήναι 2011, σ. 482-494)